XAΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ
(από ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΑΣ, σονέτο 75)
«΄Ολες οι προτάσεις στο βιβλιο της ζωής,
αν διαβαστούν μέχρι το τέλος,
καταλήγουν σ ένα ερωτηματικό».
Σωστά. Κι εσύ τώρα έχεις μείνει με εβδομήντα τόσα σονέτα,
δηλαδή εβδομήντα τόσα ερωτηματικά,
να σε κοιτούν στα μάτια και ν΄αναρωτιούνται
ως πότε θα αντέξεις να ζεις μέσα σ΄αυτήν τη συνθήκη.
Απομένουν άλλοι έξι στίχοι για να κλείσει κι αυτό το ποίημα.
Δεν είναι λίγοι αν το σκεφτείς.
Δυο ολόκληρα χαικού.
Ή μάλλον ένα πλέον:
Πέντε συλλαβές για αρχή
που να συμπυκνώνουν το φλέγον θέμα:
Ο Βλαβιανός. Ποιός;
*
(από ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΑΣ, σονέτο 58)
Όλες οι λέξεις που ισχυρίζονται οτι
εξημερώνουν τον θάνατο λένε ψέμματα.
Τα χέρια σου όμως που τωρα κρατάνε
την τεφροδόχο με τις στάχτες της είναι αληθινά.
Όλες οι λέξεις που ισχυρίζονται
οτι παγιδεύουν την ομορφιά λένε ψέματα.
Τα χείλη σου όμως που τώρα γεύονται
μες στο σκοταδι τα δικά της είναι αληθινά.
Ολες οι λέξεις που ισχυρίζονται
ότι αλώνουν τη σιωπή λένε ψέματα.
Το ποίημα όμως που τωρα έρχεται στο φως
καταλύοντας τη λευκότητα είναι αληθινό.
Κρατιέσαι από τις λέξεις,λές και η θάλασσα έχει κλάδια
Ομως βουλιάζεις διαρκώς.Το στόμα σου είναι ήδη κάτω από το νερό.
*
(από ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΑΣ, σονέτο 9)
Του Μιχάλη
Αυτό περίμεναν. Να γλιστρήσεις.
Κι εσύ γλιστρησες με τον πιο παιδαριώδη τρόπο.
Τώρα φτύνουν στο πηγάδι σου
που είκοσι χρόνια το έσκαβες για να βγάλεις λίγο καθαρό νερό.
Οικειοποιήθηκες; Διασκεύασες; Δεν ανέφερες την πηγή
(από βαθιά περιφρόνηση για άξεστους «συνοδοιπόρους»); Eχει σημασία;
«Θα είσαι σημαδεμένος για πάντα», όπως έγραψε ο Χάρντυ στο «Τζούντ».
Είχες κλάψει τότε, στην τελευταία σκηνή του αποχωρισμού.
Κλάψε πάλι, γιατί άφεση δεν πρόκειται να βρεις.
Σαίξπηρ, Τσέλαν, Μπρέχτ, τόσοι και τόσοι θα πεις-
όμως αυτά είναι προφάσεις.Το είπαμε:«σημαδεμένος για πάντα».
Με την άκρη του ματιού σου βλέπεις το σπουργίτι
να ισορροπεί σ΄ένα ετοιμόρροπο κλαδί.
Ο,τι ζει, ζει εν τέλει μόνο του.Δέξου το.
*
(από ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΑΣ, σονέτο 67)
Πλήττεις. Όλο και πιο πολύ. Ολο και συχνότερα.
Διαβάζεις ό,τι τύχει και πέσει στα χέρια σου μήπως και ξεχαστείς λιγάκι:
πιάνεις το De pictura sacra.Ούτε την εισαγωγή δεν μπορείς να ολοκληρώσεις.
Στα είκοσι μπορεί ο φανατισμός του Μπορρομέο να σε διασκέδαζε-
τώρα όμως τον βρίσκεις αποκρουστικό.
Στην κατασταση που βρίσκεσαι, οι κανονες της ορθής αγιογραφίας σε μάραναν.
Ο «Ερμαφρόδιτος» του Μπεκαντέλλι έχει όντως κάποιο ενδιαφέρον,
αλλά ο Μαρτιάλης ειναι πιο ευφάνταστος απ΄αυτό το «διαμάντι του βούρκου».
Αρχίζεις να ξεφυλλίζεις το βιβλίο του Florentius Musicus.
Eξυπνα τα σχόλια, ωραίες οι εικονογραφήσεις, άξιος ο καρδινάλιος Σφόρτσα,
αλλά σήμερα είναι Τρίτη, 10 Αυγούστου του 2010, κι εσύ βρίσκεσαι στην Τήνο,
όχι στο Μιλάνο του Quattrocento, κι η καρδιά σου είναι βαριά σαν πέτρα
και θα΄θελες κάποιος να την πιάσει στα χέρια του και να την πετάξει
στην θάλασσα, να πάει κατευθείαν στον πάτο.Τώρα.
***
ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ
ΕΚΔΡΟΜΗ
Εκδρομή στο στόμα σου
και η επίμονη αίσθηση των καρφιών στα χέρια μου στη θέση της γλώσσας το χαλί
με τους πειρατές των ηδονών
και τα τρένα με τους γελαστούς νεκρούς να κυλάνε στις στοές των δοντιών σου
ύστερα θα μου ζητάς και εισιτήριο
τα δικά σου θαύματα είναι πιο ακριβά βλέπεις κι εγώ θα πρέπει να πληρώνω τη διαφορά.
*
ΟΧΙ ΣΗΜΕΡΑ
Όχι, σήμερα θα κάτσω μέσα
έπιασε πάλι βροχή μέσα στο σπίτι
κι εγώ θα λουστώ μέσα σου
εσύ είσαι το σπίτι μου, η βροχή μου κι ο χαμός μου κι ας λένε οι άλλοι για το Γ! Ράιχ
για τα μαλλιά μου πως είναι δάσος απάτητο και για σένα πως δεν ξέρεις από σπηλιές και μονοπάτια. Μέσα σήμερα.
*
ΕΚΕΙΝΗ Η ΛΙΜΝΗ
Όπως το μηδενικό βάρος του ουσιώδους η μουσική δηλαδή από το φλάουτο
του δόκιμου μοναχού
έτσι ακριβώς και το μήνυμα φτάνει από εκεί που δεν το περιμένουμε
χωρίς μεσάζοντες
χωρίς φιλοφρονήσεις μιας ασήμαντης ρητορείας
όχι τόσο διφορούμενο ή δυσνόητο
αλλά ξαφνικά δικό μας
σαν το σκοτάδι
που δεν μπορούμε βέβαια να το πούμε ούτε καν να το δείξουμε
λες και είναι κλεμμένο διαμάντι ατίμωση ή έκλαμψη
θα ενωθεί όπου να ναι με τα χρώματα του φθινοπώρου.
***
ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
Γυναίκα
κάθε μικρή σου υποταγή
μειώνει τη δική μου ελευθερία
εμένα ταπεινώνει
κάθε χαμένο σου δικαίωμα
πληγώνει τη δική μου αξιοπρέπεια
κάθε παραπανίσιο σου φορτίο
έχει σε μένα ρίζες προγονικές
κάθε σε βάρος σου αδικία
είναι μια στυγερή κλοπή
απ' το παγκάρι της δικής μου εκκλησίας
κι όταν εσύ λιποψυχείς
εγώ είμαι ο αληθινός προδότης
στέκεσαι δίπλα μου
στο σπίτι στη δουλειά ή στο οδόφραγμα
και με τα ίδια μάτια
ελεύθερα ατενίζουμε τον ήλιο
περήφανοι
ασυμβίβαστοι
ωραίοι μέσα στα τόσα ελαττώματά μας
εμείς που η φύση έταξε σε σάρκα μία.
[από τη συλλογή Το μαγικό χαλί, 1980]
*
Γράμμα
στην Ισιδώρα
Συγχώρα με για τον βαρύ χειμώνα
σου αναγγέλλω την επιστροφή των πελαργών
και σου χαρίζω δυο μικρά ποιήματα
να στροβιλίζονται στον κήπο σου
σαν ανοιξιάτικες νιφάδες
είσαι καλά;
[από τη συλλογή Ο πλοηγός του απείρου, 1986 ]
*
Τι
τι σκοτεινό ποτάμι η μνήμη
για να πνιγείς ή ν’ ανασάνεις
ν’ απλώσεις ένα χέρι στο κενό
τι μουσική πάνω στους τάφους
και τι πολύχρωμα φορέματα
τι θρίαμβος της καρδιάς
πικρός
σαν ένα χάραμα με δίχως φως
σαν ένα σούρουπο με δίχως νύχτα
σαν μια ζωή
τι άδειος ουρανός η μνήμη
κόκκινο σύννεφο που πάει να διαλυθεί
και λάμπει
[δημοσιεύτηκε στο περιοδιικό Εμβόλιμον]
***
ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ
Σ’ αγαπώ στις περιφέρειες
[...από την Ατη]
Σ’ αγαπώ στις περιφέρειές σου το σκοτάδι
Σ’ αγαπώ μαντρότοιχος του νεκροταφείου του Μονπαρνάς
Σ’ αγαπώ μεγάλη Τετάρτη νηστικός και χαμένος
Θα περπατήσω μέχρι την άλλη άκρη των λέξεων
Σ’ αγαπώ
Στη φοινικιά που φύτρωσε μέσα στο κοχύλι
Σ’ αγαπώ
Είμαι το μαύρο τρένο στο Μπερσύ κάθε ξημέρωμα
Σ’ αγαπώ
Σ’ αγαπώ πλεξούδα της νύχτας της αγκαλιάς
Σ’ αγαπώ
Σ’ αγαπώ σημαίνει ή ακολουθώ ή αφήνω
Σ’ αγαπώ
Σ’ αγαπώ στους λοβούς των αυτιών σου κάτι
Σ’ αγαπώ είσαι Σ’ αγαπώ
Βραδινή φούρια στο Μπελβίλ
Σ’ αγαπώ
Εκεί άρχισα να ζω αυτό το ποίημα του αποχωρισμού
Σ’ αγαπώ είμαι εγώ.
***
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΕΤΑΣ
Θυμάμαι
Όπου κι αν βρίσκομαι, όπου και να ’μαι,
θέλω ταξίδια και καράβια, να θυμάμαι.
Θέλω του φάρου, τ ’ άγιο φως που περιστρέφει,
να μου φωτίζει κάθε σκέψη, που επιστρέφει.
Οσμίζομαι τη θάλασσα, όπως ήταν πρώτα,
και πάλι, σκέφτομαι, του καραβιού τη ρότα.
Καθώς, στη σκέψη βρίσκομαι κοντά του,
νιώθω πρωτόπειρο πουλί, στο πέταγμά του.
Βλέπω, στο σχήμα των συννέφων, κάστρα!
Με φως κατάλαμπρο, τη σελήνη και τ’ άστρα.
Καθώς, πολλές οι στιγμές πανωθέ μου,
τα ξέφρενα λόγια θυμάμαι, τ’ ανέμου.
Εικόνες άπειρες, που μου θυμίζουν
παλιές φωτογραφίες μου, που κιτρινίζουν.
Που χρόνια τώρα, κρέμονται στον τοίχο,
και φέρουν στοχασμό, σ’ ενθύμιο στίχο.
Πορεύομαι,
γλάρους ακίνητους, καθώς
τη σύναξη θωρούν, της αθερίνης.
Την Αίθρα ή την Γαλάτεια
σε πύρινες ανάμεσα ηλιαχτίδες.
Την ακύμαντη εμπρός μου Γαλάζια,
την έμβρυα βαθυκύανη άρμη.
Ξυλάρμενα και χάλκινα στον όγκο των αφρών
που σέρνουνε πεισματικοί βοριάδες λαμνοκόποι.
Της βροχής την αντίλαλη πτώση,
τους δαίμονες αφρούς δίχως απόχρωση.
Όσες αγάπησα στο θάμπος του πυρός
μάγισσες κοσμομάντισσες σε ράχες πολυκύμαντες.
Την ξέθωρη γραμμή του ορίζοντα,
τους θύσανους διάφεγγους Διόσκουρους.
Σκιές στο διάμηκες,
στο κιάλι της μπαλέστρας.
*
ΜΙΛΤΟΣ ΓΗΤΑΣ
Δεύτερε θλιμμένε μου εαυτέ
Σε κουβαλάω μαζί μου από παιδί
δεύτερε θλιμμένε μου εαυτέ.
Μέσα στη βροχή σε βρίσκω
στην ψυχή μου κάπου σε χάνω.
Μόνος μες στο βαγόνι να φοβάμαι
και το ταξίδι πριν ξεκινήσει τελείωσε,
το τραγούδι πριν τραγουδηθεί σιώπησε.
Σε κουβαλάω μαζί μου από παιδί
δεύτερε θλιμμένε μου εαυτέ
κι όσο εσύ πυροβολείς τόσο εγώ πεθαίνω.
Αδειάζεις την καρδιά μου κι όμως
είμαι πάλι εγώ στο βυθό να σε κοιτώ.
Στ’ άδυτα εγώ κι εσύ
κι όσο γεμίζω ρυτίδες εσύ νεανίζεις
κι όσο τρομάζω τόσο σφίγγεις τη θηλειά.
("Ανακωχή " 2011)
*
ΠΡΙΝ
Πριν έρθει ο φόβος,
σιωπή.
Πριν έρθει η αλήθεια,
γαλήνη.
Πριν μου πεις όχι,
αγωνία.
Πριν καταλάβω ότι λείπεις,
διαίσθηση.
Πριν σε χάσω
δάκρυα.
Πριν έρθει ο θάνατος,
περισυλλογή.
Πριν περάσουν τα χρόνια,
θα γυρίσω.
(Επαφή 2009)
***
ΠΑΥΛΙΝΑ ΠΑΜΠΟΥΔΗ
ΜΕ ΤΟ ΚΑΦΕ ΒΕΛΟΥΔΙΝΟ ΠΑΛΤΟ ΣΤΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ ΤΟΥ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ
Τρέχω με τα χεράκια ανοιχτά. Γύρω,
Σκορπίζει το κοπάδι έντρομο
(Δεν είνʼ αληθινός ο πανικός -
Για την φωτογραφία υποκρίνονται,
Για την αιωνιότητα.)
Γελάω. (Δεν είνʼ αληθινό το γέλιο -
Είναι μονάχα πανικός προς τα εμπρός.)
Φοράω το καλό μου το παλτό
Ιδιότροπος γιακάς
Κουμπιά ντυμένα με καφέ βελούδο.
Κάποτε ήταν της γιαγιάς
Μετά, της Έλλης, ύστερα δικό μου
Βασανισμένο σε πολλές μετενσαρκώσεις
Μεταποιήσεις και μετακομίσεις.
Ενα κουμπάκι του υπάρχει κάπου, ακόμα.
Ανθρωποι πέρα δώθε, σκοτεινοί.
(Δεν είναι η ζωή τους,
Υποκρίνονται περίπατο.)
Στο βάθος, φέγγει ο Άγνωστος.
Τόξο το άφθαρτό του σώμα επί τας.
Α, των μαρμάρων η λευκότητα,
Της μέρας, των περιστεριών,
Του άγνωστου.
Λένε, αυτά τα περιστέρια γίναν σαρκοφάγα.
[Aπό το ΜΑΥΡΟ ΑΛΜΠΟΥΜ]
*
ΤΟ ΠΟΥΛΙ ΠΟΙΗΜΑ
Έρχονται πάλι στʼ όνειρο τοπία
Του προγονικού πλανήτη
Πυκνοκατοικημένα απʼ τον πληθυσμό των αοράτων
Σύννεφα σε αντίθετη περιστροφή του θόλου,
Σε ταχύτητες φωτός κυνηγημένα,
Στρόβιλο έντρομων πουλιών σηκώνουν
Μνήμες
Από το φτερωτό μου γένος
Του ανθρώπου
Ωδικό του κατώτερου αιθέρα,
Άρπυια, ερινύα, γρύπας, φοίνικας δικέφαλος,
Αδέξιο στρουθίο,
Με ψιχίο του άπειρου στο ράμφος
Έξω και μέσα
Ορνιθοσκαλίσματα
Ξύνω
Λοξά στο κέλυφος
Χτυπώ
Χτυπώ
Να σπάσει
Το αυγό μου
Με το θνησιγενή του λόγου νεοσσό
[ΑΠΟ ΤΑ ΧΙΛΙΑ ΦΥΛΛΑ]
*
ΤΟ ΨΑΡΙ ΠΟΙΗΜΑ
Κάτοικος της αβύσσου
Ποίημα με βράγχια
Ψαράκι στου ψαριού το στόμα
Του πιο μεγάλου
Του θεόρατου
Στο ενυδρείο
Αιφνίδια ανεβαίνει
Πρέπει
Αναγκασμένο
Αστραπιαία
Ασημένια βολίδα
Σπάει η φούσκα του.
Για μια στιγμή
Αστράφτει ανάποδα
Πολύτιμο
Με την κοιλιά
Στο εχθρικό στοιχείο
Οι άσπρες λέξεις το τρώνε μεμιάς
Αποσυντίθεται
[ΑΠΟ ΤΑ ΧΙΛΙΑ ΦΥΛΛΑ]
***
ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ
Έχασα εσένα μα κέρδισα την Ποίηση.
(Από την Προφητεία του Ανέμου, Δωδώνη 2009)
*
Χέρια μου
Χέρια δυσκίνητα
βουνά ακίνητα
απόλυτα θλιμμένα
Χέρια μου,
που ονειρευτήκατε γραφές
δοθήκατε στην Πόιηση,
το ταξίδι της ψυχής μου.
Χέρια,
-σκληρά και μόνα-
τα βράδυα
μιλάτε με το μολύβι
σιωπηλά,
τον συρτό του ήχο αφουγκράζεστε
Χέρια μου,
ζείτε τη δική σας ζωή,
έξω από μένα,
και χωρίς-.
*
Καθυστερούμε την συνάντησή μας.
Στην αρχή την καθυστερούσαμε τυχαία.
Τώρα πια ηθελημένα.
Και διασκεδάζουνε στη σκέψη ότι ηθελημένα καθυστερούμε.
Και ηδονιζόμαστε στη σκέψη ότι-όταν βρεθούμε-
μπορεί και να αρέσουμε ο ένας στον άλλο.
Αρέσουμε ήδη.Ήδη αδημονούμε.
Κι είναι τόσο όμορφα!
Αν είναι αυτό να αλλάξει,
ποτέ να μην βρεθούμε.
*
Τα ποιήματά του τα διαβάζω ξανά και ξανά.
Του έγραψα: «Αρχισα να διαβάζω το βιβλιο πάλι χθες το βράδυ και το βρήκα ακόμα πιο καλό».
Αναζητώ το ρόλο μου μέσα στα ποίηματά του,
τα άρτια σκηνοθετημένα,
με τις υποβλητικές σκηνογραφίες.
Μπαινοβγαίνω σε ξένες ζωές
και αυτό με ηδονίζει.
Μου παρατείνει τον χρόνο μου.
Είμαι για -λίγο -ο άλλος
που δεν τολμώ να παραδεχτώ ιδιωτικά
ή να ομολογήσω δημόσια.
Τα ποιήματά του με γυρνάνε πίσω στον εαυτό μου.
***
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΘΗΝΑΚΗΣ
"Δεν είναι"
(από τη συλλογή "χωρίσεμεις", εκδ. Κοινωνία των (δε)κάτων, 2009)
Πέταγα
στης μάχης με τα ξωτικά τ' αδιάκοπο πηγαινέλα
τότε που ένα χέρι βίαιο μου έστειλε αντίο
[Δεν είναι το χώμα που με σκεπάζει ελαφρύ
είναι που βάρυνε τ' άθλιο σκουπίδι που κουβαλώ αιώνες]
Και τώρα τι
ποιος να ζητήσει απ' το παρόν να ρίξει φως στο αίμα
στα ηφαίστεια και στις αγκαλιές
[έτσι που καταντήσαμε - πολυφορεμένοι πολύ]
για να δαμάσει τα πάθη τ' ανελέητα
τα πάθη των ερώτων
[Δεν είναι το φέρετρο σπαθί να το φορέσεις
είναι μόνο ένα κομμάτι σου και μιας ζωής το θέλω]
Βάλε με επιτέλους στο κελί
που μου υποσχέθηκες
-να κοιμηθώ-
και σκέπασέ με καλά με κάγκελα και κρύο
αφού
το ξέρεις
γέμισα καημούς
είμαι όλος φευγιό
μακρινό κι απαραβίαστο
είμαι γεμάτος ερωτήσεις δύσκολες
-μια για το έλα δυο για το μείνε-
[Δεν είναι η φυλακή αυτό που με σκοτώνει
είναι η ελευθερία μου που δεν μπορώ ν' αντέξω]
***
ΧΡΥΣΑ ΜΑΣΤΟΡΟΔΗΜΟΥ
Επικίνδυνοι έρωτες
Σαν την πυγολαμπίδα
που πέφτει πάνω στο φως
και ταξιδεύει
κατευθείαν στο θάνατο
αδιάφορα
αρκεί μια φορά το φως να αγκαλιάσει
έτσι είναι και οι
επικίνδυνοι έρωτες
ζουν για να αγκαλιάσουν
έστω μια φορά
το φως.
*
Χώρος υποδοχής
Ως μέσα
στην ψυχή μου
οικόπεδο με μπάζα
η ζωή μου
όπου ο καθένας ό,τι
του περίσσευε τοποθετούσε
ώσπου ξέχασα τι
πραγματικά μου αναλογούσε
στο καθαρό μου οικόπεδο
πριν γίνει
χώρος υποδοχής
αλλότριων ετερόκλητων όγκων
Τώρα πώς εκκαθάριση να κάνω
με τόσο άχρηστο υλικό να βρω ξανά
τι πράγματι μου ανήκει
από τα ξένα σώματα να ανασάνω
***
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΥΣΣΑΣ
(από το βιβλίο ΟΙ ΑΣΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΕΙΝΑΙ ΠΟΙΗΣΗ
ΑΠΟ ΜΟΝΟΙ ΤΟΥΣ)
[ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΜΟΝΟ....]
Ε.
Δεν είσαι μόνο μια φωνή κυνηγημένη
Στον τηλεφωνητή του κινητού σου έν΄αγρίμι.
Εισαι,ιδίως,μια γυναίκα που ανασαίνει
Μια βεβαιότητα καμπύλης,όχι φήμη,
Δυο μάτια μ΄ενα πλήθος αποχρώσεις: η Ελένη.
*
Ο,ΤΙ ΜΕΝΕΙ
Χ.
Διάψευση των θριάμβων
Ήτανε ακριβώς ο θρίαμβος των διαψεύσεων.
«Απ΄τη ζωή μου πέρασες, με τσάκισες,με γέρασες».
Τρόμος της μνήμης είναι ο τρόμος των λέξεων.
_*
ΑΠΟ ΠΟΛΥ ΜΑΚΡΙΑ
Χ.
Οχι με το χρόνο
Μα με τους τόπους οι άνθρωποι συνδέονται:
To παρκάκι πίσω από τη Βιβλιοθήκη
Τα σκοτεινά σταθμαρχεία στην παλιά Κανιγγος
Το μαγαζί του Μήτσου στη Ναυάρχου Αποστόλη
Κι εκείνη η Πολυλά,η οδός Κυπριάδου,που στενεύει.
Οι αστικοί χώροι είναι ποίηση από μόνοι τους.
«Μαζί σου ως την άκρη του κόσμου»:
Μεγάλα λόγια μιας άλλης εποχής.
Ερχονται από πολύ μακριά οι αναμνήσεις
Με πολιορκητικούς κριούς
Επιτίθεται ξανά η απομόνωση.
***
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π.ΚΡΑΝΙΩΤΗΣ
(απο το Ενδόγραμμα)
ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ
Πετάει στ΄άγνωστο
η αλήθεια μου.
Συ λάμπεις
κι εγώ μεθάω.
Διεκδικώ
το γρίφο σου να λύσω
Ξυπνά η έναστρη αυγή
του πόθου μου.
Συ αστράφτεις
κι εγώ αγαπάω.
Ακροβατώ
στα όνειρά σου
να θρηνήσω.
*
ΚΎΚΛΟΣ
Σχίζω το ημερολόγιο,
μη θέλοντας
να διαβώ τις ώρες,
μη θέλοντας
να σκοντάψω στις μέρες
του κύκλου
που με φυλακίζει,
πνίγοντας
ο,τι ωραίο
φώναξα δυνατά
μέσα μου.
*
ΑΜΗΝ
Πολύ καλό
να σ΄αγαπούν,
μα πιο πολύ
να θέλουν
έμπνευση να΄σαι
το πρωί,
γλυκόπιοτο τη νύχτα,
στα χείλια σου
να γεύονται
το Αμήν
σαν καληνυχτα.
***
ΝATAΣΑ ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΥ
(...από τον ΑΤΜΟ)
[.....]
Φρέσκια μέρα
Το σώμα
ξερό
Τα σύννεφα
τα΄φερε
τα πήρε αγέρας
Ο ουρανός είναι εδώ.
Κοιμάται το λιοστάσι
στην αγκαλιά του Αυγούστου
Απρόσμενος μαιστρος το βουρλίζει
Μαλλιά του ανέμου
χρυσολυμένα
τα ώριμα σταχυα
στο φρυδι της θάλασσας γλιστράν
με γαργαλάν
Κύμα που σκάει
το χάδι σου
στις φτέρνες της ζωής μου
Σαν κόμη
τα πεφτάστερα
γλιστράν στο πρόσωπό μου
Μια χαραμάδα
στον οριζοντα
αρπάζει τη βολή μου
Πιάσαν νωρίς
οι κυνηγοί δουλειά εφέτος
Τα ντουφέκια
τα σκυλιά
τα φυσεκλικια-
επος.
Το πονηρό θηρίο
αξετρύπωτο.
Χρυσή το χάραμα έρχεται
Χρυσόμυγες χορεύουν
Αποχωρεί χρυσή
Στο μονοπάτι θρος
Σερνάμενος ο ανθός
της βουκαμβίλιας
[.....]
***
ΤΑΚΗΣ ΤΣΑΝΤΗΛΑΣ
Αερικό της νύχτας
Αργά περπάτησες μες στη βροχή
σιωπηλά μέσα στη θύελλα
και με προσκάλεσες ξανά
μ’ εκείνο το επίμονο βλέμμα σου
που αδιασάλευτο ηδονικό γίνεται φως
πνοή και πρόσταγμα χορού
ερωτικού χορού
μες στη βροχή
μέσα στη θύελλα
δίχως κανόνες και σωστούς βηματισμούς
απείθαρχο σαν ξωτικό αερικό της νύχτας
να πλημμυρίζει ο νους και οι αισθήσεις
με βροχή
με θύελλα
με έρωτα
με σιωπή
Αργά περπάτησες μες στη σιωπή
και χάθηκες
("Ανιχνεύοντας ουρανό")
*
Σαν βροχή και σαν χάδι
Κρύβω στη νύχτα τους σεπτούς μου σταυρούς
ραίνοντας τους με άνθη των άστρων
ταξιδεύω μαζί τους - για λίγο - ως τα σύννεφα
στις πηγές που αναβλύζουν αμάραντο δάκρυ
κι επιστρέφω σε σένα
σαν αυγή
σαν βροχή
και σαν χάδι
***
ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ
Το γυμνό ποίημα
Έρχομαι σε σένα με το σώμα μου γυμνό.
Πρώτα παχουλό και ασχημάτιστο
με δίπλες στα χέρια και στα πόδια
ύστερα έφηβο στο μωβ του κοχυλιού
χωρίς την εισβολή του μολυβιού
που θα αλλάξει την άγνοια της γραφής
τέλος γυναικείο,
με εγγεγραμμένη
την κοιλάδα της απώλειας
φουσκωμένο με την υγρή βεβαιότητα της γέννας
με λέξεις καμπύλες
για να κρύβουν και να έλκουν
με τα κενά ανάμεσα στους στίχους
για να σιωπούν
και να χωρούν το σχήμα των δαχτύλων σου.
Έρχομαι σε σένα
κάθε βράδυ,
ποίημα γυμνό και μόνο
γεμάτο ψίθυρους και αρχαία μυστικά.
Για να με διαβάσεις.
*
Νυχτερινό
Πού να πηγαίνεις άραγε τα βράδια
φορτωμένος τόσα μυστικά;
Ποιοι κόσμοι τάχα να γεννιούνται
πίσω από τις σκοτεινές καμάρες των ματιών;
Αύριο βράδυ θα δεθώ σφιχτά στην αγκαλιά σου
θα φορώ το κόκκινο φουστάνι
που χορεύει μόνο του την νύχτα
και σαν έρθει η βάρκα του ύπνου
να σε πάρει
λαθρεπιβάτης μέσα θα χωθώ.
Για νάμαστε μαζί στο όνειρό μας.
*
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Αν φανταζόσουν άλογο;
Θαλασσινό.
Κι αν έβλεπες μια σκάλα;
Στο χείλος του γκρεμού.
Κι αν σπίτι;
Κάπου μαζί.
Κι ο έρωτας;
Ίέχνη από βουλοκέρι σε επιστολή
που δεν επιδόθηκε ποτέ.
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΓΚΙΤΣΗ
Γλυκό του κουταλιού από καιρό φυλαγμένο
Αχνάρια σμιλεύουν τα όνειρα μας
πρωινές έγνοιες μας ταλανίζουν
τα βράδια σαν γείρουμε ακάλεστοι
στην πικρία της νύχτας.
Με γλυκό του κουταλιού βιώσαμε
την ευτυχία κόντρα στο απόλυτο σκοτάδι
που αναδύουν κάτι παλιά σκονισμένα
στις σελίδες τους βιβλία.
Παραμάσχαλα θα σε πάρω κόσμε
να σου μάθω να χαμογελάς
στα πιο δύσκολα.
Ελπίζω μοναχά
να φτάσει το γλυκό του κουταλιού
π’ από καιρό σου ‘χω φυλάξει.
*
Back Up
Οι επιστήμονες αποφάνθηκαν με σοβαρότητα,
θα υπάρξουν και ηλιοβασιλέματα –ιοί– που θα σημαίνουν το τέλος.
Και το 'λεγα! Δεν το 'λεγα;
Μαζέψτε χαμόγελα πρωινά
και νυχτερινές ανάσες.
Αποθησαυρίστε μεσημεριανά χασμουρητά
κι αγκαλιές απογευματινές
κυρίως αγκαλιές.
Να 'χετε να θυμάστε όταν ηλιοβασιλέματα χωρισμού
θα ξημερώνουν μοναξιά
και σβήσιμο αποθηκευμένων
στιγμών.
Πάρτε Back up
μπας και επαναφέρετε
τα χτυπημένα παρελθόντα προγράμματα
της σχέσης σας!
***
ΜΑΡΙΑ ΤΣΙΡΑΚΟΥ
Νέα εποχή
Μην ξαφνιαστείς
τη φωνή σου όταν ακούσεις
και κείνο τον ήχο
από τα ξεραμένα φύλλα
όταν στη σκέψη σου μιλήσει,
μη φοβηθείς…
Στις πρώτες στάλες της βροχής
το δάκρυ σου ν’ αφήσεις,
την αντοχή σου στην ανάσα
να μετρήσεις…
Ανθρώπους που αγάπησες,
αυτούς που άντεξες
να κουβαλήσεις,
να τους μιλήσεις,
μη φοβηθείς…
Η άνοιξη απέχει ένα μονάχα βλέμμα.
*
Έτσι απλά (γιατί το φεγγάρι ήταν πάντα εκεί, αλλιώς όμως το είδα)
Μια νύχτα μετά την
πανσέληνο,
οι σκέψεις απόρησαν
με το γίγνεσθαι.
Σα να’ ταν όλα σκοτάδι
-πώς περνούν τα χρόνια!-
Σα να μην υπήρχε επαφή
-πώς αντέχει ο άνθρωπος!-
Οι λέξεις ειπώθηκαν
αβίαστα, ωραία…
Κι’ ήταν η νύχτα
γεμάτη από φως.
Στο αιώνιο έλεος
-λίγο μετά την πανσέληνο-
Δε μετρήσαμε σιωπές,
μονάχα ανάσες.
***
ΕΛΕΝΗ ΓΟΥΝΑΡΗ
ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ
Απόψε όλα θα στα πω
δεν χρειάζεται τίποτα να ρωτήσεις
Σε κανένα όνειρο δεν αντάμωσα αυτόν εδώ το δρόμο
Δεν θυμάμαι να επιθύμησα αυτή τη γειτονιά
Κι όμως η ψυχή
λες κι αναγνωρίζει τον τόπο
κι ο νους που ολοένα κόντρα μου πάει
σκανδαλίζεται με το να απορεί
Τόση λαχτάρα είχα
να αναθρέψω ένα παρελθόν υιοθετημένο;
Ποιος είναι αυτός που κλαίει τα βράδια
και δακρύζουν τα μάτια μου;
Ποιος αδικοχαμένος έρωτας ποθεί
από το σώμα μου ν’ αναστηθεί;
Μήτε τις γραμμές κατάφερα να διαβάσω
μήτε και τη σφαίρα τη κρυστάλλινη
κι ας σμίλευα με το καλέμι τις στιγμές
Τ’ αλφάβητο μόνο δεν με πρόδωσε
δεν φανέρωσε ποτέ το λάθος
αλλιώς, θα είχα χάσει την ψευδαίσθηση
Όλα θα στα πω
όλα όσα δεν έμαθα
Γιατί τα άλλα
όταν τα έμαθα,
είχαν ήδη τελεσφορήσει..
*
ΠΥΡΕΤΟΣ
Ο (υ)ιός της ψυχής
μεταφέρει τη νόσο στα σωθικά σου
Δύο φλεγόμαστε τώρα
Η μάνα των στίχων
εκπέμπει από πειρατικό σταθμό
με φωνή τρεμάμενη
Ο γόνος της
άδειασε τη φαρέτρα του
σημαδεύοντας τα κορμιά μας
Εντυπωμένα τραύματα συνουσίας
ενός θεού ακατάληπτου
και της συντρόφου του
που εναλλάσσουν ρόλους
ως ερμαφρόδιτα πλάσματα
και το ακόρεστο ταΐζουν
Πυρακτώνουν τις φλέβες μας
με θραύσματα άστρων
την ώρα που καταιγισμός ονείρων
προκαλεί επιδημία
Δεν επέρχεται ίαση
Είναι στα αζήτητα..
***
ΤΖΟΥΛΙΑ ΠΟΥΛΗΜΕΝΑΚΟΥ
"Ο Ρ Ι Α"
Εντουαρντ Όλμπυ
Βιρτζίνια Γουλφ...
Πληγωμένοι έρωτες
Βίαιες καταστάσεις
Σχέσεις απελπισίας και πόνου
Κατάθεση ψυχής τα αιώνια
Τραύματα...
Ψυχές
Κορμιά
Ξεγυμνωμένα...
Μάρθα και Τζωρτζ
Χάνυ και Νικ...
Μετρώντας τις πληγές τους/μας
χώνοντας βαθιά τα νύχια στις ψυχές τους/μας
αντιμετωπίζοντας την αλήθεια
στο μεγαλείο της...
Δρόμος ανοιχτός στην αυτογνωσία
Και στο τέλος χείμαρρος
Η λύτρωση...
Κανείς δε φοβάται πια τη Βιρτζίνια Γούλφ...
*
"ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ"
Ήμουν.
Ένα μήνυμα σε κενό μπουκάλι.
Πεταμένο στη θάλασσα.
Γλάροι κατάλευκοι.
Γυαλιστερά κοχύλια.
Μια υπόσχεση δώρο ξεχασμένο.
Ήμουν.
Βρέχομαι με αλμυρό νερό.
Κόκκοι άμμου τα δάκρυα.
Καθρεφτίζεται το πρόσωπο.
Είμαι.
***
ΗΛΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ποτά στην Πλατεία
ξέφυγες νύχτα στην πλατεία..
το μπαράκι το βάφτισες ναό της ξενοιασιάς Σου, της ανεξαρτησίας Σου..
νόμιζες..
οι φλέβες γέμιζαν αλκοόλ χωρίς όριο,
πνιγόσουνα έλεγες και γέλαγες, γέλαγες πολύ αλλά τα μάτια Σου
...σε πρόδιδαν..
η σκέψη ήθελε να πάει σε Αυτόν αλλά αρνιόσουνα, Εσύ δεν την άφηνες,
νόμιζες ότι μπορείς να δαμάσεις τα πάντα,
το μυαλό, την καρδιά..
αλκοόλ κι άλλο
από εκείνο τον παράξενο τύπο μέσα από τη μπάρα..
ποτήρια χλόμιαζαν στο άγγιγμα των χειλιών Σου,
από την αντίσταση στον ίδιο σου τον εαυτό
από τη γνώση του είναι..
ακόμα και τα παγάκια έλιωναν γρήγορα
ακόμα και το ποτό καταλάβαινε τι γίνεται,
όλα εκτός από Εσένα..
η νύχτα στην πλατεία σημάδι με καυτό σίδερο πάνω Σου,
δεν θέλεις να ξεχάσεις,
είδες τελικά ότι η αντίσταση είναι μάταιη,
κάποτε.
(Αγάπη που σε λένε 14" Εκδόσεις Άπαρσις )
*
ΣΤΑΓΟΝΕΣ
Σου ψιθύρισα στο αυτί,
σε αυτό το αυτάκι που λάτρεψα από τη στιγμή
που σμίξανε τα βλέμματα..
Σου ψιθύρισα..
Σε αγαπώ..
σαν νερό που φεύγει από την κορυφή ποταμού
τρέχουν οι λέξεις, τα αισθήματα, τα δάκρυα..
Σου ψιθύρισα στο αυτί όπως τότε,
που τα μαλλιά ήταν χρυσά από τον ήλιο της εφηβείας..
Σου ψιθύρισα και έφυγα για να μην δω τη βροχή..
φοβήθηκα..
έπεσα στα σεντόνια τρέμοντας,
προσπαθώντας να καταλάβω, να αισθανθώ τη ζέστη που μου δίνεις
αν είναι αλήθεια ή αν θα ξυπνήσω απότομα από γλυκό όνειρο..
προσπαθώ να κοιμηθώ αλλά μάταια..
σηκώθηκα μες’ τη νύχτα γυμνός,
μουσκεμένος γεμάτος από κρύα παγωνιά..
κοιτάω ώρες από το παράθυρο
βλέμμα αναζήτησης πέρα από εκατομμύρια φώτα,
μακριά, κοντά, δεν ξέρω δεν καταλαβαίνω..
βρέχει πολύ παντού..
παίρνω μια σταγόνα, την ακουμπώ στα χείλη..
χαμογελώ..
γνώρισα τη γεύση, γλυκιά αλλά και αλμυρή..
βρέχει απόψε μα ο φόβος γίνεται χαρά..
από μια σταγόνα.. γνώριμη..
(Αγάπη που σε λένε 14" Εκδόσεις Άπαρσις )
***
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗ
Oυρανέ, κοίτα με!
Ω Oυρανοί!.. Aπειλητικοί
έρχεστε καταπάνω μου
να συντρίψετε σαρκαστικά
τα υπολείμματα των ονείρων!
Με βαφτίσατε ΄Εκπτωτο ΄Αγγελο.
Μ’ εξορίσατε σε μια γη άνυδρη και στείρα.
Το κέρας της Αμάλθειας
φυλάξατε για τα δικά σας παιδιά.
Μισήστε με, λοιπόν! Μισήστε με,
όσο δυνατότερα μπορείτε. Αδιαφορώ.
Μισήστε τη θνητή μου σάρκα,
τα μάτια με τη ζωγραφισμένη πείνα.
Ένα μικρό κομμάτι, τόσο δα!..
– ελάχιστη ευτυχία –
αν αρνηθείτε στο μοίρασμα,
θα κλέψω την ψίχα του
από τις εκλεκτές σας προσδοκίες.
Τον σπόρο γενιάς αθάνατης
– δε λαθεύω – θα σπείρετε,
όταν η παρουσία μου γίνει χώμα.
΄Ετσι θα μ’ εκδικηθείτε,
επειδή αντιστάθηκα στο θέλημά σας,
αψήφησα την εξουσία σας,
έστρεψα τα μανιασμένα κύματα
πάνω στα έρημα, σιωπηλά βράχια.
***
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΑΜΟΥΛΙΑΝΟΣ
Αφήστε το τίποτα ήσυχο
[Μην το παρεξηγείτε]
Οι ποιητές είναι ελεύθεροι.
Μόνο τις νύχτες.
Απελευθερώνονται από τα οράματά τους
κλεισμένοι στα σύννεφα.
Τσαλακώνουν ωραία τα φανάρια.
Τη μέρα γίνονται επαγγελματίες άνθρωποι με μαύρα γυαλιά.
Τρώνε,αγαπούν,ψηφίζουν.
<Γιατί οι ποιητές δεν ψηφίζουν;>
Βεβαίως και ψηφίζουν.Αλλά ψηφίζουν τελείες,όχι κόμματα.
21-11-2007
*
ΣΤΙΧΟΙ ΜΙΑΣ ΒΡΑΔΙΑΣ [Α]
Πάντα υπάρχει μια λύση ποιητική.
Είτε θανάσιμη είτε ζωοφόρα,πρέπει να την ακολουθήσεις.
24-11-2007
*
ΣΤΙΧΟΙ ΜΙΑΣ ΒΡΑΔΙΑΣ[Β]
Στα βουνά μαθαίνουν οι τύψεις να διαβάζουν.
Και τί είναι τα βουνά;
Πρόσχημα για να φοβούνται οι άνθρωποι.
24-11-2007
*
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΚΑΘΕ ΝΥΧΤΑΣ[Α]
Η σελήνη κάπνισε
το τελευταίο τσιγάρο
πριν τελειώσει η βάρδια της.
Κι ύστερα έπεσε στη θάλασσα
αφού την είδε ο ήλιος
να φιλιέται
με έναν μετεωρίτη.
25-3-2008
*
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΚΑΘΕ ΝΥΧΤΑΣ[Β]
Μικρό πλήθος εγκληματιών
πάνω στα στήθη του λόφου.
Απεργία ερωτική
σήμερα.
Γι΄αυτό διάβαζες
από χθες
τη Λυσιστράτη,
και το πρωί
την έβαλες
κάτω από το μαξιλάρι
σου.
25-3-2008
[Από το βιβλιο<Μεταξύ Δεύτερης και Τρίτης Σταύρωσης
Πανεπιστημιακες εκδοσεις Ε.Μ.Π.]
****
TO VARELAKI ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΙ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΝΕΑΡΟΥ
ΧΡΗΣΤΟΥ ΑΓΓΕΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ:
ΑΥΤΟΘΥΣΙΑ
Τη ζωή μας τη ζήσαμε αλλού
Στο περιθώριο δύο θανάτων προσδοκώμενων
Έκοντες – άκοντες συγκατανεύσαμε
Και δώσαμε υπόσταση σε μια καταβαραθρωμένη μνήμη
Τώρα πια που μάθαμε
Πως διόλου ουρανός δεν υπάρχει
Ορθώνουμε τη σιδερένια σκάλα
Που ξεκινάει από τα μάτια μας
Και ανεβαίνουμε
Ανεβαίνουμε
Μην πει κανείς προς χάριν ματαιοδοξίας
—Είμαστε θνητοί περιορισμένοι
Πάντοτε τυρβάζαμε περί άλλων και τα συναφή—
Ούτε φυσικά για να βουτήξουμε
Ρινίσματα γαλάζιου και μπαλωμένο φως
Μόνο για να χαρούμε την προσχεδιασμένη πτώση μας
Να μεθύσουμε από τον ίλιγγο της αυτοθυσίας μας
Και ύστερα να μετρηθούμε
Ποιος θα φιλήσει πρώτος τα πόδια του θεού
Λίγο προτού καταποντιστεί
Με πάταγο
Στο χώμα.
****
BΑΓΓΕΛΗΣ ΜΥΛΩΝΑΣ
...σαν τ΄αεράκι
που σε χτυπάει το καλοκαίρι στο πρόσωπο
και παρασέρνει
το μπλουζάκι
έτσι σ΄αγαπούσα
*
Όσο ο άνεμος ταράζει τη θάλασσα
Όσο οι καπνοί απ΄τα τσιγάρα
πλημμυρίζουν το δωμάτιο
θα ζω
*
Μόνος με συναισθήματα που τρεμοσβήνουν
είδα στα μάτια μου του κόσμου το κακό
πού να πήγαν οι αγάπες που αγαπήσαμε
σε ποιά ουράνια φαντασία να ανήκαν
*
Τόσες όμορφες λέξεις
Εχουν χτιστεί
Τις φωνάζουν δυνατά
ποιητές
|
|
****
...για την ποίηση....
ΤΑΚΗΣ ΤΣΑΝΤΗΛΑΣ
"Η ποίηση είναι διέξοδος, είναι ανάγκη, είναι απόδραση από το στέρεα, τ’ αμετακίνητα, τα καθηλωμένα. Είναι η συμπυκνωμένη μορφή λόγου που αλώνει αναίσχυντα τείχη και στήνει σκάλες σ’ απρόσιτα σύννεφα. Το δύσβατο και συνάμα γοητευτικό μονοπάτι που οδηγεί στο φως μέσα από την εξέγερση των αισθήσεων και των συναισθημάτων"
Γράφω κάπου πως:
"Οι ποιητές, μοναχικοί και απροσάρμοστοι, ακτιβιστές της χαραυγής και της ανάστασης, βάζουν φωτιά στ’ αμετακίνητα, φιλονικούν με τ’ αναπόδεικτα, βγάζουν σκουριές από τα αγάλματα, αγκαλιάζουν τα έρμαια, ανάβουν το τζάκι εντός μας και μας φιλεύουν με χόβολη και ψωμί ζυμωμένο στο μέλλον"
***
ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ: «Η παγκόσμια μέρα της ποίησης είναι κάθε μέρα. Ή ποτέ».
***
EΛΕΝΗ ΓΟΥΝΑΡΗ:
«Ποίηση για μένα είναι η ανίχνευση του φωτός μέσα από την αναμέτρηση με τη νύχτα μας. Η αποτύπωση των συναισθημάτων μας μέσα από λέξεις που φλέγονται, που πάλλονται, που δονούνται. Το καταφύγιο των αναμνήσεων, των ονείρων, των οραμάτων μας»
***
ΤΖΟΥΛΙΑ ΠΟΥΛΗΜΕΝΑΚΟΥ
Η ποίηση..
Οι στίχοι... είναι οι ήχοι της ψυχής μας, είναι το όνειρο που μένει πάντα αληθινό και φωτίζει την καρδιά μας. Είναι όλες μας οι στιγμές, οι λυπημένες και οι χαρούμενες... είναι τα δάκρυά μας και η χαρά μας... είναι η θλίψη και το χαμόγελο... είναι ο έρωτας ο μοναδικός και ο ανεκπλήρωτος... Η ποίηση μας ολοκληρώνει, μας απογειώνει, μας ξεγνυμνώνει, μας συντροφεύει, μας λυτρώνει... ΟΛΑ είναι ΠΟΙΗΣΗ... τρόπος ΖΩΗΣ και ΕΚΦΡΑΣΗΣ..
****
ANAΣTAΣIA ΓΚΙΤΣΗ:
«οι ποιητές, οι κριτές συνειδήσεως, οι εραστές της αλήθειας, οι Κασσάνδρες της ανθρώπινης ιστορίας, οι ασίγαστοι πομποί της δικαιοσύνης, οι αιώνιοι ταξιδευτές του ονείρου, οι αμαρτωλοί άγιοι που διασώζουν το ουσιαστικό, οι τρυφεροί περιπατητές της αθωότητας που θυμίζουν παιδιά, οι αενάως αισιόδοξοι, οι σαλοί μιας άλλης πραγματικότητας πιο θελκτικής ακόμη και από την ήδη υπάρχουσα.»
***
AΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ
[...]
Ποίηση....
Μέθυσέ με,
Χτύπησέ με,
Σοκάρισέ με,
Αποπλάνισέ με
Κάνε με να ουρλιάξω.
Μην μ΄αφήσεις αιώνια να κοιμάμαι.
Ποίηση,
Ανακάτεψέ με,
Ανάτρεψέ με,
Χαστούκισέ με,
Αφόρισέ με ,
Αποδόμησέ με,
Πόνεσέ με...
Σε εχω ανάγκη....
[...αποσπασμα ]
***
ΜΑΡΙΑ ΠΙΣΙΩΤΗ
Επιγράμματα για την Ποίηση
Ποίηση είναι
στιγμές αυτοχειρίας
κι ανάστασης μαζί!
Ποίηση είναι
να πεις στον άλλον
Σ’ αγαπώ.
Ποίηση είναι
το παιδικό χαμόγελο και βλέμμα.
Ποίηση είναι
το τιτίβισμα στο λυκαυγές
Ποίηση είναι
η δακρυρροή τ’ ουρανού
στα μάγουλα.
Ποίηση είναι
το άρωμα της νοτισμένης γης.
Ποίηση είναι
τα ροδοπέταλα της Άνοιξης.
Ποίηση είναι
το ανέμισμα του αγέρα
καθώς αγκαλιάζει το είναι μας.
Ποίηση είναι
το νιαούρισμα στη στέγη
υπό το σεληνόφως.
Ποίηση είναι
το καθρέφτισμα της σελήνης
στο υδάτινο πέρασμα του χρόνου.
****