«Γονυπετείς – Μια
πορεία προς την αρχή»
Τζούλια Γκανάσου
Εκδόσεις Γκοβόστη
«Το ανθρώπινο
αποτύπωμα»
Γράφει η
«Παλάμη μπροστά, γόνατο μπροστά, προχωράω…»
Όταν αποφασίζεις να ακολουθήσεις
μια γυναίκα που βρίσκεσαι στα τέσσερα, ξεκινάς να σκύβεις, να αποκόπτεσαι από
τις συνήθεις πρακτικές προσέγγισης του κόσμου, να αλλάζεις. Όταν επιλέγεις να
σκέφτεσαι σαν μια γυναίκα που υλοποιεί μια ανάβαση ώστε να γίνει ικέτιδα στα
πόδια μιας ανώτερης δύναμης, νιώθεις ότι επιστρέφεις σε μια αρχική καταγωγή, σε
μια κατάσταση υβριδική όπου συνυπάρχουν η γνώση του ενήλικα, η στάση του
τετράποδου και η δυναμική της μεταμόρφωσης. Όταν ζεις με μια τέτοια γυναίκα για
καιρό, γίνεσαι αυτή η γυναίκα, εξελίσσεσαι σε κάτι που δεν αναγνωρίζεις.
«Βυθίζομαι μέσα σε παλάμες τριγύρω ανοιχτές, σε γραμμές ζωής γεμάτες με
χώμα, ιδρώτα και αίμα ξεραμένο ακριβώς στις σχισμές, μέσα σε νύχια όπου
φωλιάζουν χρώματα, ζωύφια και νόρμες για το πώς πρέπει να ζήσουμε για να
κερδίσουμε εμείς (και εσείς) την αιωνιότητα. Βυθίζομαι μέσα σε δάχτυλα
σφηνωμένα σε κύτταρα που αποδομούνται σε διάτρητες, φευγαλέες νιφάδες από
πράγματα που επιθυμήσαμε αλλά δεν τολμήσαμε να διεκδικήσουμε εντέλει. Γέμισε ο
κόσμος παλάμες αφράτες ή οστεωμένες, στεγνές ή φιλόξενες, ορθάνοιχτες χούφτες
που πλησιάζουν το «γνώστη» για να μάθουν κάτι ή για να διαλύσουν ένα σταθμό του
πεπρωμένου τους ή ίσως για να αποδείξουν ότι έφτασαν νωρίτερα από ότι
υπολόγιζαν στον τελικό προορισμό.»
Η γυναίκα - ικέτιδα που γίνεται ένα με τον αναγνώστη, η γυναίκα -
πειραματόζωο που κινητοποιεί την επιθυμία για αγώνα, είναι η ίδια γυναίκα –
σύμβολο που ενεργοποιεί την επιστροφή στη δύναμη στης πίστης, στην πεποίθηση
πως το ανέφικτο είναι εν δυνάμει εφικτό. Στην πορεία στα τέσσερα, η εν λόγω
γυναίκα έρχεται αντιμέτωπη με εξωτερικούς κινδύνους και εμπόδια αλλά κυρίως με
εσωτερικές ατραπούς και ζητήματα αυτοπροσδιορισμού. Άλλοτε αντλεί δύναμη από τη
μνήμη και άλλοτε αποδυναμώνεται από ό,τι έχει συμβεί στο παρελθόν, από ό,τι την
έχει ωθήσει στο να κάνει την ανάβαση στα τέσσερα. Η αλήθεια ξεδιπλώνεται αργά
μιας και η γυναίκα εξομολογείται τα πιο κρυφά τηςμυστικά, τις πιο μύχιες
σκέψεις σταδιακά σαν να είναι μέρος μια τελετουργίας που εκτυλίσσεται μπροστά
στα μάτια του αναγνώστη καθώς προχωράει ο μύθος και η πλοκή.
«Σταματήστε! Δεν με βοηθάτε! Δεν
σας είπα να θυμάστε τα ευχάριστα;
Εντάξει… Θυμόμαστε ένα πρωινό
μπάνιο σε ήρεμη θάλασσα. Την σπονδυλική στήλη που μεγάλωνε μες στο σωλήνα. Την
πρώτη γουλιά καφέ το απόγευμα. Το νεογέννητο που έβρισκε με κλειστά μάτια το
δρόμο ως τη ρόγα. Την τελευταία φορά που περπατήσαμε σε δύο πόδια.»
Η γυναίκα στα τέσσερα είναι ένα πλάσμα που μεταμορφώνεται σταδιακά σε
κάτι καινούργιο. Ένα νέο είδος συνυπάρχει μαζί με το παλιό, μια νέα εκδοχή
ύπαρξης. Ο κόσμος προχωράει, το σύμπαν αλλάζει ενώ παράλληλα,οι «Γονυπετείς»
διενεργούν μια επανάσταση, προσεγγίζουν τη ζωή με νέα όπλα. Δεν πρόκειται για μια
επιστροφή στο παλιό αλλά για μια επανεκκίνηση που βασίζεται σε όλη τη γνώση του
τώρα και σε όλη την ορμή προς το μέλλον, σε όλη την όρεξη για τη χαρά, την
ελπίδα, την ομορφιά της ζωής.
«Ανοίγει η πύλη του νέου κόσμου.
Τρέχει ένα ζεστό κολλώδες ρεύμα. Δεν μπορώ να συγκρατηθώ. Τα ούρα μου χύνονται
στα πέλματα, ζεσταίνουν τις πατούσες, ρέουν προς τον ωκεανό. Νερά ξάστερα, θεοί
του αιθέρα και του Άδηπολυσέβαστοι δαίμονες, αλλάζουμε διαρκώς, αλλάζει η όψη,
το κορμί, η οπτική μας. Ξεκινούν οι μουσικές. Αστέρια μαζεύονται μπροστά μου.
Απλώνω το χέρι να τα αγγίξω. Παλάμη μπροστά, γόνατο μπροστά, υπόνοια βήματος.
Χορεύουν τριγύρω μασκαράδες με πολύχρωμες γυαλιστερές φορεσιές. Ναι, μισό βήμα
με τεράστια δυσκολία. Ο άνθρωπος δεν είναι στόχος.
Φτάνει ποτέ;
Ο άνθρωπος δεν είναι στόχος, είναι
γέφυρα από τη μια όχθη στην άλλη, από τη μια στάση στην επόμενη.
Τι είναι «το πιο ωραίο» στη ζωή;
Σκέψου.
Βρίσκομαι εδώ, αναβάτης και
υπερβάτης, με ένα κλαδί ελιάς στο στόμα για το θαύμα, για τη φώτιση, για το
μερίδιο της ευθύνης, για το αδύνατο που φαντάζει τις νύχτες εφικτό. Βλέπω τα
μάρμαρα των τόπων Σου, το αγιόκλημα, τους πανσέδες, το άσπρο γιασεμί. Ο δρόμος
είναι άδειος. Μυρίζει έντονα θυμίαμα, νυχτερινή υγρασία, εξοχή. Άλλο ένα βήμα
σου ζητώ και μετά ακόμη ένα και θα τα καταφέρω. Ξέρω, δεν είναι λίγο... Το
επόμενο βήμα είναι καίριο. Αλλά αν φτάσω ως την είσοδο και σκαρφαλώσω σε ένα
σκαλοπάτι, θα βρω τον τρόπο να κατακτήσω το επόμενο, θα πάρω θάρρος, δεν είναι
δα τόσα πολλά, μια ανάσα δρόμος, ένα πείραμα, μια σκέψη: πίστεψε ότι μπορείς να
το κάνεις και θα γίνει, πίστεψε ότι μπορείς να φτάσεις και… Παλάμη μπροστά,
γόνατο μπροστά… Το κορμί δεν συναινεί! Θυμώνω! Έλα τώρα! Τι είναι να συρθεί το
ένα πόδι μπροστά από το άλλο και να σπρώξει; Τι είναι να σηκωθεί ο κορμός και
τα χέρια λοιπόν να τον στηρίξουν; Έπαψαν οι μουσικές κι οι κλακαδόροι.
Εξαφανίστηκαν οι «άλλοι». Κανένας δεν σε παρακολουθεί, κανένας δεν σε κρίνει. Γιατί
δεν υπακούς;»
Οι «Γονυπετείς» όλου του κόσμου αφήνουν ένα αποτύπωμα μέσα από τα γόνατα
που φθείρονται και λιώνουν, μέσα από τους αγκώνες που γδέρνονται και ματώνουν,
μέσα από τις παλάμες οι οποίες προτού τεντωθούν προς το άγνωστο, το αέναο και
το απέραντο, προτού απευθυνθούν προς τη μάζα που τις ακολουθεί, προτού στραφούν
προς τον εαυτό που τις ελέγχει, προτού υλοποιήσουν την ικεσία τους, έχουν
χαράξει έναν δρόμο: το ανθρώπινο αποτύπωμα είναι σαφώς η πιο σημαντική
διαδρομή.
*****
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου