Translate

Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010

Συνέντευξη με τον Γρηγόρη Βαλτινό-[από τη Ράνια Ντανάκα]

Ευχαριστώ και δημόσια την φίλη και συνάδελφο Ράνια Ντανάκα για την όμορφη συνέντευξη που μας παραχώρησε για το varelaki!!!


Συνέντευξη στη Ράνια Ντανάκα (Θεατρολόγος, Απόφοιτη της Δραματικής Σχολής «Αθηναϊκή Σκηνή»)

Απόγευμα Παρασκευής. Τόπος συνάντησης το θέατρο Βρετάνια, όπου παίζει και σκηνοθετεί το έργο «Ψηλά από τη Γέφυρα» του Άρθουρ Μίλλερ.
Μπαίνοντας στο καμαρίνι του το βλέμμα μου προσηλώνεται σ’ ένα τοίχο γεμάτο φωτογραφίες. Μου αποκαλύπτουν πως έχει συνευρεθεί επί σκηνής με τους πιο αξιόλογους ηθοποιούς του ελληνικού θεάτρου πρωταγωνιστώντας σε σημαίνοντα έργα του παγκόσμιου ρεπερτορίου. Πτυχιούχος της Σχολής του Εθνικού Θεάτρου μου εξηγεί πως λόγω συγκυριών δεν έπαιξε στις σκηνές του Εθνικού, μιας και αρχής γενομένης της καριέρας του δέχθηκε προτάσεις από θιάσους, όπως αυτόν της Αλίκης Βουγιουκλάκη ή της Τζένης Καρέζη.
Πρόκειται για έναν ηθοποιό που οι «αποσκευές» του τού επιτρέπουν να κινείται μεταξύ πολλών καλλιτεχνικών εκφράσεων. Άλλωστε για εκείνον η ερμηνεία θεατρικών ρόλων, τραγουδιών ή ποιητικών έργων, που όπως εξομολογείται υπήρξε ο λόγος που τον οδήγησε στο θέατρο, αποτελούν ένα ενιαίο κι αδιάσπαστο σύνολο που ορίζει την υποκριτική τέχνη.
Κατά τη διάρκεια της κουβέντας αποκαλύπτεται ένας άνθρωπος χειμαρρώδης, με δυναμικό λόγο κι εσωτερική ευγένεια.

Ποια ήταν η πιο αγαστή συνεργασία που είχατε μέχρι τώρα;

Θα έλεγα ότι είμαι εξαιρετικά τυχερό άτομο, γιατί δεν είναι μια. Στο ξεκίνημά μου είχα την τύχη να συνεργαστώ με τον Ζυλ Ντασσέν, τη Μελίνα Μερκούρη και τον Γιάννη Φέρτη. Δεν ήταν μόνο εντυπωσιακό το ότι αυτοί οι τρεις σπουδαίοι άνθρωποι βρέθηκαν από την αρχή στο δρόμο μου, ήταν και ιδανικές οι συνθήκες. Ήταν εκπληκτικοί συνεργάτες. Με αγκάλιασαν και οι τρεις με τις φτερούγες τους.
Έπειτα, εξίσου εκπληκτικές ήταν οι συνεργασίες μου με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, με την Τζένη Καρέζη, την Κάτια Δανδουλάκη, τη Νόνικα Γαληνέα και τον Αλέκο Αλεξανδράκη. Επίσης, τα 15 χρόνια που έπαιζα και σκηνοθετούσα στο θέατρο Λαμπέτη ευτύχησα να συνεργαστώ με αξιόλογους ανθρώπους. Ακόμα και τώρα, στο θέατρο Βρετάνια, τολμώ να πω ότι ξεκινά μια συνεργασία και φιλία με τον θεατρικό επιχειρηματία Κάρολο Παυλάκη. Ένας νέος κύκλος. Θα έλεγα, λοιπόν, πως ελάχιστες είναι οι άτυχες στιγμές, όπου κάποιο άτομο από το θίασο ή από την παραγωγή ή κάποιος εξωτερικός παράγων έκανε τη χρονιά δυσάρεστη. Δεν το λέω για να αποδώσω φιλοφρόνηση προς όλους τους προηγούμενους συνεργάτες. Άλλωστε ήδη έχω παραλείψει δυο-τρεις συνεργασίες. Αν επρόκειτο για φιλοφρόνηση, θα μπορούσα να τις αναφέρω κι αυτές.

Ποιο είναι το χαρακτηριστικό που θυμάστε από την Αλίκη Βουγιουκλάκη ή την Τζένη Καρέζη;

Η Αλίκη ήταν ένα αιώνιο κορίτσι. Όχι μόνο εμφανισιακά αλλά και σαν συμπεριφορά, σαν ψυχή, σαν ταπεραμέντο. Ήταν η δροσιά προσωποποιημένη. Ήταν πολύ καλή φίλη. Όταν είχες ένα πρόβλημα, σε καλούσε στο σπίτι της και το συζητούσε μαζί σου μέχρι το πρωί. Ήταν φοβερά λαμπερό άτομο, με τρομερό χιούμορ κι αυτοσαρκασμό. Ήταν σπουδαίο πλάσμα!
Η Τζένη ήταν πιο «βαριά». Αλλά τα γέλια που μπορούσες να κάνεις μαζί της, σου κόβανε την ανάσα. Είχε πολύ χιούμορ. Δε θα ξεχάσω τη σπουδαία συνεργασία που είχαμε για δύο χρόνια στο «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ». Επίσης θυμάμαι τα τραπέζια της. Της άρεσε να μαγειρεύει και μας καλούσε στο σπίτι της.

Ποιον από τους ρόλους που ερμηνεύσατε, εξακολουθείτε να κρατάτε στην καρδιά σας;

Τον Τέβιε από το «Βιολιστή στη στέγη», το οποίο το ανέβασα τέσσερις φορές, και τον Οιδίποδα Τύραννο. Ο Οιδίπους ήταν ο ρόλος που με οδήγησε στο θέατρο. Ήμουν στο Γυμνάσιο, όταν πήρα την απόφαση να γίνω ηθοποιός και αφορμή στάθηκε το συγκεκριμένο κείμενο του Σοφοκλή- τότε το διδασκόμασταν στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών. Αργότερα, το 1974, είδα τον «Οιδίποδα Τύραννο» στο Ηρώδειο με πρωταγωνιστή τον Κατράκη και είπα: «Θέλω να παίξω στο θέατρο, για να ασχολούμαι με τέτοια έργα, να παίζω τέτοιους ρόλους!».

Ωστόσο δεν έχετε παίξει πολλές φορές αρχαίο δράμα.

Έχω παίξει τρεις, τέσσερις φορές. Οι συνθήκες, οι προτάσεις, οι υποχρεώσεις δεν το επέτρεπαν…Όταν έχεις ανειλημμένες υποχρεώσεις, όταν πρέπει να αρχίσεις μια συγκεκριμένη περίοδο τις πρόβες, γιατί έχεις κλείσει το χειμώνα να παίζεις θέατρο, δεν μπορείς να κάνεις περιοδεία μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου. Αναγκαστικά λες πολλά όχι το καλοκαίρι, γιατί συνήθως καλοκαιρινές είναι αυτές οι παραστάσεις. Όταν αναλαμβάνεις να λειτουργήσεις ένα θέατρο και να κάνεις πρεμιέρα τον Οκτώβρη, σημαίνει πως η προετοιμασία σου μπορεί να ξεκινήσει και από το Μάιο.

Το επάγγελμα του ηθοποιού μπορεί να πληγώσει κάποιον που το ασκεί ως κύριο βιοποριστικό μέσο;

Είναι μεγάλη ευλογία το να σου αποδίδει χρήματα το «παιχνίδι» σου, να μπορείς να ζήσεις κάνοντας αυτό που αγαπάς. Το επάγγελμα του ηθοποιού μπορεί να σε πληγώσει αν αναγκαστείς να κάνεις καλλιτεχνικούς συμβιβασμούς. Τότε μπορεί να σε οδηγήσει σε εξευτελιστικά επίπεδα, να παίξεις πράγματα που δε σου αρέσουν μόνο και μόνο για να ζήσεις. Βέβαια μικροί συμβιβασμοί πάντα υπάρχουν. Δεν μπορείς να είσαι μέσα στο σύστημα και να μη συμβιβαστείς. Αυτός είναι ο όρος του παιχνιδιού. Παίζουμε απέναντι από τη Βουλή των Ελλήνων. Κρατάμε ένα κεντρικό θέατρο. Πρέπει να συμβιβαστούμε με τους κανόνες της αγοράς, του καταναλωτισμού και ταυτόχρονα να διατηρήσουμε την καλλιτεχνική μας αξιοπρέπεια. Αντίρροπα πράγματα και δύσκολα.

Πώς θα ορίζατε το ταλέντο;

Το ταλέντο είναι ένα θείο δώρο. Είναι μια ροπή προς κάποια τέχνη. Είναι μια ανάγκη έκφρασης, η οποία ενεργοποιεί τα εκφραστικά σου μέσα, είτε αυτά βρίσκονται στο κορμί, οπότε γίνεσαι χορευτής, είτε βρίσκονται στα χέρια, οπότε γίνεσαι εικαστικός, είτε βρίσκονται στην ψυχή, στο μυαλό, στο πρόσωπο και στη φωνή, οπότε γίνεσαι ηθοποιός. Είναι συγγενικές οι τέχνες. Ουσιαστικά εκείνο που θέλουν είναι να ερμηνεύσουν τον άνθρωπο και το περιβάλλον του και μέσα από αυτή την ερμηνεία να τελειωθούν.
Το ταλέντο, θα έλεγα, ότι μπορεί να ξεκινά κι από διάφορες ψυχικές αναπηρίες ή ασθένειες. Μπορεί, δηλαδή, να θέλεις να τελειωθείς σαν χαρακτήρας, σαν άνθρωπος, σαν ψυχισμός, να αισθάνεσαι ελλιπής και μέσω της τέχνης να νιώσεις ότι μπορείς να πας βαθύτερα μέσα στην ψυχή σου για να την ηρεμήσεις. Όλο αυτό σε συνδυασμό με μια ικανότητα έκφρασης, αυτή είναι πάντα απαραίτητη, είναι το ταλέντο.
Βέβαια, το ταλέντο είναι η αρχή. Από εκεί και πέρα πρέπει να διανύσεις πολλά χιλιόμετρα. Αλλιώς θα μαραθεί το ταλέντο. Δεν μπορεί να μείνει πολλά χρόνια νεανικό και φρέσκο, πρέπει να εξελιχθεί και να μεγαλώσει.

Κατά τις διαρκείς μεταμορφώσεις νιώσατε ποτέ να χάνετε στιγμές της αληθινής ζωής, ότι παραμερίζετε, δηλαδή, την προσωπική σας ζωή;

Ναι, αλλά δε μ’ ένοιαζε, γιατί ζεις πιο πλούσια μέσα στο θέατρο. Δε σε νοιάζει που θα χάσεις ένα Σαββατοκύριακο μια εκδρομή ή τα Χριστούγεννα. Ζεις πιο συναρπαστικά εδώ μέσα. Κι είναι ωραίο να έχεις διαφορετικά ρεπό από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Δεν υπάρχει και μποτιλιάρισμα στα…«διόδια»,τα όποιας μορφής διόδια.

Η καλλιτεχνική σας πορεία ξεκινά το 1980, οπότε και αποφοιτήσατε από τη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Από τότε παίζετε αδιάκοπα. Υπάρχουν φορές που αισθάνεστε ρουτίνα και πώς καταφέρνετε να το ξεπερνάτε;

Στην υποκριτική μαθαίνεις με το πέρασμα των χρόνων να χρησιμοποιείς λιγότερη ενέργεια. Σ’ αυτό βέβαια βοηθά και η τεχνική. Χρησιμοποιείς λιγότερη ενέργεια και έχεις μεγαλύτερη απόδοση. Γίνεσαι υβριδικός. Η ίδια η ζωή είναι έτσι. Αν δεις τους μεγάλους ανθρώπους, είναι πιο ήρεμοι αλλά κατέχουν περισσότερα πράγματα, ξέρουν τον τρόπο να τα κερδίζουν, να φτάνουν πιο γρήγορα στο στόχο, να αφαιρούν. Αφαιρούν πολύ, αυτό είναι το ζητούμενο και στην υποκριτική. Όσο μεγαλώνεις και προχωράς, αφαιρείς και γίνεσαι πιο δυνατός. Αυτά που μένουν είναι πιο δυνατά και είναι και τα χρήσιμα, είναι τα κομβικά σημεία του ρόλου ή του έργου. Κρατάς τις κορυφές, τα κορυφαία σημεία.
Όταν, λοιπόν, φτάσεις στο σημείο που νιώθεις πως έχεις κατακτήσει, πως έχεις κερδίσει το ρόλο και τον ελέγχεις πια, περνάς σ’ ένα στάδιο όπου η επανάληψη σε σκοτώνει. Τότε πρέπει να βρεις μέσα σου καινούργιο καύσιμο. Αλλιώς μπορεί να αυτοκτονήσεις πάνω στη σκηνή. Πλήττεις αφόρητα. Έτσι ανοίγεις και φωτίζεις άλλες γωνίτσες, άλλα παραθυράκια. Εγώ καμιά φορά παίρνω δύναμη για τον υπάρχοντα, το τρέχοντα ρόλο από το μελλοντικό. Μπορεί, δηλαδή, αρχίζοντας να δουλεύω τον επόμενο ρόλο να πάρω καύσιμο και για τον τωρινό. Να μου φωτίσει άλλα σημεία του και να μου τον «ξεσκονίσει», να μου «ξεσκονίσει» την κατακαθισμένη μου τεχνική και υποκριτική. Καθένας έχει τη τεχνική που τον βολεύει στο θέατρο!









Ποιο είναι το στοιχείο του επαγγέλματός σας που σας απογοητεύει ή σας θυμώνει;

Με απογοητεύει το ότι πολλές φορές τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αντικατοπτρίζοντας τον τρόπο που λειτουργεί το καταναλωτικό σύστημα μπερδεύουν διάφορα ανομοιογενή πράγματα. Λέγοντας «θέατρο» εννοούν ό,τι κινείται και περιφέρεται γύρω από τη θεατρική τέχνη ή γύρω από τις αθηναϊκές σκηνές. Κάποιες φορές βλέπω άτομα να χρίζονται ηθοποιοί είτε από «δημοσιογράφους» είτε από τον «Τύπο», επειδή κάποιοι έτσι αποφάσισαν. Επίσης, με εκνευρίζει που πολλές φορές το θέατρο γίνεται μέσο ή σκαλοπάτι για άλλους στόχους.

Και τι είναι αυτό που σας συναρπάζει;

Το ότι η ενασχόληση μ’ αυτή τη τέχνη σου ανοίγει την καρδιά και το μυαλό. Μπορείς να ξεπεράσεις τη μοίρα σου και τη φύση!

Τι ακριβώς εννοείτε λέγοντας «να ξεπεράσεις τη μοίρα και τη φύση σου»;

Η επιστήμη λέει ότι ο άνθρωπος εξελίσσεται μέχρι την ηλικία των 3 ή 4 ετών. Εγώ πιστεύω πως μέσα από το θέατρο αυτό ξεπερνιέται. Η τέχνη του θεάτρου μπορεί να σε κάνει να εξελίξεις τον εαυτό σου και πέρα από αυτή την ηλικία, μέχρι τα βαθιά σου γεράματα. Σε κάνει να προχωράς συνέχεια. Επίσης, μέσα από το θέατρο μπορείς να αλλάξεις τη μοίρα σου. Γιατί ενώ η τύχη σ’ έχει τάξει, σ’ έχει τοποθετήσει σ’ ένα κοινωνικό και πνευματικό στρώμα «Α», μέσω της τέχνης είναι δυνατόν να περάσεις σε άλλα επίπεδα και σ’ άλλα στρώματα, χωρίς αυτό να σημαίνει αναγκαστικά ότι θ’ αλλάξει και το περιβάλλον σου, δηλαδή ότι θα γίνεις εκατομμυριούχος ή ότι θα φύγεις από την παλιά σου γειτονιά και θα μένεις σε μια βίλα στην Εκάλη. Όχι. Ζώντας στον ίδιο περίγυρο μπορεί κανείς να αλλάξει επίπεδο, πνευματικά και κοινωνικά.

Με ποια κριτήρια επιλέγετε κάθε φορά έργο;

Μ’ ενδιαφέρει το έργο να αφορά στον κόσμο, να έχει να κάνει με προβλήματα που λίγο ή πολύ απασχολούν όλους, να νιώθουν, δηλαδή, ότι το θέμα εν δυνάμει τους απειλεί κι αυτούς, ότι θα μπορούσαν να είναι οι ήρωες του έργου. Ότι είναι οι ήρωες του έργου, απλώς οι συνθήκες αυτή τη στιγμή είναι τέτοιες και είναι ενδεχομένως σε καλύτερη μοίρα από αυτούς, αλλά αύριο μπορεί αν είναι στη θέση τους.

Φέτος σκηνοθετείτε και πρωταγωνιστείτε στο έργο «Ψηλά από τη Γέφυρα». Πρόκειται για ένα πραγματικό γεγονός που έχει δραματοποιηθεί από τον Άρθουρ Μίλλερ. Αυτό αυτόματα δε το καθιστά διαχρονικό;

Ναι. Το θέατρο είναι μια ανθρωποκεντρική τέχνη. Ασχολείται με ανθρώπινα, αιώνια αναπάντητα ερωτήματα, με ανθρώπινα βάσανα, στα οποία προσπαθεί να δώσει λύση. Εκείνο που είναι συναρπαστικό στο «Ψηλά από τη Γέφυρα» είναι ότι το θέμα του δεν είναι το εξωτερικό του περίβλημα, ο περίγυρος του έργου, των ηρώων, αλλά το εσωτερικό τους, η ψυχή τους. Το έργο καταδεικνύει πόσο δημιουργικός ή πόσο καταστροφικός μπορεί να αποβεί ο έρωτας στη ζωή μας ανάλογα με το πού θα μας βρει και ποιες είναι οι συνθήκες μέσα στις οποίες καλείται να ανθίσει ή να μαραθεί.

Πόσο εύκολο ήταν να ενσαρκώσετε το ρόλο; Βρήκατε κοινά σημεία με τον εαυτό σας;

Όχι, ήταν δύσκολο. Αυτός ο ήρωας έχει διαφορετική συμπεριφορά από μένα. Από παρατήρηση και μόνο «έπιασα» το ρόλο, επειδή ο ηθοποιός έχει τη συνήθεια να παρατηρεί τους ανθρώπους.

Σκηνοθετείτε τα τελευταία 20 χρόνια. Η ουσιαστική δουλειά ενός σκηνοθέτη έγκειται στο πώς προσεγγίζει τον ηθοποιό;

Όχι, στο πώς προσεγγίζει το έργο. Από ‘κει και πέρα είναι η ικανότητά του να εμπνεύσει τον ηθοποιό υποκριτικά, καμιά φορά και να του υποδείξει κάποια πράγματα ώστε να φτάσει στο ρόλο, πάντα μέσα στο πλαίσιο που έχει προκαθοριστεί και πάνω στη γραμμή που έχει καθορίσει η σκηνοθεσία.

Πόση ελευθερία αφήνετε στους ηθοποιούς για το χτίσιμο του ρόλου;

Μεγάλη ελευθερία. Η σκηνοθεσία είναι ανάλυση και σύνθεση. Στην αρχή αναλύουμε το έργο, τους ρόλους και χαράζουμε τη γραμμή που θα ακολουθήσουμε. Αν κάποιος μέσα σ’ αυτά τα καλλιτεχνικά πλαίσια προτείνει κάτι, δεν είναι απλώς ευπρόσδεκτο, δίνω και πριμ, όπως δίνουν στους ποδοσφαιριστές όταν βάλουν γκολ. Το «γκολ» είναι μια λέξη που χρησιμοποιώ συχνά στην πρόβα θέλοντας να σηματοδοτήσω κάποιο στοιχείο του έργου, συγκινησιακό ή κωμικό, που πρέπει να αναδειχθεί: «Εδώ έχει γκολ, παιδιά, κοιτάξτε να το βάλετε!».

Κατά τη γνώμη σας, η υποκριτική είναι περισσότερο θέμα τεχνικής ή συναισθήματος.

Και τα δύο. Ο ηθοποιός σκέφτεται με την καρδιά κι αισθάνεται με το μυαλό.

Σας ευχαριστώ πολύ!












Θέατρο Βρετάνια, «Ψηλά από τη Γέφυρα»
Μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές
Σκηνοθεσία: Γρηγόρης Βαλτινός
Πρωταγωνιστούν: Γρηγόρης Βαλτινός, Κερασία Σαμαρά, Πέτρος Φυσσούν, Θανάσης Κουρλαμπάς, Βίκυ Παπαδοπούλου, Νίκος Πουρσανίδης, Μιχάλης Σακκούλης, Νικόλας Μιχάκος.