Σαιξπηρικόν, 2012
47 σελ.
Στη συλλογή «το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων» η Αλεξάνδρα Μπακονίκα συνεχίζει το μοτίβο των ιδεών, των εικόνων και των λεκτικών εκφορών, οι οποίες αποτελούν τον αναγνωρίσιμο πια ποιητικό της χαρακτήρα. Σύντομα ποιήματα, με πλήθος πεζολογικών στοιχείων, με ύφος ευθύ, διόλου υπαινικτικό, άμεσο, λιτό. Θεματική της η κοινωνική υπόσταση του ατόμου, όπως ποικιλότροπα εκφράζεται μέσα από τον έρωτα, τη φιλία, τις εργασιακές ή άλλες διαπροσωπικές σχέσεις. Ενδιαφέρουσα η οπτική της γωνία. Η ποιήτρια αποτυπώνει ιστορίες της καθημερινότητας, περιγράφει τύπους ανθρώπων, ξεσκεπάζει τα τρωτά τους, καυτηριάζει τις αδυναμίες τους. Και το κάνει αυτό χωρίς να ρητορεύει, χωρίς να ηθικολογεί ή να υποδεικνύει στάσεις και συμπεριφορές.
Χρησιμοποιεί τον εσωτερικό μονόλογο για να βοηθήσει το ποιητικό υποκείμενο να αντιληφθεί καλύτερα τις όποιες καταστάσεις και να βρει τη δύναμη να εξωτερικεύει όσα οι περισσότεροι από εμάς έχουμε μάθει να καταπνίγουμε. Οι περιγραφές της είναι τόσο λιτές μα εύστοχες, οι χαρακτήρες τόσο ρεαλιστικά δοσμένοι, ο τόπος των ποιημάτων τόσο ποικίλος και οικείος (αίθουσες δεξιώσεων, γκαλερί, πολυκαταστήματα, γεύματα σε φιλικά σπίτια, τα δωμάτια των εραστών) που εύκολα παρασύρεται κανείς και πέφτει στην παγίδα των «ερωτήσεων κλειδαρότρυπας», όπως μου αρέσει να της ονομάζω, αν δηλαδή έζησε όσα περιγράφει, αν είναι βιώματά της. Διόλου δεν πρέπει να μας αφορά, εμένα δε σίγουρα. Αυτό που μου δείχνει η θεματική και η έκφρασή της είναι ότι μοιάζει να έχει ζήσει στωικά και τα πάθη και τα λάθη της. Αυτά είναι που χάλκευσαν ένα χαρακτήρα, τον ποιητικό της έστω, ειλικρινή, ανυποχώρητο, ευθύ.
Ασχέτως, λοιπόν, αν ποιήτρια και ποιητικό υποκείμενο ταυτίζονται ή όχι (αυτό είναι θέμα που αφορά τον βιογράφο και τον κριτικό) συνεχίζω παρατηρώντας μια συνέπεια στην ποιητική της έκφραση, δηλαδή καθαρότητα σκέψης και ευθύτητα λόγου από το πρώτο ποίημα ως το τελευταίο. Και εξηγούμαι. Το ποιητικό υποκείμενο γοητεύεται και απογοητεύεται, υφίσταται την εκμετάλλευση του εργοδότη, ανέχεται την προδοσία του φίλου, παρατηρεί το παιχνίδι εξουσίας, ομολογεί την απέχθεια για τους ματαιόδοξους, εν ολίγοις σκιαγραφεί το τοπίο της απέραντης αυτής έκτασης που λέγεται «εγώ και οι άλλοι».
Όμως, δεν χτυπά την πλάτη, ούτε χαϊδεύει αυτιά, ακόμη κι όταν πρόκειται για τα δικά του. Δεν εθελοτυφλεί, δεν χαρίζεται. Με βλέμμα οξύ και γλώσσα αιχμηρή καταδεικνύει ό,τι σαθρό χαρακτηρίζει την «πεζή καθημερινότητα». Διακρίνει «τακτικές, ελιγμούς, σχέσεις εξουσίας». Παρακολουθεί τους έχοντες την εξουσία να είναι κυνικοί, σκληροί, άπληστοι, σφετεριστές, να πατούν επί πτωμάτων.
Και κάποια παραδείγματα. Στο θέμα της ματαιοδοξίας το ποιητικό υποκείμενο είναι αμείλικτα αποκαλυπτικό:
«Στη ζωή ένα γύρο να κάνεις/ οι ματαιοδοξίες μπόλικες, κάθε είδους,/ακόμη και από ανθρώπους που δεν το περιμένεις,/ διαλαλούν την πραμάτειά τους,/περιφέρουν την ευτέλειά τους…» (Κάθε είδους)
Ομοίως και στο θέμα της φιλίας δεν συμβιβάζεται με τη σιωπή και ομολογεί:
«Πια δεν σε εμπιστεύομαι./ Η φιλία που μου δείχνεις μασκάρεμα/λίγο πριν εξαφανιστείς.» (Μασκάρεμα)
και με αποφασιστικότητα
«Η υποκρισία και οι δήθεν φιλίες να τελειώνουν./ Είσαι σαν τις κακοτοπιές και τα αγκάθια,/ σαν μια απειλή πάνω από το κεφάλι μου.» (Στήνουν καρτέρι)
Υπάρχουν, όμως, και οι αναξιοπαθούντες. Από όσα ποιήματα της συλλογής θίγουν ζητήματα κοινωνικής ανισότητας και αδικίας ξεχωρίζω για την ευαισθησία του την Ντουλάπα. Εδώ τα θύματα της ζωής, για να εκτονωθούν, γίνονται θύτες, όταν τους δίνεται η ευκαιρία. Σαφώς, σημεία των καιρών.
«Λαϊκή οικογένεια. Ο πατέρας ναυτεργάτης./…Το αγόρι, ένας θηριώδης/ για το τίποτα ξυλοφόρτωνε την αδερφή του/ και ύστερα την έκλεινε σε μια ντουλάπα./ Από την κακομεταχείριση λιποθυμούσε.» (Η ντουλάπα)
Όμως, το τραγικό δεν είναι ο μοναδικός χαρακτηρισμός της κοινωνίας σήμερα. Υπάρχει και το συναίσθημα, το φλερτ, το λάγγεμα. Στον αντίποδα του ψευδούς, του ευτελούς και του άδικου βρίσκεται το καταφύγιο, το άσυλο, το λημέρι των αισθήσεων. Έτσι, η ισορροπία αποκαθίσταται και η κοινωνία, αν και τραγική, δεν είναι καταδικασμένη.
Στα ερωτικά ποιήματα της συλλογής ο έρωτας είναι «εκτυφλωτικός και πανίσχυρος», η «αγάπη ανθηρή και πεντακάθαρη/ χωρίς σκιές και ραγίσματα». Είναι πανταχού παρών. Οι εραστές συναντιούνται σε δωμάτια σπηλιές, κρησφύγετα κολασμένων, σε δάση, ξενοδοχεία, μπαρ. Επινοούν τρόπους «να κρατιούνται σε αδημονία/ να υποδαυλίζουν το ήδη έντονο πάθος». Τρέχουν με τη μοτοσυκλέτα «κατευθείαν μπροστά/ σα να βιάζονται να προλάβουν κάποιο θρίαμβό τους».
Κάποτε, όμως, τα ευγενή συναισθήματα αντικαθίστανται από ωμό πόθο και λαγνεία. Οι γυναίκες γίνονται ματαιόδοξες, οι άντρες εκμεταλλευτές, βίαιοι κι απότομοι. Τα ζευγάρια μιλούν στυγνά «ούτε αγάπη, ούτε αφοσίωση περίμενα από εσένα» (Με κριτικό μάτι). Η ανατροπή αιφνιδιάζει το έτερον ήμισυ. Η συνειδητοποίηση πονάει «σε λίγο καιρό/ μου συμπεριφερόσουν/ σαν να ήμουν αντικείμενο./ Ντράπηκα για τον εαυτό μου» (Το δάσος). Καταλήγει να συμπεράνει κανείς ότι ο σεβασμός στον έρωτα είναι θέμα κοινωνικό, είναι θέμα παιδείας, όπως όλα άλλωστε.
Διπολικός, λοιπόν, ο τίτλος της συλλογής, για να συμφωνεί με το περιεχόμενό της. «Τραγικά» κι «ερωτικά» τα ποιήματα, όπως «τραγικός» κι «ερωτικός» ο κόσμος, ο εντός μας κι ο περιβάλλων. Το προς τα πού κλείνει η ζυγαριά του καθενός είναι υπόθεση άλλη. Εδώ ας μείνουμε στη διαπίστωση.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ :
Το κείμενο αυτό είναι από την παρουσίαση της τελευταίας συλλογής της Μπακονίκα, στα Τρίκαλα τον Μάιο του 2014.
Ακολουθεί υλικό από την εκδήλωση.
(Κώστας Κοτρώνης, Αλεξάνδρα Μπακονίκα, Ελένη Αλεξίου, Παναγιώτης Ζαχαρόπουλος)
ΣΧΕΤΙΚΟ VIDEO :
https://www.youtube.com/watch?v=qX0TeJtOcLY
Θερμά ευχαριστώ την Ελένη Αλεξίου για το τόσο ενδιαφέρον και διεισδυτικό κείμενό της, καθώς επίσης και το έγκριτο Βαρελάκι για τη φιλοξενία...
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο varelaki χαιρεται να δημοσιεύει όμορφα κείμενα για ενδιαφέροντες δημιουργούς!
ΑπάντησηΔιαγραφή