ΙΔΑΝΙΚΟΣ ΚΑΙΡΟΣ ΓΙ' ΑΓΑΠΕΣ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ του Πάνου Σταθόγιαννη
ΑΝΑ-ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ της Κριτικής του Νίκου Αραπάκη
Τέσσερις άνθρωποι, τρεις άντρες και μια γυναίκα, διηγούνται μια ιστορία. Ή, για αν είμαι πιο ακριβής, την ίδια ιστορία. Μόνο που ο καθένας το κάνει μέσα από το δικό του πρίσμα και τη δική του λογική (αν υπάρχει).
Ας γίνω πιο αναλυτικός: Στη Ρόδο, τρεις παιδικοί φίλοι, ο Τενόρος, ο Κύκλωπας και ο Σούμο (αυτά είναι τα παρατσούκλια τους) διηγούνται εναλλάξ μια ιστορία παράξενη, αλλόκοτη, βουτηγμένη στα παράδοξα και τα περίεργα. Μαζί με αυτούς διηγείται και η Νύμφη (παρατσούκλι και αυτό) η οποία είναι η σύζυγος του ενός. Η ιστορία ξεκινάει με τον έναν εκ των βασικών πρωταγωνιστών, τον Τενόρο, να μας αφηγείται τον μεγάλο του έρωτα για τη Ντούσια, μια Ρωσίδα γυναίκα, της οποίας την ύπαρξη αμφισβητούν όλοι οι υπόλοιποι. Η ιστορία ξετυλίγεται γεμάτη ανατροπές. Εκεί που νομίζεις ότι έχεις το κουβάρι στα χέρια σου και, ως εκ τούτου, είναι θέμα χρόνου να βρεις την άκρη του, μόλις αλλάζει ο αφηγητής, έρχονται όλα τούμπα και ξανά μανά από την αρχή. Όσο αλλάζουν τα πρόσωπα τόσο αλλάζουν και οι αλήθειες που έχουν κατασταλάξει μέσα σου. Ένα μακρύ κορδόνι ανατροπών και αλληλοδιαψεύσεων. Ώσπου όλα καταλήγουν, ότι τίποτα δεν καταλήγει πουθενά. Δεν μπορώ να πω πολλά για την υπόθεση, γιατί δυστυχώς θα αφαιρέσω από την απόλαυση όσων μπουν στον κόπο να το διαβάσουν. Θα πω όμως λίγα πράγματα για τους χαρακτήρες καταρχήν, και για την αίσθηση που μου άφησε κατά δεύτερον.
Οι χαρακτήρες του βιβλίου δεν θα μπορούσαν παρά να έχουν φτιαχτεί από ένα μάστορα του είδους. Όλοι τους τόσο ίδιοι και τόσο διαφορετικοί. Σκαμπρόζοι, εγωπαθείς, πονηροί, φιλοτόμαροι και πάνω απ’ όλα ψεύτες. Θα συνόψιζα τα των χαρακτήρων λέγοντας πως ο Σταθόγιαννης πήρε κάποιους από εμάς και τους έβαλε κάτω από έναν μεγεθυντικό φακό, ώστε τα προτερήματά τους, αλλά κυρίως τα ελαττώματά τους, να φαίνονται πολλαπλάσια σε μέγεθος. Έξυπνο ως εύρημα και απολαυστικό ως δημιούργημα.
Δεν ξέρω γιατί αλλά όταν τελείωσα το βιβλίο, προσπάθησα να βρω μια λέξη και να αποδώσω αυτό που μου άφησε. Η πρώτη σκέψη που μου ήρθε στο μυαλό ήταν «αστείο». Όντως το βιβλίο είναι αστείο, στη λογική ότι γέλασα πάρα πολλές φορές (οι ατάκες του, ορισμένες στιγμές, είναι ασύλληπτες. Θα πω, κι ας φανώ υπερβολικός, ότι δεν ήταν λίγες οι φορές που το βιβλίο μου έπεσε από τα χέρια από τα πολλά γέλια). Όμως το αστείο είναι λίγο για να αποδώσει ολοκληρωμένα το βιβλίο. Ένας άλλος χαρακτηρισμός που μου πέρασε από το μυαλό ήταν το «έξυπνο». Αναμφισβήτητα, ναι. Η πλοκή του βιβλίου είναι πάρα πολλή έξυπνη. Ανατροπές επί ανατροπών και ένα τέλος εντελώς απρόσμενο. Όμως ούτε και αυτό δεν περιγράφει απόλυτα το βιβλίο. Το αδικεί. Τελικά κατέληξα να χαρακτηρίσω το βιβλίο «διαφορετικό». Ίσως σαν τίτλος να μην είναι τόσο βαρύγδουπος και τόσο τιμητικός, αλλά, πιστέψτε με, όχι μόνο σαν αναγνώστης αλλά και σαν άνθρωπος που γράφει, αυτή η «ταμπέλα» είναι η καλύτερη που θα μπορούσα να του αποδώσω. Και εξηγούμαι: Έχω διαβάσει αρκετά μυθιστορήματα στη ζωή μου και στα περισσότερα από αυτά θα έβαζα μια κοινότοπη ταμπέλα: Καλό, κακό, μέτριο, αδιάφορο, αριστούργημα. Όμως η ανάγκη να χαρακτηρίσω κάτι ως «διαφορετικό» απ’ ότι έχω διαβάσει ως τώρα, μου γεννήθηκε ελάχιστες φορές. (Μια απ’ αυτές ήταν όταν διάβασα «το σοφό παιδί» του Χωμενίδη. Όσοι το έχετε διαβάσει καταλαβαίνετε τι εννοώ). Προσπάθησα πολύ για να βρω κάτι παρόμοιο στη μνήμη μου. Ανασκάλεψα Λατινοαμερικάνους, Αμερικάνους, κλασικούς και χίλιους δυο άλλους. Κάτι που να προσομοιάζει αρκετά με το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, δεν κατάφερα να εντοπίσω. Όπερ σημαίνει ότι δυο τινά μπορεί να συμβαίνουν: Ή ότι είμαι εντελώς αδιάβαστος, ή ότι ο Σταθόγιαννης έγραψε κάτι όντως εντελώς διαφορετικό. (Ας ελπίσουμε ότι ισχύει το δεύτερο).
Συνοψίζω: Μια ιστορία απολαυστική, που εγγίζει τα όρια του σουρεαλιστικού ή του γκροτέσκου, μια παρωδία βουτηγμένη στις ανατροπές και την υπερβολή. Ένα μυθιστόρημα που, θέλω να πιστεύω, θα αρέσει σε όλους.
/Νίκος Αραπάκης, INDEX, δημινιαίο περιοδικό για το βιβλίο, τεύχος 42, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2010./
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου