Ο θρήνος του Έρωτα
Φοβάμαι! Φοβάμαι, σου λέω.
Μήπως περάσουν κι άλλες εποχές
και μέσα από αυτήν την απόσταση
ερωτευτούμε κι άλλο.
Φοβάμαι! Φοβάμαι μήπως όταν σε δω
επιβεβαιώσω πως δεν ερωτεύτηκα εσένα,
αλλά τις ανυπεράσπιστες προσδοκίες
που μου γέννησες.
Μίλα, να χαρείς!
Πες με ανάσα σου.
Πες με μικρή σου.
Ψιθύρισε μου:
«Θέλω να παντρευτούμε οι δύο μας,
στην Ινδία, με τους ελέφαντες
και χρόνια αργότερα
να με χωρίσεις».
Και ας μην καταλαβαίνω
τον εθισμό σου στον πόνο.
Πες πως ο χρόνος στα αλήθεια δεν υπάρχει.
Τι να τα κάνουμε εμείς τα ανθρώπινα;
Εμείς ερωτευόμαστε σαν τους νεκρούς ποιητές:
Αιώνια εγκλωβιζόμαστε στα πάθη μας
και πεθαίνουμε από την υπερβολή.
Οι θλιμμένες ποιήτριες
Οι θλιμμένες ποιήτριες αγαπούν τη θλίψη τους .
Μπορούν και ξεχωρίζουν το φθινόπωρο από την άνοιξη
μέσα από τα εποχιακά ποιήματά τους.
Ξέρουν να βρίσκουν τα πεζοδρόμια
που χύθηκαν χωρισμοί επάνω τους
και μπορούν να χαράζουν εξιλέωση.
Ξέρουν να γράφουν ακόμα και όρθιες.
Κουβαλάνε πάντα ένα βιβλίο,
τη φωτογραφική τους μηχανή
και ψίχουλα από το πρωινό που πήραν
με τον αγαπημένο τους.
Ξέρουν να διανύουν το χώρο
και να σκοτώνουν το χρόνο με ευλάβεια.
Μπορούν να σου δοθούν
δίχως δεύτερη σκέψη,
δίχως όρια,
δίχως κανόνες
με απόλυτη ανάγκη να γίνουν ένα με εσένα.
Οι θλιμμένες ποιήτριες ξέρουν από κάβλα,
ξέρουν και από ταπείνωση και από ντροπή.
Μπορούν να κοιμούνται την ημέρα
με τα παντζούρια κλειστά
και να ονειρεύονται ξύπνιες.
Ξέρουν να σπαταλάνε τις σκέψεις τους
σε εικόνες που θέλουν να ζήσουν,
να λάβουν μέρος σε βρώμικες
αλλά όχι βρωμερές καταστάσεις
και να καθαρίσουν το τοπίο.
Μόνο τούτο δεν ξέρουν να κάνουν:
Να μετατρέψουν το μελαγχολικό τους βλέμμα
σε χαμόγελο μικρού κοριτσιού.
ΠΗΓΗ:H ΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΠΟΙΕΙΝ
Φοβάμαι! Φοβάμαι, σου λέω.
Μήπως περάσουν κι άλλες εποχές
και μέσα από αυτήν την απόσταση
ερωτευτούμε κι άλλο.
Φοβάμαι! Φοβάμαι μήπως όταν σε δω
επιβεβαιώσω πως δεν ερωτεύτηκα εσένα,
αλλά τις ανυπεράσπιστες προσδοκίες
που μου γέννησες.
Μίλα, να χαρείς!
Πες με ανάσα σου.
Πες με μικρή σου.
Ψιθύρισε μου:
«Θέλω να παντρευτούμε οι δύο μας,
στην Ινδία, με τους ελέφαντες
και χρόνια αργότερα
να με χωρίσεις».
Και ας μην καταλαβαίνω
τον εθισμό σου στον πόνο.
Πες πως ο χρόνος στα αλήθεια δεν υπάρχει.
Τι να τα κάνουμε εμείς τα ανθρώπινα;
Εμείς ερωτευόμαστε σαν τους νεκρούς ποιητές:
Αιώνια εγκλωβιζόμαστε στα πάθη μας
και πεθαίνουμε από την υπερβολή.
Οι θλιμμένες ποιήτριες
Οι θλιμμένες ποιήτριες αγαπούν τη θλίψη τους .
Μπορούν και ξεχωρίζουν το φθινόπωρο από την άνοιξη
μέσα από τα εποχιακά ποιήματά τους.
Ξέρουν να βρίσκουν τα πεζοδρόμια
που χύθηκαν χωρισμοί επάνω τους
και μπορούν να χαράζουν εξιλέωση.
Ξέρουν να γράφουν ακόμα και όρθιες.
Κουβαλάνε πάντα ένα βιβλίο,
τη φωτογραφική τους μηχανή
και ψίχουλα από το πρωινό που πήραν
με τον αγαπημένο τους.
Ξέρουν να διανύουν το χώρο
και να σκοτώνουν το χρόνο με ευλάβεια.
Μπορούν να σου δοθούν
δίχως δεύτερη σκέψη,
δίχως όρια,
δίχως κανόνες
με απόλυτη ανάγκη να γίνουν ένα με εσένα.
Οι θλιμμένες ποιήτριες ξέρουν από κάβλα,
ξέρουν και από ταπείνωση και από ντροπή.
Μπορούν να κοιμούνται την ημέρα
με τα παντζούρια κλειστά
και να ονειρεύονται ξύπνιες.
Ξέρουν να σπαταλάνε τις σκέψεις τους
σε εικόνες που θέλουν να ζήσουν,
να λάβουν μέρος σε βρώμικες
αλλά όχι βρωμερές καταστάσεις
και να καθαρίσουν το τοπίο.
Μόνο τούτο δεν ξέρουν να κάνουν:
Να μετατρέψουν το μελαγχολικό τους βλέμμα
σε χαμόγελο μικρού κοριτσιού.
ΠΗΓΗ:H ΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΠΟΙΕΙΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου