Η εισήγηση του Σπύρου Πετρίτη στην β παρουσίαση της νουβέλας <Το Σώμα του έγινε σκιά>!
Ο Σπύρος Πετρίτης είναι Θεατρολόγος-Εκπαιδευτικός,υποψήφιος διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών και Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ε.ΣΥ.Θ.(Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Θεατρολόγων)
Βρίσκομαι εδώ για την παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου της εξαιρετικής συναδέλφου και φίλης Ασημίνας Ξηρογιάννη. Πρόκειται για μια νουβέλα, ένα ιδιαίτερο έργο που σπάει τις καθιερωμένες φόρμες και δείχνει τις θεατρικές καταβολές της συγγραφέως, αφού εκτός από συγγραφέας και φιλόλογος είναι θεατρολόγος και ηθοποιός. Είναι αλήθεια πως η συγκεκριμένη νουβέλα μπορεί να σκηνοθετηθεί και να παιχτεί επί σκηνής και ως δυο παράλληλοι μονόλογοι.
Με πόση συναίσθηση της ευθύνης απέναντι στον αναγνώστη και την τέχνη έχουν γραφτεί αυτά τα δύο ημερολόγια! Η γραφή μπορεί να χαρακτηριστεί ως ρεαλιστική όμως πρόκειται για έναν ρεαλισμό που είθισται να αναφέρεται ως ποιητικός ρεαλισμός, καθώς δεν χάνει τίποτε από τον καλλιτεχνικό του χαρακτήρα, εφόσον η τέχνη ακόμη και όταν είναι ρεαλιστική δεν αντιγράφει την πραγματικότητα αλλά την παρουσιάζει με καλλιτεχνικό τρόπο, δηλαδή μεταπλάθοντάς την σύμφωνα με τους κανόνες της αισθητικής.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μέσα από το συγκεκριμένο έργο είναι η παρουσίαση του μανιοκαταθλιπτικού Άγγελου. Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν το όνομα αυτού είναι τυχαίο. Προσωπικά δεν το νομίζω. Η συγγραφέας διεισδύει στα άδυτα της ψυχής ενός ανθρώπου που βασανίζεται από μια ψυχική νόσο που κυριαρχεί μέσα του και του προσδίδει ένα στίγμα κοινωνικά, καθώς όλοι γνωρίζουμε πως η άγνοια στην ευρύτερη κοινωνία γι’ αυτούς τους διαφορετικούς και ξεχωριστούς ανθρώπους γεννά το φόβο και ο φόβος το μίσος και τον κοινωνικό ρατσισμό και αποκλεισμό. Η μοναδικότητα του Άγγελου έχει δύο όψεις, η μια είναι αρρώστεια/ασθένεια του καλλιτέχνη με την ετυμολογική σημασία των δυο αυτών λέξεων. Είναι σαφές ότι ο Άγγελος είναι ένας εκπεπτωκός άγγελος που μόνο στον ουρανό μπορεί να πετάξει και να δημιουργήσει, όπως είναι επίσης σαφές ότι στην κοινωνία των ανθρώπων και χωρίς τα φτερά της τέχνης του αυτός ο εκπεπτωκός άγγελος είναι ανεπαρκής για προσαρμογή και ούτε καν ο έρωτας της συζύγου του και η αγάπη του παιδιού του δεν μπορούν να τον υποστηρίξουν επαρκώς, ούτε βέβαια –στη δική του περίπτωση- ένας ψυχίατρος. Προσωπικά ο Άγγελος μου θυμίζει το Άλμπατρος του Μπωντλέρ, αφού όσο και αν ο τελευταίος αναφέρεται στον Ποιητή, θα μπορούσε να αναφέρεται εξίσου σε οποιοδήποτε καλλιτέχνη, πολλώ δε μάλλον σε έναν καλλιτέχνη του κλασικού χορού με το όνομα Άγγελος.
Η δεύτερη όψη του ίδιου νομίσματος είναι η σκληρή και πεζή πραγματικότητα, αυτή που θα περιέγραφε ένας ιατρός. Ο Άγγελος πάσχει από μια νόσο που επιφέρει πολλά συμπτώματα τα οποία η συγγραφέας φρόντισε να πληροφορηθεί προφανώς με προσωπική έρευνα και από συζητήσεις με ειδικούς ψυχικής υγείας. Μέσα στην ρουτίνα του και ως εκ του ρόλου του ο ειδικός που ο εκπεπτωκός άγγελος επισκέφτηκε δεν μπορούσε παρά να δει τον Άγγελο ως “περιστατικό”. Και λέω ως εκ του ρόλου του διότι ο ρόλος του ειδικού δεν του επιτρέπει να τον δει αλλιώς κυρίως για να προφυλλάξει την δική του υγεία και να είναι πιο αποτελεσματικός. Σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσε να εμπλακεί συναισθηματικά και να “ερωτευτεί” τον ασθενή του, που είναι αποφευκτέα κατάσταση. Μόνο η σύζυγός του Έλσα μπορεί να του δώσει πραγματική και ανθρώπινη αγάπη. Ωστόσο η ανθρώπινη αγάπη, όταν μάλιστα προέρχεται από έναν μόνο άνθρωπο δεν φαίνεται αρκετή για έναν Άγγελο, όταν η κοινωνία μας προσομοιάζει με το καράβι και τους ναυτικούς στο γνωστό προαναφερθέν ποίημα του Μπωντλέρ. Η Έλσα δίνει πραγματικά μια μάχη άνιση όπως ένα μικρό παιδί σε ένα παραμύθι, όμως η νουβέλα της κυρίας Ξηρογιάννη δεν είναι παραμύθι ή είναι ένα σκληρό παραμύθι διότι μπορεί με τους όρους του δομισμού ο ψυχίατρος να είναι ένας μαγικός βοηθός αλλά στην πραγματικότητα οι ψυχίατροι δεν είναι μάγοι και εάν δεν υπάρχει προσωπική θέληση του ασθενούς για αυτοβελτίωση τότε το θλιβερό τέλος είναι αναπότρεπτο και η μάχη που δίνουν οι άνθρωποι που τον αγαπούν είναι καταδικασμένη σε αποτυχία –μάλιστα, πολύ συχνά η ψυχική αρρώστεια όσο και αν δεν είναι συμβατικά μεταδοτική καταλήγει να μεταδίδεται με την έννοια της συναισθηματικής εμπλοκής σε όσους είναι κοντά στον άρρωστο, στον αδύναμο άνθρωπο.
Η προσπάθεια που καταβάλλει η Έλσα είναι βέβαια αξιοθαύμαστη, αυτό το δεδομένο δεν αναιρείται. Φαίνεται πως η αγάπη της εξαντλεί τα όρια του συνηθισμένου στην κοινωνία μας και φτάνει στα όρια εκείνου που θα ονομάζαμε “ανθρωπίνως δυνατό”. Υπάρχουν στιγμές που φαίνεται η προσπάθεια αυτή αποτρέπει το θλιβερό τέλος, και ότι αν δεν υπήρχε σίγουρα το τέλος θα είχε έρθει πολύ πιο νωρίς. Ένα μεγάλο θέμα απαπόφευκτα τίθεται όμως: Ο Άγγελος αγαπούσε τόσο πολύ την Έλσα ή ήταν τόσο δοσμένος στο χορό που μόνο αυτός τον κρατούσε στη ζωή; Εδώ αξίζει να θυμηθούμε και το Αλμπατρος του Μπωντλέρ, καθώς ο φυσικός χώρος του πτηνού αυτού είναι ο ουρανός. Με άλλα λόγια, ίσως ο χορός να ήταν ζωτικής σημασίας για τον Άγγελο, το μόνο πράγμα που τον κρατούσε ζωντανό, αξιοθαύμαστο και φυσικά εν τέλει ευτυχισμένο. Ένας χορευτής χωρίς το χορό είναι όπως ένα Άλμπατρος χωρίς φτερά και είναι αξιοσημείωτο πως ο Άγγελος δεν ήθελε καν να διδάσκει χορό, παρά μόνο να χορεύει. Άλλωστε, η ίστατη προσπάθειά του να διδάξει στην κόρη του χορό απέτυχε οικτρά διότι οι απαιτήσεις του ήταν δυσανάλογες των δυνατοτήτων του μικρού κοριτσιού και άρα ο ίδιος παιδαγωγικά και διδακτικά ανεπαρκής. Δεν μπόρεσε λοιπόν να κάνει την κόρη του κοινωνό αυτής της υπέρμετρης, της υπέρτατης αγάπης για την τέχνη που είχε υπηρετήσει και η απεγνωσμένη προσπάθεια του να κρατηθεί στη ζωή, να της δώσει ένα νόημα στην ουσία, είχε αποτύχει.
Η εξαιρετική γραφή της κυρίας Ξηρογιάννη αλλά και τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω για τους δυο βασικούς χαρακτήρες είναι εμφανή σε όλο το κείμενο της νουβέλας, εν τούτοις προσωπικά θα ήθελα να αναφερθώ και με λίγα λόγια στα αποσπάσματα που θα ακολουθήσουν και που θα κλείσουν την αποψινή παρουσίαση. Για το πρώτο απόσπασμα θα ήθελα να επισημάνω ότι δείχνει με έναν ποιητικό αν και συνάμα ρεαλιστικό τρόπο μια πολύ συνηθισμένη σκηνή στα σπίτια των ανθρώπων που πάσχουν ψυχικά, καθώς και ο ίδιος ο αλκοολισμός δεν προκαλείται εάν δεν υπάρχουν συναισθηματικά θέματα. Εκείνο που είναι αξιοσημείωτο είναι πως σε αυτό το απόσμασμα από το ημερολόγιο της Έλσας φαίνεται η αδύναμη ή έστω ανθρώπινη όψη της, φαίνεται πόσο την έχει καταρρακώσει η κατάσταση που βιώνει, με αποτέλεσμα να μπορούμε να πούμε πως και η ίδια έχει αρρωστήσει, μέχρι του σημείου να πιστεύει πως “η ζωή του ανθρώπου είναι δεμένη με τις φθινοπωρινές εικόνες”.
Στο δεύτερο απόσπασμα –από το ημερολόγιο του Άγγελου- φαίνεται η βαθιά γνώση του θεάτρου αλλά και των εννοιών “τραγικό” και “κωμικό”, που και τα δύο αντλούν τα ίδια θέματα από τη ζωή. Είναι προφανές πως και η ίδια η προσπάθεια ενός ανθρώπου να δώσει τέλος στο έργο της ζωής του μπορεί να εμπνεύσει μια τραγωδία αλλά μπορεί εξίσου να εμπνεύσει μια κωμωδία, ανάλογα με τις προθέσεις του δημιουργού. Μένει λοιπόν να ακουστούν τα αποσπάσματα και να συζητήσουμε με την κυρία Ξηρογιάννη ως δημιουργό για την δική της πρόθεση όταν έγραφε το “Σώμα που έγινε σκιά”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου