ΓΡΑΦΕΙ Η ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ
O Χάρης Βλαβιανός είναι πολυσχιδής, πάντα παρών στη λογοτεχνική μας πραγματικότητα, είτε με κάποια δοκίμια, είστε με μεταφράσεις ποιητών που αγαπά, είτε παρών μέσω της Ποιητικής που διευθύνει, είτε μέσα από τα προσωπικά του βιβλία που είναι κυρίως ποιητικά. Ένας άνθρωπος με καίριο δημόσιο λόγο, με διαλέξεις και μαθητές, καθώς και αναγνώστες που παρακολουθούν και αγαπούν το έργο του. Έχει δώσει το στίγμα όλα τα χρόνια μιας ποιητικής ιδιοπροσωπίας, που τον διαχωρίζει αισθητά από τους ποιητές της «γενιάς» του.Στοχεύει πάντα σε ένα ποίημα «ανοιχτό» με την έννοια ότι όχι μόνο αντέχει, αλλά και αναδεικνύει τις πολλαπλές αντιθέσεις της νόησης και του συναισθήματος. Ένα ποίημα που εναλλάσσει μέσα στους κόλπους του την άρνηση, την κατάφαση και το ερώτημα, καθώς και αποδέχεται τις θέσεις, τις αντιθέσεις και τους ορισμούς, τις αντιφάσεις και τις αντιρρήσεις και διαπνέεται από ένα είδος φιλελευθερισμού και πλουραλισμού. Είναι η δική του ποιητική, ο δικός του τρόπος, για τον οποίο πολλάκις και ο ίδιος έχει εντέχνως μιλήσει στα περίφημα ποιήματα ποιητικής του, τα οποία συναντάμε στον συγκεντρωτικό τόμο «Η εύθραυστη επικράτεια των λέξεων», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νεφέλη.Το δεύτερο στοιχείο που χαρακτηρίζει την ποίηση του Βλαβιανού είναι τα αυτοβιογραφικά στοιχεία που κατακλύζουν τα ποιήματά του, με την έννοια ότι η πληγή του είναι συχνά η πηγή της ποίησής του. Τα οικογενειακά ζητήματα, η σχέση με τους χωρισμένους γονείς, τους παππούδες, την αδερφή του και πώς όλα αυτά συνετέλεσαν στην εσωτερική του μορφοποίηση, αλλά και πώς επηρέασαν την τέχνη του. Το θαυμαστό σε όλα αυτά είναι πως δεν υπάρχει λυγμός, με την έννοια ότι αρνείται κατηγορηματικά να ξεπέσει στο μελό που θα κατέστρεφε την γραφή του. Επιλέγει να κρατά αποστάσεις και να αναδημιουργεί από τα ερείπια και όχι να κλαίει πάνω σε αυτά. Στο ποίημα «Δώρο εξ ουρανού» γράφει: «Χαμένα χρόνια είπες;/ Μη γίνεσαι μελό./Υπάρχει Παράδεισος/που στο τέλος του ονείρου /να μην είναι απωλεσθείς;». Μέσω της γραφής διασώζει ό,τι μπορεί να διασωθεί εξάλλου. Μάλιστα, σε ανταπόκριση με την αυτοβιογραφική του ποίηση είναι πάντα και το «μυθιστόρημα σε 45 πράξεις» με τίτλο «Το αίμα νερό», όπου λέει στους αναγνώστες όλη την ιστορία της ζωής του, που αποτελεί έναν από τους μοχλούς της τέχνης του.Ένα τρίτο στοιχείο που ανιχνεύεται μέσα στο έργο του Βλαβιανού είναι η αγάπη του για το Δοκίμιο και την Ιστορία αλλά και σχέση πάντα με μια διάχυτη διακειμενικότητα που ποτέ ο ίδιος δε αρνήθηκε. Αντίθετα, συνειδητά ενσωματώνει μέσα στο έργο του με τον ένα ή τον άλλο τρόπο άλλους συγγραφείς με τους οποίους συνδιαλέχθηκε κατά καιρούς και που επηρέασαν ή δεν επηρέασαν το δικό του έργου. Όσο για τα δοκίμια, έχω υποστηρίξει και σε άλλη εργασία μου ότι πρόκειται για ποιήματα-δοκίμια, δηλαδή όχι ποιήματα με την τρέχουσα σημασία του όρου, ποιήματα που πραγματεύονται μια Ιδέα και που έχουν μια φιλοσοφική χροιά. Πολλάκις έχουν μια αφόρμηση ιστορική ή αναφέρονται σε κάποιο ιστορικό γεγονός, ή πρόσωπο, προσδίδοντάς του μια άλλη ιδιαίτερη ματιά. Ως ιστορικός ο ίδιος άλλωστε ο ποιητής δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος από την ιστορία (εδώ να θυμηθούμε και το πολύ ιδιαίτερο μυθοπλαστικό ντοκουμέντο του που αφορά στον Χίτλερ, με τίτλο «Το Κρυφό Ημερολόγιο του Χίτλερ»!)Έχει επτά χρόνια να εκδώσει αμιγώς ποιητικό βιβλίο και υπήρχε πάντα η απορία μέσα μου πώς θα συνεχίσει αυτή την πορεία. «Στην αυτοπροσωπογραφία του λευκού» λοιπόν επανέρχεται με τον δικό του πάντα τρόπο, αλλά με βλέμμα αλλιώτικο, διευρυμένο θα έλεγα πάνω σε κοινούς τόπους και αντικείμενα αναφοράς και μελέτης. Δεν λείπουν όλα τα παραπάνω στοιχεία που συνιστούν την ιδιοπροσωπία του, δεν αυτό-ακυρώνεται, αλλά ανανεώνει τον τρόπο να κοιτάει τα πράγματα και προτείνει ακόμα περισσότερες γλωσσικές, στοχαστικές, νοητικές και συναισθηματικές αναζητήσεις. Συναισθηματικές με την έννοια ότι δεν καταφεύγει ποτέ σε καθαρό λυρισμό, επηρεασμένος πιο πολύ από αγγλοσάξονες ποιητές και όχι μόνο. Προάγει το συναίσθημα με την κατάργησή του πολλές φορές σε στίχους ισορροπεί με διαύγεια και υπαινικτικότητα στα σημεία. Ώστε συχνά ο αναγνώστης να εισπράττει μια ειρωνεία ή ένα κλείσιμο του ματιού και έχοντας στην ουσία κερδίσει το χαμένο νόημα των πραγμάτων.Οπότε στην πρώτη ενότητα με τίτλο «Ωδή στο χαμένο νόημα» συναντάμε ποιήματα για την οικογένεια, τον γιο, τις κόρες, την γυναίκα, τους φίλους, το νόημα της ζωής, το φόβο του θανάτου, το τραυματικό παρελθόν. Β’ πρόσωπο συχνά, χιούμορ και ειρωνεία στα σημεία, αλλά και διάχυτος σκεπτικισμός, παιχνίδια με την έννοια της σιωπής, αλλά και μια περίφημη βιλανέλλα και πέντε καλοκαιρινά ερωτικά χαϊκού που μυρίζουν Τήνο, το αγαπημένο του νησί. Σημειωτέον ότι αγαπά ως είδος το χαϊκού, χαρακτηριστικό το βιβλίο του με τα 100 φιλοσοφικά αλλά και φιλοσοφημένα του χαϊκου (στην ουσία είναι 101 με αυτό της αφιέρωσης). Αναφέρονται με χιούμορ στην ιστορία της φιλοσοφίας και το έργο και τις ιδέες σημαντικών φιλοσόφων.
Ι
Σαύρα σε πέτρα
ακίνητη τους κοιτά
φιλιά να δίνουν.
ΙΙ
Τ’ ακούς; Ακόμη
και τα τζιτζίκια το λεν:
«Δική του είσαι!»
III
Ξαπλώνει γυμνή
πάνω στις πέτρες’ παίρνει
μάτι και ο θεός.
ΙV
Koχύλι λευκό
στον ομφαλό της. Λόγια
λάγνα της λέει.
V
«Κάβουρα ψητό
να φας» Άλλες δαγκάνες
εκείνη ποθεί.
Διότι υπάρχει και η έντονη ερωτική διάσταση των ποιημάτων του. Η ερωτική του πλευρά, το ασίγαστο πάθος για αγάπη, με όλα της τα σημάδια. «Έρωτας κόκκινος και ζουμερός» από τη μία, αλλά και η «Απώλεια [1]» πάντα συμπληρωματική των δυνατών ερώτων («Όμως τι ακριβώς απωλέσαμε, αγαπημένη μου;/ O ένας τον άλλον/ή και οι δυο μας τη δυνατότητα / να δώσουμε στην ιστορία (μας) μια διαφορετική τροπή;» Ας σταματήσει ο θρήνος/δεν ωφελεί κανείς..[..]») Η Απώλεια 2 αφιερωμένη στον φίλο του Τζόνυ Βεκρή, υπάρχει και αυτό το είδος της αγάπης. Φιλία εκλεκτική συγγένεια ίσως: […] Αυτό είναι το τέλος./ Η ψυχή σου /να έχει πετάξει ήδη μακριά μου,/κι εγώ να συνεχίζω να σου μιλώ/ σαν να βρίσκεσαι εδώ,/απέναντί μου/περιμένοντας τι άλλο,/να κόψω το τελευταίο πέταλο της φιλίας μας/και να σου πω/αυτό που ήθελες διαρκώς ν’ ακούς/»Όσο για το μήλο ως σύμβολο το χρησιμοποιεί και αλλού ως σύμβολο, σε παλαιότερα ποιήματα, όπως συχνά κάνει λεκτικά και νοηματικά παιχνίδια με την «νεκρή φύση» (Ωδή στο χαμένο νόημα, αφιερωμένο στην Άννα Πατάκη°) Ενδιαφέρον έχει να διερευνήσει κανείς (και έχει γίνει η αρχή ήδη σε ό,τι με αφορά), τα σημεία στίξης μέσα στο έργο του, κυρίως τα θαυμαστικά και τα ερωτηματικά! Όμως και ο ρόλος των παρενθέσεων ως καίρια σχόλια, άλλοτε ειρωνικά, πνευματώδη ή καυστικά που προσδίδουν κάτι νέο στη ροή αλλά και στην υφή του ποιήματος.Στο ποίημα «Αν τα φιλιά» εμφανέστατος ο διάλογος με τον cummings που είναι και μεταφραστής του στην Ελλάδα.«Λέξεις λέξεις, αφόρητες λέξεις», ένα ποίημα ερωτικό και άκρως διασκεδαστικό με θεατρικό περίβλημα θα έλεγε κανείς. Και είναι γεγονός ότι ο Βάρδος και οι χαρακτήρες των έργων του συναντώνται κάποιες φορές σε ποιήματα του Βλαβιανού, αν κρίνω και από τα Σονέτα της Συμφοράς του, αλλά και από ανεξάρτητα παλαιότερα ποιήματα.Το δεύτερο μέρος του βιβλίου έχει τίτλο σχεδόν Διάσημος. Πρόκειται για ένα εκτενές κείμενο που το είχε εκδώσει ο ίδιος εκτός εμπορίου το 2014 σε 250 αντίτυπα για να το χαρίσει σε αγαπημένους φίλους, ώστε να έχουν κάτι πολύτιμο χαρισμένο από κείνον. Σχεδόν διάσημοι λοιπόν και όλοι όσοι έγιναν αποδέκτες αυτού του δώρου, ειδικά αν είναι ποιητές και ειδικά αν είναι τέτοιοι που θα θελήσουν να μιλήσουν κάποια στιγμή για αυτό το περιστατικό, είτε ποιητικώ τω τρόπω, είτε όχι. Μισοαστεία μισό σοβαρά ο Βλαβιανός αφηγείται μικρές ιστορίες, στα οποία πρωταγωνιστούν γνωστοί Έλληνες ποιητές κυρίως (αλλά όχι μόνο) και στα οποία φέρεται και ο ίδιος να είναι παρών. Πρόκειται για ποιητές που αγαπά και εκτιμά το έργο τους. Ιστορίες στις οποίες αναμειγνύεται άνετα η πραγματικότητα με τη φαντασία. Εικόνες /στιγμιότυπα που κάνουν τον αναγνώστη να χαμογελά, αφού είναι δοσμένες με χιούμορ και γλυκιά ειρωνεία. (Ο Σεφέρης μού έστειλε τον «Ερωτικό λόγο» τον οποίο-λυπάμαι που το λέω-αρνήθηκα να δημοσιεύσω στην Ποιητική.) Ένα ιδιαίτερο και περίεργο κείμενο που δίνει ξανά το στίγμα της ποιητικής του. Ένα κείμενο που μοιραία αποτελεί ένα ακόμα κλειδί που μας δίνει ο δημιουργός του για να προσεγγίσουμε το ύφος και το ήθος του. Σχεδόν διάσημος αυτοαποκαλείται ο ποιητής και κείνο το »σχεδόν» επιτείνει την ειρωνεία. Τον συναντάμε σε όλα τα περιστατικά ανάμεσα σε »διακειμενικούς άλλους», αιώνιους συντρόφους και συνοδοιπόρους, ομότεχνους και εραστές της ποίησης, που γνώρισε είτε μέσω των λέξεών τους και μόνο, είτε μέσω των προσωπικών τους επαφών. Απίθανες εικόνες δίνονται εδώ, απίθανες δηλώσεις ακούγονται, σκέψεις ξεδιπλώνονται που έχουν να κάνουν πιο πολύ με την ανθρώπινη πλευρά των προσώπων που αναφέρονται. Κι οι ποιητές είναι άνθρωποι και κάνουν λάθη, έχουν αγάπες και αδυναμίες. Όλη η Ιστορία της Λογοτεχνίας περνάει μπροστά στα μάτια του αναγνώστη και μένει ενεός από αυτόν τον Θίασο, αυτήν την παρέλαση ανθρώπων που υπηρέτησαν κυρίως την τέχνη του λόγου. Μέσα από την άτυπη αυτοβιογραφία του ποιητή-αφηγητή, οποίος συνθέτει την ιστορία της ζωής του-όχι μόνο της λογοτεχνικής-με τον πιο παράδοξο τρόπο. Σε πρώτο πρόσωπο και ξεκινώντας συνήθως με το ρήμα, δίνοντας τη δυναμική και το στίγμα της ενέργειας μοιράζεται με τον αναγνώστη τις πολύτιμες εμπειρίες του, τις οποίες πασπαλίζει με ένα έξυπνο πνεύμα. (Κάθισα στα γόνατα του Σολωμού/Είδα τον Κάλβο, Βρέθηκα στο ίδιο καφενείο με τον Παράσχο, Συναντήθηκα με τον Τρικούπη/Επισκέφθηκα τον Φιλύρα/Χάρισα στον Εγγονόπουλο/Είδα τον Ρίτσο /Άκουσα τον Ελύτη/Συζητούσα με τον Τσαρούχη/Πήγα εκδρομή με τον Καρούζο στο Ναύπλιο/Διασταυρώθηκα με τον Χριστιανόπουλο στην Τσιμισκή /Μοιράστηκα το ίδιο ταξί με τον Ασλάνογλου/ Καθώς άκουγα τη Ρουκ ν’ απαγγέλλει…) Αυτά και άλλα βίωσε ή φαντάστηκε ή πόθησε ο ποιητής μας. Αυτά συναποτελούν τη ζωή του όλη, συνθέτουν την πορεία του που ήταν εσωτερική σε ένα μεγάλο μέρος, γιατί αυτό επιτάσσει η σοβαρή ενασχόληση με την ποίηση, είτε τη συγγραφή, είτε τη μετάφρασή της. Σίγουρα πού η αλήθεια και πού το ψέμα λίγη σημασία πλέον έχει. Εκκινώντας πάντα από το υποκείμενο της γραφής, δηλαδή τον ίδιο, τα παντρεύει αυτά μια χαρά ο Βλαβιανός μέσα στο εκτενές έργο του και δεν μιλώ μονάχα για το παρόν εγχείρημα. Τα μαγειρεύει στην κουζίνα του με τρόπο ώστε να καλεί τον αναγνώστη σε διανοητικό-κυρίως γεύμα, μπλεγμένος συνεχώς στο αιώνιο παίγνιο μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας. Και χωρίς να χάνει την ευκαιρία να αναφέρεται στα έργα του ο ίδιος στην διακειμενική του τακτική και διάθεση.Στην ενότητα «Ανθρώπινα, πολύ ανθρώπινα» υπάρχουν καλοστημένα ποιήματα-δοκίμια στα οποία έχω αναφερθεί στην αρχή του κειμένου μου. Ένα πρόσωπο, ένα ιστορικό γεγονός, ένας ξένος ομότεχνος που τον θαυμάζει, μια λεπτομέρεια που του έκανε εντύπωση γίνονται κάθε φορά η αφορμές για να στηθούν σκηνικά, να δοθούν ρόλοι, να υποβληθούν εντυπώσεις. Δεν σε ενδιαφέρει ποια η αλήθεια και ποιο το ψέμα, σε προκαλεί που εισάγεσαι σε μια ανθρώπινη κατάσταση, που πετά από την τρυφερότητα στον κυνισμό, από τη φαντασία στην πραγματικότητα, από το ορατό στο αόρατο, που μεταβαίνει σε ένα άχρονο παρόν, σε μια άλλη ώρα, αυτήν της ποίησης.
Ο ΝΙΛ ΑΡΜΣΤΡΟΝΓΚ ΣΤΟ ΓΗΡΟΚΟΜΕΙΟ
Με τον τρόπο του Kaναnagh (μέσω του Μurphy)
Καθισμένος αναπαυτικά
στη λευκή πολυθρόνα
δείχνει με το δάχτυλο το φεγγάρι
που έχεις μόλις ανατείλει
πίσω από τον χαμηλό λόφο,
και φωνάζει δυνατά,
με όση δύναμη έχει απομείνει
στο ασθενικό του κορμί:
«Έχω πάει εκεί!
Έχω περπατήσει πάνω της!»
«Ασφαλώς και έχεις πάει»,
απαντά η νοσοκόμα,
«ασφαλώς κι έχεις.
Έλα, πιες το φάρμακό σου τώρα
σαν καλό αγόρι».
Τα παιχνίδια με την πραγματικότητα και τις διαστάσεις της, η σύγκριση αληθινού -μη αληθινού, αλλά και η σύγκρουσή τους απασχολούν τον ποιητή εκτενέστερα στο βιβλίο του Διακοπές στην πραγματικότητα, δείγμα ευρηματικότατας!Η εκτενέστατη σύνθεση «Ανθρώπινα, πολύ ανθρώπινα» με παραπέμπει στο βιβλίο «Βritannica», στιγμιότυπα από ανθρώπινες καταστάσεις που εμμέσως πλην σαφώς οδηγούν σε συμπεράσματα σχετικά με την ουσία του ανθρώπινου είδους.Κλείνοντας, τα έργα του Χ.Β. είναι σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Το δρών υποκείμενο είναι πάντα παρών μαζί με την ιστορία και το βλέμμα του και την ψυχή του. Όπως οι πληγές διατρέχουν το σύνολο του έργου του αλλά και η σκέψη πάνω στις πληγές. Και η επεξεργασία πάνω στην οδυνηρή εμπειρία είναι πανταχού παρούσα. Στο «Αίμα Νερό» συναντάμε εικόνες και στίχους από τα Σονέτα, και είναι κάτι απόλυτα φυσιολογικό για τούτον τον ποιητή. Τα «γερμανικά» ποιήματα της επόμενης ενότητας με τίτλο «Germanicum» έρχονται να μας παραπέμψουν στο μυθιστόρημά του για τον Χίτλερ και την μακρόχρονη έρευνα σχετικά. (βλ. Συντήρηση Λαιμητόμου/Η σιωπή είναι στάχτη (εβραϊκή). Η αίσθηση μια συνέχειας πνευματικής δίνεται και με την τελευταία ενότητα, την «Αντοχή των ποιητών», που ανάλογη συναντάμε και στις Διακοπές και μας παραπέμπει σε μια μακρά ενασχόλησή του με την δυτική λογοτεχνική παράδοση με μεταφράσεις, μεταγραφές, διακειμενικές τακτικές, που αποτελούν μέρος αναπόσπαστο της συνθήκης της γραφής του.Μπορεί το λευκό του τίτλου να έχει πολλαπλές διαστάσεις και κατευθύνσεις. Και η λευκότητα ως όρος εμπεριέχεται και σε παλαιότερα ποιήματα όπου έχει εκφράσει την ανάγκη μέσω της ποίησης για Φως, καθαρότητα και διαύγεια.Αλλά είναι σίγουρα το λευκό εκείνο που επιλέγει το ποιητικό του προσωπείο για να εκφραστεί. Και μέσω αυτού να υπάρξει ως «ήθος» μέσα στο ψηφιακό της Νεοελληνικής μας Ποίησης. Το λευκό μπορεί να πενθεί, να τυραννιέται και να τυραννά, να αγωνιά, να θαμπώνει, να ξεχνά, να ελπίζει. Αλλά το κύριο χαρακτηριστικό του πιστεύω είναι πως δεν μπαίνει σε κατηγορίες μαζί με άλλα χρώματα, ή καλύτερα αποτελεί μια κατηγορία από μόνο του. Είναι ανένταχτο!
Αναδημοσίευση από το :fractalart.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου