Translate

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2020

ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ /// Γιάννη Νταουλτζή: «Τατουάζ στον παράμεσο», εκδ. Momentum






 ΓΡΑΦΕΙ Η ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ

[Αναδημοσίευση από ΦΡΑΚΤΑΛ ]



Κρατώ στα χέρια μου το βιβλίο του πρωτοεμφανιζόμενου Γιάννη Νταουλτζή (Δράμα 1961) με τίτλο Τατουάζ στον παράμεσο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Momentum. Ο συγγραφέας ανιχνεύοντας τις προσωπικές του μνήμες -κάποιες από την παιδική του ηλικία-τις ψηλαφεί και τις αναδομεί, χαρίζοντάς μας  δεκατέσσερα διηγήματα που πραγματικά σφύζουν από ζωντάνια, αμεσότητα και αλήθεια. Είναι μια γενναία επιστροφή σε καταστάσεις, περιστατικά, πρόσωπα και πράγματα που διαδραμάτισαν μικρό ή μεγαλύτερο ρόλο στην ζωή του. Όλες οι εμπειρίες είναι μέσα του γραμμένες, τον κινητοποιούν εσωτερικά, και κείνος τις φιλτράρει με ιδιαίτερο τρόπο και τις αποτυπώνει στο χαρτί. Διηγήματα, ή αφηγήματα με παράξενους, αλλά και πρωτότυπους συνάμα τίτλους (π.χ. «Τη μάνα μου τη λέγανε Ευαγγελία, εμένα με φώναζε σανάδα», «Μετανάστες και μεταστάντες») όπου διατρέχουν τον ελληνικό χώρο και χρόνο. Δοσμένα  με τέτοιο τρόπο που να εισπράττουμε ότι τα αντίστοιχα περιστατικά τον επηρέασαν στην ζωή του. Γι’ αυτό και αποφάσισε να τα χρησιμοποιήσει σαν πρώτη ύλη. Αποφάσισε να μιλήσει για ό,τι τον έχει αγγίξει. Όμως, σε καμία περίπτωση -παρόλη την αυτοαναφορικότητα- δεν καταλήγει να γίνει μελό ή συναισθηματικός.
Μακρύ το χρονικό διάστημα (η αφήγηση απλώνεται από το 1941 ως το 2019) Γάμοι, αρρώστιες, η προσφυγιά, μια ραπτομηχανή, ο μια πόρνη και ένας δράκος, η βουλγαρική και γερμανική κατοχή, η ιστορία δύο τσιγγάνων, ένα τατουάζ στον παράμεσο, ένας αυτοκαταστροφικός φίλος με καλή καρδιά, ένας παράξενος θάνατος, κάποιοι μετανάστες και η ιστορία τους, τα παρατσούκλια που παραμένουν ακόμα και όταν οι άνθρωποι φεύγουν. Όλα αυτά και πολλά άλλα ακόμα εμπεριέχονται, καταγράφονται, γίνονται εικόνες, εύγλωττες που μιλούν στην ψυχή κυρίως του αναγνώστη. Δεν σημαδεύουν μόνο τον γράφοντα, αφορούν και αυτόν που τις διαβάζει. Διότι πετυχαίνει ο Νταουλτζής να μας εμπλέξει. Χαρακτηριστική η έντονη διακειμενική του κατεύθυνση και αύρα. Φαίνεται πως ξέρει καλά και από ποίηση, αφού αναφέρει στίχους και ποιητές, είτε τους ενσωματώνει, είτε τους χρησιμοποιεί ως μότο. Έτσι Σολωμός, Ρίτσος, Θεόδωρος Αγγελόπουλος, Σεφέρης, Όμηρος, Δημουλά και άλλοι δίνουν το παρόν μέσα στις αράδες του Νταουλτζή. Είναι γοητευτική αυτή η διασύνδεση και σε οδηγεί να κάνεις ποικίλους συνειρμούς. Και είναι γεγονός ότι κι ο ίδιος γίνεται συχνά  ποιητικός. Η γλώσσα του χρωματίζεται, φεύγει από τον ρεαλισμό, γίνεται εκφραστική, σε βάζει στο κλίμα κάθε ιστορίας. Ζωντανοί διάλογοι, άμεσοι, ευθείς με στοιχεία ντοπιολαλιάς στα σημεία. Ο Νταουλτζής δεν γεμίζει τα κείμενά του με ανούσια σχόλια που αποδυναμώνουν τις μνήμες. Καταθέτει με θάρρος, αφήνει τα γεγονότα μόνα τους να μιλήσουν, να μας αποκαλυφθούν. Επιδεικνύει σεβασμό σε ό,τι αποτελεί το υλικό του και ξέρει πως αυτό το υλικό είναι πολύ δραστικό. Και το παράδοξο και το αντιφατικό ή το σουρεαλιστικό ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη που διψά να διαβάσει την επόμενη ιστορία, έχοντας συνάμα την γνώση πως τα παραπάνω στοιχεία υπάρχουν μέσα στη ζωή του ανθρώπου και την διαφεντεύουν, αρκεί να μην τον αποδυναμώσουν ή τον απογοητεύσουν. Όπου και να την αγγίξεις τη μνήμη πονεί και ο Νταουλτζής κατορθώνει να την μεταπλάθει σε έντεχνο λόγο και ίσως κι ο ίδιος να παρηγορείται μέσω αυτού του μοιράσματος. Διαβάζω: «Η μνήμη, τυμβωρύχος, ανασκαλεύει το παρελθόν, καταγράφει το παρόν, για να διασωθεί στη σκόνη που φέρνει το μέλλον. Οστεοφύλακας φωνών, μορφών, συναισθημάτων η μνήμη κι η γραφή. Έκτη αίσθηση, που τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από τις άλλες πέντε. Είναι αυτή που αναπλάθει σχήματα προσώπων, ανακλά είδωλα συναισθημάτων, ψηλαφεί φωνές, επιχρωματίζει εικόνες. Είναι τα ίχνη που αφήσαν οι δικοί, αποτυπώματα, άλλα αχνά – ξεθωριάζουν, άλλα βαθιά – αυλακώνουν, είναι αυτή που τη θαρρούμε χαμένη στου μυαλού τ’ αυλάκια. Και αίφνης ξυπνάει, άλλοτε σιγανό ρυάκι, που γίνεται ποτάμι, άλλοτε χείμαρρος, που κατεβάζει από τη Ντράνοβα πέτρες και ξύλα, λάσπη και πηλό, καμιά φορά και προικιά αφόρετα από γυναίκες που δε γίνανε ποτέ τους νύφες.» Με υφολογική ποικιλία, λεκτικές διακυμάνσεις, έντονη εικονοποιία, χρήση διαλόγων σε εναλλαγή με την στιβαρή αφήγηση δείχνει πως σέβεται τις μνήμες του και τις φιλτράρει δημιουργικά. Και ίσως μέσα του να επιτελείται και μια διαδικασία κάθαρσης, γιατί πολλές από τις μνήμες αυτές συνδέονται με το τραύμα ή αποτελούν τραύμα που μέσω της γραφής μπορεί και να απαλύνεται, αφού είναι δύσκολο να γιατρευτεί. Περιμένουμε τον Νταουλτζή να μας ξαφνιάσει ευχάριστα και στη συνέχεια.

*******