Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι του βιβλίου στην Popaganda
(Αναδημοσίευση από :popaganda.gr )
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου ζητήσαμε
από την καλή νεράιδα του τυπωμένου χαρτιού να ακούσει τις ευχές μας ώστε
να γίνει ο κόσμος των ελληνικών εκδόσεων καλύτερος.
Επιμέλεια: Λίνα Ρόκου και Σταύρος Διοσκουρίδης
Στις 23 Απριλίου 1616
πέθαναν δύο από τους σπουδαιότερους δημιουργούς της παγκόσμιας
λογοτεχνίας: ο Μιγκέλ Θερβάντες και ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Στη μνήμη τους
θεσπίστηκε η 23η Απριλίου ως η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, μια
καλή αφορμή για να πραγματοποιούνται εκδηλώσεις σχετικές με το βιβλίο σε
όλο τον κόσμο. Άλλωστε μια Παγκόσμια Ημέρα τι παραπάνω είναι από μια
αφορμή για να μιλήσεις και να ασχοληθείς λίγο περισσότερο με κάτι που
ούτως ή άλλως σε ενδιαφέρει. Στο πλαίσιο αυτό και προσπαθώντας να
διατηρήσουμε την αισιοδοξία μας σε μια περίοδο που τα πράγματα είναι
ακόμη πιο δύσκολα από ποτέ για τον ελληνικό εκδοτικό χώρο, ρωτήσαμε
συγγραφείς, ποιητές, μεταφραστές, εκδότες και βιβλιοπώλες:
«Αν ερχόταν η καλή νεράιδα του βιβλίου και σας έλεγε ότι την
Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου έχετε δικαίωμα να κάνετε μια συγκεκριμένη ευχή
που θα πραγματοποιηθεί ώστε να αλλάξει προς το καλύτερο η κατάσταση του
βιβλίου στην Ελλάδα, ποια ευχή θα ήταν αυτή;»
Να τι μας απάντησαν (η σειρά είναι εντελώς τυχαία):
Μαρία Παπαγεωργίου, βιβλιοπωλείο Επί Λέξει
«Είναι γνωστό –αιώνες τώρα- ότι το «κακό» χτυπιέται στη ρίζα του.
Εύχομαι λοιπόν, η πολιτεία να κατανοήσει κάποτε τη χρησιμότητα των
βιβλίων, να τα εντάξει στην εκπαιδευτική διαδικασία και να γεμίσει την
Ελλάδα βιβλιοθήκες. Γιατί ο δρόμος που ενώνει το σχολείο με τη
βιβλιοθήκη και το βιβλιοπωλείο είναι μονόδρομος και από τη διαδρομή
άπαντες κερδισμένοι».
Γλυκερία Μπασδέκη, ποιήτρια
«Θα την παρακαλούσα να βγάλει απ’το
παντοδύναμο νεσεσέρ το μαγικό νεραιδοψαλιδάκι της και ν’ αρχίσει να
κουρεύει αναγνωστικές επάρσεις. Θα της έλεγα ότι κουράστηκα με τους
επηρμένους βιβλιολάγνους που παπαγαλίζουν περιεχόμενα. Τα βιβλία μας
αλλάζουν τη ζωή, αλλά οι αναγνώστες δε χρειάζεται να μας παίρνουν
τ’αυτιά. Κι εμείς διαβάσαμε Προυστ, αλλά δεν κάνουμε έτσι».
«Θα ζητούσα από την καλή -και γενναιόδωρη-
νεράιδα να γεμίσει την ελληνική επικράτεια με δημοτικές και σχολικές
βιβλιοθήκες.» Χρήστος Χωμενίδης, συγγραφέας
Θοδωρής Χιώτης, ποιητής και θεωρητικός της λογοτεχνίας
«Η συνεχιζόμενη κοινωνικοπολιτική αναδιάρθρωση
έχει καταστήσει το βιβλίο περίπου αντικείμενο υψηλής πολυτέλειας:
σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τα βιβλιοπωλεία και οι εκδοτικοί οίκοι
αντιμετωπίζουν μια από τις δυσκολότερες εποχές στην ιστορία του κλάδου. Η
επιστροφή στις λεγόμενες καλές μέρες μοιάζει πλέον αδύνατη. Πιστεύω
όμως ότι αυτό το οποίο μπορεί να άλλαζε αν όχι την κατάσταση της αγοράς
του βιβλίου στην Ελλάδα προς το καλύτερο, τότε αυτό που μπορεί να άλλαζε
τη σχέση του αναγνωστικού κοινού με το βιβλίο θα ήταν μια
αποτελεσματική στρατηγική η οποία αποφεύγοντας τα λάθη του παρελθόντος
θα εστίαζε και θα ενίσχυε όχι μόνο την εκδοτική δραστηριότητα και την
ποικιλότητα αλλά και θα επέτρεπε στο ευρύ κοινό να συνεχίσει να έχει
πρόσβαση στο βιβλίο, προσφέροντας πχ υλικοτεχνική υποστήριξη και στις
μικρότερες, τοπικές βιβλιοθήκες (και όχι μόνο). Η συρρίκνωση της
οικονομίας έχει πλήξει σε μεγάλο βαθμό και την αγορά του βιβλίου και
ακόμη δεν μπορούμε να υπολογίσουμε τον αντίκτυπο που αυτή η συρρίκνωση
έχει και στη φιλαναγνωσία και την κυκλοφορία των ιδεών. Αν και δεν
πιστεύω στις νεράιδες, πρέπει να προλάβουμε και τη συρρίκνωση της
κυκλοφορίας των ιδεών ως άμεσο αντίκτυπο της τρέχουσας οικονομικής
κρίσης».
Γιάννης Αντιόχου, ποιητής
«Η ιδέα της εμφάνισης της καλής νεράιδας μου δίνει τη δυνατότητα ενός
εξαιρετικού ονείρου, για τούτο διαλέγω μια νεράιδα αμερικανική και
κατασκευασμένη, ας πούμε την Τίνκερμπελ του Ουόλτ Ντίσνεϊ. Κι εκτός από
την μικρή Τίνκερμπελ στο δικό μου όνειρο εμφανίζεται και μια ακόμη
νεράιδα, η ταλαντούχα Φλώρα, αυτή που πιστεύει πως δεν μπορείς να
κρίνεις ένα βιβλίο από το εξώφυλλό του -ή ένα ζώο από τα δόντια του- και
έτσι πιάνει φιλίες με ένα τεράστιο και μυστηριώδες πλάσμα που είναι
γνωστό σαν το Τέρας του Ποτέ.
Αφού στα δικά μου όνειρα, τα φτεράκια της νεράιδας ανοιγοκλείνοντας
χίλιες φορές το λεπτό, αφήνουν αμέτρητα τυπογραφικά στοιχεία πάνω από τα
κεφάλια των ποιητών και των συγγραφέων, έτσι όπως αυτοί περιδιαβαίνουν
τον πλανήτη από άκρη σ’ άκρη και γεννούν τις ιστορίες και τα ποιήματά
τους.
Σε αυτό το όνειρο πασχίζουν οι δυο νεράιδες να ψιθυρίσουν στα αυτιά
των πολιτικών και άλλων διανοούμενων, που ίσως έχουν πάψει εδώ και καιρό
να ονειρεύονται, πως μια χώρα, που οι βιβλιοθήκές της στέκουν μουσεία
άδεια με βιβλία ελάχιστα, βασικές μικρές οργανωτικές δράσεις, για να
μπορούν οι άνθρωποι να διαβάσουν χωρίς αντίτιμο, αυτό που οφείλει μια
ευνομούμενη πολιτεία να τους προσφέρει.
Οι νεράιδες λοιπόν ξαναστήνουν το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου και οι
συγγραφείς και ποιητές, εν γένει οι δημιουργοί διαμοιράζονται με ένα
αντίτυπό τους τουλάχιστον, στις βιβλιοθήκες, πανεπιστήμια, σχολεία,
φυλακές, ιδρύματα και όπου αλλού.
Οι καλές νεράιδες επανακυκλοφορούν στα περίπτερα, εκεί που τους
αξίζει, αυτά τα ογκώδη διασαλευμένα ροζ μυθιστορήματα και απαγορεύουν
στους έλληνες συγγραφείς που έχουν τρία ονόματα να υπογράφουν βιβλία.
Οι καλές νεράιδες διαρρηγνύουν τις επιτροπές βραβείων και επιτέλους
αρχίζει σε αυτή τη χώρα να καταργείται η επετηρίδα βράβευσης.
Οι καλές νεράιδες αντιμετωπίζουν όχι ως απλούς εργαζόμενους τους
βιβλιοπωλητές και σταματούν υποχρεωτικά την συνεύρεση βιβλίων με κάθε
λογής άλλα αδιάφορα προϊόντα.
Οι καλές νεράιδες επιδοτούν κάθε οικογένεια και κάθε εκπαιδευτικό
αυτής της χώρας με ένα ελάχιστο ποσό για δωρεάν διάθεση τεσσάρων τίτλων
ετησίως από τις εξής κατηγορίες: ποίηση, μυθιστόρημα, δοκίμιο και
θέατρο, με όρο απαράβατο, ο δημιουργός να είναι Έλληνας.
Οι καλές νεράιδες σταματούν με οικονομικούς ελέγχους τα πληρωμένα βιβλία που καταλήγουν να γίνουν χαρτοπολτός.
Οι καλές νεράιδες απαγορεύουν στις εφημερίδες να εκποιούν τα έργα των
δημιουργών στις εξευτελιστικές τιμές και ζητούν συμβόλαια και
αποζημιώσεις για τους δημιουργούς.
Αλλά καλές νεράιδες υπάρχουν μόνο στα όνειρα κι όπως ανοιγοκλείνουν
τα φτεράκια τους αφήνοντας τα μυριάδες τυπογραφικά στοιχεία, πάντα οι
δημιουργοί θα γράφουν τις ιστορίες τους, αφού η γραμμένη μνήμη είναι η
ύπαρξη ή γιατί ο κόσμος αλλάζει επειδή κάποιος κάποτε τον κατέγραψε σε
ένα όπoιο ποίημα, σε μια όποια ιστορία».
Έφη Γιαννοπούλου, μεταφράστρια
«Να διαβάζουν όλοι οι κάτοικοι της χώρας τουλάχιστον δύο βιβλία το
μήνα ‒ αυτό θα ζητούσα από την «καλή νεράιδα του βιβλίου». Και να είναι
γεμάτα όλα τα τραπέζια στα αναγνωστήρια των βιβλιοθηκών και να επανέλθει
η ενιαία τιμή βιβλίου.
Όμως, σκέφτομαι τον τελευταίο καιρό συχνά μια φράση που σε κάποια
συζήτησή μας μου είπε ο Βασίλης Παπαβασιλείου, ότι «σ’ αυτή τη χώρα
πιστεύουμε στα θαύματα και όχι στα πράγματα», και την ξαναθυμήθηκα καθώς
φανταζόμουν τη νεράιδα σας. Και σκέφτηκα πως είναι καλύτερα να αφήσουμε
τα θαύματα και να πιστέψουμε στα πράγματα, σ’ αυτά που έχουμε, και που
δεν είναι αμελητέα. Καλούς συγγραφείς, ας πούμε, και μια αναδυόμενη νέα
γενιά που με δυναμισμό και ζωντάνια εισέρχεται στο λογοτεχνικό πεδίο,
καλούς εκδότες που φτιάχνουν με μεράκι ωραία βιβλία, ωραία και ως
αντικείμενα (κι αυτό το θεωρώ σημαντικό), ταλαντούχους εικονογράφους και
γραφίστες, ωραία, μικρά αλλά ενημερωμένα και ποιοτικά βιβλιοπωλεία,
καλούς μεταφραστές που μοχθούν για μια δουλειά τόσο κακοπληρωμένη από
αγάπη πάνω απ’ όλα, ανθρώπους που γεμίζουν τις παρουσιάσεις βιβλίων.
Όλους αυτούς πρέπει να τους στηρίξουμε, να τους διευκολύνουμε να κάνουν
αυτό που αγαπούν, να τους βοηθήσουμε να συνδεθούν μεταξύ τους και να
συνεργαστούν, να τους προωθήσουμε και εκτός της χώρας. Και οπωσδήποτε να
τους κάνουμε περισσότερους, κυρίως τους αναγνώστες, να φέρουμε το
βιβλίο κοντά σε όλους και να τους κάνουμε να το αγαπήσουν, κυρίως τα
παιδιά, αλλά όχι μόνο. Οπότε από άλλο δρόμο, επανερχόμαστε στη χάρη που
θα ζητούσα από την καλή νεράιδα».
Βίκυ Κλεφτόγιαννη, συγγραφέας
«Θα ευχόμουν να μην πραγματοποιούνται
οι ευχές της κακής νεράιδας του βιβλίου, που απ’ ό,τι φαίνεται κάνει
καλύτερη δουλειά απ’ την καλή».
Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος, ποιητής
«Ρεαλιστικά ή, ίσως, πονηρά
σκεπτόμενος θα κρατήσω για τον εαυτό μου την ευχή που λόγω ημέρας
δικαιούμαι να απευθύνω στην καλή νεράιδα του βιβλίου και, αντί γι’ αυτό,
θα κάνω μια πρόταση, ενόψει μάλιστα μιας ακόμη εκπαιδευτικής
μεταρρύθμισης με την οποία σύντομα πρόκειται να έρθουμε αντιμέτωποι: να
εισαχθεί, επιτέλους, και στο ελληνικό σχολείο η διδασκαλία ολόκληρων
λογοτεχνικών έργων, στο γυμνάσιο και στο λύκειο, αντί για την
αποσπασματική και κατακερματισμένη προσέγγιση που επιβάλλεται σήμερα, η
οποία δίνει μια νοηματικά και αισθητικά στρεβλή και πλαστή εικόνα για τη
λογοτεχνία, για το βιβλίο και για την ανάγνωση. Αυτός είναι, νομίζω, ο
μόνος εφαρμόσιμος τρόπος να αλλάξει προς το καλύτερο η κατάσταση του
βιβλίου στην Ελλάδα.
Να αντικατασταθεί, για παράδειγμα, η υποχρεωτική διδασκαλία των
αρχαίων ελληνικών στο γυμνάσιο (τρεις ώρες την εβδομάδα επί τρία χρόνια
χωρίς κανένα θετικό αποτέλεσμα) από την ανάγνωση πέντε-έξι ολόκληρων
μυθιστορημάτων τον χρόνο, επιλεγμένων από μία ευρεία λίστα που εύκολα
μπορεί να δημιουργηθεί κεντρικά από το Υπουργείο Παιδείας. Να έχουμε
μαθητές που τελειώνοντας το γυμνάσιο θα έχουν διαβάσει και απολαύσει το
«Ποιος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου» του Βιζυηνού, την «Πρώτη αγάπη»
του Κονδυλάκη, τον «Άρχοντα των μυγών» του Γουίλιαμ Γκόλντινγκ, την
«Αληθή ιστορία» του Λουκιανού ή τις «Ιστορίες» του Ηροδότου, τον «Αόρατο
άνθρωπο» του Ουέλς, το «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», το «Δρ
Τζέκιλ και κος Χάιντ» του Στήβενσον ή το «Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη» του
Θανάση Βαλτινού. Είναι μάλλον απίθανο ο έφηβος που μέχρι τα δεκαπέντε
του χρόνια θα έχει διαβάσει αυτά τα βιβλία να μη θελήσει τελειώνοντας
την υποχρεωτική εκπαίδευση να διαβάσει μερικά ακόμα».
Γιάννης Φαρσάρης, συγγραφέας
«Και εμφανίστηκε πάλι απόψε σε
βαρυσήμαντο έκτακτο διάγγελμα στην τηλεόραση και είπε: «Ανοίξτε το πρώτο
βιβλίο που έχετε δίπλα σας στη σελίδα 46, μπείτε στο Taxisnet και στο
πεδίο “Ερανίσματα” καταχωρίστε με ακρίβεια την πρώτη παράγραφο. Τα
κείμενα θα ελεγθούν για την ορθότητά τους και οι πρώτοι 10.000
φορολογούμενοι κερδίζουν έκπτωση φόρου 50%».
Μισή ώρα μετά -κι ενώ τα κανάλια όλα έχουν συνδεθεί απευθείας με
ειδικούς βιβλιοθηκονόμους για να αναλύσουν την κατάσταση- με πήρε
τηλέφωνο ο πατέρας μου, αγχωμένος. «Μίλησα με την Κούλα τη γειτόνισσα,
τη θυμάσαι, που δουλεύει η ανιψιά της στο υπουργείο Οικονομικών. Αύριο
είναι, λέει, η επέτειος γέννησης του Λειβαδίτη και βγήκε βρώμα στους
διαδρόμους πως ο υπουργός είπε να βάλουν δικό του ποίημα. Μάθε απ’ έξω
αυτό που λέει: “Τ΄ ακούς να πεταρίζουν μέσα σου, τεράστια κι άγρυπνα σαν
τα δυστυχισμένα βλέφαρα των τυφλών”, αυτό της είπε θα ζητήσουν αύριο.
Πρέπει να το έχεις αυτό το βιβλίο στην κούτα στο πατάρι, το θυμάσαι; Στο
είχε πάρει δώρο η μάνα σου όταν σπούδαζες Θεσσαλονίκη, αλλιώς ψάξε το
στο ιντερνέτ, ξέρεις εσύ. Θα προλάβεις, λες, να μου το καταχωρίσεις
αύριο κι εμένα, ή να πάρω την αδερφή σου;»
Χρήστος Αστερίου, συγγραφέας
«Οι ευχές «στην καλή νεράιδα» παραμονές ψήφισης ενός ακόμα
νομοσχεδίου που ίσως εκτινάξει τον ΦΠΑ των βιβλίων στο 24% δύσκολα θα
εισακουστούν. Θα ζητούσα, ωστόσο, την επαναφορά της ενιαίας τιμής και θα
ευχόμουνα τον πολλαπλασιασμό εκείνων των μικρών, ιδιαίτερων
βιβλιοπωλείων που λειτουργούν σαν μικρές κυψέλες πολιτισμού στις πόλεις
της ελληνικής επαρχίας. Θα ευχόμουν τέλος οι συστηματικοί Έλληνες
αναγνώστες να γέμιζαν κάποτε το κλειστό, έστω, γήπεδο των ολυμπιακών
εγκαταστάσεων».
Μάρτυ Λάμπρου, συγγραφέας
«Με το μαγικό της ραβδί να μειώσει το κενό μεταξύ του καταναλωτικού συρμού και της υψηλής αισθητικής αλαζονείας.
Ύστερα να αγγίξει εμάς ώστε να συνειδητοποιήσουμε ότι η σχέση μας με
το βιβλίο χτίζεται και είναι προσωπική και παρεμβατική. Με νόημα και
ουσία. Δεν είναι το βιβλίο αναλώσιμο προϊόν ούτε αγχολυτικό χάπι. Το
βιβλίο είναι πάντα εκεί, δίπλα μας στο κομοδίνο, στο ράφι. Στις
μετακομίσεις, στις μεταστροφές και τις καταστροφές. Το μόνο που ζητάει
είναι τον αισθησιακό και νοήμονα αναγνώστη.
Θα τη ρωτούσα τι είδους βιβλία θα πρόσφερε στους πρόσφυγες; Στα παιδιά και τους γονείς των παιδιών;
Θα της ζητούσα να μετατρέψει τον χρόνο από χρήμα σε πνεύμα. Να
αλλάξει αυτά τα πράγματα άμεσα. Και τα άλλα: Την κατάργηση της ενιαίας
τιμής του βιβλίου, την άγρια φορολόγηση, τους κακοπληρωμένους
υπαλλήλους του βιβλίου, τη πληθώρα των τίτλων, τα πενιχρά δικαιώματα των
συγγραφέων που τείνουν να χαθούν εντελώς, αλλά και την αμετροέπειά
τους, τα λουκέτα των μικρών βιβλιοπωλείων.
Όμως η νεράιδα είναι καλή και η δύναμη δεν βγαίνει από πρόσωπα καλοσυνάτα».
Δημήτρης Μαμαλούκας, συγγραφέας
«Ω, καλή μου νεράιδα, θα ήθελα το βιβλίο να μπει στα σχολεία από το
νηπιαγωγείο. Τόσο σαν αντικείμενο -κάθε σχολείο να έχει μια
μεγάλη δανειστική βιβλιοθήκη- όσο και σαν περιεχόμενο. Σαν λογοτεχνία,
σαν συγγραφή -με μαθήματα δημιουργικής γραφής- αλλά και με συνεχή
παρουσία φιλοξενούμενων συγγραφέων. Κι αυτό να συνεχίζεται μέχρι την
τελευταία τάξη του Λυκείου».
Δημήτρης Σωτάκης, συγγραφέας
«Έχω την εντύπωση ότι θα έπρεπε να βοηθήσει δραστικά η ίδια η
νεράιδα, δηλαδή να κάνει κάτι για την συγκεκριμένη περίσταση, αφού της
έτυχε αυτός ο δύσκολος ρόλος. Προτείνω λοιπόν να μεταμορφωθεί σε μια
λογοτεχνική πόρνη, ένα πρόστυχο κορίτσι που θα υπόσχεται υγρά ευτυχίας
και ανεξήγητους οργασμούς, αποδεικνύοντας στους αμύητους αναγνώστες ότι
οι λογοτεχνικές αναγνώσεις κρύβουν ηδονές απερίγραπτες και πρωτόφαντες,
ότι το βιβλίο είναι ένα δυναμικό μέσο που ανήκει σε όλους και πρέπει να
μοιράζεται σαν ένα μπουκάλι γάλα, στις πόρτες των σπιτιών κάθε πρωί. Γι’
αυτό ας φροντίσουμε η νεράιδα μας να είναι όσο περισσότερο θελκτική
γίνεται, για να παρασύρει σε αυτό το συναρπαστικό παιχνίδι του βιβλίου
πολλούς καινούριους εραστές».
«Μόνο μία ευχή: να ξαναγίνουν περισσότεροι οι αναγνώστες από τους συγγραφείς!»- Νεκτάριος Λαμπρόπουλος, εκδόσεις Χαραμάδα
Ρούλα Γεωργακοπούλου,
συγγραφέας/δημοσιογράφος
Η μόνη μαγική λύση για το καλό του βιβλίου είναι να διαβάζουν καλά
βιβλία οι έλληνες. Όταν πηγαίνουν σε βιβλιοπωλείο να ζητούν αυτό από το
πάνω ράφι κι όχι να βουλιάζουν αμέσως στις προθήκες με τα λογής
ευπώλητα. Για να γίνει αυτό θα βοηθούσε πολύ ένα λιγότερο αλαφιασμένο
μάρκετινγκ εκ μέρους των εκδοτικών οίκων οι οποίοι τον τελευταίο μακρύ
καιρό έχουν παραδώσει το ταμείο και την υπόληψή τους σε μάλλον «ελαφρά»
αναγνώσματα. Θα βοηθούσε επίσης και μια, κατά το δυνατόν, πιο σοβαρή
αντιμετώπιση της λογοτεχνίας από ορισμένους βιβλιοκριτικούς οι οποίοι
οφείλουν να διαβάζουν πρώτα ολόκληρο το βιβλίο και κατόπιν να
αποφαίνονται γραπτώς. Ευχαριστώ εκ των προτέρων.
Νικόλαος Αδάμ Βουδούρης, συγγραφέας
«Η καλή νεράιδα να επισκεφτεί τους έλληνες
που γράφουν (και σκοτώνονται να εκδώσουν βιβλίο) και να τους φωτίσει
μπας και καταλάβουν πως όποιος γράφει διαβάζει κιόλας. Δηλαδή ΑΓΟΡΑΖΕΙ
βιβλία και τα ΔΙΑΒΑΖΕΙ».
Σπύρος Ξένος, βιβλιοπωλείο Λεμόνι
«Εύχομαι μέσα στην κρίση την οποία ζούμε
να εκδίδονται μόνο τα πιο σημαντικά βιβλία και κάθε βιβλίο να γίνεται
ένα πνευματικό γεγονός με την έκδοση του».
Δώρα Κασκάλη, πεζογράφος και ποιήτρια
«Η σωτηρία του βιβλίου στην Ελλάδα δεν
πρέπει να στηριχθεί σε ευχές και ευχολόγια. Τα τελευταία αυτά χρόνια που
διανύουμε, χρόνια οικονομικής δυσπραγίας για τους περισσότερους από
εμάς, ο πολιτισμός και ειδικότερα ο χώρος του βιβλίου χτυπήθηκε
ανελέητα. Η κατάργηση της ενιαίας τιμής βιβλίου γονάτισε εκδοτικούς,
μικρά βιβλιοπωλεία και αναγνώστες. Οι τελευταίοι, βλέποντας το εισόδημά
τους να συρρικνώνεται, θυσίασαν «την πολυτέλεια» της αγοράς ενός
βιβλίου, για να καλύψουν πιεστικότερες και ζωτικότερες ανάγκες,
πρωτίστως επιβίωσης.
Επειδή, όμως, θεωρώ ότι η εκπαίδευση, το βιβλίο, η τέχνη και
γενικότερα ο πολιτισμός μιας χώρας είναι τα πρώτα που πρέπει να
προστατευθούν και να ενδυναμωθούν, η ευχή που θα έκανα – σ’ αυτήν την
παντοδύναμη καλή νεράιδα – είναι να υπάρξει μια ενιαία πολιτική στο χώρο
του βιβλίου, υπερκομματική και μη συγκυριακή και κυρίως να υπάρξει μια
αναδιοργάνωση και στήριξη του θεσμού των δημόσιων, δημοτικών και
σχολικών βιβλιοθηκών. Ως αναγνώστρια και θαμώνας από την παιδική μου
ηλικία σε βιβλιοθήκες και αργότερα ως φοιτήτρια σε σπουδαστήρια, πιστεύω
ότι η στήριξη και η χρηματοδότησή τους για την αγορά νέων τίτλων από
μια ευρεία γκάμα μικρών και μεγάλων εκδοτικών οίκων θα δώσει πνοή, τόσο
στο λογοτεχνικό (ποίηση, διήγημα, μυθιστόρημα), όσο και στο μη
λογοτεχνικό και άρα λιγότερο εμπορικό βιβλίο (επιστημονικό, δοκίμιο,
μελέτη κλπ). Έχω τη γνώμη ότι αντίστοιχες πολιτικές σε άλλες χώρες,
έχουν καταφέρει μεγαλύτερη διείσδυση σε ένα ευρύτερο κοινό για την
απόκτηση αναγνωστικής συνείδησης, αλλά αποτελούν και βασικό μοχλό
στήριξης της εθνικής βιβλιοπαραγωγής».
Ασημίνα Ξηρογιάννη, πεζογράφος και ποιήτρια
«Είναι πολύπλευρο και πολυδιάστατο το θέμα
του βιβλίου στην Ελλάδα,επειδή είναι πολλοί οι παράγοντες που
σχετίζονται με αυτό: εκδοτικοί οίκοι, συγγραφείς,αναγνώστες,
κριτικοί,δημοσιογράφοι, αλλά και παρουσιαστές βιβλίου. Και ,από το 2009
περίπου και μετά το βιβλίο άγεται και φέρεται – ακόμα πιο πολύ -από την
γενικότερη Κρίση που βιώνουμε ως έθνος. Σίγουρα χρειάζεται μια καλή
νεράιδα θα έλεγε κανείς χαριτολογώντας,για να βάλει τα πράγματα στη θέση
τους.Να αποσύρει με το ραβδάκι της μεμιάς όλα τα κακογραμμένα βιβλία
από την αγορά,να βάλει φρένο στις χωρίς αξιολογικά κριτήρια
αυτοεκδόσεις, να περνά από λογοκρισία τους εκδότες που στο βωμό του
κέρδους θυσιάζουν την καλή λογοτεχνία, να επιμορφώσει τους αναγνώστες,
καλλιεργώντας το γούστο τους, να διδάξει στους ”κριτικούς” ήθος,και
στους συγγραφείς σεμνότητα. Τέλος, να πει στους συγγραφείς παιδικών
βιβλίων ότι ”πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά” και ότι βιβλία που
υποτιμούν τη νοημοσύνη τους είναι αποτυχημένα».
Άρης Σφακιανάκης, συγγραφέας
«Η ευχή μου θα ήταν να
καταργηθούν μια κι έξω τα φιλολογικά μαθήματα στα σχολεία και στη θέση
τους να μοιράζεται κάθε έτος στα παιδιά μια λίστα με 10 απαγορευμένα
βιβλία».
Εκδόσεις Αίολος
Θα παρακαλούσαμε τη νεράιδα – που η δικιά μας θα μοιάζει σίγουρα στη Λη-Τσέρι από τον Τρυποκάρυδο
– να άλλαζε συνολικά την κατάσταση στην Ελλάδα, για την κρίση,
οικονομική και ανθρωπιστική, για τους πρόσφυγες, για τους φόρους, για τα
χαμόγελα που χάνονται, για μια χώρα που βουλιάζει όλο και πιο βαθιά.
Έτσι και στον χώρο του βιβλίου θα γινόντουσαν τα πράγματα καλύτερα, αφού
όλα συνδέονται μεταξύ τους. Να προσβλέπουμε, λοιπόν, στην εμφάνιση μιας
καλής νεράιδας…, αλλά μέχρι τότε ας διαβάζουμε όσο το δυνατόν
περισσότερο.
Μάνος Κοντολέων, συγγραφέας
«Θα ζητούσα όλα όσα αυτόν τον καιρό συμβαίνουν στη χώρα μας να
μεταφέρονταν στις σελίδες ενός μυθιστορήματος, ενώ τα όσα είναι γραμμένα
εκεί να γίνουν η πραγματικότητά μας. Και ποιο να ήταν αυτό το
μυθιστόρημα που θα ρουφούσε την πίκρα μας και τον φόβο μας και θα μας
χάρισε τη γλύκα και το όνειρό του; Μα ποιο άλλο εκτός από το «Ο Μικρός
Πρίγκιπας» του Εξυπερύ.»
Κωνσταντία Σωτηρίου, συγγραφέας
«Μου αρέσουν τα τρελά και τα απραγματοποίητα. Και τα
ρομαντικά. Και κυρίως οι νεράιδες των βιβλίων. Αν ερχόταν η νεράιδα των
βιβλίων με το μαγικό ραβδάκι της για να αλλάζαμε προς το καλύτερο την
κατάσταση του βιβλίου στην Ελλάδα, θα της έλεγα να πάμε κοντά στα
παιδιά. Ούτως ή άλλως, μόνο τα παιδιά γνωρίζουν πώς υπάρχουν νεράιδες
και μόνο αυτά θα μπορούσε το ραβδάκι της να βοηθήσει. Θα ζητούσα λοιπόν
από την νεράιδα να μάθει στα παιδιά να «διαβάζουν». Να διαβάζουν
πραγματικά. Να μάθουν να αγαπούν τα βιβλία. Να ανακαλύψουν τι σημαίνει ο
κόσμος τους. Η νεράιδα θα έπρεπε φυσικά να μπει λιγάκι στα γρανάζια της
γραφειοκρατίας, να εφαρμόσει μέσα από τους θεσμούς του Υπουργείου
Παιδείας την διδασκαλία της λογοτεχνίας από το Δημοτικό και στην
συνέχεια στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο, με έναν τρόπο πρωτοποριακό, που θα
έδειχνε στους μικρούς μαθητές την αλήθεια της ανάγνωσης. Ένα πρόγραμμα
που θα τους ενθάρρυνε να ανακαλύπτουν παλιούς και νέους συγγραφείς,
καινούργια λογοτεχνικά ρεύματα, ένα πρόγραμμα που θα εισήγαγε μαθήματα
δημιουργικής γραφής και θα έκανε τα παιδιά να θέλουν να διαβάσουν, να
θέλουν να μάθουν, να θέλουν να γράψουν. Όταν τέλειωνε με το Υπουργείο, η
νεράιδα θα έπρεπε να πάει κοντά στους γονείς. Θα μάθαινε η νεράιδα στις
μαμάδες και στους μπαμπάδες να αγοράζουν στα παιδιά τους βιβλία, καλά
λογοτεχνικά βιβλία, βιβλία γεμάτα εικόνες για τον κόσμο, βιβλία για τους
πρόσφυγες, βιβλία για τον ρατσισμό. Βιβλία για ανθρώπους που αγαπούν
και υποφέρουν. Βιβλία που θα κρατήσουν μακριά τα παιδιά από το
διαδίκτυο. Βιβλία που θα κάνουν τα παιδιά να σκέφτονται. Και επειδή η
νεράιδα είναι μαγική, θα έκανε και τους γονείς να ανοίξουν κανένα
βιβλίο, θα τους έκανε και αυτούς να «διαβάζουν», να δουν μέσα από την
μαγεία της ανάγνωσης και της γραφής τι σημαίνει να χάνεσαι στις λέξεις
και να βυθίζεσαι στον κόσμο του χαρτιού. Αυτού θα έκανε η νεράιδα. Θα
έκανε μια μαγική επένδυση στα παιδιά. Θα δημιουργούσε ένα κόσμο από
ανθρώπους που θα αγαπάνε τις λέξεις. Και μάρτυς μου ο θεός του βασιλείου
της νεραϊδοχώρας, αυτοί θα είναι καλοί άνθρωποι. Ικανοί να φτιάξουν ένα
καλύτερο κόσμο. Είναι γερό υλικό οι λέξεις να χτίσεις έναν καλύτερο
κόσμο. Ρωτήστε τις νεράιδες. Ξέρουν».
Αγαπητή Νεράιδα του βιβλίου, Σου ζητώ να μεταμορφώσεις τους Έλληνες από λιτοδίαιτους αναγνώστες σε αχόρταγους βιβλιοφάγους!- Εκδόσεις Μελάνι
Μάκης Προβατάς, δημοσιογράφος
Επειδή τυχαίνει να τη γνωρίζω τη Καλή Νεράιδα του Βιβλίου, ξέρω ότι
είναι απόλυτα πειστική, και θα της ζητούσα να ψιθυρίσει στο αυτί κάθε
νέου παιδιού ξεχωριστά, ότι μόνο διαβάζοντας βιβλία θα γίνει πιο έξυπνο,
πιο ελκυστικό, πιο όμορφο, και πιο σέξι. Αφού τελείωνε με τους νέους,
θα της ζητούσα να κάνει το ίδιο και στους ενήλικες, απλά βάζοντας το
«σέξι» πρώτο.
Χριστίνα Δρούζα, δημοσιογράφος
Τα περισσότερα νηπιαγωγεία έχουν μικρές δανειστικές βιβλιοθήκες.
Κάθε Παρασκευή κάθε παιδάκι διαλέγει από τα ράφια της βιβλιοθήκης όποιο
βιβλίο επιθυμεί και το παίρνει στο σπίτι του για να το διαβάσει με τη
μαμά ή τον μπαμπά του. Μπορεί να το κρατήσει μια ολόκληρη εβδομάδα. Την
επόμενη Παρασκευή όλα τα παιδιά επιστρέφουν τα βιβλία τους. Οι πρώτες
ώρες στο σχολείο περνούν κάπως έτσι: κάθε παιδί μιλάει στα άλλα παιδιά
για το βιβλίο που διάβασε, διηγείται την ιστορία, περιγράφει
καταστάσεις, σχολιάζει όλα όσα του άρεσαν, αλλά και εκείνα που δεν του
άρεσαν. Για τα παιδιά του νηπιαγωγείου τα βιβλία είναι πραγματικοί
θησαυροί που κλείνουν μέσα τους κόσμους μαγικούς και ονειρεμένους. Δεν
έχω συναντήσει παιδάκι που δεν του αρέσουν τα βιβλία και οι ιστορίες.
Και μετά; Μετά τα παιδάκια πάνε στο σχολείο. Μαθαίνουν γραφή,
ανάγνωση, αριθμητική και ένα σωρό άλλα ωραία και χρήσιμα πράγματα και
κάπου χάνεται η παλιά αγάπη για τις ιστορίες των παιδικών βιβλίων. Δεν
ξέρω που χάνεται. Έχω όμως την αίσθηση ότι κάτι κάνουμε λάθος εμείς οι
μεγάλοι.
Θα ήθελα λοιπόν να ξαναβρούν όλα τα παιδιά εκείνη την αγάπη για τις
ιστορίες και τα βιβλία. Θα ήθελα να ανοίξουν βιβλιοθήκες σε όλα τα
σχολεία της χώρας. Και ακόμη σε όλες τις γειτονιές, σε όλα τα νησιά, σε
όλα τα χωριά. Και κάθε Παρασκευή στα σχολειά να μην γίνεται μάθημα. Ή
μάλλον να γίνεται· το πιο σημαντικό μάθημα απ’ όλα. Να μαζεύονται τα
παιδιά και να μιλούν για όλα εκείνα τα θαυμαστά πράγματα που διάβασαν
στα βιβλία τους τις προηγούμενες ημέρες. Και την άλλη Παρασκευή πάλι από
την αρχή. Γιατί τα βιβλία είναι αμέτρητα και δεν τελειώνουν ποτέ.
Η αγάπη για τα βιβλία και το διάβασμα καλλιεργείται. Με αγάπη και υπομονή. Σαν το πιο πολύτιμο λουλούδι. Και τότε όλα ανθίζουν.
Όλγα Σελλά, δημοσιογράφος
Αν ερχόταν η καλή νεράιδα του βιβλίου και σας έλεγε ότι την Παγκόσμια
Ημέρα Βιβλίου έχετε δικαίωμα να κάνετε μια συγκεκριμένη ευχή που θα
πραγματοποιηθεί ώστε να αλλάξει προς το καλύτερο η κατάσταση του βιβλίου
στην Ελλάδα, ποια ευχή θα ήταν αυτή;
«Μία μόνο έχω δικαίωμα να κάνω; Εστω, μία θα κάνω και ας ελπίσουμε
ότι δεν θα συμπέσει με τις ευχές των υπολοίπων, για να έχει να
υλοποιήσει πολλές ευχές η καλή νεράιδα του βιβλίου.
Εύχομαι λοιπόν, και παρακαλώ θερμά την καλή νεράιδα του βιβλίου, να
μειωθεί το Σάββατο, την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, η ανεργία των νέων και η
ανεργία γενικά, να γίνει σχεδόν μηδενική, ώστε όλοι αυτοί οι άνθρωποι
-που θέλουν να αγοράσουν τα νέα βιβλία, αλλά είναι τα πρώτα που έχουν
περικόψει από τα έξοδά τους- έχοντας δουλειά και σταθερό εισόδημα, να
μπορούν να επιλέγουν ξανά πέντε και δέκα βιβλία στα βιβλιοπωλεία. Να
στέκονται στην ουρά μπροστά στα ταμεία, να κρατάνε μια ντάνα βιβλία ο
καθένας, ε και μετά όλη η αλυσίδα θα πάρει μπρος. Ετσι δεν είναι; Μήπως
είναι παραπάνω από μια ευχή; Μπα!!! Δεν νομίζω….»
Ν’ αποκτήσει η Ελλάδα αναγνώστες και βιβλιόφιλους. Εκδόσεις Ποταμός
No14Me (aka Γιάννης Καλογερόπουλος), blogger
Αχ, καλή μου βιβλιονεράιδα, σήμερα, μέρα που είναι, θέλω να σου
ζητήσω μία χάρη: να έχεις τ’ αφτιά σου ανοιχτά εκεί στις βιβλιοπαρέες
που γυρνάς και όταν ακούς κάποιο μεγάλο στόμα να διαλαλεί τη μεγάλη
αγάπη του για το διάβασμα και για τα βιβλία, αρχίζοντας να λέει κάτι
περίπου σαν αυτό: μα καλά, ακόμα δεν έχεις διαβάσει εσύ το (κι εδώ να
θέλει να πει τον τίτλο κάποιου βιβλίου), ή κάτι περίπου σαν αυτό: μα
καλά, τώρα διαβάζεις εσύ (κι εδώ να θέλει να πει το όνομα κάποιου
συγγραφέα), ή κάτι περίπου σαν αυτό: μα, είναι για λίγους ο/το (κι εδώ
να θέλει να πει το όνομα κάποιου συγγραφέα ή τον τίτλο κάποιου βιβλίου),
ή κάτι άλλο περίπου σαν αυτά, κατάλαβες τι λέω, κάνε, σε παρακαλώ πολύ,
να τον πιάνει λόξιγκας και να σκάει και να μην τελειώνει αυτό που
άρχισε να λέει, μήπως και σπάσει το κακό σπυρί και γίνει το διάβασμα
πάλι εκείνη η ανάγκη για ιστορίες, εκείνη που είχαμε παιδιά όταν μας
διάβαζε η μάνα μας βιβλία. Αυτή τη χάρη θέλω μόνο.
Νίκος Αργύρης, Εκδόσεις Ίκαρος
Αν ερχόταν πράγματι αυτή η νεράιδα, θα εκμεταλλευόμουν το γεγονός
(μιας και δύσκολο να έρθει ξανά, πόσο συχνά συμβαίνουν αυτά) και θα
έκανα παραπάνω από μία ευχή. Θα ζητούσα να μπουν τα βιβλία στα σχολεία,
να διδάσκονται τα παιδιά από μικρή ηλικία να αγαπούν το βιβλίο, τις
ιστορίες, την λογοτεχνία. Θα ζητούσα βιβλιοθήκες παντού, ενημερωμένες
και στελεχωμένες από ανθρώπους, που θα μεταδώσουν την αγάπη τους για το
βιβλίο στα παιδιά. Θα ζητούσα μια Πολιτεία λιγότερο εχθρική προς τον
πολιτισμό και το βιβλίο, η οποία θα προστάτευε και θα προωθούσε με κάθε
μέσο στην διάθεσή της, το πολυτιμότερο πολιτιστικό αγαθό που έχουμε,
καθώς και την φιλαναγνωσία. Είναι άλλωστε, ο μόνος δρόμος για την
διαμόρφωση σκεπτόμενων και ενημερωμένων πολιτών.
Άντζελα Δημητρακάκη, συγγραφέας
Η ευχή που θα ήθελα να πραγματοποιηθεί είναι εκείνη που μπορεί να
πραγματοποιηθεί πολύ ευκολότερα από τις άλλες 9 στη λίστα μου. Είναι
καιρός να αποκτήσουν οι δυο μεγάλες μας πόλεις – Αθήνα και Θεσ/κη- από
ένα Σπίτι Συγγραφέων. Στο κέντρο των πόλεων, εκεί που διαμορφώνεται η
καθημερινότητα στην αγριότερη αλλά ενιότε και στην πιο μαχητική της
μορφή.
Ένα Σπίτι Συγγραφέων με γραφεία (ναι, δε θα φτάνουν για όλους, αλλά
μπορεί να υπάρξει ένα σύστημα για το ποιος, πότε). Με αίθριο και
κουζίνα, με κοινόχρηστους χώρους (για συζητήσεις και για πάρτι), με
δωμάτια φιλοξενίας για συναδέλφους, κριτικούς, μεταφραστές από το
εξωτερικό. Ένα αναπαλαιωμένο νεοκλασικό από αυτά που σαπίζουν, κάτι
τέτοιο. Αλλά ας μην είμαι τόσο παράλογα απαιτητική, ένα οποιοδήποτε
σπίτι ως τόπος συνεύρεσης και δυνητικού διαλόγου θα αρκούσε.
Θα φτιάχναμε μια βιβλιοθήκη, όπως παλιά, στο σχολείο, που φέραμε όλοι
από μερικά βιβλία. Θα ζητούσαμε την συνδρομή των αγαπητών μας
καλλιτεχνών και αρχιτεκτόνων για τη διαμόρφωση ενός κατοικίσιμου χώρου,
κατάλληλου για ελεύθερη ανταλλαγή ιδεών, όταν και όσο θα το χρειαζόταν
κανείς. Εννοώ έναν χώρο όπου θα μπορούσαμε να λειτουργήσουμε κάπως πιο
αυθόρμητα, χωρίς το βάρος των δημόσιων δηλώσεων. Έναν χώρο όπου
συναντώντας κάποιον στο διάδρομο, να μπορείς να τον καλέσεις για ένα
ποτό στο γραφείο σου για μια συζήτηση off the record. Έναν χώρο που θα
κατέρριπτε τον μύθο του μοναχικού συγγραφέα. Φυσικά, είμαστε “μοναχικοί”
εάν δεν υπάρχει η δυνατότητα να είμαστε κάτι άλλο. ‘Ομως γιατί δεν
υπάρχει; Η αναπαραγωγή του ίδιου κώδικα, της μοναχικότητας, είναι η
αναπαραγωγή της στασιμότητας, και υφίσταται σε συνάρτηση με τα ποικίλα
στεγανά της νεο-ελληνικής λογοτεχνίας.
Ωστόσο, δεν χρειάζεται μια νεράιδα για να γίνει ένα πρώτο βήμα προς
μια εναλλακτική κατεύθυνση. Με καλή θέληση, αλληλεγγύη, φαντασία, και
ενδεχομένως με τη μη-αδιαφορία (προτιμότερο το ενδιαφέρον) του
Υπουργείου Πολιτισμού για την υποστήριξη της λογοτεχνίας ως κοινού
αγαθού, θα άλλαζαν κάποια πράγματα.
Βαγγέλης Ραπτόπουλος, συγγραφέας
Εύχομαι να υπήρχε σε κάθε γειτονιά μια καλή δημόσια βιβλιοθήκη. Να
μην έβγαιναν τόσα ασήμαντα βιβλία, όσα τα τελευταία χρόνια. Ή, αλλιώς,
να ήταν οι εκδότες βιβλίου λιγότερο έμποροι. Και, τέλος, εύχομαι να
διάβαζαν περισσότερο λογοτεχνία οι Έλληνες, και ιδίως η άρχουσα τάξη, οι
πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι.
Πελαγία Σουλτάτου, συγγραφέας
“Πέλα Σουλτάτου, ποια είναι η ευχή σας για την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου;”
“Εύχομαι να μου δώσετε την ευκαιρία για μία δεύτερη ευχή μόλις ολοκληρώσω την πρώτη, καλή κυρία Νεράιδα.”
“Σατανικό! Δεν απευθυνόμαστε κατ’ αυτόν τον τρόπο στις Νεράιδες.”
“Δε μου απαντήσατε όμως στην ερώτησή μου και φοβάμαι πως θα αναγκαστώ να πω σε όλους πως δεν υπάρχετε.”
“Με απειλείτε;”
“Σας προειδοποιώ.”
“Πολύ καλά λοιπόν, ακούω την ευχή σας.”
“Εννοείτε τις ευχές μου…”
“Έστω! Κι επιτέλους κάντε ένα βήμα παραπέρα, μου πατάτε το φόρεμα!”
“Ω, με συγχωρείτε. Πολύ ωραίο το φουρό σας, by the way.”
“Αγαπητή Πέλα, έχετε αρχίσει να με εκνευρίζετε!”
[Ψιθυριστά] “Εσύ να δεις που πρέπει να παραστήσω ότι υπάρχεις…”
“Τι είπατε; Τι είπατε;”
“Λοιπόν, εύχομαι να μου παραδώσετε το μαγικό σας ραβδάκι.”
“Αυτό δε μπορεί να συμβεί! Είναι εκτός των όρων του παιχνιδιού!”
“Πότε μιλήσαμε για κανόνες και δεν το άκουσα;”
[Εκνευρισμένη] “Δε μπορώ να σας παραδώσω το ραβδάκι μου γιατί δε θα έχω λόγο ύπαρξης.”
“Ενώ τώρα έχετε δηλαδή; Ας καγχάσω.” [Καγχάζει]
“Ορίστε λοιπόν, πάρτε το να δω τι θα καταλάβετε. Δε γνωρίζετε το ξόρκι, δε μπορείτε να το μεταχειριστείτε. Θα…”
Η Πέλα Σουλτάτου, ή αλλιώς Niemands
Rose, τσακίζει στα δύο το ραβδάκι και το πετάει σε έναν κάδο
απορριμμάτων, γιατί έχει και οικολογική συνείδηση. Η καλή Νεράιδα
παρακολουθεί εμβρόντητη τη σκηνή και βγάζει άναρθρες κραυγές ενώ
χοροπηδάει αλλόφρων.
“Δίνε του!” την προστάζει η συγγραφεύς.
“Τι;”
“Τυρί. Δίνε του σου είπα, βουλοκέρι έχεις στα αυτιά;”
“Μα…”
“Νεράιδα, φύγε, κρατάω μαχαίρι!”
Η δύστυχη Νεράιδα εγκαταλείπει τη
σκηνή συντετριμμένη, όσο και το ραβδάκι της, ενώ ο Γιώργος Φούντας της
λογοτεχνίας εκφωνεί ένα μικρό λογύδριο στο κοινό περί κέρδους,
ανταγωνισμού, συνδικαλισμού, σωματείων, εργασιακών σχέσεων, λιτότητας,
κοινωνικών αγαθών, αγώνων και κεκτημένων. Κάποιοι από το κοινό αρχίζουν
να γιουχάρουν, κάποιοι αποχωρούν σε ένδειξη διαμαρτυρίας…Το κοινό ήθελε
να ακούσει μια ευχή για το βιβλίο, όχι το Κεφάλαιο του Μαρξ, διάολε.
Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, συγγραφέας
Θα ήθελα η καλή νεράιδα του Βιβλίου να υποχρεώσει δια μιας, και ως
δια μαγείας, εκατό (τουλάχιστο) μεγάλους εκδοτικούς οίκους του
εξωτερικού να εκδίδουν κάθε χρόνο υποχρεωτικά δύο (τουλάχιστο)
ελληνικούς τίτλους έκαστος.
Και στη συνέχεια, να τους φυτέψει κατάστηθα την επιθυμία να κάνουν
τέτοιο τρελό προμοτάρισμα αυτών των ελληνικών τίτλων, ώστε να
δημιουργηθεί σιγά σιγά στους κόλπους της διεθνούς σκηνής ένα ισχυρό
Φιλελληνικό Αναγνωστικό Κίνημα (ΦΑΚ – αλλά καμία σχέση) ικανό να
εδραιώσει την εγχώρια παραγωγή μας στο παγκόσμιο λογοτεχνικό στερέωμα.
Λιγότερη ποσότητα και περισσότερη ποιότητα για τους τίτλους που εκδίδονται- Εκδόσεις Καλλιγράφος
Νικόλας Περδικάρης, συγγραφέας
Αν ερχόταν η καλή νεράιδα θα της έλεγα: «Κάνε καλή μου νεράιδα να
βρέχει συνέχεια βιβλία από τον ουρανό». Και δεν θα ζητούσα εξαιρέσεις.
Ας έβρεχε από Προυστ μέχρι λογοτεχνία του «περίπτερου». Γιατί το
διάβασμα είναι μια αγαπημένη συνήθεια. Και για να το αγαπήσει ο κόσμος,
χρειάζεται πρώτα να το συνηθίσει… Να το εντάξει στην καθημερινότητά του.
Έπειτα θα ζητούσα να μη θεωρείται αδίκημα η κλοπή βιβλίων για όσους δεν
έχουν να πληρώσουν. Μετά θα έπαιρνα τη νεράιδα, να την κεράσω κανένα
κοκτέιλ. Γιατί καλό είναι το διάβασμα, αλλά είναι ακόμα καλύτερο όταν
συνδυάζεται με την εξωστρέφεια, τη συζήτηση και όλες τις υπόλοιπες χαρές
της ζωής.
Ζέφη Κόλια, συγγραφέας
«Η δική μου νεράιδα θα φορούσε φουστάνι φτιαγμένο από βιβλιοσελίδες,
biker jacket από κλασικά δερματόδετα εξώφυλλα, στα χέρια της θα είχε
τατουάζ από στίχους ποιημάτων και στο στήθος της χαραγμένες λέξεις από
trashy novels. Τα μαλλιά της-στο χρώμα του γραφίτη- θα ήταν στολισμένα
με διάδημα από μολύβια, πένες, στυλογράφους και μες τα μάτια της θα
λαμποκοπούσαν γρίφοι αστυνομικών μυθιστορημάτων. Η δική μου νεράιδα θα
κουβαλούσε μαζί της μια τσάντα από πάπυρο, γεμάτη με όλη τη φιλοσοφία
του κόσμου. H δική μου νεράιδα θα ήταν τόσο αλλόκοτα όμορφη που όποιος
την έβλεπε θα έψαχνε αμέσως τους στίχους, τα βιβλία, και τις ιστορίες
που θα κουβαλούσε στο κορμί της κι έτσι η ζωή του θα έρρεε ταξιδεύοντας
σε κόσμους φανταστικούς, μυστηριώδεις και υπέροχους ….
Σε πιο ρεαλιστική ανάγνωση, εύχομαι η νεράιδά μου να ρίξει εκατό
τόμους βιβλίων στα κεφάλια των ανθρώπων, μπας και ταρακουνηθούν τα μυαλά
τους και καταλάβουν ότι η αληθινή περιουσία της ανθρωπότητας κρύβεται
πίσω απ τις γραμμένες λέξεις και όχι σ αυτά που τάζει στις ειδήσεις των
οχτώ ο Αλέξης».
Γιώργος Ίκαρος-Μπαμπασάκης, συγγραφέας
Χαράματα η ώρα τρεις, φτάνει η Νεράιδα, μου λέει: Όλα όσα ευχόσουν
τόσον καιρό έγιναν, κυκλοφορούν τα Άπαντα του DFW, του William H. Gass,
του Joseph McElroy, άψογα μεταφρασμένα, από τον Gutenberg, την Κριτική,
το Ροδακιό, την Κίχλη και την Άγρα, από κοινού, συνασπίστηκαν και τα
εξέδωσαν, ενώ οι πάντες πια διαβάζουν στο τρένο στα πάρκα στις σοφίτες
Καρούζο Κοροπούλη Αρανίτση ακούγοντας Glenn Gould και John Coltrane,
ναι, όλα όσα ευχόσουν έγιναν, οι «ανυπάρκτιανς» δεν γράφουν πια,
πλένουνε σκάλες, τραβάνε κουπί σε γαλέρες πίσω στον χρόνο, στην Πλατεία
Κάνιγγος στήσαν τα αγάλματα του Thomas Pynchon και του Ανδρέα
Εμπειρίκου, ο Dylan Thomas αναστήθηκε και τα πίνει στον Καπετάν Μιχάλη
με την Παρέα, όλα τα αυτοκίνητα ανατινάχθηκαν και οι πάντες κυκλοφορούν
με ποδήλατο κι ένα βιβλίο των εκδόσεων City Lights Books στην τσέπη του
μοντγκόμερι.
Χρήστος Χρυσόπουλος, συγγραφέας
Νομίζω πολλοί συνάδελφοι θα έχουν φροντίσει ήδη ώστε με την ευχή
τους να ξεπεράσουμε τα επείγοντα προβλήματα που βασανίζουν τον χώρο του
βιβλίου και τους ανθρώπους του: οικονομική δυσπραγία,
καθυστέρηση/αθέτηση πληρωμών, ετεροαπασχόληση, ανεργία, αποθέσμιση του
εκδοτικού χώρου, απουσία κρατικής μέριμνας, άρνηση κατοχύρωσης του
επαγγέλματος του συγγραφέα, έλλειψη υποδομής φιλαναγνωσίας, έλλειψη
υποστήριξης μεταφράσεων…κλπ. Εγώ με τη σειρά μου θέλω να ευχηθώ / ζητήσω
από τη νεράιδα, να γίνει πολύ ευκολότερο για τους νέους συγγραφείς
(ποιητές και πεζογράφους) να εκδώσουν το πρώτο τους βιβλίο δίχως να
χρειαστεί να βάλουν το χέρι στην τσέπη, και να έχουν τη χαρά να δουν το
βιβλίο τους στους πάγκους των βιβλιοπωλείων και στις σελίδες των
εφημερίδων. Να πάρουν δηλαδή την πρώτη χαρά που γευτήκαμε εμείς όταν
αποφασίσαμε να ζήσουμε με τις λέξεις.
Κώστας Ακρίβος, συγγραφέας
Αγαπητή βιβλιονεράιδα. Ζόρικα τα
πράγματα στην ψωροκώσταινα, ε; Τώρα που είδες ότι δεν γίνεται τίποτα με
την ενιαία τιμή βιβλίου ή με το λειτουργήσει ξανά το ΕΚΕΒΙ, δεν παίρνεις
το μαγικό σου ραβδάκι και να αλλάξεις γήπεδο; Έλα που σε περιμένουμε
στα σχολεία, τα γυμνάσια και τα λύκεια. Εδώ θα δεις και θα φρίξεις.
Δεκατριάχρονα και δεκαεφτάχρονα για έξι χρόνια κάνουν ένα μάθημα, αυτό
της Λογοτεχνίας, που μόνο μάθημα δεν είναι, πιο πολύ με αγγαρεία
μοιάζει. Βιβλία που έχουν δεκάδες αποσπάσματα από μυθιστορήματα,
διηγήματα και ποιήματα που τα διδάσκονται τα κακόμοιρα ανά δύο ή τρεις
διδακτικές ώρες, μερικές φορές και μέσα σε μία ώρα. Σε κάποιες τάξεις
μάλιστα μαθαίνουν όχι πώς να αγαπούν ή να ξεκλειδώνουν τα κείμενα, αλλά
ποια είναι η ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας. Ξεκινάνε τα μαθήματα το
φθινόπωρο με κείμενα της Κρητικής και Επτανησιακής Σχολής και μέχρι την
άνοιξη, που θα πάνε στις εξετάσεις, πρέπει να έχουν μάθει σχολές,
ρεύματα, βιογραφικά συγγραφέων, όρους και ορισμούς… Φιλολογικό hangover.
Τις πταίει; Όχι τα ανήλικα φυσικά, ούτε οι δάσκαλοι ή εκείνοι που έχουν
συντάξει τα βιβλία. Αλλού στρέψε το ραβδάκι σου: πιο ψηλά, σε κεφαλές
εξέχουσες και σημαντικές: στα υπουργεία που κανονίζουν το τι και πώς θα
γίνει το μάθημα της Λογοτεχνίας, χωρίς να έχουν την παραμικρή ή καθόλου
γνώση και αγάπη για τη λογοτεχνία. Ζητάς βοήθεια; Θέλεις να ακούσεις τι
πρέπει να γίνει; Μα το αυτονόητο, καλή μου νεράιδα: ό,τι στις
πολιτισμένες χώρες του κόσμου: τα παιδιά γυμνασίου και λυκείου να
γνωρίσουν τη λογοτεχνία μέσα από τη διδασκαλία ολόκληρου λογοτεχνικού
έργου. Να πάψουν να τσαλαβουτούν σε αποσπάσματα και κειμενάκια, αλλά να
διαβάζουν-διδάσκονται για όλη τη σχολική χρονιά έστω ένα βιβλίο, της
ελληνικής ή της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Τόσα και τόσα αυτά! Μονάχα έτσι
θα ρουφήξουν μεδούλι και μέλι, θα μπουν στον πειρασμό να ξεφυλλίσουν
μόνοι τους και άλλες σελίδες άλλων συγγραφέων, θα θελήσουν να περάσουν
το κατώφλι του βιβλιοπωλείου για να κάνουν την πρώτη αγορά τους.
Τι σε ακούω να ρωτάς; Ποια είναι η
διεύθυνση του υπουργείου παιδείας για να πας να κάνεις τα μαγικά σου;
Μια στιγμή, να τη χτυπήσω στο Google.
Ευχόμαστε να δημιουργηθεί σε όλη την Ελλάδα ένα
μεγάλο και ενημερωμένο δίκτυο δημόσιων βιβλιοθηκών, ώστε όλοι να έχουμε
ελεύθερη πρόσβαση στην κλασική και σύγχρονη βιβλιογραφία. – Εκδόσεις Καστανιώτης
Νίκος Κουρμουλής, δημοσιογράφος
Τα βιβλία είναι όνειρα εν αγνοία
τους. Τα τελευταία χρόνια βέβαια έχουν διαγνωστεί φαινόμενα άπνοιας. Από
την άλλη μεριά τι πιο αισιόδοξο από το να βγαίνουν συνεχώς νέοι
συγγραφείς παγκοσμίως και στην Ελλάδα φυσικά. Βιβλία που εναρμονίζονται
με τις αγωνίες και τις ανακατατάξεις κοινωνικές και προσωπικές που
συντελούνται καθημερινά. Το διήγημα, το ιστορικό μυθιστόρημα, όπως και
το δοκίμιο, ανθίζει στη χώρα μας στην συγκυρία που βρισκόμαστε. Το
βιβλίο παραμένει φτηνότερο, ως επί το πλείστον, σε επίπεδο παραγωγής σε
σχέση με τα υπόλοιπα είδη των τεχνών. Αν και το υψηλό ΦΠΑ, θα βαθύνει τα
ήδη μεγάλα προβλήματα οικονομικής και ποιοτικής υφής. Στην Ελλάδα η
διατήρηση του υφεσιακού κλίματος, έχει στρέψει αρκετούς συνανθρώπους μας
προς την εσωτερική αναζήτηση. Αυτή η ενατένηση, μαζί με την ανάγκη να
ξανασμίξουμε με τη γλώσσα, οδηγεί αρκετό κόσμο προς την συγγραφική
εμπειρία. Εξάλλου είναι ο ορισμός της μοναχικής ενασχόλησης. Επίσης η
έξαρση μικρών εκδοτικών οίκων και λεσχών που αντιμετωπίζουν το βιβλίο ως
εργόχειρο, δείχνει πως υπάρχουν ακόμη ρομαντικοί υπερασπιστές του
χαρτιού που κατακτούν βήμα-βήμα τον θαυμασμό όλων.
Εύχομαι να σχηματιστεί πάλι ένα
κέντρο βιβλίου με βάση την μετάφραση και μόνο. Αρχικά τουλάχιστον. Με
λιγότερες δαπάνες, ρεαλιστικά μιλώντας και άξιους επαγγελματίες που θα
μπορέσουν να μεταφέρουν προς το εξωτερικό σημαντικά ελληνικά έργα. Από
το παρελθόν μέχρι και τις μέρες μας. Παράλληλα εύχομαι να συνεχιστεί η
σκληρή δουλειά των νέων συγγραφέων. Εκείνων που θα βουτήξουν στη γραφή
ως παραλήπτες της περιρρέουσας κατάρρευσης, αλλά και της αναδιαμόρφωσης
των εκφραστικών μέσων. Ήδη υπάρχει μια αξιοπρόσεκτη στροφή προς τις
ρίζες των γλωσσικών μας ιδιωμάτων και των σταθμών της νέας ελληνικής
ιστορίας. Επίκεντρο εδώ είναι η κοινωνία/κοινότητα και όχι ο
μεγαλοϊδεατισμός. Εύχομαι τα νέα βιβλιοπωλεία να μαζεύουν πυρηνικό κοινό
και να μεταλαμπαδεύουν τα μυστικά των βιβλίων. Τέλος θα πρέπει να
προσέξουμε πολύ τις δημοτικές βιβλιοθήκες. Να μπορέσουν να ορθοποδήσουν
και να γίνουν κέντρα μόρφωσης και γαλούχησης στο συντακτικό του διαβάζω
και βλέπω τον κόσμο μέσα από τις σελίδες. Ήρθε η ώρα στην Ελλάδα να
πάρει το βιβλίο τα ρίσκα του. Αυτή η παραδοχή, μπορεί να πάει τα
πράγματα λίγο πιο μπροστά.