LISTOPAD
Κίτρινος δρόμος
στο πάρκο Ουαζένκι:
σπάω τα φύλλα.
(*Listopad στα πολωνικά σημαίνει Νοέμβριος)
*****
Στα εννιάμερα ντράπηκε να ζητήσει να αντηχήσουν.
Όμως εμένα και μιας άλλης βρήκε το θάρρος να μας το πει
και ήταν σαν να έγινε.
(*Οι «Βεργούλες» είναι τραγούδι του Μάρκου Βαμβακάρη)
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΔΟΥΑΡΔΟΥ ΛΩ ΩΣ ΤΗ ΣΤΑΔΙΟΥ
Όταν στρώνεις το κρεβάτι σου στην Εδουάρδου Λω –έξω από τους τέσσερις τοίχους, όχι μέσα– πρόσεχε. Ο δρόμος έχει κλίση και ο καφές που χύνεται παίρνει τον κατήφορο.
Όλοι θέλουν καφέ ή τσάι. Ο Κιαροστάμι βρήκε στα χαλάσματα του σεισμόπληκτου σπιτιού άθικτη την τσαγέρα της και η γυναίκα χάρηκε· τρεις μέρες χωρίς τσάι, τρεις μέρες χωρίς τον άντρα της.
Ο δρόμος με το όνομα του Ιρλανδού είναι κοντός και σκοτεινός. Η πλατεία Κάνιγγος είναι κι αυτή σκοτεινή, αλλά κάτω από τον καυτό ήλιο. Ο ήλιος της Αιόλου λάμπει μέρα-νύχτα, φτάνει να περάσεις γρήγορα. Οι Αθηναίοι τρώνε αυγά με μπέικον το πρωί στα τραπεζάκια της – ένα γερό πρωινό σε κρατάει. Βιάζομαι και δεν θα δω τι θα ακολουθήσει.
ΒΕΡΓΟΥΛΕΣ
Στα εννιάμερα ντράπηκε να ζητήσει να αντηχήσουν.
Όμως εμένα και μιας άλλης βρήκε το θάρρος να μας το πει
και ήταν σαν να έγινε.
(*Οι «Βεργούλες» είναι τραγούδι του Μάρκου Βαμβακάρη)
*****
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΔΟΥΑΡΔΟΥ ΛΩ ΩΣ ΤΗ ΣΤΑΔΙΟΥ
Όταν στρώνεις το κρεβάτι σου στην Εδουάρδου Λω –έξω από τους τέσσερις τοίχους, όχι μέσα– πρόσεχε. Ο δρόμος έχει κλίση και ο καφές που χύνεται παίρνει τον κατήφορο.
Όλοι θέλουν καφέ ή τσάι. Ο Κιαροστάμι βρήκε στα χαλάσματα του σεισμόπληκτου σπιτιού άθικτη την τσαγέρα της και η γυναίκα χάρηκε· τρεις μέρες χωρίς τσάι, τρεις μέρες χωρίς τον άντρα της.
Ο δρόμος με το όνομα του Ιρλανδού είναι κοντός και σκοτεινός. Η πλατεία Κάνιγγος είναι κι αυτή σκοτεινή, αλλά κάτω από τον καυτό ήλιο. Ο ήλιος της Αιόλου λάμπει μέρα-νύχτα, φτάνει να περάσεις γρήγορα. Οι Αθηναίοι τρώνε αυγά με μπέικον το πρωί στα τραπεζάκια της – ένα γερό πρωινό σε κρατάει. Βιάζομαι και δεν θα δω τι θα ακολουθήσει.
Με περιμένουν οι πωλητές της Ευριπίδου –να μου κάνουν στα γρήγορα τον λογαριασμό– και τα παραμορφωμένα καρότα, που κάνουν για δεύτερη εβδομάδα στριπτίζ πάνω στο καρότσι της Αθηνάς. Η φτηνή τιμή τους έκανε κάποιον να πλησιάσει. Ξεδιαλέγει δύο, τρία, τέσσερα, επιστρέφει το δεύτερο και το τρίτο και παίρνει στη θέση τους ένα άλλο, που τον πείθει περισσότερο διατροφικά. Τα καρότα μπαίνουν αργά στη σακούλα.
Ούτε η Κλεισθένους βιάζεται, ούτε ακούγεται – τι να τον κάνει τον ήχο; Τίποτα δεν της λείπει μέσα σε μόλις ένα τετράγωνο. Μια ποικιλία από τσαντάκια μπανάνα, σε όλα τα χρώματα και τα μεγέθη, στριμώχνεται ήσυχα δίπλα στο σινεμά που προσφέρει δύο ταινίες σεξ με ένα εισιτήριο. Ο τηλεφωνικός της θάλαμος δεν χρησιμοποιείται, γιατί όλο βρέχει και η κάλυψή του είναι μικρή. Στον χώρο που περισσεύει, πάνω στα λευκά μάρμαρα της πίσω όψης κάποιου σημαντικού κτιρίου, οι τοξικομανείς ασχολούνται με τις πρωινές δουλειές τους.
Ένας δεν τριγυρίζει πια εκεί. Μπαίνει νωρίς στον ηλεκτρικό. Κρατάει καφέ και ένα μπρελόκ με τη φωτογραφία της κοπέλας του. Κοπέλα και δουλειά, όλα καλά – σκέφτεται η μητέρα. Πόσο τυχερός που η μύτη μου δεν είναι τόσο μακρουλή σαν της συνεπιβάτιδάς μου – σκέφτεται ο γιος. Δεν φτάνει που ξεσπιτώθηκα, παρατηρούν και μύτες σ’ αυτό το μέρος – σκέφτεται η γυναίκα. Έχετε δει πόσο όμορφο είναι το αλφάβητό μας; Πόσο νόστιμη η κουζίνα μας; Πόσο πολύχρωμη η Τιφλίδα μας;
Τέσσερις Γερμανοί μιλούν δυνατά – η προσοχή όλων εκεί. Αν ήταν Πακιστανοί θα δυσανασχετούσαμε – είναι θέμα ήχου. Έχω μια καλή θέση ανάμεσα σε μια οικογένεια Νεοζηλανδών και θέλω να τους ρωτήσω αν γνωρίζουν κάτι για τον Μάγκγουιτς, τον ευεργέτη του Πιπ. Θέλω να ρίξουν λίγο φως στα χρόνια που έζησε εκεί και στα αμνοερίφια που ανέθρεψε. Είναι όμως απασχολημένοι να κοιτούν το χειροφίλημα της λευκής γριούλας προς έναν νέο ιερέα.
Ο ιερέας ενοχλείται, η γυναίκα πάει να φροντίσει μια άλλη γριούλα και ο άντρας που πάντα κατεβαίνει στον σταθμό Βικτώρια είναι διαφορετικός σήμερα. Έχει επιλέξει ένα ασφαλές σετ ρούχων, φίλων και πεποιθήσεων. Τουλάχιστον δεν θα τον σκοτώσουν στο ξύλο μεσημεριάτικα στη Γλάδστωνος. Tα ασφαλή παπούτσια δεν βρέθηκαν ακόμη, βρίσκονται σε κάποιο κατάστημα του κέντρου και δώσ’ του σκαρφαλώνει στις βιτρίνες μήπως και τα βρει. Οι βιτρίνες γυαλίζουν, τα πέλματα παίρνουν στροφή. Πίσω από τη γωνία είναι νύχτα και κάποιοι έχουν ήδη πέσει για ύπνο στη Σταδίου.
Ούτε η Κλεισθένους βιάζεται, ούτε ακούγεται – τι να τον κάνει τον ήχο; Τίποτα δεν της λείπει μέσα σε μόλις ένα τετράγωνο. Μια ποικιλία από τσαντάκια μπανάνα, σε όλα τα χρώματα και τα μεγέθη, στριμώχνεται ήσυχα δίπλα στο σινεμά που προσφέρει δύο ταινίες σεξ με ένα εισιτήριο. Ο τηλεφωνικός της θάλαμος δεν χρησιμοποιείται, γιατί όλο βρέχει και η κάλυψή του είναι μικρή. Στον χώρο που περισσεύει, πάνω στα λευκά μάρμαρα της πίσω όψης κάποιου σημαντικού κτιρίου, οι τοξικομανείς ασχολούνται με τις πρωινές δουλειές τους.
Ένας δεν τριγυρίζει πια εκεί. Μπαίνει νωρίς στον ηλεκτρικό. Κρατάει καφέ και ένα μπρελόκ με τη φωτογραφία της κοπέλας του. Κοπέλα και δουλειά, όλα καλά – σκέφτεται η μητέρα. Πόσο τυχερός που η μύτη μου δεν είναι τόσο μακρουλή σαν της συνεπιβάτιδάς μου – σκέφτεται ο γιος. Δεν φτάνει που ξεσπιτώθηκα, παρατηρούν και μύτες σ’ αυτό το μέρος – σκέφτεται η γυναίκα. Έχετε δει πόσο όμορφο είναι το αλφάβητό μας; Πόσο νόστιμη η κουζίνα μας; Πόσο πολύχρωμη η Τιφλίδα μας;
Τέσσερις Γερμανοί μιλούν δυνατά – η προσοχή όλων εκεί. Αν ήταν Πακιστανοί θα δυσανασχετούσαμε – είναι θέμα ήχου. Έχω μια καλή θέση ανάμεσα σε μια οικογένεια Νεοζηλανδών και θέλω να τους ρωτήσω αν γνωρίζουν κάτι για τον Μάγκγουιτς, τον ευεργέτη του Πιπ. Θέλω να ρίξουν λίγο φως στα χρόνια που έζησε εκεί και στα αμνοερίφια που ανέθρεψε. Είναι όμως απασχολημένοι να κοιτούν το χειροφίλημα της λευκής γριούλας προς έναν νέο ιερέα.
Ο ιερέας ενοχλείται, η γυναίκα πάει να φροντίσει μια άλλη γριούλα και ο άντρας που πάντα κατεβαίνει στον σταθμό Βικτώρια είναι διαφορετικός σήμερα. Έχει επιλέξει ένα ασφαλές σετ ρούχων, φίλων και πεποιθήσεων. Τουλάχιστον δεν θα τον σκοτώσουν στο ξύλο μεσημεριάτικα στη Γλάδστωνος. Tα ασφαλή παπούτσια δεν βρέθηκαν ακόμη, βρίσκονται σε κάποιο κατάστημα του κέντρου και δώσ’ του σκαρφαλώνει στις βιτρίνες μήπως και τα βρει. Οι βιτρίνες γυαλίζουν, τα πέλματα παίρνουν στροφή. Πίσω από τη γωνία είναι νύχτα και κάποιοι έχουν ήδη πέσει για ύπνο στη Σταδίου.
****
Η Μυρτώ Χμιελέφσκι γεννήθηκε το 1975 στη Στοκχόλμη. Είναι απόφοιτη της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας και της Nyckelviksskolan στην Στοκχόλμη. Έχει συμμετάσχει σε εικαστικές εκθέσεις και έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή 24+7 (εκδόσεις θράκα, 2018). Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά Ποιητική και Φρέαρ. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα Πρόσφατο βιβλίο της Ο πίσω τοίχος, ο ανεπίσημος (Εκδόσεις Ενύπνιο). culturebook και diastixo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου