Λευκά στην κορυφή
Διηγήματα
Ιωάννα Καρατζαφέρη
Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2015
200 σελ.
****
Γράφει η Μαρία Ιωαννίδου
ΤΑ ΑΙΩΝΙΑ ΠΑΓΩΜΕΝΑ
Ο τίτλος, σε συνδυασμό με το εξώφυλλο, εξ ίσου πολύσημα. Η φωτογραφία μιας βουνοκορφής, η φυσική μορφή της συγγραφέως με τα ολόλευκα μαλλιά, προδιαθέτουν για μία ακόμα περιπλάνηση στο χρόνο: ένα αστέρι στο βάθος του ορίζοντα- ήλιος ή φεγγάρι, στην ανατολή ή στη δύση του- ενώ σε πρώτο πλάνο μια κουκουβάγια, πουλί σοφό αλλά και νυκτόβιο, ατενίζει τον αναγνώστη. Τα «Λευκά στην Κορυφή» ενδέχεται να δηλώνουν τα άσπρα της κεφαλής, σοφία και ωριμότητα, αλλά και τα χιόνια εκείνα που ποτέ δεν λιώνουν.
Τα δεκαεννέα διηγήματα πραγματεύονται το θάνατο και την απόσταση. Αρχίζοντας με την κηδεία της μάνας, μια γυναίκα μαυροφορεμένη προσπαθεί να προσεγγίσει εν μέσω καύσωνα το νεκροταφείο, με αγωνία, σιωπή και λόγια καλά φυλαγμένα για το κατευώδιο. Έτσι ξεκινάει μια αφήγηση σταθερά πρωτοπρόσωπη όσο κι αν ποικίλουν τα επόμενα δέκα οκτώ διηγήματα. Το απόλυτο μαύρο και θερμό της πρώτης ιστορίας θα διαδεχθούν οι διαφορετικές αποχρώσεις του μοιραίου μέχρι την ύστατη προσπάθεια να ελεγχθεί το ανεξέλεγκτο επέκεινα. Ενδιάμεσα ο απόηχος του θανάτου θα ακουστεί σε καταστάσεις υπόκωφης βίας αλλά και αναπολήσεων που προσπαθούν να γεφυρώσουν με τις ομοιότητες τις διαφορές ανάμεσα σε τόπους και συνήθειες, να ερμηνεύσουν σχέσεις με τις διαρρήξεις τους, παρουσίες με απουσίες, ίσως και το δίπολο «εγγύτητα - απόσταση», εν τέλει.
Η φωνή της αφηγήτριας μαρτυρά τη πορεία μιας γυναίκας ώριμης στα χρόνια και πλούσιας στις εμπειρίες, κοσμοπολίτισσας με γερές ρίζες στη γενέθλια γη και συχνή αναφορά στις ανάλογες μνήμες που την ακολουθούν. Διατηρεί τη ψύχραιμη, διεισδυτική ματιά στη φύση, στους τόπους και τους τύπους των ανθρώπων που συμπληρώνεται από τη παιδεία, τη τριβή με τη λογοτεχνία και τη πολιτική επικαιρότητα. Οι περιστάσεις που βιώνονται διατηρούν μια συνεχή ένταση, η έκβαση κρύβει ανατροπές και εκπλήξεις και η ελλειπτική γραφή προσδίδει οικονομία στο λόγο. Αυτή είναι όμως μία, η πρώτη κι όχι μοναδική ανάγνωση.
Τα πρώτα διηγήματα αναφέρονται σε θανάτους, κηδείες και νεκρικά έθιμα που αφορούν σε αποχαιρετισμούς κλιμακωτά πιο απόμακρους σε σχέση με τον πρώτο. Στη συνέχεια η Καρατζαφέρη εστιάζει σε σχέσεις με ομάδες ή άτομα που έφυγαν από τη ζωή -ή από τη δική της - με τρόπο λίγο ή πολύ βίαιο. Θάνατοι ομαδικοί, ατυχήματα, δολοφονίες, αποχωρισμοί και απομακρύνσεις δίνουν μεταξύ άλλων το στίγμα της σχετικότητας: Ο θάνατος βιώνεται ανάλογα με την συναισθηματική, γεωγραφική ή χρονική απόσταση που έχουν –ή που θέτουν- οι ζώντες από κείνους που φεύγουν.
Η αφηγήτρια, όσο κι αν υιοθετεί διαφορετικές περσόνες, θα διατηρήσει το σταθερό –και αναγνωρίσιμο- ύφος και θα περιγράψει όλα τα μοιραία συμβάντα εντοπίζοντας κοινές φιγούρες σε ανόμοιες περιστάσεις, π.χ.: άντρες με μαύρα κοστούμια, ξεχωρίζουν καθώς υποδύονται εκ περιτροπής τους σερβιτόρους, σεκιουριτάδες, τελετάρχες ή νεκροπομπούς. Θα συνομιλήσει και θα σχετιστεί με κλοσάρ ή μπεηζμπολίστες, υπόδικους και μαστροπούς και καθώς θα μπαίνει σε προφανώς ανοίκειους χώρους, θα μπολιάζει τα άγνωστα με τα δεδομένα του πάτριου εδάφους αφ΄ενός, με «ασκήσεις επί χάρτου» αφ΄ετέρου. Όσο σκληρό, οργανωμένο και απόρθητο φαίνεται το άγνωστο σύμπαν των γηπέδων, των εκρήξεων και των δολοφονιών, τόσο καταφεύγει σε νοητικές αναπαραστάσεις ή σκηνοθετικές οδηγίες για εγκλήματα κατά άλλων και του εαυτού της, αναφορές στη λογοτεχνία αλλά και στο πασίγνωστο στους αναγνώστες της Ι.Κ., πανταχού παρόν, Διαβολίτσι, τόπο καταγωγής της συγγραφέως. Eνώσο ζώα περιφέρονται, αμέριμνα για τη δική τους μοίρα, ατίθασα, αυτόνομα, ίσως και σαν τα ένστικτά μας…
Η δεύτερη ανάγνωση φανερώνει ότι στις ιστορίες κλιμακώνονται, η ίδια η βία της ζωής, το πέρασμα του χρόνου, η λήθη και ο φόβος, ενώ οι αποχωρισμοί, ο πόθος και η σαγήνη του θανάτου, που ξεπροβάλλουν πίσω από τις γραμμές, ευνουχισμένα και ορθά πολιτικοποιημένα, επιβιώνουν∙ μέχρι η Ι.Κ. να «σκοτώσει» σε μια ύστατη πράξη ακτιβιστικού φεμινισμού αυτό που θεωρεί αιτία μιας βίας, κοινωνικής. Το δράμα κορυφώνεται, αλλά η βία καραδοκεί, ως ανεκπλήρωτο πάθος, ή ενοχή για «πράξεις και για παραλήψεις», προς εαυτόν, για κάποιες λέξεις, παρορμήσεις ή πάθη που δεν βρήκαν διέξοδο. Οι περιγραφές που παίρνουν μεγάλη έκταση και οι μακροπερίοδες διατυπώσεις κάνουν την ελλειπτική γραφή να «σκοντάφτει» σε μια πιο ισχυρή διάθεση απολογισμού. Το ίδιο ισχύει για εποχές που σηματοδοτούνται από πολιτικά γεγονότα τα οποία δεν παίζουν κάποιον εμφανή ρόλο στην ολοκλήρωση των χαρακτήρων. Προφανώς η κατά μέτωπο αντιμετώπιση του τέλους προδιαθέτει για μια άλλη -και αμήχανη- «φλυαρία» που δεν πείθει σαν ευλογοφανής κατασκευή, αφού προφανώς δεν είναι.
Περισσότερο αυθεντικό, το ομώνυμο με τη συλλογή, διήγημα, συνυφαίνει εμπειρίες πραγματικές ή/και μυθοπλαστικές, αρμονικά. Η παθογένεια της επαρχίας, ο στενός κλοιό της οικογένειας, σφίγγουν γύρω από ένα τρισδιάστατο ήρωα, με παρελθόν ευανάγνωστο, ο οποίος βιώνει και έναν εμφανή «θάνατο», των ονείρων και της ίδιας της λίμπιντο του, θυσιάζοντας την δυνατότητά του να παίξει έναν άλλο ρόλο στη κεντρική σκηνή της συλλογής και στη καρδιά της συγγραφέως. Που του αφιερώνει τη σχεδόν μοναδική εσωτερική ανάγνωση πριν τον παραδώσει στη μοίρα του και στη πένα της.
Εκείνα τα «Λευκά στην Κορυφή» μπορεί να είναι παγωμένα συναισθήματα, εν τέλει.
http://www.biblionet.gr/book/204917/%CE%9A%CE%B1%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B6%CE%B1%CF%86%CE%AD%CF%81%CE%B7,_%CE%99%CF%89%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B1/%CE%9B%CE%B5%CF%85%CE%BA%CE%AC_%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD_%CE%BA%CE%BF%CF%81%CF%85%CF%86%CE%AE
****
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου