Κάθισα στα γόνατα του Σολωμού και μου διάβασε την
«Ξανθούλα» πάλι και πάλι μέχρι ν’ αποκοιμηθώ.
***
Είδα τον Κάλβο να διασχίζει το Λιστόν∙
μου χαμογέλασε κάπως αμήχανα και φώναξε από μακριά:
«Πάω να πιω το πικρό ποτήρι της ξενιτιάς».
***
Βρέθηκα στο ίδιο καφενείο με τον Παράσχο και ζήτησα
από τον καφετζή να μου σερβίρει άπ΄ το κόκκινο κρασί
που έπινε κι αυτός.
***
Συναντήθηκα με τον Τρικούπη στο Βασιλικό Θέατρο και χάρηκε που με είδε τόσο ευδιάθετο∙ ανταλλάξαμε δυο - τρεις κουβέντες στο φουαγιέ για την πολιτική κατάσταση και τη δημαγωγική τακτική του Δηληγιάννη
– στ’ Αγγλικά φυσικά.
***
Κρυμμένος πίσω από έναν φοίνικα στον κήπο των Ανακτόρων έπιασα τον
Βασιλέα Γεώργιο να μιλάει στο σκυλί
του για το ζήτημα της δεδηλωμένης.
***
Ρώτησα τον Καβάφη, όταν έπεσα πάνω του τυχαία σε εστιατόριο του Φαλήρου, τι γράφει, αλλά δεν θ’ αποκαλύψω
τι μου είπε.Με εξόρκισε να μην πω κουβέντα.
***
Μου προτάθηκε η θέση του Γραμματέα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών αλλά την απέρριψα ευγενικά γνωρίζοντας ότι θα την καταλάμβανε ο δεύτερος υποψήφιος - ο Παλαμάς.
***
Περίμενα για ώρες να έρθει ο Σικελιανός στο ραντεβού που είχαμε δώσει
στον Κεραμεικό, αλλά αντί γι’ αυτόν
ήρθε ένας γνωστός του κουβαλώντας
ένα δέμα∙ περιείχε
ένα υφαντό – δώρο της Εύας στη γυναίκα μου.
***
Επισκέφθηκα τον Φιλύρα στο Δρομοκα ί τειο.Περπατή-
σαμε επί ώρες στον κήπο και μιλήσαμε για πολλά και
διάφορα.Φεύγοντας μού έχωσε στην τσέπη του παλτού
ένα τσαλακωμένο χαρτί,στο οποίο έλεγε:«Με θεωρούν
τρελό,όμως τα ποιήματα που έχω γράψει εδώ μέσα
ομοιοκαταληκτούν.Άρα;
***
Σε πάρτι που έδωσε φίλη προς τιμήν του Καρυωτάκη τραγουδήσαμε μαζί ένα
σουξέ της εποχής. Δεν φάνηκε
να ενοχλείται από την φωνή μου που
υπολειπόταν
κατά πολύ της δικής του. Στο τέλος μάλιστα έκανε μια βαθιά
υπόκλιση προς το μέρος μου.
***
Ο Σεφέρης μου έστειλε τον «Ερωτικό Λόγο» τον οποίο
– λυπάμαι που το λέω – αρνήθηκα να δημοσιεύσω στην Ποιητική.
***
Περπάτησα με τον Βενιζέλο από το σπίτι του στην Πλουτάρχου
ως τη Βουλή.
Σε όλη τη διαδρομή μου διεκτραγώδησε τα όσα είχαν διαμειφθεί ανάμεσα σ'
αυτόν και τον Πλαστήρα , τονίζοντας ότι ο στρατηγός ήταν έτοιμος να δράσει σε περίπτωση που οι κάλπες δεν έφερναν
το επιθυμητό αποτέλεσμα.
***
Χάρισα στον Εγγονόπουλο μια φουστανέλα γνωστού
αγωνιστή του ’21 που είχε
αγοράσει ο παππούς μου σε πλειστηριασμό χωρίς να του αποκαλύψω τ’ όνομά
μου.
***
Είδα τον Ρίτσο να κάθεται μόνος στην παραλία και ν΄αγνα-
ντεύει τη θάλασσα.Στο χέρι του κρατούσε μια πέτρα,
που πάνω της ,όπως έμαθα αργότερα,είχε μόλις ζωγραφίσει
που πάνω της ,όπως έμαθα αργότερα,είχε μόλις ζωγραφίσει
μια γυναίκα που σκύβει στην άμμο να μαζέψει μια πέτρα.
***
Έπαιξα σκάκι με τον Εμπειρίκο στη βεράντα του σπιτιού του
στην Άνδρο.
Μετά από είκοσι δύο κινήσεις είχε χάσει δύο αξιωματικούς και έναν
πύργο. Γελούσε νευρικά και έπινε το ένα ούζο πίσω από τ' άλλο.Κάθε τόσο επαναλάμβανε την φράση:«Εξαίσια θα' ναι πάντοτε των ίππων η ορμή » .
***
Ανεβήκαμε μαζί με τον Γκάτσο στην Χοζοβιώτισσα, αλλά μετά τα πρώτα εκατό σκαλιά κοντοστάθηκε και μου είπε: «Κι ο Θεός ακόμη θα έκανε ένα τσιγάρο στο σημείο αυτό».
***
Ο Κουν μου ζήτησε να παίξω τον ρόλο του Μιτς στο Λεωφορείον ο Πόθος, αλλά λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων αρνήθηκα.
Ο Κουν μου ζήτησε να παίξω τον ρόλο του Μιτς στο Λεωφορείον ο Πόθος, αλλά λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων αρνήθηκα.
***
Καθώς ετοιμαζόμουν να βουτήξω στα κρύα νερά του Πάνορμου άκουσα τον Ελύτη να μου φωνάζει μέσα από τη θάλασσα να προσέχω γιατί τον είχε μόλις τσιμπήσει μια τσούχτρα.
***
'Ανοιξα την τηλεόραση κι έπεσα πάνω στον Κάλας να δίνει συνέντευξη σε γνωστό δημοσιογράφο.Όταν τον
ρώτησε τί σημαίνει γι΄αυτόν «ελληνικότητα»,εκείνος
σήκωσε το ωραίο του κεφάλι και φώναξε:«Μπούγδες!»
***
Την ώρα που βγαίναμε από τον «'Ικαρο» γύρισε ξαφνικά
ο Λορεντζάτος και μου είπε:«Γιατί μεταφράσατε τον Μώμπερλυ κι όχι τον Προύφροκ;Δεν σας έχουν πει ότι είστε φτυστός ο 'Ελιοτ!».
***
Ενώ συζητούσα στο «GB Corner » με τον Τσαρούχη για τις τάσεις στη σύγχρονη ζωγραφική , εισέβαλε ο Χατζιδάκις κρατώντας στο χέρι το πρώτο τεύχος του Τέταρτου.
Το άφησε στο τραπέζι μας και έφυγε τρέχοντας να
προλάβει ένα ραντεβού.
***
'Ετρωγα με φίλους στον «Λεωνίδα»,όταν είδα να μπαίνει ξαφνικά ο Καραμανλής παρέα με τον Κανελλόπουλο και τον Ράλλη.Καθώς
περνούσε δίπλα άπ΄το τραπέζι μου,
κοντοστάθηκε και κοιτάζοντάς με έντονα στα μάτια είπε:
«Ξέρετε σε τί οφείλεται η κακοδαιμονία μας;Πώς κάθε Έλληνας κρύβει μέσα του έναν Παπανδρέου».
***
***
Χάζευα στου Βάρδα για σακάκι,όταν μέσα από το δοκιμαστήριο πρόβαλε ξαφνικά ο Λειβαδίτης.Φορούσε ένα ακριβό μεταξωτό φουλάρι στο χρώμα του κυπαρισσιού.
Για μια στιγμή νόμισε πως ήμουν υπάλληλος του καταστήματος
και ζήτησε τη γνώμη μου.Όταν κατάλαβε το λάθος του,έσπευσε να το διορθώσει με την εξής ατάκα:« 'Αλλο σοσιαλιστικός ρεαλισμός,αλλο φιλαρέσκεια».
***
Η επιστολή του Κακναβάτου ,που συνόδευε το τελευταίο
του βιβλίο,κατέληγε με την εξής ,υπέροχη ομολογουμένως,φράση:«Δεν ξέρω ,αγαπημένε μου φίλε,τι μου χάρισε στη ζωή μεγαλύτερη ευτυχία,οι λέξεις ή οι αριθμοί;»
***
'Οπως βγαίναμε από το γήπεδο του Παναθηναϊκού άκουσα τον Αναγνωστάκη να μονολογεί «Καλός ο Αντωνιάδης, αλλά ο Κυριακού είναι κλάσεις ανώτερος».
***
Με πήρε χθες η Βακαλό για να μου ανακοινώσει
περιχαρής πως κατάφερε ύστερα από μήνες να ολοκληρώσει το
ποίημα που έγραφε.Είχε αποφασίσει να το τιτλοφορήσει
« Το θαύμα ».
***
« Το θαύμα ».
***
Συναντήθηκα με τον Κατσαρό στο «Βrazilian» για να του δώσω ένα αντίτυπο της μετάφρασής μου των
τελευταίων Κάντος.Από την πολύωρη συνομιλία μας θυμάμαι
μόνο μια αποστροφή του :«Ο άμοιρος ο Πάουντ μπέρδεψε τον άξονα του άρματος της Αφροδίτης με αυτόν του Μουσσολίνι».
***
μόνο μια αποστροφή του :«Ο άμοιρος ο Πάουντ μπέρδεψε τον άξονα του άρματος της Αφροδίτης με αυτόν του Μουσσολίνι».
***
Πήγα εκδρομή με τον Καρούζο στο Ναύπλιο.'Εξω από το Δημαρχείο μας σταμάτησε μια κυρία και τον ρώτησε με τρεμάμενη φωνή:«Είστε αυτός που νομίζω;».Κι εκείνος,με απόλυτη σοβαρότητα:«'Οχι,είμαι ο ντεντέκτιβ του οντολογικού εγκλήματος».
***
Βρέθηκα παραμονή Πρωτοχρονιάς στο σπίτι του Φωκά,
όπου ανάμεσα στους καλεσμένους ήταν και ο Κύρου.Κάποια στιγμή,απευθυνόμενος στον φίλο του,λέει ο Φωκάς:«Κλείτο ,ξέρεις γιατί μου αρέσουν τα ποιήματά σου;Γιατί δεν μυρίζουν μπαρούτι».Εκείνος φανερά συγκινημένος ύψωσε το ποτήρι του και ευχήθηκε σε όλους μας «Καλή χρονιά».
***
Καθώς περπατούσα στην παραλία της Πέρδικας είδα τον Σαχτούρη ν΄αναπαύεται στη σκιά ενός δέντρου.«Πώς άπ΄την Αίγινα,Μίλτο;»του είπα.«Εσύ πάντα πήγαινες στην 'Υδρα».«Κι εσύ έπρεπε να ήσουν στις Σπέτσες»,μου απάντησε.«Τι δουλειά έχεις
σ' αυτό το ελεεινό νησί;» Γελάσαμε δυνατά σαν παιδιά.«Το άλλο Σάββατο ραντεβού στα Ψαρά»,φώναξε και χάθηκε μέσα σ' ένα σύννεφο.
***
Διασταυρώθηκα με τον Χριστιανόπουλο στην Τσιμισκή.Στο χέρι κρατούσε ένα πελώριο κουλούρι.«Θέλεις ένα κομμάτι;»μου λέει με νόημα.«'Εχεις ρέψει.Σ΄έχουν φάει οι άτιμες οι γυναίκες φαίνεται».Και καθώς χωρίζαμε συμπλήρωσε:«Σ' ευχαριστώ για το βιβλίο σου,αλλά να σου πω την αλήθεια δεν κατάλαβα τίποτα.'Ισως όμως δεν φταίει η μπριζόλα αλλά οι μασέλες».
***
Περνούσα έξω από την Ακαδημία όταν ξαφνικά με την
άκρη του ματιού μου είδα την Δημουλά να βγαίνει από
την κύρια είσοδο,υποβασταζόμενη από νεαρή ποιήτρια.
'Εσκυψε και της ψιθύρισε κάτι στ΄αυτί.Κατάλαβα και
απομακρύνθηκα διακριτικά.
***
Μια μέρα που έβρεχε καταρρακτωδώς μοιράστηκα το ίδιο ταξί
με τον Ασλάνογλου.«Πιστεύετε ακόμη σ΄αυτή την υπόθεση;»με ρώτησε με σπασμένη φωνή ,και χωρίς να περιμένει απάντηση,πρόσθεσε:«Το ξέρω,δεν αξίζει
τόση επιμονή μέσα στην εκμηδένιση».
***
Από το απέναντι πεζοδρόμιο κοιτούσα επί ώρα τον Λεοντάρη
να πίνει καφέ με τη Δαράκη στου «Zonar 's» Tης κρατούσε το χέρι
σφιχτά λες και ήταν μικρό κορίτσι.Αν
και ήθελα να τους μιλήσω,τους άφησα ν' απολαύσουν τον έρωτά τους ανενόχλητοι.
***
Καθώς άκουγα τη Ρουκ ν΄ απαγγέλλει στο αίθριο του
βιβλιοπωλείου τον «Θρίαμβο της σταθερής απώλειας»,
σκέφτηκα πόσο αγαπώ την ωραία,βαθιά της φωνή.
***
***
Βρέθηκα παραμονή Πρωτοχρονιάς στο σπίτι του Φωκά,
όπου ανάμεσα στους καλεσμένους ήταν και ο Κύρου.Κάποια στιγμή,απευθυνόμενος στον φίλο του,λέει ο Φωκάς:«Κλείτο ,ξέρεις γιατί μου αρέσουν τα ποιήματά σου;Γιατί δεν μυρίζουν μπαρούτι».Εκείνος φανερά συγκινημένος ύψωσε το ποτήρι του και ευχήθηκε σε όλους μας «Καλή χρονιά».
***
Καθώς περπατούσα στην παραλία της Πέρδικας είδα τον Σαχτούρη ν΄αναπαύεται στη σκιά ενός δέντρου.«Πώς άπ΄την Αίγινα,Μίλτο;»του είπα.«Εσύ πάντα πήγαινες στην 'Υδρα».«Κι εσύ έπρεπε να ήσουν στις Σπέτσες»,μου απάντησε.«Τι δουλειά έχεις
σ' αυτό το ελεεινό νησί;» Γελάσαμε δυνατά σαν παιδιά.«Το άλλο Σάββατο ραντεβού στα Ψαρά»,φώναξε και χάθηκε μέσα σ' ένα σύννεφο.
***
Διασταυρώθηκα με τον Χριστιανόπουλο στην Τσιμισκή.Στο χέρι κρατούσε ένα πελώριο κουλούρι.«Θέλεις ένα κομμάτι;»μου λέει με νόημα.«'Εχεις ρέψει.Σ΄έχουν φάει οι άτιμες οι γυναίκες φαίνεται».Και καθώς χωρίζαμε συμπλήρωσε:«Σ' ευχαριστώ για το βιβλίο σου,αλλά να σου πω την αλήθεια δεν κατάλαβα τίποτα.'Ισως όμως δεν φταίει η μπριζόλα αλλά οι μασέλες».
***
Περνούσα έξω από την Ακαδημία όταν ξαφνικά με την
άκρη του ματιού μου είδα την Δημουλά να βγαίνει από
την κύρια είσοδο,υποβασταζόμενη από νεαρή ποιήτρια.
'Εσκυψε και της ψιθύρισε κάτι στ΄αυτί.Κατάλαβα και
απομακρύνθηκα διακριτικά.
***
Μια μέρα που έβρεχε καταρρακτωδώς μοιράστηκα το ίδιο ταξί
με τον Ασλάνογλου.«Πιστεύετε ακόμη σ΄αυτή την υπόθεση;»με ρώτησε με σπασμένη φωνή ,και χωρίς να περιμένει απάντηση,πρόσθεσε:«Το ξέρω,δεν αξίζει
τόση επιμονή μέσα στην εκμηδένιση».
***
Από το απέναντι πεζοδρόμιο κοιτούσα επί ώρα τον Λεοντάρη
να πίνει καφέ με τη Δαράκη στου «Zonar 's» Tης κρατούσε το χέρι
σφιχτά λες και ήταν μικρό κορίτσι.Αν
και ήθελα να τους μιλήσω,τους άφησα ν' απολαύσουν τον έρωτά τους ανενόχλητοι.
***
Καθώς άκουγα τη Ρουκ ν΄ απαγγέλλει στο αίθριο του
βιβλιοπωλείου τον «Θρίαμβο της σταθερής απώλειας»,
σκέφτηκα πόσο αγαπώ την ωραία,βαθιά της φωνή.
***