Τα κείμενα που ακούστηκαν στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο «Επί λέξει »βιβλιοπωλείο
στις 29 Μαρτίου 2018
ΣΥΝ-ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ: Λογοτεχνικό Ιστολόγιο Varelaki και Επί λέξει Βιβλιοπωλείο
Μια εξάχρονη που υποκλίνεται σ’ ένα αυγό, η λατρεία ενός τρελού για μια παλιά φωτογραφία, ένας πατέρας που λέει όχι, το αυτόματο της Μαρίας Αντουανέτας, η πτώση στον παγωμένο Ρήνο, ένα μοιρασμένο ημερολόγιο, οκτώ τέκνα –ένα για κάθε νότα μιας οκτάβας– δυο καρδιές που γίνονται δάχτυλα. Ένα σύγχρονο μετα-ρομαντικό κείμενο έρωτα, ζήλιας, πίκρας και ελπίδας, κινεί τα νήματα της συμβίωσης ενός ιστορικού ζεύγους και ζυγίζει το μίγμα φθόνου και λατρείας ανάμεσα σε δύο ομότεχνους.
Το θεατρικό κείμενο Κλάρα Σούμαν: Τα χαρισματικά πρόσωπα μιας υπερμαριονέτας της Μαρίας Γιαγιάννου είναι μια διακεκομμένη σεάνς επικοινωνίας με τα μεγάλα πνεύματα∙ της πιανίστριας Κλάρα Σούμαν και του συνθέτη Ρόμπερτ Σούμαν. Δυο παράλληλοι μονόλογοι διάστικτοι με ψιθύρους από τον Κλάιστ, τον Χόφμαν, τον Καμίσο, συλλαμβάνουν την ατμόσφαιρα του ρομαντισμού για να τη μετατοπίσουν γλωσσικά και τονικά σε ένα νέο συγκείμενο. Τα ερωτήματα διαπερνούν τις σελίδες και ορθώνονται στη σκηνή: Πώς ξεκουρδίζεται η μηχανή μιας ιδιοφυΐας; Μπορεί μια μαριονέτα να ξεπεράσει τον δημιουργό της; Ποιος κινεί τα νήματα της ανθρώπινης δημιουργικότητας; Ποια είναι η διάσημη άγνωστη Κλάρα Σούμαν;
Για την παράσταση
Η περίοδος του ρομαντισμού στην τέχνη άφησε τις γυναίκες στο περιθώριο όπου ήδη βρίσκονταν, παρέχοντάς τους ελλιπή μόρφωση και τη δυνατότητα να γίνουν μόνο γκουβερνάντες, οικιακές βοηθοί και, στις πιο ευτυχείς περιπτώσεις, δασκάλες. Η γυναίκα-δημιουργός είναι είδος σπάνιο. Η Κλάρα Σούμαν υπήρξε παιδί-θαύμα που εξελίχθηκε σε αστέρι της πιανιστικής τέχνης∙ μια λαμπρή εξαίρεση με την τύχη να ζήσει τη φήμη της. Ωστόσο, το πεπρωμένο της, όπως και το όνομά της, συνδέθηκε σαρωτικά με τον –αδύναμο ως πιανίστα αλλά μεγαλοφυή ως συνθέτη– Ρόμπερτ Σούμαν.
Πώς βιώνει μια εξαιρετική γυναίκα των μέσων του 19ου αιώνα την καθημερινότητά της με έναν ομότεχνο δημιουργό, ο οποίος τη φθονεί ενώ παράλληλα τη λατρεύει; Μπορεί η μητρότητα να αφήσει περιθώριο στην καλλιτεχνική δημιουργία όταν μια γυναίκα μεγαλώνει οκτώ παιδιά; Με τι ψυχικό σθένος αντιμετωπίζει κανείς την κατάρρευση του συντρόφου του;
Αντλώντας έμπνευση από τα παραπάνω ερωτήματα, η παράσταση Κλάρα Σούμαν: Τα χαρισματικά πρόσωπα μιας υπερμαριονέτας της Μαρίας Γιαγιάννου, σε σύλληψη, δραματουργία και σκηνοθεσία Μιλτιάδη Φιορέντζη, επιχειρεί να δώσει υπόσταση στη φράση της Κλάρα «Η μουσική δίνει ήχο σε αυτά που θα ήταν καλύτερα να μείνουν στη σιωπή» όσο και να την υπερβεί. Τη σκηνή πλημμυρίζουν οι μελωδίες και τα τραγούδια του Σούμαν σε ζωντανή εκτέλεση από την πιανίστρια Βικτωρία Κιαζίμη και τον βαρύτονο Νικόλα Καραγκιαούρη, ενώ δύο πρωτότυποι παράλληλοι μονόλογοι εκφέρονται από τους δύο ηθοποιούς, Μαρία Όλγα Αθηναίου και Μιλτιάδη Φιορέντζη, εντάσσουν τη γλώσσα στο μαγευτικό φάσμα του ήχου και αναδεικνύουν μια σχέση μετ’ εμποδίων, αλλά και λυτρωτική, όπου η ανάγκη για σύνδεση και συν-κίνηση δεσπόζει ως μία από τις πιο προκλητικές και απελευθερωτικές εμπειρίες της ζωής.
Όταν η Κλάρα γνώρισε τον Ρόμπερτ (Γερμανία, 19ος αιώνας)
Η Κλάρα Βικ γνώρισε τον Ρόμπερτ Σούμαν το 1828, όταν η ίδια ήταν εννέα ετών. Ο δεκαοχτάχρονος συνθέτης ήταν μαθητής του Φρίντριχ Βικ, του πατέρα της Κλάρα. Λίγα χρόνια μετά οι δύο νέοι ερωτεύονται και παρά τη σθεναρή αντίσταση του Βικ, παντρεύονται. Μετά την πρώτη τρυφερή περίοδο του γάμου τους, ο Σούμαν συνθέτει ακατάπαυστα αφήνοντας την Κλάρα στη σιωπή. Χωρίς να κάμπτεται από οκτώ εγκυμοσύνες και γαλουχίες, η Κλάρα σύντομα αρχίζει πάλι τις περιοδείες της. Γνωρίζει τεράστια επιτυχία ερμηνεύοντας τα έργα του Σούμαν.
Η καταξίωση της Κλάρα προκαλεί τη ζήλια του Σούμαν, του οποίου ο ψυχισμός αρχίζει να κλονίζεται. Παρουσιάζει ιλίγγους, τρόμο, ακουστικές παραισθήσεις, αϋπνίες. Παρόλο που γράφει αριστουργήματα, η ψυχική του υγεία επιδεινώνεται διαρκώς με αποκορύφωμα το 1854, όταν επιχειρεί να αυτοκτονήσει πέφτοντας στον Ρήνο. Μετά από το περιστατικό μεταφέρεται σε ψυχιατρείο έξω από τη Βόννη, όπου πεθαίνει το 1856. Η Κλάρα Σούμαν συνεχίζει να διαγράφει μια λαμπρή πορεία και να αποθεώνεται από το κοινό (συμπεριλαμβανομένου του ερωτευμένου Γιοχάννες Μπραμς) μέχρι τον θάνατό της από εγκεφαλικό το 1896.
Συντελεστές
Συγγραφέας: Μαρία Γιαγιάννου
Σύλληψη-σκηνοθεσία-δραματουργία: Μιλτιάδης Φιορέντζης
Συνεργάτης δραματουργίας-διαμόρφωση πρόβας: Μαρία Όλγα Αθηναίου
Σκηνογραφία-κοστούμια: Δήμητρα Λιάκουρα
Γλυπτική: Περικλής Πραβήτας
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Ηχητικός σχεδιασμός: Νίκος Παλαμάρης
Βοηθός σκηνοθέτη: Αριάννα Χατζηγαλανού
Υπεύθυνος επικοινωνίας: Άρης Ασπρούλης
Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου
Promo teaser: Χρυσάνθη Μπαδέκα
Ερμηνεύουν: Βικτωρία Κιαζίμη (πιανίστρια), Νικόλας Καραγκιαούρης (βαρύτονος)
Παίζουν: Μαρία Όλγα Αθηναίου, Μιλτιάδης Φιορέντζης
*Πηγή:diastixo.gr
Δημοσιεύτηκε 28 Ιανουαρίου 2018
****
Γκανάσου Τζούλια
«Γονυπετείς – Μια πορεία προς την αρχή»
Εκδόσεις Γκοβόστη
Η νουβέλα «Γονυπετείς» εμπνέεται από μια ιδιόρρυθμη συγκυρία της ζωής όπου τα περιθώρια στενεύουν και οι δυνάμεις της ομορφιάς, της αισιοδοξίας και της ελπίδας παύουν να κυριαρχούν. Η ηρωίδα του βιβλίου και αφηγήτρια κατά μήκος όλου του έργου, τοποθετεί το σώμα της στα τέσσερα για να ξεκινήσει μια ανάβαση προσπαθώντας να υλοποιήσει μια ικεσία, ένα τάμα. Δεν είναι η μόνη. Και δεν βρίσκεται στον δρόμο για τους συνήθεις λόγους. Δεν βγήκε καν στον πηγαιμό για τους λόγους που δηλώνει, τουλάχιστον στην αρχή. Όσα θυμάται, όσα βιώνει στην πορεία και όσα ομολογεί αλλάζουν εντελώς τα δεδομένα.
Σε αυτό το πλαίσιο, «Γονυπετείς» είναι οι άνθρωποι που εξαντλούν όλες τις επιλογές. «Γονυπετείς» είναι οι θνητοί που υπερασπίζονται με πάθος μια πίστη. «Γονυπετείς» είναι αυτοί που συνεχίζουν να παλεύουν παρά τις δυσκολίες, πέρα από τις αντιξοότητες, ενάντια στις δυνάμεις της φθοράς, της μοναξιάς και της ανέχειας. «Γονυπετείς» είμαστε εμείς όταν πορευόμαστε εκ νέου προς την αρχή μας.
Γράφοντας για τη δύναμη της πίστης - όχι μόνο της πίστης στο θείο αλλά σε οτιδήποτε είναι ικανό να εμπνεύσει την υπέρβαση, έπιασα τον εαυτό μου να γράφει για τον πειραματισμό, τη δοκιμή, την εξερεύνηση. Η γυναίκα στα τέσσερα αναμοχλεύοντας τις αιτίες που την ώθησαν να υλοποιήσει την ανάβαση, εξαντλεί τις πηγές της δύναμής της δοκιμάζοντας νέους τρόπους και οδούς παρακινούμενη από το θαύμα ή αλλιώς από το ανέφικτο που κάποιες στιγμές φαντάζει και είναι εφικτό.
Γράφοντας για τη δύναμη της πίστης - της συνειδητής πίστης που ενεργοποιεί τα κέντρα του εγκεφάλου ισχυροποιώντας τον άνθρωπο, κατέληξα να γράφω για το σώμα, για την πνευματικότητα που είναι εν μέρει σαρκική, για την ζωική ύλη που είναι ο προορισμός μας και η καταγωγή. Η γυναίκα στα τέσσερα «θυσιάζει» το σώμα στον βωμό ενός στόχου, στο ιερό μιας ανάγκης για μια καλύτερη ζωή. Το σώμα της όπως και το σώμα του μαραθωνοδρόμου που προσπαθεί να τερματίσει υπερβαίνοντας εαυτό, λειτουργεί σε όλο το βιβλίο ως όχημα για την πορεία αλλά και ως διάνοιγμα της ψυχής προς την ελευθερία, προς την πρωταρχική ζωικότητα ως εγγύηση της μετοχής μας στο μυστήριο της ζωής.
Γράφοντας για τη δύναμη της πίστης - της πίστης που ανασκευάζει την θέαση του σύμπαντος, αφέθηκα να γράψω για το τι μας δένει με τον κόσμο, για τις στιγμές που συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε παρά τις αντίρροπες δυνάμεις που μας κρατούν δέσμιους, παρά τις δυσκολίες και τις αναποδιές. Η γυναίκα στα τέσσερα εξομολογείται τα πιο κρυφά της μυστικά αποσκοπώντας στη σωτηρία ή στην κάθαρση, διαμορφώνοντας σταδιακά μια νέα προσέγγιση μέσω της οποίας η επίγνωση και η διαπραγμάτευση των ορίων μας μπορεί να μεταμορφώσει την επίγεια εμπειρία μας.
Γράφοντας για τη δύναμη της πίστης – της πίστης που δύναται να μετακινήσει βουνά, πίστεψα ξανά
ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ /ΛΙΓΗ ΦΘΟΡΑ ΓΙΑ ΓΟΥΡΙ /ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ 2018
Θέλω πολλά να εξομολογηθώ στον Καραγάτση, αλλά πού να τον βρω; Και τι δεν θα έδινα να έκανα έναν περίπατο με τον Βιζυηνό και να μιλούσα για έρωτα με τον Καβάφη. Ακόμα, θα έβαζα τον Παπαδιαμάντη να μου γράψει ένα μονόλογο για τη «Φόνισσά» του για να το συμπεριλάβω στην ανθολογία μου. Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι αναγνώστες άνετα συναντούν τους συγγραφείς και τους ακουν να μιλούν για το έργο τους και τους υποβάλλουν ερωτήσεις και συναναστρέφονται μαζί τους.
Αισθάνομαι ότι το να μονολογεί κανείς σχετικά με κάτι που έχει δημιουργήσει έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους αναγνώστες με την έννοια ότι τους βάζει μέσα στο εργαστήρι του,τους ξεναγεί στο ναό της δικής του τέχνης.Το τελευταίο μου βιβλίο ποίησης με τίτλο «Λίγη Φθορά για Γούρι» είναι αφιερωμένο στους γονείς μου για τους οποίους δεν έχω γράψει ποτέ τίποτα ,οπότε τιμής ένεκεν .Ενώ στο βιβλίο Εποχή μου είναι η ποίηση (μεταφρασμένο ολόκληρο στα γαλλικπα απο τον Μισέλ Βόλκοβιτς) ασχολούμαι με την κοινωνία ,την θέση του δημιουργού μέσα σε αυτή ,την Κρίση και πώς αυτή επηράζει την τέχνη ,εδώ αλλάζω ύφος και ασχολούμαι με το Υποκείμενο που δημιουργεί και με το πώς αυτό ταλαντεύεται μαγικά και περνάει ευγλωττα υπαρξιακά ζητήματα στους στίχους του.
Το βιβλίο αποτελείται από τρεις ενότητες .Ο τίτλος της συλλογής έχει προκύψει από έναν στίχο από το ποίημα «Φόβος» που υπάρχει στην α ενότητα.
ΦΟΒΟΣ
Πεθαίνουν ποτέ τ' αστέρια;
Φταίει ίσως που σχεδόν ασπρίσαν τα μαλλιά σου
Μα εγώ θ απάρω μόνο δύο φέτες της φθοράς σου
Ίσα που να τις βάλω μες στο ποίημα.
Η μαγιά μου για την αναδιάρθρωση του κόσμου.
Λίγη φθορά για γούρι.
Έτσι για να΄μαι περήφανη που παντρεύτηκα το χάος,αλλά δεν αφανίστηκα άπ΄αυτό, ωστόσο.
«Ησύχασε...μια απλή γρίπη είναι ,μωρό μου»,είπες.
Η πρώτη ενότητα φέρει τον τίτλο «Κυτταρική μέθη» περιλαμβάνει μια σειρά από ερωτικά ποιήματα.H αγάπη ,ο έρωτας ,η συντροφικότητα,η απουσία ,η έλλειψη,η αφοσίωση είναι κυρίαρχα θέματα που συναντάμε μέσα σε αυτήν την ενότητα .«Πού μου δίνεις αυτό το φιλί;Στο μάγουλο ,πες μου,ή στο λαιμό;/To ποίημά σου θα γράψεις ηχηρά ή αθόρυβα- ανάλογα.Εσύ ξέρεις .(Που;).Και στο ποίημα «Απλή αριθμητική»:Xρειάζομαι την απουσία των λέξεών σου/για να χτίσω το ποίημα μου/Χρειάζομαι όμως και την παρουσία σου για να χτίσω τη ζωή μου.»Διάθεση εξομολογητική στα σημεία,τρυφερότητα διάχυτη,αλλά και η επιθυμητή απόσταση καθώς αλλού γράφω:«Ο έρωτας είναι υπόθεση ανθρώπων που δεν γνωρίζονται».Στον αστερισμό του έρωτα που δεν ερμηνεύεται όσο κατάματα κι αν τον κοιτάξεις εκεί ποντάρω τη ζωή μου.Κινητήριος δύναμη αλλά και φθορά.Φόβος και φθορά ,αλλά και νέα ζωή.Ο έρωτας είναι πλουραλιστικός έχει πολλά πρόσωπα,φοράει πολλές μάσκες.
ΝΕΑ ΖΩΗ
Τώρα πια δεν είναι εύθραυστη η ζωή σου
Γέμισε αντρικά σώματα
κραυγές οδύνης νυχτερινές
και τραχιά αγγίγματα
Τώρα η ζωή σου προχωράαει
χωρίς την αύρα εκείνη του ανείπωτου
χωρίς τη θλίψη εκείνη των πρωινών.
Η ΓΟΡΓΟΝΑ ΚΑΙ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ
Λυσσομανούσε ο άνεμος
Η θάλασσα ανταριασμένη
Η γοργόνα πάλευε με τα κύματα
Η τρίαινά της άσπασε στα βράχια,
την ώρα που η ψυχή της γκρεμιζόταν στον 'Αδη.
Και ο βασιλιάς ποιήματα έγραφε πλάι στο αναμμένο τζάκι
για γοργόνες που μάγευαν ναύτες γοργοτάξιδων καραβιών
και τους μάθαιναν τραγούδια για τον έρωτα.
Κάτι το ανεκπλήρωτο,κάτι ελλιπές ,κάτι που όλο διαφεύγει ,αλλά όλο επιστρέφει ως «Ποιημα που ζητά να του δοθεί υπόσταση»Το ποίημα με τίτλο«Με τον τρόπο του Μπρεχτ»είναι εμπνευσμένο από τον Κύκλο με την Κιμωλία του Μπρέχτ και περιλαμβάνεται στην ανθολογία που έχω εκπονήσει με θέμα :«Το θέατρο στην Ποίηση»(Μοmentum 2017)
Στη δεύτερη ενότητα με τίτλο «Μπρος στο αρχικό ερέθισμα » επανέρχομαι σε ένα θέμα -εμμονή θα έλεγα -που αγαπώ πολύ!.Γράφω ποιήματα ποιητικής.Το πώς γράφεται το ποίημα με απασχολεί αλλωστε και σε προηγούμενο βιβλίο μου με τίτλο «23 μέρες»και πραγματεύεται ακριβώς αυτό.Πώς από ένα αρχικό ερέθισμα μπορείς να φτάσεις στο ποίημα.Χρειάζεται φιλτράρισμα ,ειδική επεξεργασία ώστε μια αρχική ισχυρή εντύπωση να μετατραπεί σε τέχνη,σε ποιητική τέχνη.Γράφω στην«Υπέρβαση»:«Το αρχικό ερέθισμα/Το σώμα που έχασα/'Εγινε τώρα η φωνή μου./Και αφηγούμαι την ιστορία του/για να μη χάσω την ψυχή μου/Το σώμα έγινε νουβέλα/Για όλες τις μέσα διαδρομές ,Τις σκιε΄ς /Τις ρήξεις/Πώς μεταφράζεται η ζωή σε λόγο ποιητικό,αυτό πρέπει να δείξεις.»
ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΠΟΙΗΣΗ
Για να γράψεις ποίηση
χρειάζεται να καίγεσαι μέσα σου
Να βάζεις φωτιά στα παγόβουνα
Το βλέμμα σου ν' αρπάζεται
Να διαδίδεται σαν σπίρτο
Ραγδαία
Οι λέξεις σου να εκπλήσσονται
και να εκπλήσσουν
Μοιραία.
(σελ 35)
H μορφή ενός άντρα Ποιητή ως εύρημα υπάρχει και σε αυτό το βιβλίο,υπήρχε και στις«23 μέρες»αποτελώντας μάλιστα μέρος της πλοκής του.Οπως εκεί η νεαρή ποιήτρια Σοφί,ετσι και δω η αφηγήτρια επικαλείται την μορφή του Ποιητή (Μούσα ) ως δημιουργού ,αλλά και ως άντρα που θα της δώσει έμπνευση,θα τη βοηθήσει να κάνει ένα προχώρημα στην τέχνη της και τη ζωή της συνάμα .Με την έννοια ότι σε ό,τι αφορά τους δημιουργούς η τέχνη δεν μπορεί παρά να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη ζωή.
Η δεύτερη είναι μια ενότητα για την ώρα της ποίησης,που δεν είναι μια κοινή ώρα του 24 ώρου ,αλλά ξεφεύγει στο άπειρο,που τολμά να κάνει ορατό το αόρατο που προσπαθεί να αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές της ανθρώπινης ύπαρξης.(βλ.ποίημα Η ώρα της ποίησης,σελ 48)
Η διακειμενικότητα δε λείπει,πάντα παρούσα και στο δικό μου έργο,αφού διαβάζω και γράφω ,οπότε πως θα μπορούσα να μείνω ανεπηρέαστη από εκλεκτικές συγγένειες με ποιητές των οποίων το έργο αγαπώ!Εδώ υπάρχουν δύο εκτενή ποιήματα με αναφορά στον Καβάφη («Καβάφης» και «Αναλογία»),καθώς και ένα ειρωνικό ποίημα σε διασύνδεση με το βιβλίο του Κωνσταντίνου Μελισσά «Αθώων λογοκλοπών εγκώμιον».
ΚΑΒΑΦΗΣ
Πέταξαν τις στάχτες σου στη θάλασσα;
Ή σάπισες κι εσύ μ’όλους τους άλλους
Θα συνάντησες πολλούς σ εκείνο το μακρινό σου ταξίδι
που δε είχαν καν ακούσει το όνομά σου.
Θα συνάντησες κι άλλους που έπιναν νερό στ’όνομά σου.
Τι κι αν δεν πήρες Νομπελ.
Πήρες όμως αγάπη από τους ανθρώπους
Και που δεν μεταφράστηκες
Κι από ποιόν δεν διαβάστηκες.
Και σίγουρα θα κουραζόσουν από τις ατέρμονες αναλύσεις τους
τις ενδελεχείς αποτιμήσεις της Τέχνης σου
τις ευρηματικές διδακτορικές διατριβές όλων των ”ειδημόνων”.
Αποσυναρμολογούν και συναρμολογούν τους στίχους σου
οι κάθε λογής καβαφιστές και καβαφολόγοι.
Σε βάλαν χειρουργείο κανονικά καημένε μου Καβάφη.
Χωρίς περίσκεψη
Χωρίς αιδώ.
Χωρίς καν να έχουν νιώσει το άρωμα που η ποίησή σου
αποπνέει.
Mε την κρυφή ελπίδα να ξεψυχήσεις στα δικά τους χέρια την
ώρα της εγχείρισης
(για να χουν έπειτα να καυχιούνται πως γνώριζαν μόνοι αυτοί
καλά τον ένδοξο νεκρό)
Και τώρα βρέθηκε και κάποιος να πει δημόσια πως δεν άξιζες.
Επιστρατεύοντας πλήθος επιχειρημάτων
Για να καταρρίψει τον μύθο
Για να αποδείξει περίτρανα πως ”ποικίλη δράσι των
στοχαστικών προσαρμογών”
είναι τελικά μια ουτοπία.
Πως όλα σχετικά με σένα ήταν πολύ κακό για το τίποτα.
Ξέρω πως αν τον είχες απέναντί σου,
θα τον κοιτούσες βαθιά μέσα στα μάτια.
Θα του έκλεινες έπειτα πονηρά το μάτι
χτυπώντας τον ελαφρά στον ώμο
και με γενναιόδωρη διάθεση θα του ψιθύριζες:
”Eίναι κι αυτή μια στάσις .Νιώθεται”.
Και θα το εννοούσες.
Στο τρίτο μέρος«Ονείρων γειωμένη νάρκη »συγκεντρώνω ποιήματα ποικίλου περιεχομένου.
Μεταξύ άλλων ,και 2 ποιήματα αυτο βιογραφικά που αναφέρονται στα παιδιά μου(Αριάδνη και Ονοματοθεσία),καθώς και ένα σε σύνδεση και ανταπόκριση με την Ιλιάδα του Ομήρου.Ακόμα ,Στο ποίημα « Ταξίδια »για πρωτη φορά...γράφω σε παραδοσιακό στίχο! (σελ 77) κάτι πρωτόγνωρο για μένα και τον τρόπο εργασίας μου .
ΑΡΙΑΔΝΗ
«Μαμά ,σ' αρέσουν τα βιβλία;»είπες
«Ναι,μωρό μου»,είπα.
«Και μένα μ΄αρέσει να γλείφω τα λεμόνια»
Και μετά από μικρή παύση...«και τα βιβλία ρε»,είπες.
Και πήρες ένα βιβλίο και το έσκισες μπροστά μου.
Φύλλο και φτερό το έκανες.
'Αρχισες από τώρα τις αποδομήσεις.
Πέντε χρονών
Λερώνεις τη ζωή
Γράφεις το πρώτο σου ποίημα
Χωρίς τίτλο
Απλώς
***
Γενικότερα στο βιβλίο με απασχολούν ζητήματα της ύπαρξης και πώς αυτή διασώζεται μέσα στην καθημερινότα.Η γυναίκα που γράφει και δημιουργεί στο σήμερα,προσπαθώντας να διασωθεί μέσα από πολλαπλούς ρόλους.Της μαμάς,της γυναίκας,της δημιουργού.Ποια είναι η θέση της μέσα σε όλα αυτά;Oρίζει τη θέση της;Eίναι σε θέση να ζήσει τον αληθινό έρωτα;Eχουν δύναμη οι γραφές της;Μπορεί η ποίηση να διασωθεί μέσα στη δυσκοίλια καθημερινότητα ή μέσα σε αυτήν μοιάζει μια ουτοπία;Και εν τέλει πια οι θέση των λέξεων μέσα στη ζωή μιας γυναίκας δημιουργού ζει μέσα σε μια χαοτική κοινωνία; Θα μπορέσει να κάνει τον απολογισμό της για να δει πώς θα πορευθεί;H ιστορία της Φθοράς μου που με δυναμώνει όλο και πιο πολύ γιατί εισχωρεί παντού ακόμα και στην τέχνη μου δίνοντάς της το θέμα και το ύφος.Η φιλοσοφική διάθεση ,η καταβύθιση στον εαυτό,η ψηλάφιση της ποιητικής φωνής,η ύπαρξη και η διάσωση αυτού που δεν θέλω να χαθεί ,ο διάλογος με άλλους ποιητές και ο στοχασμός περί ποιητικής είναι θέματα που ξεδιπλώνονται στο βιβλίο .
ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ
Σε περιβάλλω με μια μεγάλη αναμονή
Μάτση Χαζηλαζάρου
Χάθηκε από καιρό η μουσική των λέξεων
και τώρα πρέπει να διασχίσεις το τοπίο στη σιωπή.
Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό.
Αφέσου λοιπόν και απόλαυσε
το ασπρόμαυρο μιας νεκρής φύσης.
Μόνο μην μπεις στον πειρασμό να φας το μήλο.
Μόνο μην κάνεις το μαύρο ή το άσπρο τρόπο ζωής.
Απλά στάσου και κοίτα τον πίνακα
μισοκλείνοντας τα μάτια,
Εναρμονίσου-έστω για μια στιγμή- με το ανείπωτο.
Και ετοιμάσου για το ποίημα που πλησιάζει.
-Ακούς τα βήματά του;
***
Λαμπριάνα Οικονόμου
Η τέχνη της συνύπαρξης: χρήμα και η έμφυλη ταυτότητα στο Σάντιτον
Η Τζέιν Ώστιν (γεν. 1775) έφυγε από τη ζωή στις 18 Ιουλίου του 1817. Διακόσια χρόνια μετά τον θάνατό της, το τελευταίο και πιο ώριμο έργο της κυκλοφορεί στα ελληνικά. Το χειρόγραφο με τον αρχικό τίτλο Τα αδέλφια –που μετέπειτα ονομάστηκε Σάντιτον–, σταμάτησε να γράφεται στις 21 Μαρτίου 1817, στο 12ο Κεφάλαιο ενός μυθιστορήματος εν προόδω. Ο Τζέιμς Έντουαρντ Ώστιν-Λι, ανιψιός της Ώστιν, στην δεύτερη έκδοση των Απομνημονευμάτων της παρουσίασε μια περίληψη και αναφορές στο χειρόγραφο της Ώστιν, δίνοντας στο συγκεκριμένο κεφάλαιο τον τίτλο, Το τελευταίο έργο. Το 1925 εκδόθηκε για πρώτη φορά το χειρόγραφο της Ώστιν με τίτλο Σάντιτον, Απόσπασμα μυθιστορήματος.
Στον αναγνώστη μπορεί να δημιουργηθεί η εύλογη απορία – Για ποιό λόγο να επιλέξει κάποιος να μεταφράσει και να εκδόσει ένα ανολοκλήρωτο μυθιστόρημα; Πρόκειται για ένα τόσο σημαντικό και ολοκληρωμένο λογοτεχνικό πόνημα που δεν μας άφησε τα περιθώρια να μην το επιλέξουμε. Λέω ολοκληρωμένο, γιατί ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει τις κοινωνικές δομές, τις σχέσεις εξουσίας, και τοποθετείται απέναντι στον ιστορικό χρόνο η Ώστιν είναι ολοκληρωμένος. Στο πιο ώριμο έργο της καταφέρνει να ανασυνθέσει τον κόσμο όπως τον ονειρεύεται και να ατενίζει από τα παράθυρα των σπιτιών του Σάντιτον το μέλλον. Στο μυθιστόρημα αυτό παρωδεί με σαρκασμό τις αναχρονιστικές αντιλήψεις της εποχής της· παρωδεί, την αλαζονική πατριαρχία, την οποία και επιθυμεί να ανατρέψει, για να πείσει τον αναγνώστη πως η αλλαγή, την οποία οραματίζεται η ίδια η συγγραφέας, όντως συντελείται· και να την υπερασπιστεί. Υπό αυτή την έννοια, το Σάντιτον δεν είναι ένα ημιτελές μυθιστόρημα· είναι η ενδελεχής, ολοκληρωμένη κριτική της Ώστιν στις κοινωνικές δομές της εποχής της, στην ηθική φιλοσοφία του φύλου και η οριστική λογοτεχνική της πνοή.
Η ιστορία εκτυλίσσεται στο ομώνυμο Σάντιτον, παραθαλάσσιο χωριό που συνέλαβε η φαντασία της Ώστιν και το οποίο τοποθετείται στην ακτή του Σάσεξ. Μέσα από αυτό το έργο, η Ώστιν προβαίνει σε νεωτερισμούς: νεωτερισμό αποτελεί το γεγονός πως ο κοινωνικός χώρος εντός του οποίου εκτυλίσσεται η πλοκή είναι διευρυμένος σε σύγκριση με παλαιότερα έργα της. Στο Σάντιτον η Ώστιν περιγράφει δεξιοτεχνικά την προσπάθεια όχι μονάχα ενός περιορισμένου κοινωνικού κύκλου, όπως για παράδειγμα έκανε στο μυθιστόρημά της, Έμμα, αλλά τον αγώνα ολόκληρης της κοινότητας να επιβιώσει κάτω από αντίξοες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες για να οικοδομήσει ένα τουριστικό θέρετρο. Ανασυνθέτει έναν νέο κόσμο ο οποίος ουσιαστικά αποτελεί την οπτική και τη στάση της απέναντι στη ζωή.
Οι άξονες στο Σάντιτον είναι το χρήμα και η μάχη των δύο φύλων, ζητήματα που απασχόλησαν την Ώστιν στο σύνολο του έργου της. Το χρήμα συνδέεται με την κατοχή γης και προσλαμβάνει τη μορφή προσωπικής αξίας. Η έμφυλη ταυτότητα από την άλλη, είναι κοινωνικά και πολιτισμικά κατασκευασμένη και προσδιορίζεται, εκτός των άλλων, με βάση το χρήμα. Οι έμφυλες ταυτότητες, ως κοινωνικές ταυτότητες είναι ιδεολογικά φορτισμένες οικονομικά και κοινωνικά θέσεις και βρίσκονται πάντοτε σε σχέση, αλλά και σε σύγκρουση μεταξύ τους.
Οι αντιθέσεις ανάμεσα σε διαφορετικές κοινωνικές ταυτότητες, ανάμεσα δηλαδή στα σημαινόμενα (γυναίκα-άνδρας) είναι θεμελιώδεις για τον τρόπο που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα σε κάθε εποχή, για τον τρόπο που οριοθετούν το αποδεκτό και μη αποδεκτό, το εγώ και το μη-εγώ. (Eagleton, 1996). Αυτό πάει να πει ότι η ελευθερία της συμπεριφοράς μπορεί να παράγεται στη βάση του χρήματος, να οργανώνεται στη βάση της κοινωνικής θέσης, μπορεί να τη συνδιαμορφώνει ένα σύστημα καταναγκασμών, έμφυλων συμφερόντων και συλλογικής προσδοκίας. Η παραδοσιακή κοινωνική θέση την εποχή που γράφει η Ώστιν το Σάντιτον δέχεται κλυδωνισμούς. Ιστορικά, συντελούνται μεγάλες οικονομικοπολιτικές αλλαγές που δεν αφήνουν ανεπηρέαστη τη συγγραφέα. Με την παρακμή της φεουδαρχίας και την βιομηχανική επανάσταση, η αγγλική κοινωνία αμφισβητεί τις παραδοσιακές κοινωνικές δομές. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας της εκβιομηχάνισης που μεταβάλλει τις σχέσεις παραγωγής, μεταβολή που επιδρά καταλυτικά στους κοινωνικούς σχηματισμούς·― Ωστόσο, ακόμη και με τη μεταβολή των κοινωνικών συνθηκών, ρυθμιστικός παράγοντας της κοινωνικής θέσης παρέμεινε
το χρήμα. Η λαίδη Ντέναμ, ηρωίδα του μυθιστορήματος, «εύπορη ηλικιωμένη γυναίκα, είχε θάψει δύο συζύγους και εκτιμούσε την αξία των χρημάτων· την περιτριγύριζαν τα ανίψια της που διέθεταν τίτλο μα όχι χρήματα, δείχνοντάς της εύλογο ενδιαφέρον με την προοπτική ότι θα την κληρονομούσαν μετά θάνατον. Η μεταστροφή της ανιψιάς της λαίδης Ντέναμ από δεσποινίδα που καθόταν με ψυχρή μεγαλοπρέπεια στο σαλόνι και δεν άνοιγε το στόμα της να πει κουβέντα, παρά μόνο όταν την ανάγκαζε η ομήγυρη, σε δεσποινίδα που καθόταν στο πλευρό της λαίδης και μία την άκουγε με προσήλωση −χαμογελώντας− και μία της απευθυνόταν με άκρατο ενθουσιασμό, ήταν εντυπωσιακή − ιδιαιτέρως αστεία − ή φοβερά στενάχωρη· αναλόγως ποια οπτική υπερίσχυε: η σάτιρα ή η ηθική».
Διαπιστώνουμε από την αφήγηση ότι οι ισχυρές οικονομικά οντότητες, στο Σάντιτον επιβάλλουν τα αιτήματά τους στις οικονομικά ασθενέστερες σε τέτοιο βαθμό, ώστε τα προσωπικά αιτήματα των ανίσχυρων να μετατρέπονται σε αιτήματα των οικονομικά εύρωστων. Οι οικονομικά αδύναμες οντότητες συνήθως είναι και κοινωνικά ασθενείς, διότι ο αποκλεισμός τους από οικονομικούς πόρους οδηγεί στην αποδυνάμωση της κοινωνικής τους ταυτότητας. Οι διαφοροποιημένες έμφυλες ταυτότητες υφίστανται περιορισμούς εντός του κοινωνικού χώρου. Επίσης, χωρίζονται σε στρατόπεδα, σε μια προσπάθεια να βρουν ζωτικό χώρο προκειμένου να αναπτυχθούν χωρίς παρεμβολή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εκδήλωση ανταγωνισμού που ενέχει μηχανισμούς πολεμικής. Τα φύλα στο Σάντιτον επιστρατεύουν τα ισχυρά τους όπλα, την πειθώ, την άμυνα, τη χειραγώγηση, αλλά και το χρήμα. Η λαίδη Ντέναμ έχει αποφασίσει την μοίρα του σερ Έντουαρντ, όπως λέει η ίδια, «πρέπει να νυμφευτεί για οικονομικούς λόγους. Του το συζητώ συχνά αυτό το θέμα. Ένας όμορφος νεαρός σαν και λόγου του και θα χαζολογήσει με κορίτσια και θα τα θαυμάσει· ξέρει, όμως, πως επιβάλλεται να κάνει έναν γάμο από συμφέρον». Επομένως, το χρήμα αγοράζει, προσδιορίζει, διασπά, αποθεώνει και έρχεται να θεσμοθετήσει ένα σύνολο πρακτικών και συνδιαλλαγών που δημιουργούν διαφορετικές μορφές ανωτερότητας και κατωτερότητας των έμφυλων ταυτοτήτων.
Οι «κατωτερότητες» που βιώνει η Ώστιν για παράδειγμα, ως ανύπαντρη μεσοαστή των αρχών του 19ου αιώνα ενός θα λέγαμε αστικού κοινωνικού κύκλου ήταν σαφώς διαφορετική από την κατωτερότητα της θέσης που κατείχε στο Σάντιτον η ηρωίδα της, ορφανή Κλάρα Μπρέρετον, που η πλούσια χήρα Λαίδη Ντέναμ, είχε
πάρει υπό την προστασία της. Έτσι, υπάρχει ο κοινωνικός χώρος εντός του οποίου οι γυναίκες βιώνουν την κατωτερότητά τους σε κάθε εποχή, υπάρχει όμως και ο αντιχώρος, όπου στην προσπάθειά τους να αυτονομηθούν οι γυναίκες διαχωρίζουν τον εαυτό τους από τον κοινωνικό ιστό. Τα υποκείμενα του αντιχώρου αποτελούν αντίρροπη δύναμη εντός της κοινωνίας και διεκδικούν ελευθερίες έκφρασης. Κατά τον τρόπο αυτό επαναπροσδιορίζεται το πεδίο όπου εκδηλώνεται η μάχη μεταξύ των έμφυλων ταυτοτήτων.
Η συγγραφέας επαναπροσδιορίζει μαχητικά τον κοινωνικό χώρο, παρουσιάζοντας τις στερεοτυπικές αντιλήψεις της εποχής αλλά και υποδηλώνοντας την τομή που θέλει η ίδια να κάνει ως προς τα κοινωνικά –και έμφυλα– στερεότυπα. Η Ώστιν ισχυροποιεί την ιδιότητα της ως λογοτέχνις, σε μια εποχή που ακόμα και η υπογραφή ενός λογοτεχνικού έργου από μια γυναίκα είναι σχεδόν απαγορευτική, παρουσιάζοντας τον σερ Έντουαρντ, τον ρόλο-άντρα, να ζει μέσα από τους ήρωες των βιβλίων που διαβάζει, ενώ η λογική της εποχής επιφύλασσε τον ρόλο αυτό για τις γυναίκες.
Το φύλο σύμφωνα με τη Butler, βιώνεται ως «το σύνολο των επαναλαμβανόμενων πρακτικών που συντελούνται μέσα σε ένα δύσκαμπτο κανονιστικό πλαίσιο». Το φύλο, πολύ συχνά δεν επιλέγει το ίδιο τον τρόπο με τον οποίο θα δράσει. Το κανονιστικό πλαίσιο είναι αυτό που τις περισσότερες φορές υπαγορεύει στο υποκείμενο τον τρόπο να υπάρχει, ασκώντας περιορισμούς στα φύλα. Και το κανονιστικό αυτό πλαίσιο διατηρείται με το χρήμα. Ασφαλώς οι περιορισμοί, ενυπάρχουν σε οποιονδήποτε κοινωνικό σχηματισμό και υπονομεύουν την ύπαρξη του ατόμου ως αυτόνομη οντότητα. Επομένως, η κοινωνία δεν καταφέρνει να συσταθεί πλήρως ως κοινωνία, επειδή καθετί μέσα σε αυτή προκαλεί περιορισμούς, που εμποδίζουν το άτομο να είναι ακέραια πραγματικό.
Μιας και απόψε είναι βραδιά λογοτεχνίας και μυούμαστε στην τέχνη της συνύπαρξης θα ήθελα να συνδέσω τους θεματικούς άξονες του Σάντιτον, με τη λογοτεχνία... Η πρακτική που συστήνει σχέση μεταξύ των διαφοροποιημένων κοινωνικών θέσεων, κατά τέτοιο τρόπο ώστε η ταυτότητά τους να μεταβάλλεται, είναι η διαλεκτική. Τα λεκτικά παιχνίδια εμπεριέχονται σε ένα ακατάλυτο όλον, όπου η γλώσσα και οι ενέργειες των υποκειμένων αλληλοσυνδέονται (Wittgenstein). Αυτό που συνιστά διαφοροποιημένη θέση και, επομένως, κοινωνική
ταυτότητα χτίζεται και εκφράζεται με συγκεκριμένα γλωσσικά στοιχεία.
Η γλωσσική πείρα του ατόμου όπως και η ταυτότητά του έχουν εσωτερικότητα και ταυτοχρόνως διαμορφώνονται και εξελίσσονται σε αδιάκοπη αλληλεπίδραση με το «έτερο» εκφώνημα. Η Ώστιν, με τους όρους της εποχής όπου έζησε, δεν βρισκόταν «μέσα» στον κόσμο αλλά μάλλον στο περιθώριο, δεδομένου ότι συντηρούνταν οικονομικά από το πατρικό εισόδημα και «την γενναιοδωρία των αδελφών της» όπως η ίδια αναφέρει χαρακτηριστικά σε επιστολή της. Από το περιθώριο στο οποίο βρίσκεται αναπτύσσει δημόσιο λόγο ως προς τις θέσεις της για τη ζωή· με το έργο της ασκεί κριτική στην ισχύουσα οικονομικοκοινωνική κατάσταση. Η διάνοιά της καταφέρνει να υπερβεί την αφάνεια ―όπου όφειλε να περιέλθει στερεοτυπικά ως κοινωνικός ρόλος― ώστε να αποτελέσει σημαντικό κεφάλαιο της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Ο τρόπος που χρησιμοποίησε η Ώστιν τη γλώσσα ήταν συνυφασμένος με τον τρόπο που αντιλαμβανόταν και βίωνε την πραγματικότητα, τον εαυτό και τη σχέση με τον κόσμο. Μέσω της χρήσης της γλώσσας η αγγλίδα συγγραφέας «μπήκε στη θέση» που της αναλογούσε στο πολιτισμικό, δηλαδή το γλωσσικό και κοινωνικό, σύστημα όπου ενυπήρχε. Μέσα από τα λογοτεχνικά σχήματα και τις αφηγηματικές τεχνικές η Ώστιν βρίσκει μια επικράτεια όπου μπορεί να αναπτυχθεί και βγαίνει από το περιθώριο. ―Αυτό είναι το στοίχημα του σπουδαίου λογοτεχνικού έργου· να προσφέρει στον λογοτέχνη και στον αναγνώστη μια επικράτεια για να εγκατοικεί αυτόνομα.
Ως αναγνώστες οφείλουμε στη λογοτεχνία το περιθώριο της διανοητικής ελευθερίας απέναντι στις ηθικές επιταγές που συχνά επιβάλλουν η επιστήμη και τα κοινωνικά στερεότυπα –επιταγές που είναι ίσως χρήσιμες ως γενικοί κανόνες, αλλά ιδιαίτερα περιοριστικές όταν τις ακολουθεί κάποιος κατά γράμμα. Η λογοτεχνία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της μάχης ενάντια στις προκαταλήψεις διότι η μυθοπλασία μπορεί να καταλύσει τον κυρίαρχο κληρονομημένο λόγο απελευθερώνοντας τον άνθρωπο από την άκαμπτη –ή και μικροαστική- οπτική του για τα πράγματα. Η λογοτεχνία σημειώνει μακρά περίοδο αντίστασης κατά την οποία επιβιώνει και ορισμένες φορές αυτονομείται μέσα στις μορφές κοινωνικής, οικονομικής, πολιτικής ζωής που την περιβάλλουν αλλά και τη συνθέτουν. Αποτελεί όπλο ενάντια στις άτεγκτες δομές, επειδή δημιουργεί εναλλακτικές οπτικές
που φωτίζουν σκοτεινά σημεία και καθιστά τον νου ικανό να ασκεί κριτική.
Εφόσον η λογοτεχνία επιτρέπει στα υποκείμενα περισσότερες ελευθερίες, η βούληση, η επιλογή, η προσωπική ευθύνη αλλά και η επαναστατικότητα μπορεί να βρει ζωτικό χώρο για να αρθρωθεί. Το Σάντιτον της Ώστιν αντιπαρατίθενται στις συμβατικές δομές του λόγου και του πολιτισμού της εποχής που γράφτηκαν. Στο έργο αυτό η λογοτεχνική σύλληψη της Ώστιν με όρους ταυτότητας φύλου είναι ανατρεπτική· ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζει τα δύο φύλα αποτελεί μια μίμηση φύλου χωρίς πρωτότυπο, ουσιαστικά δηλαδή παρωδεί διαρκώς την ίδια την έννοια του πρωτοτύπου του φύλου. Είναι φανερό ότι αυτό καθαυτό το κείμενο αποτελεί διαφοροποιημένη –από τη συγχρονικότητά της- κοινωνική θέση, που διεκδικεί ελευθερία έκφρασης.
Μελετητές έχουν ισχυριστεί ότι με το Σάντιτον η συγγραφέας επιστρέφει στα σατιρικά της νεανικά έργα τα οποία ήταν γραμμένα σε στυλ παρωδίας. Θα έλεγα ότι αυτό αποτελεί «μερική ανάγνωση». Η κοινωνική ζωή παρουσιάζει ανούσια περιπλοκότητα για την Ώστιν, η εκλέπτυνση της συμπεριφοράς οδηγεί σε απουσία περιεχομένου, έτσι, η Αγγλίδα συγγραφέας καταφεύγει στον σαρκασμό προκειμένου να διατηρήσει επαφή με την πραγματικότητα. Το Σάντιτον, παρά την εκκεντρικότητα των χαρακτήρων, κινείται –από αφηγηματικής άποψης– εντός των πλαισίων του ρεαλισμού και όχι του γκροτέσκου (εξαίρεση ίσως αποτελεί ο βαρονέτος Σερ Έντουαρντ). Το τελευταίο αυτό έργο της Ώστιν αποτελεί πυλώνα του σύγχρονου ρεαλιστικού μυθιστορήματος. Η γραφή της λιτή και σαρκαστική· η γρήγορη πλοκή αναδεικνύει την οξύνοια καθώς και το επαναστατικό πνεύμα της συγγραφέως. Πρόκειται για ένα πλούσιο ολοκληρωμένο κοινωνικό πανόραμα της Αγγλίας των αρχών του 19ου αιώνα, η διεισδυτική ματιά στο κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής και ο τρόπος με τον οποίο η Ώστιν ατενίζει μέσα από τα παράθυρα του Σάντιτον το μέλλον. Είναι ένα έργο που μας γοήτευσε τόσο ώστε να το ανασύρουμε από τη λήθη 200 χρόνια μετά τον θάνατο της μεγάλης αυτής λογοτενικής μορφής της παγκόσμιας λογοτεχνίας