Translate

Παρασκευή 30 Απριλίου 2021

ΧΑΡΗΣ ΙΩΣΗΦ /// ΠΟΙΗΜΑΤΑ




ΕΡΑΣΤΟΣ ΕΡΑΣΤΟΥ

                                  οὐ γὰρ ἐπὶ τοῖς αὐτοῖς ἥδονται οὗτοι,
                                  ἀλλ᾽ ὃ μὲν ὁρῶν ἐκεῖνον,
                                  ὃ δὲ θεραπευόμενος ὑπὸ τοῦ ἐραστοῦ:

                                 Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1157a



Άφησε κάποτε ο Εραστός τον Εραστή
τον έδιωξε συμφέρον πλέον δεν είχε
αφού πιο ταιριαστή ωφέλεια έβρισκε
σε άλλων εραστών τη συναναστροφή


Όμως αναπολούσε πάντα την αγάπη
τη θεραπευτική που έδινε μόνο εκείνος
όταν ξάπλωναν στη φυσική τους στάση
και το κεφάλι του έφερνε στο στήθος


Με διέβαλε έλεγε στους φίλους του
τάχαμου θυμωμένος και με ευφράδεια
ρήτορα έβγαζε λόγους κατά εραστού


Ήξερε πια πως του ανήκε ο Εραστός
του Εραστού όταν με δάκρυα πολλά
κοίταζε που του σκαλίζαν το όνομα

***


2017 μ.Χ.


Σ’ ένα βιβλίο παλιό κάποτε διάβασα
τα λόγια ενός αγάλματος σ’ ένα ποίημα
«Κατάγομαι από το Λούξωρ από τας Θήβας
υπέταξα Βακτριανούς επαναστάτας...»
Το άγαλμα - έλεγε το ποίημα - ήταν σπασμένο
μονάχα η κεφαλή είχε βρεθεί στη λάσπη
και μίλαγε για ένδοξες μάχες στην Περσία


Όταν χρόνια μετά το βρήκανε το άγαλμα
- το διάβασα στον ημερήσιο τύπο -
ήταν η κεφαλή του αμίλητη
- το σώμα ήταν χαμένο -
μπρούμυτα μέσα στη λάσπη


Θυμήθηκα ξανά το ποίημα εκείνο που δεν ξανάβρα
γιατί χάθηκε με τα χρόνια το βιβλίο
για «στρατιάς ιππέων» έλεγε
αλλού «δια της του λέοντος εικόνος»
κι αλλού «τους αιχμαλώτους αγομένους»


Σε όνειρο την είδα μια φορά ξανά την κεφαλή
να λέει «νικάτω τι..., νικάτω τι...»
μα δεν κατάλαβα γιατί ήταν το όνειρο σύντομο
κι η μέρα που ακολούθησε πολύ απασχολημένη
με πράγματα απτά της καθημερινότητας
όχι ποιήματα χαμένα
ούτε αγάλματα που ψάχνουν κεφαλές


***


Η ΑΜΜΟΘΥΕΛΛΑ

Έφερε σκόνη ο νοτιάς
αμμοθύελλα είπαν της Σαχάρας
αναθεματίζουν οι νοικοκυρές
ολημερίς τα σάρωθρα μαζεύουν
ό,τι έμεινε από την επίσκεψη
των βασιλιάδων της Αιγύπτου
ό,τι έμεινε από ᾽κείνους

Τόση σκόνη που έφερε ο νοτιάς
κάτι θ᾽ αποκαλύφθηκε στην έρημο
ένα μέλος ή ένα φρύδι
ένα μειδίαμα κάποιου χείλους
σφετεριστές που κομμάτιασαν και
διεκδίκησαν, άρπαξαν, κατέκτησαν
τη βασιλεία των κόκκωv


***


ΤΟ ΜΕΛΑΘΡΟ

Το μέλαθρο κοιτά κατά τη θάλασσα
γύρω του ένα βουνό από πέτρες
η θάλασσα μακριά κι ο ορίζοντας
είναι ζεστή η πέτρα του βουνού
ζεστή κι η πέτρα του μελάθρου
κι η θάλασσα απ᾽ τον ήλιο ατμίζει
κατά κει που κοιτά το μέλαθρο
ο αέρας δε φυσά τον ένα κίονα
τον στραβό της παλιάς εισόδου
Καθώς κοιτά κατά τη θάλασσα βουνό
γύρω από το μέλαθρο οι πέτρες
κοιτούν όλες μαζί κατά τη θάλασσα
κι όταν φανεί πανί εκεί που ατμίζει
ποθούν κι αυτές να γίνουν μέλαθρο
να χτίσουν μέσα τους μια κόρη
που χάθηκε από την Ανατολή
κι ήρθαν λαός ελληνικός χτιστήκαν
μέλαθρο να κοιτά κατά τη θάλασσα
γύρω του ένα βουνό από πέτρες


***




ΠΟΣΕΣ ΜΕΡΕΣ

                                                 Δέκα χιλιάδες μέρες πέρασαν 
                                                 Κι όλο πηγαίνω να σε συναντήσω
                                                 Ιβάν Γκολ, Μαλαισιακά Τραγούδια


Σε αναγνώρισα ανεβαίνοντας τα πρώτα 
της άνοιξης νησιωτικά καλντερίμια 
η ανάσα ανέβαινε σταθερά ταπλατύσκαλα 
κι αρπάζονταν από ρομφαίες Αγίων
που κρυφοκοίταζαν πίσω από ξυλόγλυπτα τέμπλα

Κρεμιόσουν από στενά μπαλκόνια σπιτιών
εγκαταλελειμμένων όπως πρέπει να είναι
με ρουφηγμένα τα τυφλά τους μάτια

Άλλοτε από τα ερείπια ενός κάστρου
ή από πεντ᾽ έξι λαξευμένα αγκωνάρια 
που διατηρούσαν την αρχαία τους συναρμογή

Δεν ήθελα να είμαι 
παρά η σαύρα που λιάζεται πάνω τους
το πουλί που έπιασε τη σαύρα
 και πάνω του στιγμιαία 
εστίασε το βλέμμα του αγάλματος
 το δέντρο της πλατείας που το περικλείει
η αύρα του υπόγειου ποταμού 
που μαζί με το φως 
αναδιπλώνει τα φύλλα του 
το ξάνοιγμα τους φωτός
στις βλεφαρίδες μέσα από τα φύλλα

***


EΙΧΑ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΧΩΜΑΤΑ


Κίτρινα ήταν τ᾽ άνθια στην ανάβαση
τα βράχια θραύσματα ενός καπνού
που κατέρρευσε στoν ελαιώνα


Είχα στα χέρια χώματα
άπλωνα στις ελιές να κρατηθώ
τίναζα τους φτερωτούς καρπούς τους
στο λύγισμα του γόνατου λαχανιάζοντας


Είχα στα χέρια χώματα
όταν τ᾽ άπλωνα στις ξερολιθιές
κόκκινα όταν στο χώμα τα βάφοντας
ξυπνούσα από το μεσημέρι


Είχα στα χέρια χώματα
μια εκκλησία από το χώμα ξεπροβάλλοντας
ντυμένη στην ακανόνιστη πέτρα της
ένα με το χώμα τα χέρια όταν αγγίζοντας


Είχα στα χέρια χώματα
στις ελιές κρεμασμένο το σήμαντρο
στάζοντας σκουριά μέσα στο φως
την πέτρα αφού έκρουσα όταν σημαίνοντας


Είχα στα μάτια δάκρυα
στα χέρια χώματα έχοντας


ντιν ντιν όταν πιστεύοντας
ότι θ᾽ ανοίξει η πόρτα για τ᾽ άγια


ντιν ντιν όταν προσεύχοντας
και κατεβαίνουν οι άγγελοι γύρω μου


Είχα στα χέρια χώματα
όταν ντιν ντιν ακούγοντας
στις ελιές κάτω στα πετρώματα
στα φαγωμένα από το χώμα σώματα
ίδιες οι πέτρες και τα κόκαλα
η εκκλησία ίδια και το σήμαντρο
ο πέτρινος καπνός και τ᾽ άνθια κίτρινα
στην Ανάσταση με γύρω τα ελαιόδεντρα
τους φτερωτούς καρπούς όταν κελάηδηζαν


*Η φωτογραφία είναι παρμένη από το Pixabay

Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

NEA KYKΛΟΦΟΡΙΑ /// ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ /// Ποιήματα 2009-2017 /// Εκδόσεις Βακχικόν 2021



Mόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν  το βιβλίο της Ασημίνας Ξηρογιάννη με τίτλο ΠΟΙΗΜΑΤΑ 2009-2017.
Πρόκειται για έναν τόμο με επιλεγμένα ποιήματα που δίνουν το στίγμα της ποιητικής της ταυτότητας στο χρονικό πλαίσιο μιας δεκαετίας περίπου.

Περιγραφή (από την εισαγωγή του βιβλίου, της Α.Αφεντουλίδου)


Η Ασημίνα Ξηρογιάννη, μέσα στη δεκαετία που ήδη πέρασε και στη δεύτερη την οποία βαδίζει, υπηρετεί την τέχνη του λόγου μέσα από πολλές παράλληλες δράσεις, επιδεικνύοντας αξιοζήλευτη προσήλωση, εργατικότητα και αγάπη. Και της ευχόμαστε ολόψυχα να συνεχίσει με το ίδιο πάθος σε όλα τα πεδία: ποίηση, αφήγηση, μετάφραση, θεατρική συγγραφή, ανθολόγηση, κριτική. Εξάλλου, κανένα από αυτά δεν στεγανοποιείται πλήρως από το άλλο, καθώς το ένα προοικονομεί το άλλο, το ένα προϋποθέτει ή/και ακολουθεί το επόμενο∙ καθώς όλα αλληλοεισδύουν συναιρούμενα, διαμορφώνοντας έναν χώρο δραστικής πραγμάτωσης, όπου ηττάται η απραξία∙ απραξία η οποία δεν μπορεί παρά να είναι παθολογική για ένα πλάσμα τόσο ζωντανό, τόσο γεμάτο δύναμη.

H Ασημίνα Ξηρογιάννη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι θεατρολόγος, φιλόλογος και συγγραφέας. Σπούδασε Υποκριτική στο Θέατρο-Εργαστήριο (Εμπρός). Είναι Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει εκδώσει ποίηση, πεζογραφία και θέατρο. Διδάσκει Θεατρική Αγωγή στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και εργάζεται ως εμψυχώτρια θεατρικού παιχνιδιού. Παράλληλα παραδίδει μαθήματα Γλώσσας και Λογοτεχνίας καθώς και Θεωρίας και Ιστορίας Θεάτρου. Έχει παρακολουθήσει διάφορα σεμινάρια υποκριτικής, σκηνοθεσίας και θεατρικού παιχνιδιού. Έχει σκηνοθετήσει και ανεβάσει με τους μαθητές της αρκετά έργα, δικά της και ξένα. Διατηρεί από το 2009 το λογοτεχνικό ιστολόγιο Varelaki. To βιβλίο της Εποχή μου είναι η ποίηση κυκλοφορεί στη Γαλλία σε μετάφραση του Μισέλ Βόλκοβιτς. Ποιήματα, διηγήματα, κριτικές, μεταφράσεις και άρθρα της δημοσιεύονται σε διάφορα έντυπα, ηλεκτρονικά περιοδικά και ιστολόγια. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα Γαλλικά, Αγγλικά και Ισπανικά


ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ :

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Ε.ΜΥΡΩΝ /// ΠΟΙΗΜΑΤΑ



[...]


ένα μουτζουρωμένο πρωινό έπεσε 
από το μέτωπο του θεού άλλο ένα ελάττωμα
μετά από μια σκοτεινή σιωπή 
είχαν μολυνθεί οι άνθρωποι - 
λίγοι ξεπεσμένοι άγγελοι γλύτωσαν

κρυμμένοι στα χαρακώματα του λόγου

 



-08


έχω πολλά σκυλιά δεμένα μέσα μου 

ούτε που ξέρω πώς δαγκώνει το καθένα 

όταν ξεφύγει απ’ την ψυχή μου 

 

προσπερνάω ξένος τα αστικά χαμόγελα

                               το πλαστικό κέφι 

τροπαιούχος του τίποτα  

θερμαστής του χάους μου 

 

-013

άσε το ουράνιο τόξο να λέει 
σκιά αβύσσου ο ουρανός
έλα να πιούμε σκοτάδι σκέτο 
να σε βλέπω   να μιλάει η φωνή σου 
κρυμμένη στα έγκατα του πενταγράμμου 
κρυμμένη   απ’ τη φλυαρία της όρασης
καμία σκέψη δεν θα ξέρει πως γελάμε ένα ξόρκι


-018

πέφτοντας 
χρειάζομαι το ποίημα 
να κουμαντάρει τον μπαλτά
με τόσα μποφόρ υπάρχω   δεν επιβιώνει 
η έκπληξη    μένει με το στόμα 
νυσταλέο    για να τ’ ανοίξει 
ζητάει λύτρα    που έχουν μόνο οι πεσόντες


[...]

Οριοβάτης, Αρμίδα 2020


*Η φωτογραφία είναι παρμένη από το pixabay.

ΑΚΡΙΒΗ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗ /// ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 


ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΕ ΠΑΡΑΛΙΑ

(γράμματα σε χαρτί)



Καπέλο παρατημένο σε καρέκλα

στρώμα στο κύμα

κυρία βάζει αντηλιακό σε ζαρωμένο δέρμα

νεαρή ισιώνει τιράντες περιττού στηθόδεσμου.


Στέκομαι ανάμεσα.


Δεν χρησιμοποιώ αντηλιακό, χρειάζομαι στηθόδεσμο

δεν έχω στρώμα, ψάχνω καπέλο ̶ αν και

ορισμένες φορές το λευκό χαρτί διαχειρίζεται σπουδαία

μία (όχι και τόσο) αξιοπρεπή απόσυρση, λέω

καθώς κρεμώ ταμπέλα κινούμενη

«Επιστρέφω αμέσως», μην χτυπάτε παραπλεύρως

και κυρίως «Μην εγκαταλείπετε!»


*


ΣΤΗΛΗ ΑΛΑΤΟΣ


Η γυναίκα του Λωτ γύρισε στη φλεγόμενη πόλη

νικημένη από περιέργεια, είπαν, μα

εκείνη άλλα είχε στον νου της.

Πότε άρχισε η φωτιά, πώς θα την είχε αποτρέψει·

εκ των υστέρων ηττημένοι υπολογισμοί

της θόλωναν το βλέμμα – ήταν κι ο καπνός.


Γύρισε και κοίταξε το σπίτι των παιδικών χρόνων

την οδό της εφηβείας, τον απελπισμένο γάμο.

Νόμισε πως κατάλαβε

κι ύστερα

από την υπεροψία της επίγνωσης

ακινητοποιήθηκε.


*



ΠΙ


Ο Πυγμαλίωνας είχε φαρδύ στέρνο κι ένα μεγάλο τατουάζ

που έγραφε φράσεις όπως

θα σε σηκώσω / θα σε μεταφέρω / θα σε κρατήσω.


Η Πύρρα είχε στενό στέρνο και μισούσε τα τατουάζ

εξ αιτίας της μονιμότητάς τους.

Προτιμούσε μικρές χαριτωμένες ουλές με προοπτική θεραπείας.

Επικράτησε, ασφαλώς, η αισθητική του Πυγμαλίωνα.

Η Πύρρα έκανε ένα κρυφό τατουάζ

κι έγραψε μόνο Ενοχή.

Ο Πυγμαλίωνας τη φρόντισε, τη μεγάλωσε

την έκανε Τύψη, μετά Εξάρτηση, τέλος Υπομονή.

Εκείνη άνοιξε το στήθος της και τις έβαλε όλες μέσα

μέχρι που μια μέρα σ’ ένα Μεγάλο Φαγοπότι

αυτό έσκασε

και με τη μέθοδο της διαλεκτικής

γεννήθηκαν άπειροι μικροί Πυγμαλίωνες

που πλήρωναν αδρά κάθε προσπάθεια

αναζήτησης ιδανικών.


Προφανώς, έφταιξε η ερμηνεία του πι.

Πυγμαλίων ή Πύρρα

μες τη νύχτα μπερδεύονται, ξέρεις.



*


ΣΑΝΤΣΟ, ΝΟΜΙΖΩ, ΤΟΝ ΕΛΕΓΑΝ


Κι ύστερα εκείνη

έναν άντρα-μυθικό έβαζε ανάμεσά τους

του έγραφε γράμματα, του αφιέρωνε στίχους.

Ο καθημερινός θύμωνε και γκρέμιζε ανεμόμυλους


κι αυτή του φώναζε

- Δον Τυχοδιώκτη, σταμάτα!

Κι αυτός σάρκαζε

- Όχι, δα! Μόλις αρχίσαμε!


*



ΑΝΤΗΛΙΑ


Το καλοκαίρι είχε δείξει τα δόντια του

προς το τέλος μαζευτήκαμε κάπως

του φθινοπώρου άνθρωποι, βλέπεις

κανονικές ώρες ύπνου και φαγητού

συνταγογραφημένο το πριν.


Και το μετά.



*


ΦΟΡΑ ΠΑΡΤΙΔΑ


Θέση morte λέγεται

ανοίγεις τα φύλλα σου – παίζει ο συμπαίκτης

εκτελεστής που

παίρνει όνομα από σημεία του ορίζοντα.

Κι αν είναι Δύση

εσύ επιμένεις να τηρείς τους κανόνες.

Είναι τίμιο παιχνίδι το μπριτζ

κι εσύ ξέμεινες

όχι από άσσους – από μανίκια μάλλον.



Μιλημένο νερό, Ακριβή Κακλαμάνη, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2018


*Η φωτογραφία είναι παρμένη από το pixabay.

ΑΝΤΡΕΑΣ ΦΛΟΥΡΑΚΗΣ /// ΠΟΙΗΜΑΤΑ



ΟΥΤΕ ΓΑΤΑ

Πάτησα κατά λάθος μια ακρίδα
Τα πίσω πόδια της έσπασαν
Αν ήταν άνθρωπος θα έκλαιγε

Δεν άκουσα τίποτα ούτε δάκρυα είδα 
Με το ζόρι διέκρινα τα μάτια της 
Την έσπρωξα με τη σκούπα στο παρτέρι

Να συνεχίσει τη ζωή της 
Κι αυτό το καλοκαίρι

*

ΜΙΚΡΗ ΑΡΚΤΟΣ 

Ονειρέψου 
Για μένα 
Ευχάριστο
Δέρμα 
Σαν κρέμα 
Με στέβια
Απέναντι 
Φωτίζει 
Σαν πλοίο 
Η Εύβοια

*

ΚΟΧΥΛΙ 

Το μαλακό κοχύλι 
Με το σιλικονένιο χείλι 
Και το καυτό μαγιό 
Τι να το κάνει το μυαλό


*


OMITZI 

Ανήσυχος κοιμάσαι 
Υπνωτισμένος ξυπνάς 
Χωρίς να ξέρεις 
Χωρίς να ζητάς 
Χίλιες φορές καλύτερα λες 
Μεγάλε 
Δεν τα παραλές

*

ΕΧΘΡΟΣ 

Παράξενη μάζα 
Μαδάει ένα ένα 
Τα φύλλα 
Προσποιείσαι 
Στο πίσω κάθισμα 
Το ήρεμο θύμα

*

ΤΩΡΑ 

Τώρα τώρα! 
Φωνάζει η σερβιτόρα

*


ΠΡΩΙΝΟ 

Τα δημητριακά επέπλεαν 
Στο πιάτο με το γάλα ρυθμικά 
Κι άλλαζαν χρώμα 
Από καφέ σε πράσινο ανθρακί 
Σε μοβ σε μπλε ελεκτρίκ 
Δεν ήταν για να τα φας 
Μπορούσες όμως να φτιάξεις
Ένα χαλασμένο ποίημα

*

Η ΑΡΑΧΝΗ

Έχει φτιάξει τον ιστό της
Με θέα τη θάλασσα 
Άραγε τη βλέπει; 
Άραγε τι βλέπει με τα μάτια της; 
Ακίνητη στην άκρη του κόσμου 
Περιμένοντας μια εντομοφαγία

*


ΣΦΙΓΓΑ 

Παρακολουθείς αινίγματα 
Με ένα και δύο και τρία και τέσσερα πόδια 
Μιας σφήγκας με στόμα πικρό 
Νοσταλγία για γλυκό με φιστίκια Αιγίνης 
Που αν δεν το βρεις στον τόπο να μείνεις

****

Καλοκαίρι, Κάπα Εκδοτική 2020
Ανθολόγηση για το Varelaki : Aσημίνα Ξηρογιάννη


Oι φωτογραφίες  είναι παρμένες  από kapaekdotiki