[Αναδημοσίευση από:https://www.periou.gr/dafni-maria-gky-vouvali-asimina-xirogianni-mia-aperanti-matia-ekdoseis-vakchikon/]
Μια ποίηση γεμάτη θηλυκότητα. Μια ποίηση – άνθος, που αναδίδει άρωμα και χάρη. Μια ποίηση που εμπεριέχει και αναδεικνύει όλα τα προτερήματα της γυναικείας γραφής, ενσαρκωμένης σ’ ένα πρόσωπο εμφανώς χαρισματικό, συναισθηματικό και όμορφο, όπως διακρίνεται να είναι, μέσα από αυτή την ποιητική συλλογή της, η Ασημίνα Ξηρογιάννη. Και μιλούμε για το πιο πρόσφατο βιβλίο της, υπό τον τίτλο «Μια απέραντη ματιά, ποιήματα 2018-2023», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Όχι, στο παρόν σημείωμα δεν θα αναλωθούμε σε επιχειρηματολογία γύρω από το τι σημαίνει «γυναικεία» και «ανδρική» ποίηση, ποια είναι η «καλύτερη» – αν υπάρχει καλύτερη, ή αν πρέπει μια γυναίκα να προσεγγίζει τον «ανδρικό» τρόπο γραφής για να είναι «στιβαρή». Προσωπικά πιστεύω ότι η κάθε μια γραφή εμπεριέχει τα προτερήματα και τα ελαττώματά της, ακολουθεί την δική της ανοδική πνευματική πορεία και είναι ισάξια με την άλλη.
Τρανή απόδειξη η ποιητική συλλογή της Ασημίνας Ξηρογιάννη, η οποία, αυτόφωτη, προχωρεί τον δικό της γοητευτικό δρόμο, και ξεχωρίζει με την δική της μοναδική προσωπικότητα στο πάνθεον της σύγχρονης ελληνικής ποίησης.
Η «Απέραντη ματιά», απαρτίζεται από τρία ποιητικά μέρη, τα «Θεατρικά», το «Σημείο σύγκλισης», και τον δραματικό μονόλογο «Η κοιλιά». Το πρώτο μέρος, τα «Θεατρικά», περιλαμβάνουν ποιήματα εμπνευσμένα από ποικίλα θεατρικά έργα – αρχαίες τραγωδίες κυρίως, μιας και η Ασημίνα Ξηρογιάννη έχει εντρυφήσει με ζήλο στις θεατρικές σπουδές, και αποπνέουν ποιητική δύναμη και στιβαρότητα. Η ποιήτρια, άλλοτε ενσαρκώνοντας τον πρωταγωνιστή του έργου, άλλοτε τον χορό κι άλλοτε τον ίδιο της τον εαυτό, συνδιαλέγεται με τους ήρωες και τα κείμενα, πραγματοποιώντας με επιτυχία μια σύνδεση θεάτρου και ποίησης. «Υψηλή ευφυία // Καμιά επιείκεια – από πού; // Συντρίβεσαι, Οιδίποδα, // πάνω στους βράχους // της μοίρας // της από τον θεό σταλμένης // της εξοικειωμένης // με τη φρίκη», μας λέει επιγραμματικά για παράδειγμα στο πρώτο ποίημα (σελ. 11) με τον τίτλο «Οιδίπους Τύραννος», ενώ στο VIII της «Ελένης», (σελ. 28), καταλήγει: «Γράφεις ποίημα, Ευριπίδη ελληνικό // για της Ελένης της προδότρας τον καημό. // Απ’ την καρδιά μου ξέρεις, το εκτιμώ, // που με στίχο εύστοχο με αθωώνεις – // τι λυτρωτικό! // Μες τους αιώνες την ταυτότητά μου εδραιώνεις. // Με ανυψώνεις! // Σε άγαλμα ποιητικό!».
Το δεύτερο μέρος, το «Σημείο σύγκλισης», μας αποκαλύπτει ένα εντελώς διαφορετικό πρόσωπο της Ξηρογιάννη, και είναι αφιερωμένο ως επί το πλείστον στον έρωτα. Το ποιητικό υποκείμενο, η ίδια η ποιήτρια, καταθέτει σε μια υπέροχη εξομολόγησή της ότι «Είμαι μια χώρα // Μισή // Ονειρεύομαι την άλλη μισή // Εσένα» (ποίημα «Τι σημαίνει», σελ. 38.) Σχεδόν σε όλα τα ερωτικά της ποιήματα απευθύνεται σε δεύτερο ενικό σε τούτο το δεύτερο μισό, πότε με εμφανή λυρισμό και ρομαντική διάθεση, πότε με στοχαστικότητα η οποία εξετάζει μια σχέση, πότε με παιγνιώδες ύφος, και πότε με συναίσθημα που ξεχειλίζει. Η ποίηση της Ξηρογιάννη είναι τρυφερή, ευρηματική, πλαστική, αέρινη αλλά και, ναι, φευγάτη. Το θηλυκό της πρόσωπο δεν είναι μόνο το «μισό πορτοκάλι», αλλά και η γυναίκα – μάγισσα, η γυναίκα – πόρνη, και η «μέδουσα», με όλη τη γοητεία ή την απώθηση και τα πρόσωπα που μπορεί αυτή να φέρει. «Μάγια κορίτσι // Μάγια πόρνη // (άκου πώς ο άνεμος σφυρίζει τ’ όνομά σου) // αίσθηση είσαι // ανένταχτη στον χώρο και τον χρόνο // προσκυνάς αυτόν που σε χάλασε», ξεκινά στο ποίημα «Μάγια Ι», σελ. 41.
Ενώ στο ποίημα «Φθινοπωρινή Ιστορία», (σελ. 73), ανάμεσα στα λόγια που απευθύνει στο δεύτερο μισό της, του γράφει: «Διάβαζα για τον εραστή μιας πόρνης // που την έλεγαν Λου. // Τόσοι άντρες μπαινόβγαιναν στο σώμα της, // μόνο ένας κατάφερνε να την αποπλανεί // προλαβαίνοντας ακόμα και την ίδια τη νύχτα. // Και θέλω να σου διηγηθώ αυτήν την ιστορία ολόκληρη…»
Εξίσου, η ποίησή της είναι τολμηρή: δεν αγγίζει μονάχα τον ψυχικό έρωτα, αλλά και τον σαρκικό. «Αχόρταγη για το στόμα του // αφρός της θάλασσας / σύννεφο έτοιμο να πέσει // βροχή ηχηρή // (στο άγγιγμά του // γινόσουν μουσική!) // Γυμνή σιωπή //υπάρχει μέσα σου ένα πουλί // φυλακισμένο // Ιούλιο κάνατε έρωτα // πάνω στη θάλασσα, // φθινόπωρο σε είχε κιόλας // σκοτώσει», συνεχίζει στο ποίημα «Μάγια Ι», για ν’ αναφέρουμε ένα μόνο παράδειγμα. Μια τολμηρότητα που δεν χάνει τίποτε από την ευγένεια, την αγνότητα και την καθαρότητά της.
Το αντίστοιχο της θηλυκής γοητείας, εμφανίζεται στην «Αρσενική μούσα», στη σελ. 80, με ανάλογα χαρακτηριστικά: «Το άρωμα που ανέδυε το σώμα του – // ταξίδι χωρίς επιστροφή», γράφει η Ξηρογιάννη. Ο έρωτας εξάλλου, μοιάζει να είναι ένα θέμα ειδωμένο από όλες τις πλευρές του, ακόμα και από την φιλοσοφική: «Πού πάει ο έρωτας όταν φεύγει;» αναρωτιέται παρρησία η ποιήτρια. «Σε τι μπορεί – αλήθεια – // να μετουσιωθεί ο έρωτας // αν χαθεί; // Σε φθηνά τσιγάρα. // Ή σε φθηνά κρεβάτια. // Μπορεί και σε τίποτα απ’ όλα αυτά. // Ή ίσως σε μοναξιά. // Και σε τέχνη μπορεί. // Αλλά, ειλικρινά, δεν ξέρω αν με παρηγορεί // αυτή η σκέψη.» («Πού πάει ο έρωτας όταν φεύγει;», σελ. 58).
Ενώ η ύπαρξη του αρσενικού ολοκληρώνεται, (κι εδώ φεύγουμε από το θέμα του έρωτα), με το υπέροχο ποίημά της που είναι αφιερωμένο στο πρόσωπο του πατέρα. Ένα τρυφερό, βιωματικό δημιούργημα, πλάι στο οποίο συνυπάρχουν δύο εξίσου τρυφερά και βιωματικά ποιήματα για την μητέρα. (Σελίδες 65, και 63-64 αντίστοιχα).
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η Ασημίνα Ξηρογιάννη εντάσσει στο ποιητικό μωσαϊκό της τις μορφές (ερωτικά υποκείμενα) εκείνες που θεωρεί σε υποκειμενικό επίπεδο (ή είναι και αντικειμενικά) εμβληματικές: αδιάψευστα παραδείγματα, εκτός από τα προαναφερόμενα, η «Μαγδαληνή», οι «Μυροφόρες» και η Παναγία. Διότι ποιαν άλλη μπορεί να υπονοεί το εκπληκτικό ποίημα «Μια απέραντη ματιά» (από το οποίο έλαβε τον τίτλο της και ολόκληρη η συλλογή), στη σελ. 68; «Η καρδιά σου έχει δοκιμαστεί // Αέναη αγρύπνια // σου έχει επιβληθεί. // Στις μητέρες του κόσμου όλου // άφθαρτα μηνύματα περνάς. // Για τα χαμένα τους παιδιά // μοιρολόγια τραγουδάς. // Αιώνια μητέρα είσαι συ // κόκκινο άνθος η δική σου καρδιά. // Ατενίζεις τον πόνο των ανθρώπων σιωπηλά // κι είν’ η αγάπη σου // μια απέραντη ματιά.»
Από το ποικίλο ποιητικό φάσμα της Ξηρογιάννη δεν διαφεύγει ούτε το θέμα της ίδιας της ποίησης, το οποίο εκφράζει με αποφθεγματικό, όσο και ευρηματικότατο τρόπο: «Η ομορφιά κάνει τον χρόνο να μην υφίσταται // – ως έννοια, ως αίσθηση. // Πάντα έχει τον τρόπο να τον καταργεί. // Έτσι και το ποίημα. Είναι μοιραίο. // Το ποίημα καταργεί τον χρόνο». («Το ποίημα και ο χρόνος», σελ. 53.)
Το τρίτο και τελευταίο μέρος της συλλογής της ποιήτριας θεωρεί ως κέντρο του σώματος και της ψυχής, όχι, όπως ίσως θα περίμενε κανείς, την καρδιά, αλλά την κοιλιά. Με αυτήν έχουν τα πάντα μια διαδραστική, συναισθηματική επικοινωνία. «Ζωή μου, // κολυμπάς μερόνυχτα // σαράντα χρόνια τώρα // στη μέσα μου θάλασσα // Σου γαβγίζουν τα κύματα // τα πικρά υγρά, // μα εσύ εκεί. // Καχύποπτες λέξεις // ν’ ανασαίνεις // μαζί μου.» Έτσι ξεκινά (σελ. 93) η μικρή, αλλά μοναδική και ευρηματική ως προς τη φύση της, ποιητική σύνθεση «Η κοιλιά» την οποία η Ξηρογιάννη επεξηγεί ως «δραματικό μονόλογο». Ενώ λίγο παρακάτω, στην σελίδα 94, η ποιήτρια συμπυκνώνει την λειτουργία της «κοιλιάς» της: «Αν κατάπια το χάος, // εσύ το απορρόφησες, // Αν ξέρασα σοφία, // πάλι από σένα είναι». «Η κοιλιά μου είναι ένα γιγάντιο κορίτσι», γράφει στην σύνθεσή της, την γεμάτη από μοναδικές, φανταστικές εικόνες.
Θα ολοκληρώσουμε την περιήγησή μας στην «Απέραντη ματιά» της Ασημίνας Ξηρογιάννη με ένα μικρό, ερωτικό ποίημα, από τα πιο τρυφερά και συναισθηματικά αυτής της συλλογής, που αξίζει τον κόπο, πιστεύουμε, να αναφερθεί: «Άσε με να κουρνιάσω στον λαιμό σου», σελ. 45. «Άσε με να κουρνιάσω στον λαιμό σου. // Δεν είναι τούτο ποίηση. // Είναι η ζωή που με τυραννά και με λαβώνει. // Είναι η ζωή που διψάει για σένα. // Η ζωή μου // διψάει // για σένα. // Άσε με να κουρνιάσω στον λαιμό σου. // Να διαλυθώ εκεί // και σάρκα σου να γίνω. // Το πιο αγαπημένο σου σημείο».
Η σκυτάλη, στον αναγνώστη…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου