Translate

Τρίτη 18 Ιουνίου 2013

ΣΤΗΛΗ ΤHE ARTMANIACS///AΛΕΞΗΣ ΖΗΡΑΣ


 (συνέντευξη στην Ασημίνα Ξηρογιάννη)

Κύριε  Zήρα,σας καλωσορίζω στο varelaki/notationes  και ξεκινώ αμέσως.Παρακολουθείτε , φαντάζομαι, τις πολιτικές,κοινωνικές κια οικονομικές εξελιξεις!Ζούμε λοιπόν σε ανισόρροπους καιρούς.Σε καιρούς δύσκολους για την Ελλάδα ως έθνος και για τους πολίτες της.Τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στην κρίση Και δεν είναι λίγοι οι συμπολίτες μας που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης.Μέσα σε όλα αυτά ,μήπως οι Ποιητές και η Ποίησή τους περισσεύουν;Mήπως δεν είναι τούτη εποχή για Ποίηση και άλλα παρόμοια;


Αναφέρεστε κι εσείς στην κρίση, δικαίως. Για να συνεννοούμαστε όμως, για μένα η κρίση έχει τα επιφανειακά και τα βαθύτερα, δομικά της στοιχεία. Τα πρώτα είναι άμεσα αντιληπτά και δεν υπάρχει λόγος να τα σχολιάσουμε.Τα δεύτερα όμως, τα δομικά, πολύ φοβάμαι ότι οι περισσότεροι τα παρακάμπτουν ή δεν θέλουν να τα ξέρουν, επειδή στο βάθος του μυαλού τους η ποθούμενη ανάκαμψη, οψέποτε γίνει, σημαίνει λίγο ως πολύ την επαναφορά μας στην ευφορία της Πομπηίας πριν από την έκρηξη του Βεζουβίου. Νοσταλγούν μια ανοιχτή κοινωνία όπου όμως ήδη έπαιρνε και έδινε ο ολοκληρωτισμός της ισχύος, ο εκθειασμός της λάμψης των celebrities, το θερινό πέρασμα από τις Βαλπούργειες Νύχτες της Μυκόνου και η εκ του μακρόθεν έστω συμμετοχή σε καθημερινές παραστάσεις των εκεί-ή αλλού-θηριοτροφείων, η εξοντωτική εκμετάλλευση των οικονομικών μεταναστών κλπ. Από την πλευρά αυτή η άνοδος της ΧΑ δεν σημαίνει για μένα, όπως για πολλούς άλλους, την ενεργοποίηση ενός έξαλλου πατριωτικού εθνικισμού. Τα πράγματα είναι πιο μαύρα, αν υποθέσουμε ότι η καθίζηση της κοινωνίας της ραστώνης και του διασκεδασμού, την οποία χτίσαμε με χαρά μετά το παπανδρεϊκό ΄80, έφερε ένα μεγάλο μέρος των νεοελλήνων μπροστά στο δίλημμα: θα ανεχθώ να αγγίζω σχεδόν το επίπεδο των ως χθες ραγιάδων μου ή θα δαιμονοποιήσω κάθε τι που είναι στο περιθώριο του φαντασιακού μου, ως αιτία των κακών που με βρήκαν; Πόσο πιο εύκολο (και εύκολο να υιοθετηθεί) είναι το δεύτερο! Δεν λέω με αυτά ότι οι πολιτικές και άλλες ηγεσίες είναι αγγελικές, κάθε άλλο, όμως  δεν πιστεύω ότι οι ηγεσίες δρουν ερήμην, δρουν με την αποδοχή ή τουλάχιστον με την ανοχή μας. Η κρίση λοιπόν εισάχθηκε ως τέτοια που τη νομίζουμε, ως οικονομική και χρηματοπιστωτική. Είναι όμως η φανερή της πλευρά˙  η πιο δυσοίωνη είναι η αφανής.
Για να μετακινηθούμε προς τα πολιτισμικά τώρα, βεβαίως τα προβλήματα καθημερινής επιβίωσης αναστέλλουν άλλα, ενδεχόμενα ενδιαφέροντα, όπως αυτό για την τέχνη. Είμαι όμως πολύ επιφυλακτικός στο να δεχθώ ότι σε τέτοιους καιρούς «η ποίηση περισσεύει», όπως λέτε. Γιατί, δεν βλέπω ότι σε άλλους, πιο εύφορους οικονομικά καιρούς, η ποίηση και  η τέχνη ήταν μέσα στην καθημερινότητα. Μα και τότε περίσσευε; Εν ολίγοις, νομίζω ότι όλα αυτά: περί βασικών και όχι αναγκών, είναι προφάσεις και δημοσιογραφικού τύπου ευκολίες. Η σχέση με την ποίηση δεν σημαίνει την αγορά αντίστοιχων βιβλίων ή τον συναγελασμό σε αίθουσες όπου οι εκδοτικοί οίκοι ή οι ίδιοι οι ποιητές εκθέτουν την πραμάτεια τους. Αυτή είναι η επιμέρους, απλώς αγοραία αντίληψη για την ποίηση. `Εχοντας ακούσει αμέτρητες αφηγήσεις μεγαλύτερων στα χρόνια, που ανέτρεχαν σε περιόδους οξύτερης, καθαρά υπαρκτικής κρίσης, όπως τα χρόνια της Κατοχής, όπου η ποίηση ανθούσε ως στήριγμα ή ως εναλλαγή της δεινής καθημερινότητας, δεν μπορώ να καταλάβω πως τότε δεν περίσσευε και τώρα περισσεύει !! Μήπως δεν άλλαξε τόσο η ποίηση, όσο αλλάξαμε κατ’ επίφασιν εμείς; Και πάντως, η ουσιαστική κατά τη γνώμη μου εισοδιακή σχέση με την ποίηση είναι πολύ απλούστερη: ο ρεμβασμός μπροστά σ’ ένα τοπίο, το εταστικό βλέμμα σε ένα ηλιοβασίλεμα, το τσίμπημα στην καρδιά ή η ελαφρά μέθη όταν ακούμε ένα μουσικό κομμάτι που μας αρέσει, όταν βγαίνουμε από τον εαυτό μας συμμεριζόμενοι τον άλλο, παρατηρώντας μια εικόνα πόνου και θλίψης. Αυτή η ουσιαστική ή η ουσιαστικότερη σχέση με την ομορφιά ή με το πάθος ή με τη δραματική ένταση που μας περιβάλλει και μπαίνει μέσα μας, είναι το πρώτο σκαλί της ποίησης. `Οποιος το δρασκελίζει είναι μέσα της˙ τα βιβλία έπονται όπως και η έπαρση των δημιουργών.  



Κάντε μου ένα σχόλιο για τη σύγχρονη λογοτεχνική πραγματικότητα.


Η γνώμη μου για τη σύγχρονη λογοτεχνική πραγματικότητα; Είναι ένα ποτάμι που το νερό του κατεβάζει πέτρες, ξύλα και σκουπίδια. Ο καθένας παίρνει εκείνο που νομίζει πως του χρειάζεται περισσότερο



Πώς βλέπετε το μέλλον της Ποίησης στον τόπο μας; 

  Με ρωτάτε για το μέλλον της ποίησης. Το μέλλον, ως προοπτική έννοια, το αφήνω στους κατ’ επάγγελμα πολιτικούς, όλου του φάσματος. Είναι το προνομιακό πεδίο του ψεύδους και της εξαπάτησης, και δεν μ’ ενδιαφέρει. Μ’ ενδιαφέρει όμως το παρόν, αυτό νομίζω ότι είναι τα πάντα, εδώ συμποσούνται όλα. Αν θέλετε τη γνώμη μου, το παρόν της ποίησης είναι ανεξήγητα εύφορο, το δέντρο της ανεξήγητα εύχυμο, άρα μάλλον κάτω από την ξηρασία του εν γένει τοπίου υπάρχουν στο υπέδαφος μυστικές φλέβες νερού.




Λογοτεχνία και Διαδίκτυο.Σχήμα οξύμωρο,αλλά....


Για τη σχέση λογοτεχνίας και διαδικτύου, θα μπορούσα να πω πολλά. Εν συνόψει, θα έλεγα ότι είναι απολύτως καταστροφική, τουλάχιστον έτσι όπως διαμορφώθηκε ως τώρα. Η πληβειακή διαδικτυακή εξίσωση των πάντων, το ότι όλα είναι δεκτά και όλα υπηρετούν την  αλήθεια, η απάτη της «δημοκρατίας της πληροφορικής» , ο ανεξέλεγκτος πληθωρισμός του δημόσιου λόγου ο οποίος αναπαράγει στο πολλαπλούν τις στρεβλώσεις, η ομογενοποίηση κειμένων με κριτήριο το θέμα και όχι την αισθητική τους αξία, όλα αυτά τα σύνδρομα της αποδομικής τελετουργίας η οποία είναι συνυφασμένη με τη λειτουργία του διαδικτύου, έχουν καταστήσει παθητική την άλλοτε κριτική πρόσληψη. Με ταχύτατο βηματισμό δεν εξαφανίζεται μόνο η κριτική και η έρευνα (καθώς κάθε κριτική και κάθε έρευνα είναι διαθέσιμες σ΄ένα κοινό που δεν αξιολογεί αλλά μεταθέτει την ευθύνη της αξιολόγησης στις πλάτες των επομένων,κοκ) αλλά και η ίδια η λογοτεχνία. Η ευκολία της πρόσβασης έχει απομειώσει τη χαρά της ανακάλυψης  αλλά και την έννοια της σπουδαιότητας, της αξίας ενός έργου. Η μηχανή αναζήτησης της  Google που όλοι μας λίγο ως πολύ χρησιμοποιούμε, ακόμα και για τα απλούστατα, λόγω της επικράτησης της ερευνητικής και αναγνωστικής ραστώνης, είναι ένα από τα βασικά εργαλεία που ετοιμάζουν τους ολοκληρωτισμούς που καταφθάνουν. Καθώς, η εξομοίωση, φασιστική ή κομμουνιστική, είναι η μόνη εικόνα που έχει μπροστά της η οποιαδήποτε καταδολίευση μάς ορέγεται. «Οι νέες μηχανές αναζήτησης και αποθήκευσης ηλεκτρονικών πληροφοριών», διάβασα σε ένα αξιοσύστατο δοκίμιο του αμερικανού εκπαιδευτικού Ντέηβιντ Κλέμενς (βλ.περ. Φιλόλογος, τχ. 151, 2013), «μάς έχουν κάνει κενούς και ηλίθιους. Η μνήμη εξοστρακίζεται και πετιέται στα σύννεφα, ενώ η φαντασία εξωτερικεύεται με εικόνες από φιλμ, τηλεόραση και Google. Το αποτέλεσμα είναι να βρίσκουν οι σπουδαστές την ανάγνωση ενοχλητική, γιατί σ΄όλη τους τη ζωή τρέφονταν με εικόνες και επομένως αδυνατούν [οι ίδιοι] να σχηματίσουν εικόνες στο μυαλό τους»



Συμφωνείτε  με τη γνώμη ότι, στον τόπο μας, όσοι συγγραφείς προβάλλονται είναι υπερεκτιμημένοι, ενώ όσοι έχουν πραγματικά αξία μένουν άγνωστοι; 


 Το ότι προβάλλονται κάποιοι συγγραφείς από τους πολλαπλώς γνωστούς εξώνητους, τους δημοσιογράφους, δεν σημαίνει ότι εμείς είμαστε αθώοι του αίματος!  Γίνονται δεκτοί και μυθοποιούνται στο φαντασιακό πολλών, διότι η συστηματική προβολή της δημόσιας εικόνας ενός συγγραφέα είναι γι’ αυτούς εξαγιασμένη και αποδεκτή. Για να μην πω ότι στην πλειοψηφία τους ονειρεύονται τη μαγική στιγμή που θα γίνουν πρίγκιπες στη θέση των πριγκίπων!  `Ετσι ή αλλιώς, όταν αφήνουμε κάποιους άλλους να αποφασίζουν για λογαριασμό μας ποιό πρέπει να είναι το μέτρο των αξιολογήσεών μας, δεν είμαστε άξιοι της τύχης μας;



 Πέρα από την Τέχνη του λόγου, ποιά άλλη τέχνη σας συγκινεί;



Πέραν της λογοτεχνίας και της σπουδής της, που μπορεί κι αυτή αν έχει ταυτότητα να είναι μια τέχνη  το ίδιο  ή και περισσότερο σπουδαία, είμαι κοντά στη μουσική και στο θέατρο. Το θέατρο εννοείται ότι είναι στην πράξη και όχι στην πρόθεση μια συλλογικότερη εμπειρία από ό,τι της λογοτεχνίας. Γι’ αυτό και στις εποχές όπου οι θεατές του είχαν συνείδηση του ρόλου τους (των πολιτών δηλαδή) και δεν πήγαιναν να δουν μια παράσταση για να περάσουν απλώς ένα δίωρο, είχε μια τόσο παιδευτική και διαδραστική σημασία στην καθημερινή ζωή.  Ως προς εμένα, έχω ολοένα και περισσότερες επιφυλάξεις για τη μείξη των επί σκηνής μυθοπλασιών που έχουν γίνει του συρμού τα τελευταία χρόνια. `Οχι επειδή είμαι κατά των πειραματισμών και των νέων υβριδικών μορφών τέχνης , αλλά, ίσα ίσα, διότι πιστεύω ότι οι υβριδικές μορφές απαιτούν πολύ πιο μεγάλη  σκηνοθετική φροντίδα και άσκηση συντονισμού, έτσι ώστε να υπάγονται όλα σε μια γλώσσα. Το μπέρδεμα των γλωσσών, η ανοικειότητα του ηθοποιού με την πολλαπλότητά τους, η έλλειψη ενός μαγναδιού που κατά τη γνώμη μου πρέπει να πέφτει αδιόρατα στα επιμέρους, με κάνουν και εκνευρίζομαι αφόρητα. 



 Θεός;


.   Ο Θεός; Τα πάντα εν κακία εποίησεν...