Θυμάμαι τον καπνό του τσιγάρου σου
να τον φυσάς και να τον παίρνει ο αέρας προς τα πάνω,
το τζάμι του αυτοκινήτου που θόλωνε απ’ την ανάσα σου
κι εσύ ζωγράφιζες πάνω του αστεία ανθρωπάκια,
τον ζεστό αχνό απ’ το φλιτζάνι σου
που το ‘φερνες στο στόμα σου προσεκτικά,
έπινες μια μικρή γουλιά και τέντωνες τα χείλη σου
να σ’ τα φιλήσω που καιγόσουν.
Θυμάμαι στο σπίτι στο βουνό
που ξυπνούσαμε το πρωί
και δεν κρατιόσουν, μού ‘λεγες,
μ’ έπαιρνες έξω, πίσω απ’ τους θάμνους,
κατέβαζες με μια σου κίνηση
το παντελόνι σου μαζί με το βρακάκι
λύγιζες τα πόδια σου,
και ουρούσες μ’ ανακούφιση,
στον παγωμένο αέρα του πρωινού
κι άχνιζε ανάμεσα στα πόδια σου
ατμός ανέβαινε από μέσα σου
και μου μιλούσες ακατάληπτες κουβέντες
σαν την Πυθία πάνω στον τρίποδα
και μην κοιτάς μου
έλεγες,
μα εγώ κοιτούσα και τώρα τα θυμάμαι.
****
Η φωτό είναι παρμένη από
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου