Ασημίνα Ξηρογιάννη: χωρίς πόνο δεν γράφεται ποίηση.
|
|
Νικόλας Βουκκαλής / Εκδότης του περιοδικού e-charity |
ΠΗΓΗ:http://www.e-charity.gr/article.php?cat=Leksi&subcat=Poetree&tef=May&y=2012&num=3
Η προοπτική στα έργα των καλλιτεχνών, δίνει το στίγμα της ποιότητας των
έργων που παράγονται με σχήματα, χρώματα και σχολές που ακολουθεί ο
εκάστοτε καλλιτέχνης. Ένα έργο όμως λογοτεχνικό, δεν κατατάσσεται σε
κάποια σχολή, όταν μέσα από τις λέξεις, πετάει το μυαλό σε βάθη
συλλογισμών και οροσειρές εικόνων που οραματίστηκε ο συγγραφέας. Οι
λέξεις, μπορεί να μην έχουν την υφή των χρωμάτων που χρησιμοποιεί ο
ζωγράφος. Εντούτοις όμως, κουβαλούν τη μυρωδιά, τον ήχο και το... κορμί
του συγγραφέα, με τέτοια πιστότητα που τρομάζει κι ο φωτογραφικός φακός,
όταν απαθανατίζει ένα τοπίο, μια κατάσταση ή μια μορφή. Ανέκαθεν η
τέχνη της γραφής και των συλλογισμών της, έκρυβε καλά μέσα της,
μυστήριους κόσμους, εσώτερες αποκρίσεις του λογοτέχνη και σκέψεις που
αναρριχόνται από το μελάνι μέχρι την αναμέτρηση με το λευκό χαρτί. Σε
μια τέτοια αναμέτρηση, επιδίδεται εδώ και χρόνια, η Ασημίνα Ξηρογιάννη,
ψάχνοντας να εντοπίσει τα υλικά που θα φωτίσουν την ποιότητα της
εξωτερίκευσης των συναισθημάτων της. Με δύο ποιητικές συλλογές στο
ενεργητικό της κι ένα πλούσιο βιογραφικό με διακρίσεις σε ποιητικούς
διαγωνισμούς, με το θέατρο να έχει σημαδέψει την ζωή και να ορίζει την
καριέρα της, η Ασημίνα μας μίλησε για την τέχνη της γραφής και τα
ζητούμενά της. Πρόσφατα, δοκίμασε τις δυνάμεις της και στην
διηγηματογραφία, με την κατάθεση μιας νουβέλας που πραγματεύεται τις
επιδράσεις του αγώνα για τέχνη στον ίδιο τον καλλιτέχνη.
Νικόλας
Βουκκαλής: Ένας πίνακας για να «χτιστεί» θέλει χρώμα, σχήμα και
προοπτική. Ένα ποίημα τι υλικά χρειάζεται για να ταξιδέψει τον αναγνώστη
σε μια συνοπτική και λακωνική συναισθηματική φόρτιση;
Ασημίνα Ξηρογιάννη: To ποίημα χρειάζεται λέξεις, αλλά κι αυτές
από μόνες τους δεν αρκούν. Είναι ο κατάλληλος συνδυασμός των λέξεων που
απαιτείται για να δώσει αισθητικό αποτέλεσμα. Το ποίημα στην ουσία του
είναι μια έλλογη κατασκευή. Μπορεί να υπάρχει μια αρχική «έμπνευση», μια
αρχική ιδέα που προέκυψε από κάποιο ερέθισμα, αλλά αυτή χρειάζεται
περαιτέρω επεξεργασία από τον ποιητή. Και αυτή η επεξεργασία, σε καμία
περίπτωση δεν είναι τυχαία. Ο ποιητής φιλτράρει τα γεγονότα με τον δικό
του προσωπικό τρόπο και δίνει έτσι το δικό του στίγμα. Μπορεί να μιλήσει
για πράγματα κοινά, αλλά με τρόπους ανοίκειους. Το νέο στην ποίηση έχει
να κάνει με το «πώς» δηλαδή. Ο έρωτας, ο χρόνος, ο θάνατος, είναι
θέματα κοινά, λίγο πολύ όλοι οι ποιητές του κόσμου με αυτά
καταπιάνονται. Το ζήτημα είναι η ποιότητα και η οπτική του ποιητικού
τους βλέμματος. Γενικά, η ποίηση είναι παίδεμα. Ο ποιητής έχει να
παλέψει με πολλά τέρατα. Ο Καβάφης περισσότερο έσβηνε παρά έγραφε. Ο
Ελύτης μπορεί να πάλευε μήνες ολόκληρους για τη συνέχεια ενός στίχου του.
Ν.Β.:
«Φοβάμαι τις λέξεις που δεν είναι δεμένες με τα βιώματα μου. Έξω από
μένα. Σαν όνειρα ακυρωμένα. Σαν απωθημένα.» Ο ποιητής, χαρακτηρίζεται
από την γραφή του. Κι η γραφή όμως, χαρακτηρίζει τον ίδιο τον ποιητή.
Αυτή η αλληλένδετη σχέση ποιητή - ποιήματος, πως επιδρά στην δική σου
ταυτότητα; Επηρέασες εσύ την γραφή σου, με τα βιώματά σου, ή τα βιώματα
επηρέασαν εσένα;
Α.Ξ.:
Aυτό το ολιγόστιχο ποίημα περιλαμβάνεται στην ποιητική συλλογή μου
«Πληγές». Ποιητής, γραφή, βίωμα... όλα αυτά διαπλέκονται μεταξύ τους!
Και αλληλοσυσχετίζονται! Ο ποιητής μοιραία επηρεάζεται από τα βιώματά
του, αυτά του δίνουν την πρώτη ύλη για να γράψει. Το βίωμα λοιπόν μπορεί
να αποτελέσει ερέθισμα για τον ποιητή. Από την άλλη, ο ποιητής μπορεί
να γράφει και για πράγματα που δεν έζησε, που θα 'θελε να 'χε ζήσει,
αλλά δεν έζησε. Οπότε τα μετατρέπει σε «ποιητική εμπειρία» και προσπαθεί
να μυήσει και τους αναγνώστες σε αυτή την εμπειρία. Αναπόφευκτα λοιπόν
και μένα, ως δημιουργό, με ορίζουν τα βιώματά μου, αλλά τα ορίζω και γω
δια της γραφής μου! Με ορίζουν ομως πάντα και τα ανεκπλήρωτα όνειρα, που
κι αυτά μπορούν να αποτελέσουν συστατικά της ποίησής μου.
Ν.Β.:
«Η ποίηση αρχίζει πάντα, όταν κάποιος που πρόκειται να γίνει ποιητής,
διαβάζει ένα ποίημα.» είχε υποστηρίξει κάποτε ο Βρετανός ποιητής Τζον
Μίλτον. Αλήθεια, εσύ από ποιους ποιητές επηρεάστηκες;
Α.Ξ.:
Ναι, εμπεριέχει αλήθεια αυτή η ρήση του Μίλτον. Όπως ένα βίωμα μπορεί
να αποτελέσει το έναυσμα για ενα ποίημα, έτσι συμβαίνει και με ένα άλλο
ποίημα. Άλλωστε, ως γνωστόν, στην τέχνη δεν υπάρχει παρθενογένεση. Οι
δημιουργοί επηρεάζονται σαφώς από τα έργα άλλων δημιουργών που μελετούν.
Και πολλές φορές, οι ποιητές ξεκινούν να γράψουν εμπνευσμένοι ακριβώς
από το βιβλίο που μίλησε μέσα τους. Σε πολλά ποιήματα υπάρχουν – στα
πλαίσια της διακειμενικότητας – εμφανείς ή κρυφές αναφορές σε άλλα
ποιήματα. Προσωπικά, όταν είμαι στη διαδικασία γραφής, ποτέ δεν σταματώ
να διαβάζω. Γράφω, διαβάζω, δύο πράξεις που αλληλοσυμπληρώνονται. Με
ρωτάτε για τους ποιητές που με επηρέασαν. Είναι πολλοί, ανακαλύπτω
διαρκώς, μέσα από τα διαβάσματά μου. Ας αναφέρω μερικούς.... Επειδή, έχω
κάνει και σπουδές φιλολογίας πριν ασχοληθώ με το θέατρο... είχα, με
αφορμή αυτές τις σπουδές, τη δυνατότητα να μελετήσω πολλούς Έλληνες
ποιητές πρωτίστως. Γοητεύθηκα πολύ από τον Καβάφη, έπειτα τον Ελύτη και
τον δωρικό Σεφέρη. Επίσης, πάντα γυρίζω στον Τάσο Λειβαδίτη. Για την
«σχέση» μου με τον Λειβαδίτη, μίλησα σε σχετική εκδήλωση που οργάνωσαν
οι Εκδόσεις Γαβριηλίδη και η Έρα στα πλαίσια του δέκατου κύκλου «ΠΟΙΗΤΕΣ
ΣΤΗ ΣΚΙΑ» σε επιμέλεια Γιώργου Μπλάνα. Aπό Ελληνίδες δημιουργούς...
πορεύτηκα πολύ με τη Μάτση Χατζηλαζάρου! Από ξένες....την Σύλβια Πλάθ
και την Τζόυς Μανσού.
Ν.Β.: Πώς επηρεάζουν την γραφή σου, οι σπουδές σου στο θέατρο και το γεγονός ότι διδάσκεις σε παιδιά και εφήβους;
Α.Ξ.: Το θέατρο ήταν και είναι για μένα μεγάλο σχολείο. Το
θέατρο με ανάγκασε να κοιτάξω βαθιά μέσα στον εαυτό μου και να
προσπαθήσω να το κάνω αυτό με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ειλικρίνεια. Με
έκανε να ανακαλύψω αλήθειες για μένα καλά κρυμμένες και να παλέψω να τις
διαχειριστώ. Η μελέτη των ρόλων, όταν ήμουν στην δραματική σχολή, οι
συμμετοχές σε παραστάσεις, η καταβύθιση σε σπουδαία θεατρικά κείμενα,
όλα αυτά συνέβαλαν και στην «συναισθηματική παιδεία» μου, αν μπορώ να το
πω έτσι και στην ανάπτυξη της «συναισθηματικής νοημοσύνης» μου. Όλα
αυτά καλλιέργησαν την ευαισθησία μου και με οδήγησαν μοιραία πια πιο
βαθιά στα μονοπάτια της ποίησης. Δουλεύω με παιδιά συστηματικά εδώ και
δέκα χρόνια ως drama teacher και εμψυχώτρια θεατρικού παιχνιδιού και δεν
σταματώ να μαθαίνω από αυτά. Να σημειώσω ότι έχω γράψει και κάποια
θεατρικά έργα που ευελπιστώ κάποια στιγμή να τα δω να πραγματώνονται
σκηνικά, γιατί αυτός είναι ο προορισμός τους. Επίσης, ο ποιητικός μου
μονόλογος «Χωριστά», διακρίθηκε πριν δύο χρόνια περίπου σε λογοτεχνικό
διαγωνισμό του Ιωνικού Συνδέσμου.
Ν.Β.:
Η δύναμη τελικά της συγκίνησης ενός αναγνώστη ή η τεχνοκρατική ανάλυση
ενός κριτικού, επιδρά πιο αποτελεσματικά στην συνέχιση του έργου σου;
Α.Ξ.: Δύσκολη ερώτηση! Η αλήθεια είναι ότι από τη μια
επιθυμείς να ασχοληθούν με το έργο σου οι κριτικοί. Η τυχόν αδιαφορία
τους μπορεί να είναι χειρότερη και από μια αρνητική κριτική! Όμως έχεις
και σοβαρές ενστάσεις για την κλίκα των κριτικών και τον ρόλο τους. Από
τη άλλη, το ένστικτο των αναγνωστών είναι αλάνθαστο, λες! Είναι μαγεία
να ακούς τα σχόλια και τις σκέψεις και τις παρατηρήσεις τους. Παίρνεις
κουράγιο και συνεχίζεις το έργο σου. Προσωπικά, συνηθίζω να βάζω πάντα
το e-mail
μου στα βιβλία, ακριβώς για να δίνω την δυνατότητα στον αναγνώστη να
επικοινωνεί μαζί μου και να γίνεται γόνιμος διάλογος. Ο φιλόσοφος
Σωκράτης υποστήριζε ότι πρέπει να ακούμε πάντα τη γνώμη των ειδικών, των
ανθρώπων που είναι ειδήμονες κι ας είναι οι λιγότεροι. Πάντως υπάρχουν
κριτήρια για την «καλή ποίηση». Υπάρχουν «νόμοι» που ορίζουν τί είναι
λογοτεχνία και τί δεν είναι, τί είναι ποίημα και τί δεν είναι ποίημα. Ο
ποιητής οφείλει να είναι ενήμερος για όλα αυτά. Είναι τεράστια αυτά τα
ζητήματα και δεν απαντώνται μέσα σε λίγες αράδες.
Ν.Β.:
«Η ποίηση δεν είναι μόνο λέξεις. Είναι εσύ. Είναι εγώ. Είναι εμείς.»
γράφεις σε ένα ανέκδοτό σου ποίημα. Τι σημαίνει ποίηση για σένα; Τι σε
ώθησε να γράψεις ποίηση σε μια εποχή που κυριαρχεί η παραποίηση, η
εκποίηση και η εμπορευματοποίηση συναισθημάτων, αξιών, ιδανικών;
Α.Ξ.:
Η ποίηση είναι για μένα ένας τρόπος για να υπάρχω. Eίναι το βλέμμα μου
για τα πράγματα, ο λόγος μου για τη ζωή. Πάντα πάλευα με την ποίηση.
Τώρα ακόμα πιο πολύ. Τώρα που η εποχή μας είναι σε παρακμή, οφείλουμε να
αντισταθούμε, ο καθένας με τα μέσα που διαθέτει. Και η ποίηση μπορεί να
λειτουργήσει ως μέσο αντίστασης. Ο ποιητής οφείλει να μην είναι
κλεισμένος μέσα σε γυάλα, αλλά να βγαίνει στους δρόμους, να αρθρώνει
λόγο, να βάζει φωτιά με τους στίχους του. Η ποίηση πρέπει να προκαλεί
σοκ στον αναγνώστη, να τον αποδομεί, να τον δονεί, να τον διεγείρει
συναισθηματικά και διανοητικά. Και για να είναι ζωντανός οργανισμός,
χρειάζεται να παίρνει πολλές φορές θέματα, υλικά και ερεθίσματα από την
σύγχρονή της πραγματικότητα. Η εποχή και η κοινωνία επηρεάζουν
αναπόφευκτα τον ποιητή, αλλά και αυτός με τη σειρά του τις επηρεάζει.
Υπάρχει εδώ σχέση αμφίδρομη. Παραθέτω εδώ ένα ανέκδοτο ειρωνικό μου
ποίημα που αναρωτιέται αν έχει λόγο ύπαρξης το ίδιο και αν η ποίηση
τελικά είναι απαραίτητη στη σκληρή και ισοπεδωτική εποχή μας:
Πες μου,
γιατί να γράφεις ποιήματα
όταν δεν υπάρχουν αναγνώστες;
Oι άνθρωποι απελπίστηκαν
και βγήκαν στους δρόμους.
Κι η ποίηση μοιάζει τώρα μακρινή ανάμνηση,
μια τέχνη γραφική...
Εδώ υπάρχει η ζωή που πρέπει να διασωθεί.
Υπάρχουν τα παιδιά
και τα παιδιά δεν μεγαλώνουν με λέξεις.
Εδώ χρειάζονται χέρια και σώματα
και περίστροφα
που θα δολοφονούν τους δισταγμούς και τις αναβολές.
Ν.Β.:
«Το σώμα του έγινε σκιά». Μια νουβέλα βασισμένη σε αληθινή ιστορία,
γραμμένη με ποίηση και στοχασμό. Δύο άνθρωποι. Δύο μονόλογοι, στην
ουσία, δύο ημερολόγια! Ο καλλιτέχνης σύζυγος αντιλαμβάνεται με το
πέρασμα του χρόνου ότι δεν μπορεί πλέον να χορεύει και ότι κοντεύει η
στιγμή να απαρνηθεί χωρίς τη δική του θέληση το μοναδικό πράγμα που
φαίνεται ότι τον κρατάει ζωντανό. Τον χορό. Τα γηρατειά είναι η απειλή
του. Και ο θάνατος έρχεται ως λύτρωση. Ποιά η σχέση σου με τον χρόνο; Σε
φοβίζει ο θάνατος;
Α.Ξ.: Δεν έχω καλές σχέσεις με τον χρόνο! Ποτέ δεν είχα! Δεν
με φοβίζει τόσο ο θάνατος... όσο τα γηρατειά, που συνεπάγονται αλλοίωση
των μορφών και της ομορφιάς! Δηλαδή, ο ήρωας της νουβέλας μου, ο
Άγγελος, μου μοιάζει, έχει πολλά στοιχεία από μένα. Πολλές από τις
σκέψεις του Άγγελου υπάρχουν στα ημερολόγιά μου από την εποχή που
ασχολιόμουν με το χορό (έχω κάνει κλασικό χορό 17 χρόνια). Ο Άγγελος
μοιάζει με τον ήρωα του Καβάφη στη Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου.
Όπως και για τον ήρωα του Καβάφη, έτσι και για τον Άγγελο, τα γηρατειά
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι. Και γω, ο δημιουργός, προστρέχω στην
Τέχνη του Λόγου, μήπως και με κάνει μαγικά να συμφιλιωθώ με τα γηρατειά.
Η νουβέλα πραγματεύεται με άλλα θέματα, όπως τοv έρωτα, τη σχέση του
καλλιτέχνη με την καλλιτεχνική δημιουργία, τον ρόλο της Τέχνης και τη
σημασία της στη ζωή του ανθρώπου. Είναι μια νουβέλα αυστηρώς κατάλληλη
για καλλιτέχνες, θα έλεγε κανείς. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις
«Ανατολικός».
Ν.Β.:
«Όταν θα λέω παραμύθια και ιστορίες στα εγγόνια μου, για να τα πάρει ο
ύπνος, ένα πράμα θα τους διδάσκω: να σέβονται και να διαφυλάσσουν τη
ζωή. Να κοιτάνε μπροστά, τον ήλιο στα μάτια κι ας κινδυνεύουν να καούν.»
Γράφει η ηρωίδα σου, στο ημερολόγιό της. Αυτό όμως έρχεται αντιφατικό
ως προς τις έντονες εμμονές του πρωταγωνιστή για τον θάνατο. Πόσο αξίζει
τελικά να καούμε από την φωτιά;
Α.Ξ.: Τα δύο πρόσωπα της νουβέλας έχουν διαφορετική οπτική
θεώρηση των πραγμάτων και του κόσμου. Η Έλσα είναι με το μέρος της ζωής.
Ο Άγγελος φλερτάρει διαρκώς με τον θάνατο. Η Έλσα έχει κατακτήσει την
καθαρότητα και τη διαύγεια. Ο Άγγελος είναι βυθισμένος στο χάος. Η Έλσα
παραδέχεται σκληρές αλήθειες και παλεύει να τις αντέξει. Ο Άγγελος δεν
μπορεί να συμβιβαστεί με τη φθορά, με τον χρόνο που είναι ανελέητος, με
την απώλεια της ομορφιάς και καταφεύγει στην αυτοκτονία. Ο κάθε ένας
ήρωας της νουβέλας, κουβαλά τον δικό του αξιακό κόσμο και αναλόγως
πορεύεται. Αξίζει να παλεύουμε τις αδυναμίες μας... Το πάθος για
τελειότητα μπορεί να είναι καταστροφικό. Και εν τέλει όλη η γοητεία
βρίσκεται στην ατέλειά μας. Οι υπεκφυγές των προβλημάτων και η δειλία
απέναντι σε αυτά, μας αποδυναμώνουν στην ουσία. Χρειάζεται να κοιτάμε
τις αδυναμίες μας στα μάτια και να πηγαίνουμε μπροστά με θάρρος και
εγκαρτέρηση. Και να μάθουμε να αντέχουμε στις κακουχίες. Ότι δεν μας
σκοτώνει, άλλωστε, μας κάνει πιο δυνατούς.
Ν.Β.:
Στην πρώτη σου συλλογή «Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ» το 2009, πραγματεύεσαι
το ανεκπλήρωτο, τον θάνατο, τον έρωτα που δεν επαληθεύτηκε, μέσα από ένα
πλέγμα φαντασιακής πραγματικότητας σε μια προσπάθεια να φτάσεις... στην
άλλη όχθη. Το 2011 επιστρέφεις με την δεύτερη ποιητική σου συλλογή
«Πληγές». Ποιες πληγές προσπαθείς να επουλώσεις στη νέα σου ποιητική
απόπειρα;
Α.Ξ.: Η Προφητεία περιλαμβάνει δύο ποιητικές συλλογές που
φέρουν τους εξής τίτλους: «H σκέψη μου βυθίστηκε στα χέρια σου»
(ποιήματα για τον έρωτα και μόνο) και «Τα ωραιότερα ταξίδια είναι του
μυαλού». Στην Προφητεία έχω άλλο βλέμμα! Δεν είμαι τόσο πληγωμένη...
Είμαι περισσότερο στοχαστική! Στις «Πληγές» βλέπω
κατάματα πια τις πληγές μου και τις φιλτράρω δημιουργικά. Δεν θέλω να
τις επουλώσω, θέλω να μάθω να ζω μ' αυτές. Άλλωστε, οι άνθρωποι είμαστε –
μεταξύ άλλων πραγμάτων – και οι πληγές μας!
Ν.Β.:
Τον πόνο, λέει ένας καλός μου φίλος, ειδικεύεται ο ποιητής να τον
στεγνώνει στο χαρτί. Το χαμόγελο, αντιθέτως, το ζεις. Γιατί οι ποιητές
γράφουν μόνο σκοτεινά, λυπητερά και άχρωμα πολλές φορές; Υπήρξαν στιγμές
που να σκέφτηκες να «χαμογελάσεις» μέσα από ένα ποίημά σου;
Α.Ξ.: Δεν είναι τυχαίο που οι αρχαίοι μας πρόγονοι Αισχύλος,
Σοφοκλής και Ευριπίδης στις τραγωδίες τους μιλούσαν για οικογενειακά
δράματα και οικεία κακά. Έχω γράψει κάπου ότι χωρίς πόνο δεν γράφεται
ποίηση. Μόνο οι άνθρωποι που πόνεσαν βαθιά έχουν κάτι να σου πουν. Ο
κάθε ένας από μας κουβαλά μαζί του σαν αποσκευή την μικρή ή μεγάλη πληγή
του. Σε ανέκδοτο ποίημά μου γράφω :«Ακόμα κι αν δεν έχεις πληγή,
οφείλεις να δημιουργήσεις μια χάριν του ποιήματος». «Μα δες με! Εγώ
είμαι τόσο πληγωμένη – δες με – είμαι μια τεράστια πληγή και άρα,
απόλυτα έτοιμη για ποίηση».
Ν.Β.:
«Ξαναγυρίζω στα παλιά λημέρια μου, στον χώρο της ποίησης. Οικεία και
αγαπημένη περιοχή. Εσύ με έφερες χωρίς να ξέρεις. Είπα μήπως και
αναπληρώσω γράφοντας το κενό της απουσίας σου.» Το ποίημα ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ από
την ίδια ποιητική συλλογή. Ποιες εσωτερικές ανάγκες σε οδηγούν και σε
βοηθούν να γράφεις; Τι μάχες δίνεις μπροστά στην λευκή κόλλα μέχρι να
τραβήξεις την πρώτη γραμμή;
Α.Ξ.:
Γράφω από πολύ μικρή, από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου. Στο δημοτικό
σκάρωνα μικρά ποιήματα και ιστοριούλες, κρατούσα για αρκετά χρόνια
ημερολόγιο. Από το Πανεπιστήμιο άρχισα να λαμβάνω δειλά μέρος σε
διάφορους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και να παίρνω τις πρώτες
διακρίσεις. Δεν ξέρω πώς είναι να μη γράφει κανείς. Πάντα έχω μαζί μου
ένα μικρό μπλοκάκι όπου σημειώνω ανά πάσα στιγμή διάφορα πράγματα που
μου έρχονται στο μυαλό. Η γραφή λειτουργεί λυτρωτικά καμιά φορά, σε
απενοχοποιεί, σε αποφορτίζει. Βασικά γράφω για να επικοινωνήσω με τους
αναγνώστες, να μοιραστώ μαζί τους εμπειρίες. Η γραφή, η ποίησή μου, θέλω
να έχει βλέμμα προς τον άνθρωπο, να είναι πάντα «μια πόρτα ανοιχτή»
στον κόσμο. Η αγωνία μπροστά στην λευκή κόλλα είναι τεράστια. Από
φοιτήτρια αναζητούσα να αρθρώσω τη δική μου ποιητική φωνή, να βρω το
ποιητικό «εγώ» μου.
Γράφω ποίηση - μεταξύ άλλων - σημαίνει, αναμετριέμαι με τον βαθύτερο
εαυτό μου, απογυμνώνομαι, κάνω αληθινή ενδοσκόπηση, κατακτώ εκφραστικά
μέσα, παλεύω με λέξεις και σιωπές, για να καταφέρω να γράψω «έναν στίχο αληθινό» που θα 'λεγε και ο Λειβαδίτης. Δεν είναι καθόλου εύκολα αυτά τα πράγματα. Είναι πολύ σκληρά.
Ν.Β.:
«Ο πόνος δεν μας ανήκει. Ανήκει στον κόσμο, στους νέους με τα
δακρυγονισμένα μάτια, στα παιδιά με τα ληγμένα χαμόγελα», γράφεις σε ένα
από τα ποιήματα της συλλογής «ΠΛΗΓΕΣ». Τι συστατικά λείπουν από την
σημερινή εποχή και λήγουν τα χαμόγελα;
Α.Ξ.:
Λείπει η ευτυχία! Λείπει η αλήθεια, λείπει η γνησιότητα! Ζούμε σε
δύσκολους καιρούς, ο κόσμος βουλιάζει στην υποκρισία, βολεύεται με τη
μετριότητα. Και είναι δύσκολο μέσα σε τέτοιους καιρούς να βρίσκει κανείς
τις ισορροπίες του. Ο πόνος μας συνοδεύει παντού. Υπάρχει μπόλικος
τριγύρω. Πας να μιλήσεις σε κάποιον για τον πόνο σου και κείνος έχει
μεγαλύτερο πόνο να σου αντιτάξει. Αυτό το ποίημα το έγραψα όταν
δολοφονήθηκε ο νεαρός Αλέξης Γρηγορόπουλος. Η ποίηση επηρεάζεται από το
κοινωνικό γίγνεσθαι. Διεφθαρμένοι πολιτικοί ηγέτες, κράτος εχθρικό προς
τον πολίτη, οικονομικές και πολιτικές ανισότητες στα άκρα, ξεπούλημα της
χώρας δίχως τύψεις, θυσία της ηθικής στο βωμό του κέρδους και των
άνομων συμφερόντων, έντονα φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας. Αυτά και
άλλα δυσάρεστα, συνθέτουν την πραγματικότητά μας σήμερα. Και στους νέους
που σε κοιτούν με μάτια γουρλωμένα τί να πεις; Ότι έχουμε πλήρως
αποτύχει;
Την Παρασκευή 8 Ιουνίου, θα παρουσιάσω τις Πληγές μου. Είναι
η πρώτη παρουσίαση του βιβλίου. Το βιβλιο κυκλοφόρησε πέρσι τέτοια
εποχή, αλλά ήμουν ακόμη στην προώθηση της νουβέλας μου και δεν
προλάβαινα να το παρουσιάσω. Αυτό σε συνδυασμό με διάφορους προσωπικούς
λόγους, με οδήγησαν να παρουσιάσω το βιβλίο ένα χρόνο μετά. Ωστόσο,
ποιήματα από το βιβλίο έχουν δημοσιευθεί σε αρκετά ιστολόγια και
ηλεκτρονικά περιοδικά. Έχω έτοιμες ήδη δύο ποιητικές συλλογές, οι οποίες
αναζητούν εκδότη. Υπάρχει ενδιαφέρον από κάποιες πλευρές, αλλά ακόμα
δεν έχει κάτι τελειωτικά αποφασιστεί. Και από τις δύο αυτές ανέκδοτες
συλλογές έχουν γίνει προδημοσιεύσεις σε blog και ηλεκτρονικά
περιοδικά.