Translate

Τρίτη 27 Αυγούστου 2024

Δημήτρης Καταλειφός: συνέντευξη στην Ασημίνα Ξηρογιάννη





[Αναδημοσίευση από το ΔΙΑΣΤΙΧΟ]


Ο Δημήτρης Καταλειφός γεννήθηκε το 1954 στην Αθήνα και μεγάλωσε στη Νέα Σ]μύρνη. Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Πέλου Κατσέλη το 1975. Έκτοτε εργάζεται ως ηθοποιός στο θέατρο, λιγότερο στον κινηματογράφο και σποραδικά στην τηλεόραση. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος σε δύο πολύ σημαντικές θεατρικές ομάδες του 1980 και του 1990, τη Σκηνή και το Εμπρός αντίστοιχα. Έχει σκηνοθετήσει και κάποιες παραστάσεις. Έχει διδάξει υποκριτική σε κρατικές και ιδιωτικές δραματικές σχολές και στα Πανεπιστήμια Πατρών, Θεσσαλονίκης και Αθήνας. Τιμήθηκε με διάφορα θεατρικά βραβεία (κοινού και κριτικών), όπως επίσης και από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1987. Τέλος, τιμήθηκε και με ένα τηλεοπτικό βραβείο από την εφημερίδα Έθνος το 2008. Έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές από τις Εκδόσεις Πατάκη: Συμπληγάδες γενεθλίων (2020, κέρδισε το Βραβείο Βιβλίου Public στην κατηγορία της Σύγχρονης Ελληνικής Ποίησης το 2021), Πίσω από τζάμια θολά (2021) και Επί κλίνης κρεμάμενος (2023).




Οι αναγνώστες μας περιμένουν ίσως να μιλήσουμε για θέατρο. Αλλά εμείς θα μιλήσουμε για ποίηση. Τα τελευταία χρόνια έχετε εμπλοκή με αυτήν. Ας τα πάρουμε από την αρχή: Πώς ξεκίνησαν όλα με την ποίηση;

Όλα ξεκίνησαν περίπου μέσα στην πρώτη καραντίνα, δηλαδή το 2020 την άνοιξη. Τα θέατρα έκλεισαν, βρέθηκα πολλές ώρες μόνος στο σπίτι μου και χωρίς τη συντροφιά ή την έγνοια ενός ρόλου. Ο ελεύθερος χρόνος και το πρωτοφανές γεγονός μιας πανδημίας με έστρεψαν πολύ προς τον εαυτό μου, τη ζωή μου έως τότε, τα σημαντικά και απόντα πρόσωπα, τις ρίζες μου κ.λπ. Αυτή η εσωστρέφεια κυριολεκτικά και μεταφορικά άρχισε να αποτυπώνεται στα κείμενα της πρώτης μου συλλογής, η οποία αισθάνθηκα ότι ολοκληρώθηκε την παραμονή των γενεθλίων μου, εξ ου και ο τίτλος: Συμπληγάδες γενεθλίων.

Θα ήθελα δύο λόγια για καθένα από τα βιβλία σας. Τι πραγματεύονται;

Θα έλεγα ότι και οι τρεις ποιητικές μου συλλογές –το Πίσω από τζάμια θολά και η τελευταία, το Επί κλίνης κρεμάμενος– συνειδητά ή ασυνείδητα πραγματεύονται τον χρόνο. Τον χρόνο και τις απώλειες. Δεν είναι τυχαίο ότι άρχισα να γράφω και να δημοσιεύω στην ηλικία των 66 χρόνων. Τρία χρόνια πριν, δηλαδή στα 63, είχα χάσει και τη μητέρα μου. Αισθάνθηκα ένα ορφανό, παρατημένο παιδί που ταυτόχρονα γερνούσε. Αυτό μου προκάλεσε και εξακολουθεί να μου προκαλεί μεγάλη θλίψη και ταραχή. Ο χρόνος σαν σκάλισμα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος έξυσε και ξύνει μια σειρά από μνήμες, πληγές και επιθυμίες. Νομίζω πως το να γράφω έγινε η πιο μεγάλη μου ανακούφιση και παρηγοριά.

Έχετε κάποιο ποιητικό πρότυπο; Θαυμάζετε κάποιον ποιητή και τη γραφή του;


Τον Καβάφη πάνω από όλους. Είναι ο ποιητής που με συγκινεί πάντοτε, επιστρέφω κάθε τόσο ξαναδιαβάζοντάς τον και συνοψίζει το ιδανικό μου για την ποίηση: εικόνες, μουσικότητα, σαφήνεια στο θέμα και συγκίνηση που δεν είναι ποτέ μελοδραματική.


Ποίηση είναι...


Είναι πολύ δύσκολο να το ορίσω. Αισθάνομαι πάντως ότι ένα ποίημα πρέπει να είναι πυκνό, να μην είναι διδακτικό, να αφήνει μια σωστά μετρημένη αοριστία να πλανιέται στην ατμόσφαιρα και να μεταδίδει συγκίνηση.

Παρακολουθείτε το σύγχρονο ποιητικό τοπίο; Τις νέες εκδόσεις, τους ποιητές του σήμερα;


Δεν έχω πολύ χρόνο λόγω της ενασχόλησής μου με το θέατρο. Με συγκινούν ποιήματα της Μαρίας Λαϊνά, αλλά πέραν αυτής δεν έχω διαβάσει πολλά ποιήματα σύγχρονων ποιητών.


Ποίηση και πολιτική…


Θαυμάζω πολλά ποιήματα που θα μπορούσε κανείς να τα χαρακτηρίσει πολιτικά. Αρκεί να μην είναι διδακτικά. Ο Σεφέρης, ας πούμε, σε κάποια αριστουργηματικά του πολιτικά ποιήματα. Ή σε κάποια ο Ρίτσος. Ή ο Μπρεχτ. Ανάλογα με τις εποχές προκύπτει πιο έντονα η ανάγκη πολιτικής ποίησης. Θα ήθελα να είχα την ικανότητα να διοχετεύσω τον θυμό μου για πολλά πράγματα που συμβαίνουν στον κόσμο σε ποιήματα πολιτικά, όμως δεν μου είναι εύκολο.


Πιστεύετε στην κριτική και τους κριτικούς;


Σε αντίθεση με το θέατρο, και οι τρεις ποιητικές μου συλλογές έγιναν δεκτές με πολλή συμπάθεια από τους κριτικούς, πράγμα που οπωσδήποτε με χαροποίησε ιδιαίτερα. Ίσως να συνέτεινε το γεγονός ότι είμαι ηθοποιός, οπότε με είδαν με κάποια αίσθηση επιείκειας. Αν ήμουν μόνο ποιητής ή εάν συνεχίσω να γράφω, μπορεί να γίνουν αυστηροί, όπως είναι οι κριτικοί του θεάτρου. Γενικότερα η κριτική είναι ένα ζήτημα πολύπλοκο, άλλοτε είναι χρήσιμη, άλλοτε πολύ άδικη, άλλοτε ύποπτη κ.λπ. Πάντως θα ήμουν ψεύτης αν δεν παραδεχόμουν ότι μια καλή κριτική με ευχαριστεί και μια αρνητική με στενοχωρεί.


Πιστεύετε στα λογοτεχνικά βραβεία;


Ούτε και σε αυτά υπάρχει πάντοτε αξιοκρατία. Και όχι μόνο στα λογοτεχνικά, αλλά σε κάθε είδους βραβείο. Από τη μια είναι παράλογο μια συγκεκριμένη κάθε φορά επιτροπή να κρίνει τι είναι καλύτερο από κάτι άλλο, από την άλλη ο θεσμός των βραβείων είναι μια διαδικασία που μοιάζει κάπως με μια γιορτή και βγάζει τους ανθρώπους από μια αίσθηση μονοτονίας. Τα βραβεία έχουν να κάνουν και με την τύχη. Σαν να σου πέφτει το φλουρί της βασιλόπιττας, ας πούμε. Σε κάθε περίπτωση το τιμητικό είναι να συγκαταλέγεται κάποιος στους υποψήφιους.


Tι είναι αυτό που σας έχει προσφέρει η ποίηση ως τώρα;


Όπως προανέφερα, ανακούφιση και παρηγοριά. Είναι σαν να μιλώ εκ βαθέων στον εαυτό μου και σε ένα άγνωστο πλήθος ταυτόχρονα. Μου δίνει μια αίσθηση ελευθερίας. Αρκεί να αισθάνομαι ότι αυτό που γράφω είναι ειλικρινές.


Κάποιοι λένε ότι η ποίηση διαβάζεται σιωπηλά και ιδιωτικά και δεν καταλαβαίνουν τις ποικίλες γι’ αυτήν εκδηλώσεις.


Διαφωνώ. Η ποίηση μπορεί να διαβάζεται σιωπηλά, αλλά είναι και πολύ ωραίο να απαγγέλλεται είτε από έναν ποιητή είτε από έναν ηθοποιό. Μου άρεσε πολύ κάποτε να ακούω τον Σεφέρη να διαβάζει τα ποιήματά του. Ή την Έλλη Λαμπέτη τον Καβάφη. Ελπίζω ότι διάβασα κι εγώ κάποτε καλά Τάσο Λειβαδίτη. Ως προς τις εκδηλώσεις για βιβλία, συνήθως είναι προβληματικές, γιατί οι ομιλητές μιλούν σαν ο ακροατής να έχει διαβάσει οπωσδήποτε το εκάστοτε βιβλίο. Αυτό δεν συμβαίνει, και έτσι οι ακροατές σπανίως επικοινωνούν με αυτά που αναλύουν οι ομιλητές. Όπως σε μια θεατρική παράσταση πρέπει με κάποιον τρόπο να μπάσεις τον θεατή στον κόσμο του έργου, έτσι θα έπρεπε να συμβαίνει και στην παρουσίαση ενός βιβλίου. Αλλιώς είναι μια τυπική, διεκπεραιωτική και συνήθως αδιάφορη διαδικασία.


Γράφετε κάτι τώρα;


Γράφω, όταν έχω κάπως ελεύθερο χρόνο από το θέατρο, κάποια μικρά πεζά που ελπίζω να παρουσιάζουν κάποιο ενδιαφέρον. Είναι μια ελεύθερη συνειρμική περιπλάνηση στον χρόνο και σε τόπους, στιγμές που ξανακοιτάζω, προσπαθώ να αναλύσω ή να καταλάβω. Αυτή τη φορά αισθάνομαι μεγαλύτερη ελευθερία και ειλικρίνεια με τον πεζό λόγο και όχι με τη μορφή των ποιημάτων. Έχω μεγάλη περιέργεια για το πού θα με οδηγήσει όλο αυτό, αν θα με οδηγήσει κάπου.


Διαβάζετε κάτι τώρα;


Διαβάζω τον Θείο Βάνια του Τσέχοφ, γιατί θα το ανεβάσω το φθινόπωρο στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς. Ο Τσέχοφ, όπως και ο Καβάφης, σε υποχρεώνει να επιστρέφεις κάθε τόσο σε αυτόν. Είναι ο πιο σύνθετος-απλός θεατρικός συγγραφέας, όπως το ίδιο είναι και ο Καβάφης ως ποιητής.


Tι ελπίζετε; Τι ονειρεύεστε;


Είναι η πιο δύσκολη ερώτηση που μου θέτετε. Δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι να ονειρεύεται ένας άνθρωπος που πριν από λίγο καιρό έκλεισε τα εβδομήντα του χρόνια. Θα ήθελα, υποθέτω, έναν ανώδυνο και αξιοπρεπή Επίλογο σαν άνθρωπος και καλλιτέχνης. Μερικές φορές, ωστόσο, αγανακτώ με τη σκληρότητα του χρόνου και θέλω να ελπίζω σε κάτι απρόσμενο και συγκλονιστικά απρόβλεπτο, κάτι σαν θαύμα θα μπορούσα να πω. Αυτό θα μπορούσε να είναι ένας ακόμη έρωτας, ένας ρόλος-έκπληξη ή μια ευφυής συλλογή.



Αν σας ζητούσα να κάνετε τατουάζ έναν μόνο στίχο, ποιος θα ήταν αυτός;


«Ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω» (από τα «Τείχη» του Καβάφη). Ο κόσμος έχει αλλάξει τρομακτικά τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια. Αισθάνομαι όλο και περισσότερο ξένος προς αυτόν. Δεν μου αρέσει καθόλου αυτή η εποχή που ζούμε. Είναι πολύ δύσκολο να μεγαλώνεις μέσα σε μια τόσο κατευθυνόμενη πορεία των πάντων προς έναν απάνθρωπο υλισμό και κυνισμό. Γι’ αυτό και επέλεξα αυτόν τον στίχο της απομόνωσης.


Θα σας δίνω λέξεις και θα μου δίνετε σκέψεις:


Θάλασσα: Κατάγομαι από τη Σμύρνη και τη Σέριφο, άρα από τη θάλασσα.
Ελευθερία: Την έχω αισθανθεί κάποιες στιγμές παίζοντας ή γράφοντας και ήταν το πιο υπέροχο συναίσθημα.
Θέατρο: Μια υπέροχη τέχνη, ένα πολύ δύσκολο επάγγελμα.
Αποστασιοποίηση: Ομολογώ ότι δεν με συγκινεί. Κουβαλάει συνήθως μια ψυχρότητα που δεν είναι του γούστου μου.
Αλήθεια: Όταν υπάρχει σε οποιαδήποτε έκφραση τέχνης, συγκινεί τους αποδέκτες.
Σκηνή: Ένας ιερός χώρος γεμάτος από μόχθο, παιχνίδι, αγώνα και ανθρώπους.
Σκοτάδι: Απαραίτητο, όπως και το φως. Η πορεία από το σκοτάδι στο φως είναι η σύνοψη του αγώνα που δίνει ο κάθε καλλιτέχνης.
Ύφος: Προσδιορίζει τον τρόπο και την ταυτότητα ενός καλλιτέχνη.
Αλλοτρίωση: Αισθάνομαι ότι αυτή η απίστευτη έκρηξη της τεχνολογικής εξέλιξης αλλοτρίωσε τους ανθρώπους ηθικά, αισθητικά, κοινωνικά και πολιτικά. Η τεχνητή νοημοσύνη θα μας αλλοτριώσει ακόμη περισσότερο.


*Η φωτό είναι παρμένη από εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου