VARELAKI: Εχει κάτι καλό να επιδείξει σήμερα η λογοτεχνική παραγωγή στην Ελλάδα;
Γ.ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ:H σύγχρονη νεοελληνική λογοτεχνία έχει να δείξει σημαντικά δείγματα γραφής. Ωστόσο, πολλά καλά βιβλία δεν φθάνουν στους αναγνώστες, γιατί δεν διαγωνίζονται επί ίσοις όροις ως προς την προβολή τους. Κι αυτό είναι πολύ μεγάλο ζήτημα, γιατί ακόμη και στην περίπτωση που διαβαστούν, χάνουν πολλά από τις αξίες τις οποίες περιέχουν. Με άλλη, δηλαδή, προσέγγιση και βαρύτητα αντιμετωπίζουν οι αναγνώστες το βιβλίο που φέρει την υπογραφή ενός φημισμένου συγγραφέα και με άλλη εκείνο του οποίου ο δημιουργός δεν έχει τύχει της προβολής των μέσων και της προσοχής των κριτικών. Θα έλεγα, εν κατακλείδι, ότι υπάρχει μια πλαστή εικόνα στον κόσμο περί της νεοελληνικής λογοτεχνίας, γιατί προβάλλονται αρκετά βιβλία χωρίς καμιά λογοτεχνική και αισθητική αξία.
VARELAKI:Παρακολουθείς τις λογοτεχνικές τάσεις στο εξωτερικό [κυρίως Αμερική -Ευρώπη];
Γ.ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ:Όσο είναι δυνατόν για έναν άνθρωπο που εργάζεται κανονικό ωράριο σε μια εργασία με μεγάλες ευθύνες και απαιτήσεις, έχει οικογένεια και βέβαια ματώνει πάνω από τα δικά του γραπτά. Δυστυχώς δεν την παρακολουθώ όσο θα ήθελα. Γιατί η γραφή είναι συνεχές σχολείο, άσκηση και μαθητεία κι όπως έχω γράψει στη ποιητική συλλογή μου «Το παραμιλητό των σκοτεινών θεών» - …το αίμα, με αντίφοβο αίμα μπολιάζεται και ανθίζει. Γιατί κι ο ποιητής, δένεται από δυο μεριές με τη θάλασσα της ποίησης. Καταθέσεις. Αναλήψεις, του αίματος… - κι αυτό ισχύει και για τον πεζογράφο και κάθε δημιουργό.
VARELAKI: Για πες μου τώρα για το προσφάτως βραβευθέν βιβλίο σου!!! Λεπτομερώς παρακαλώ!!!
Γ.ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ:Εξελίσσεται στην οθωμανοκρατούμενη Άρτα από το 1854 μέχρι το 1882, όμως θα μπορούσε να τοποθετηθεί οπουδήποτε υπήρχε αντίστοιχο πολυφυλετικό και πολυπολιτισμικό ανθρώπινο περιβάλλον, μιας και στην περιοχή ζούσαν Έλληνες, Τούρκοι και Εβραίοι. Ένα ελληνόπουλο κι ένα τουρκόπουλο γεννιούνται την ίδια νύχτα, η μοίρα τούς κάνει ομογάλακτους και το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή τους με φόντο την ιστορία της περιοχής, και όχι μόνο. Διηγούνται διαδοχικά σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση όσα έζησαν ο καθένας από τη δική του σκοπιά σε ήρεμους καιρούς αλλά και σε περιόδους εντάσεων και επαναστάσεων, για να φανεί και η αλήθεια του «άλλου» κι όχι μόνο η δική μας μονοδιάστατη αντίληψη.
Ξεκινά με μια δολοφονία που παραμένει μυστήριο για πολλά χρόνια και στη συνέχεια το μυθιστόρημα κινείται σε ό,τι περιλαμβάνει αυτό που ονομάζουμε ανθρώπινο στοιχείο από τη γέννηση μέχρι το θάνατο, κι ό,τι μπορεί να αναπαραστήσει την εποχή εκείνη. Παιδικές σκανταλιές, έρωτες, συγκρούσεις, επαναστάσεις, ανταγωνισμοί εμπόρων, η «μικρή» ακόμη Ελλάδα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η θυμοσοφία των απλών ανθρώπων, η συνύπαρξη των τριών φυλών, οι φανατισμοί, η καθημερινή ζωή, οι χοροεσπερίδες, τα Καφέ Αμάν, ο πετροπόλεμος, οι Απόκριες, το Ραμαζάνι, τα χαμάμ, ο μπερντές του τούρκικου Καραγκιόζη, οι αφορισμοί, το λαθρεμπόριο, οι κολίγοι, οι τσιφλικάδες, ο πλούτος και η εξαθλίωση, η γλυκιά και η πικρή ζωή. Μαζί, η περιπέτεια, η δράση, οι κωμικές και οι τραγικές καταστάσεις.
Πρόκειται για ένα βιβλίο που επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις. Πέρα από την τοπιογραφία και ανθρωπογεωγραφία της περιοχής, και το ταξίδι στην ονειρική πολιτεία του λόγου και της φαντασίας, το «Ιμαρέτ» λειτουργεί, κατά τη γνώμη μου, ως μια κατάθεση στην διατήρηση και λειτουργία της κοινωνικής ιστορικής μνήμης. Μιας μνήμης, που χωρίς να αποστασιοποιείται εντελώς από αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε επίσημη καταγραφή των ιστορικών γεγονότων, καταδύεται στα μύχια της ανθρώπινης ψυχής, αφουγκράζεται τον παλμό των ιστορικών περιπετειών έτσι όπως βιώθηκαν από απλούς καθημερινούς ανθρώπους, αγγίζει μνημεία-σύμβολα μιας άλλης εποχής μακρινής, μα όχι ανοίκειας με τη δική μας και επισημαίνει το ζήτημα της συνύπαρξης και της ανάγκης να υπάρχουν ανοικτές και ανεκτικές κοινωνίες. Τέλος φιλοσοφεί πάνω στο πέρασμα του πανδαμάτορος χρόνου, καταδικάζοντας την ύβρη, με την αρχαιοελληνική έννοια της αλαζονείας, και την υπερφίαλη συμπεριφορά του ανθρώπινου είδους, που λησμονώντας τη μοναδική βεβαιότητα της ζωής, το θάνατο, δηλητηριάζει την έτσι κι αλλιώς σύντομη ύπαρξή του με μικροπρεπείς συμπεριφορές, αδικίες, έχθρες και πάθη.
VARELAKI: Αν έκανες μια λίστα από βιβλία που θα έπρεπε κάποιος φανατικός αναγνώστης να διαβάσει οπωσδήποτε... ποια θα ήταν αυτή;
Γ.ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ:Η έννοια του φανατικού με απωθεί ακόμα κι όταν πρόκειται για αναγνώστες. Οποιαδήποτε λίστα θα αδικούσε πολλά περισσότερα. Άλλωστε για τον καλό και ψαγμένο αναγνώστη είναι σημαντικό να αναζητεί και να ανακαλύπτει μόνος του τα βιβλία που θα διαβάσει.
VARELAKI: Aσχολείσαι με κάτι άλλο πέρα από τη συγγραφή; Aκόμα, σε γοητεύει κάποια άλλη τέχνη πέρα από την τέχνη του λόγου;
Γ.ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ:Όπως ανέφερα και πριν εργάζομαι. Συγκεκριμένα στο Υπουργείο Οικονομικών. Έχω ασχοληθεί για μερικά χρόνια με το στίχο για τραγούδι, αλλά κι εκεί πάλι ο λόγος είναι το αντικείμενο της τέχνης μου, αν και σε πολύ αυστηρή δομή και διαφορετικό τρόπο γραφής. Πέραν του λόγου με γοητεύει η μουσική και το θέατρο. Αν οι συνθήκες στη ζωή μου ήταν διαφορετικές πολύ πιθανόν να είχα γίνει ηθοποιός. Βέβαια ο συγγραφέας και ο ποιητής εν κρυπτώ, με την έννοια ότι κανείς δεν τον βλέπει την ώρα της δημιουργίας, είναι ο υπέρτατος ηθοποιός που υποδύεται δεκάδες ρόλους, οι οποίοι εναλλάσσονται ταχύτατα και τους βιώνει ως ζώσα πραγματικότητα.
VARELAKI:Λες να έρθει μια εποχή που όλοι θα διαβάζουμε ηλεκτρονικά μυθιστορήματα;
Γ.ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ:Νομίζω πως θα συμβεί αλλά όχι άμεσα, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Σε είκοσι, τριάντα χρόνια το πολύ θα διαβάζουμε μυθιστορήματα σε ηλεκτρονική μορφή. Η ουσία ωστόσο παραμένει ο λόγος. Έντυπος ή ηλεκτρονικός, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Είναι ζήτημα εποχής και εξέλιξης.
VARELAKI: Γράφεις κάτι τώρα;
Γ.ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ:Καταγίνομαι από τον Μάιο ξανά με το κοινωνικό μυθιστόρημα με φόντο την ιστορία. Όμως σε άλλο χρόνο και με άλλη σημειολογία. Ανυπομονώ κι εγώ να δω που θα με οδηγήσουν οι ήρωες μου. Όμως η περιπέτεια της γραφής είναι απρόβλεπτη. Μπορεί ξαφνικά να με οδηγήσει σε άλλα μονοπάτια και λεωφόρους. Είδομεν.