Translate

Παρασκευή 6 Ιουλίου 2018

Μάριο Λούτσι (Mario Luzi) /// ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ





Μετάφραση από τα Ιταλικά: Θεοδόσης Κοντάκης


Nέα για την Ιωσηφίνα, έπειτα από τόσα χρόνια
[Notizie a Giuseppina dopo tanti anni]




Τι να ελπίζεις, τι τάχα υπόσχεσαι στον εαυτό σου, φίλη μου,
καθώς γυρίζεις από ταξίδι τόσο σκοτεινό
εδώ κάτω όπου οι θύελλες, μες στο κάμα του ήλιου,
έχουν φωνή τόσο ψιλή και μαυρισμένη
που γιασεμί μυρίζουνε και συμφορές;

Βρίσκομαι δω σε τούτη την ηλικία που γνωρίζεις,
ούτε νέος ούτε γέρος - κοιτάζω, παρατηρώ
τούτη τη μετέωρη μετάπτωση∙
καθόλου πια δεν ξέρω τι θέλησα εγώ και τι μου επιβλήθηκε:
στις σκέψεις μου μπαίνεις κι απείραχτη βγαίνεις.

Καθετί άλλο που πρέπει να υπάρχει, υπάρχει ακόμα∙
το ποτάμι κυλάει, το τοπίο αλλάζει,
χαλάζι, βροχή, σκούζει κανένα σκυλί -
βγαίνει το φεγγάρι, τίποτα πια δε σαλεύει,
τίποτα μεσ’ από τούτο το μακρύ, περιπετειώδη ύπνο.



Πλησιάζοντας τα σαράντα
[Nell’imminenza dei quarant’anni]



Η σκέψη με καταδιώκει σε τούτη τη συνοικία
τη ζοφερή όπου ορμά ο άνεμος από τ’ οροπέδιο
και του πετροχελίδονου η βουτιά κόβει το νήμα
το λεπτό απ’ τα μακρινά τα όρη.

Σε λίγο κλείνω σαράντα χρόνια αγωνίας
και ανίας και χαράς - κι είν’ αυτές άξαφνες, γοργές
σαν του ανέμου τη ριπή το Μάρτη
που φως και βροχή σκορπά: η αργοπορία -
την σέρνω με δύναμη απ’ τους δικούς μου,
τους τόπους μου∙ χρόνων συνήθειες
τσακισμένες σε μια στιγμή που πρέπει να νιώσω.
Το δέντρο του πόνου τινάζει τα κλαδιά…

Στις πλάτες μου απάνω, σμάρια, απλώνονται
τα χρόνια. Κι όχι μάταια: τούτο είναι το έργο
που τελειώνει ο καθένας κι όλοι μαζί,
νεκροί και ζωντανοί: να περάσουνε μέσα απ’ τον κόσμο
τον αδιαπέραστο, από δρόμους ανοιχτούς και διαδρόμους
πυκνούς από εφήμερες συναντήσεις κι απώλειες,
ή από αγάπη σε αγάπη, είτε από μία μόνο -
από πατέρα σε γιο, ώσπου να βγουν στο φως.

Κι αφού και τούτο ειπώθηκε, μπορώ να ξεκινήσω,
σβέλτος μες στην αιώνια συμπαρουσία
όλων των πραγμάτων μέσα στη ζωή και το θάνατο,
ν’ αφανιστώ στο χώμα ή στη φωτιά
αν η φωτιά, πέρα απ’ τις φλόγες της, καίει ακόμα.


Τούτη η ευτυχία
[Questa felicità]



Τούτη η ευτυχία, ταμένη ή χαρισμένη,
είναι πόνος για μένα, πόνος δίχως αιτία
ή κι αν υπάρχει αιτία είναι αυτό το ρίγος
που ταράζει το πολλαπλό μέσα στο Ένα
σαν το υγρό μέσα στη σφαίρα
τη γυάλινη που ο μάντης διαβάζει.
Κι όμως θα πω: όλα καλά και σήμερα.
Ολόγυρά της πόλεμο κάνουν τα πράγματα
κι οι εικόνες, κει πάνω που πέφτει - που ανεβαίνει
μονότονη η νύχτα ή το χιόνι
της μνήμης.

***

Η φωτό είναι παρμένη από εδώ

***

Donald Hall (1928-2018) ///ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ




Μετάφραση Ασημίνα Ξηρογιάννη

Οι λέξεις
Η μητέρα μου είπε: «Φυσικά,
μπορεί να μην είναι τίποτα, αλλά ο πατέρας σου
έχει μια κηλίδα στον πνεύμονά του»
Μάης, 1955: o πατέρας μου
στα πενήντα ένα του δεν μπορούσε ποτέ
να μιλήσει για τρομαχτικά πράγματα χωρίς να κλάψει.
Όταν επέστρεψα στο σπίτι,
τον φίλησα στο μάγουλο, κάτι που δεν συνήθιζα.
Σ’ ένα γράμμα της η μητέρα μου
μου ζήτησε να μην τον φιλήσω ξανά
γιατί αυτό τον έκανε λυπημένο.
Σε δυο βδομάδες, η διερευνητική εξέταση
αποκάλυψε μια μη χειρουργήσιμη βλάβη.
Οι γιατροί ποτέ δεν του είπαν κάτι
κι εκείνος ποτέ δεν ρώτησε,
αλλά διάβασε τον Οικιακό Ιατρικό Οδηγό .
Επτά μήνες αργότερα,
αμέσως μετά τα γενέθλια των πενήντα δύο του χρόνων,
η ακοή και η όρασή του μειώθηκαν,
η φωνή του έγινε ψιθυριστή,
χρησιμοποιούσε βοηθητικό πι και είχε μαζί του το χάπι.
Πάντα έβηχε και τρεις μέρες
πριν πεθάνει – είπε:
« Αν κάτι μου συμβεί…»
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ]
***
 Ο ήλιος 

Περίμενε στη θλίψη της πρόθεσης του ήλιου
με ένα παιχνίδι στα χέρια του.
Σε συννεφιασμένο καιρό ή βροχή
ή όταν το φως γύριζε προς την Κίνα,
κρατούσε  το σκοτάδι του για τον εαυτό του.
Στον ήλιο ήξερε ότι τον ακολουθούσαν.


***

 Ο τάφος,το ορυχείο

Φεύγοντας από την πόλη
το βράδυ, από το αεροπλάνο
κοιτάζω τα φώτα του δρόμου χαμηλά:
χαλαρές δέσμες φωτός αιωρούνται


Ύστερα υπάρχει σκοτάδι από κάτω μου
Ένα ζευγάρι προβολέων στρέφονται αργά
κατά μήκος
ενός τσιμεντένιου αγροτικού δρόμου,
μακριά από πιάνα  και  θέατρα.

Γυναίκες ακουμπούν στο πίσω μέρος των ταξί
Άντρες σκαρφαλώνουν από πίσω τους
και μπαίνουν στο πηγάδι, στον τάφο,
στο τούνελ, στο γούνινο ορυχείο με τη μυρωδιά.


[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φράκταλ]
Η φωτό είναι παρμένη απόεδώ

NEA KYKΛΟΦΟΡΙΑ /// Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ






   Μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κουκίδα ο καλαίσθητος τόμος που είναι αφιερωμένος στο έργο του ποιητή Ορέστη Αλεξάκη.Πρόκειται για συναγωγή ανέκδοτων κειμένων για το έργο του.Τίτλος:«Ακούσιος ποντοπόρος της αβύσσου.Ο ποιητής Ορέστης Αλεξάκης».Σε επιμέλεια των:Kώστα Θ.Ριζάκη και Δημήτρη Αγγελή.


   Το βιβλίο περιέχει κείμενα των:


Φωτεινής Βασιλοπούλου,Χρύσας Βλάχου,'Αννας Γρίβα,Γιώργου Χ. Θεοχάρη,Χριστίνας Καραντώνη,Ζέτας Κουντούρη,Κατερίνας Κούσουλα,Ευτυχίας-Αλεξάνδρας Λουκίδου,Ασημίνας Ξηρογιάννη,Στυλιανής Παντελιά,Μαρίας Πολίτου,Τάσου Πορφύρη,Αγγελικής Σιδηρά.,Γιώργου Σπανού,Ζαχαρία Στουφή,Κώστα Θ.Ριζάκη.


Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου ο Δημήτρης Αγγελής γράφει:


Eμφανίστηκε αργοπορημένος αλλά ώριμος στα Γράμματα και κατόρθωσε η ποίησή του να γίνει γρήγορα αναγνωρίσιμη για την ιδιαίτερη μουσικότητά της,την υποβλητική της ατμόσφαιρα και τη σκοτεινή γοητεία της,για τις αιφνιδιαστικές διανοίξεις της στον κόσμο τυ μυστηρίου.Επηρεασμένος στην αφετηρία του  από τον συμβολισμό,ο Ορέστης Αλεξάκης(1931-2015) έγραψε σε ελεύθερο στίχο αλλά αναμετρήθηκε επιτυχώς και με τον έμμετρο ομοιοκατάληκτο (Νυχτοφιλία,Αγαθά παιχνίδια,Μου γνέφουν).Εξέδωσε δέκα ποιητικές συλλογές,μια συγκεντρωτική έκδοση των ετών 1960-2009 και δύο τόμους με επιλογές από το ποιητικό του έργο.Εγραψε ποιήματα υπαρξιακά,που συνομιλούν με τους νεκρούς και το επέκεινα,παραμένοντας προσηλωμένος στο θέμα των απαρηγόρητων νεκρών  και της μνήμης που επιστρέφει. 

Υπήρξε  μεταφυσικός και ταυτόχρονα αγνωστικιστής.Κι επειδή ακριβώς η ποίησή του είναι μεταιχμιακή,είναι μια ποίηση με αναγνωστικό μέλλον.

***


 Στο επιμύθιο του βιβλίου συναντάμε  ένα ποίημα γραμμένο από τον Κώστα Θ.Ριζάκη   στη μνήμη του ποιητή.Το βιβλίο κλείνει με σύντομο εργοβιογραφικό σημείωμα για τον Αλεξάκη ,το οποίο συνέταξε ο Δημήτρης Αγγελής.


***