Translate

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2025

ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ / Ασημίνα Ξηρογιάννη, Μια απέραντη ματιά (Ποιήματα 2018-2023)

  



[Αναδημοσίευση από το https://www.periou.gr]

ΓΡΑΦΕΙ Η  Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη

«Το ποίημα καταργεί τον χρόνο.»


Η πολυγραφότατη ποιήτρια Ασημίνα Ξηρογιάννη, κριτικός, ανθολόγος, μεταφράστρια και υπεύθυνη λογοτεχνικής ιστοσελίδας με αντικείμενο εξειδίκευσης τη θεατρολογία, στο τελευταίο ποιητικό βιβλίο της με τίτλο «Μια απέραντη ματιά» και υπότιτλο «Ποιήματα 2018-2023» (Εκδόσεις Βακχικόν, 2023) παρουσιάζει συγκεντρωμένη την ποιητική δημιουργία πέντε χρόνων. Όπως είχε κάνει και με προηγούμενο ποιητικό βιβλίο της («Ποιήματα 2009-2017», Βακχικόν, 2021).


Ο τίτλος προέρχεται από το ομώνυμο ποίημα, όπου προτάσσει την αγάπη μέσα από το βλέμμα που παραπέμπει στην Παναγία, η οποία αποτελεί το αρχέτυπο της μητρότητας και της αγάπης. Ενδεχομένως μεταφορικά να παραπέμπει και στο σωτήριο βλέμμα της ποίησης, παρομοιάζοντάς την με αρχετυπική μορφή απαντοχής.


«Μια απέραντη ματιά

Η καρδιά σου έχει δοκιμαστεί

Αέναη αγρύπνια

σου έχει επιβληθεί.

Στις μητέρες του κόσμου όλου

άφθαρτα μηνύματα περνάς.

Για τα χαμένα τους παιδιά

μοιρολόγια τραγουδάς.


Αιώνια μητέρα είσαι συ

κόκκινο άνθος η δική σου η καρδιά.

Ατενίζεις τον πόνο των ανθρώπων σιωπηλά

κι είν’ η αγάπη σου

μια απέραντη ματιά.» («Μια απέραντη ματιά», σελ. 68)


Το ποιητικό βιβλίο αποτελείται από τρία μέρη. Στο πρώτο «Τα θεατρικά», όπως φαίνεται και από τον τίτλο εμπεριέχονται ποιήματα εμπνευσμένα από τις αρχαίες και σύγχρονες δραματουργίες, άλλοτε συνομιλώντας με τους δημιουργούς και τους ήρωες των έργων και άλλοτε η ποιήτρια εμπνέεται από αυτές καταθέτοντας τους στοχασμούς της για το έργο και τα μηνύματά του. Στο πρώτο ποίημα μέσα από το προσωπείο του Οιδίποδα με ελάχιστους και πυκνούς στίχους σκιαγραφείται η τραγική μοίρα του ανθρώπου, αυτού του ευφυούς όντος με τις επαναλαμβανόμενες ύβρεις που με τα ίδια του τα χέρια βγάζει τα μάτια του.

«Υψηλή ευφυΐα

Καμιά επιείκεια – από πού;

Συντρίβεσαι, Οιδίποδα,

πάνω στους βράχους

της μοίρας

της από τον θεό σταλμένης

της εξοικειωμένης

με τη φρίκη.» («Οιδίπους Τύραννος», σελ. 11).

Ο Ορέστης, η Δηιάνειρα, η Κασσάνδρα, η Μήδεια, η Κοντέσα Βαλέραινα είναι κάποιοι από τους ήρωες που αποτελούν τίτλους ποιημάτων αυτής της ενότητας, ενώ στο εκτενές ποίημα «Ελένη», αποτελούμενο από εννιά αποσπάσματα, που διαβάζοντάς το είναι σα να παρακολουθείς ολόκληρη την παράσταση της τραγωδίας του Ευριπίδη, παρουσιάζει μια Ελένη που επιθυμεί να αποκατασταθεί η υστεροφημία της και η οποία συνομιλώντας μαζί του τον ευχαριστεί που την αθωώνει.

Στο δεύτερο μέρος «Σημείο σύγκλισης» η ποιήτρια καταθέτει υπαρξιακές αγωνίες, θεάσεις και ιδέες για τον κόσμο. Αναμοχλεύει τη μνήμη η οποία αποτελεί κεντρικό στοιχείο στην ποιητική της και μετασχηματίζει βιωματικές εμπειρίες και θύμισες σε ποίηση, για να μιλήσει για τη ζωή και τις ματαιώσεις, για τη βίωση της απώλειας και τα αισθήματα μοναξιάς. Το ποιητικό υποκείμενο, με υπέροχη εικονοπλασία και μεταφορές, αναζητά ανακούφιση από τις πληγές της απώλειας μέσα στα ηλιοτρόπια, όπου κυλιέται η μνήμη:

«Η μνήμη μες στα ηλιοτρόπια κυλιέται

Θραύσματα λέξεων μες στο κίτρινο κουρνιάζουν

Μες στους αγρούς είπα να κοιμηθώ για κάποιες μέρες.

Να γιατρευτώ απ’ της απώλειας τις πληγές

Να ηρεμήσω με τις ξάστερες βραδιές

Να χαϊδευτώ στης φύσης τα χέρια

Κι ύστερα να ξεκινήσω να σου αφηγηθώ

Για σένα

Και

Για μένα» («Στα ηλιοτρόπια», σελ. 82).

Άλλοτε πάλι με διαυγείς στίχους πραγματεύεται αγωνίες και ενοχές ασκώντας κριτική και αυτοκριτική για την παθητικότητα στην οποία έχει περιπέσει ο σύγχρονος άνθρωπος αδύναμος ν’ αντιδράσει μπρος στα κακώς κείμενα της σύγχρονης κοινωνίας και τη βία του πολέμου, όπως ο αιχμηρός στίχος: «Ή επιλέγεις σαν ξυράφια να κόβουνε οι λέξεις σου;», ο οποίος παραπέμπει στον Αναγνωστάκη «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις.»,[1]

«Γερνάει γρήγορα ο κόσμος

Το φως λιγοστεύει

Κραυγές αδέσποτες

Λεκέδες μες στη νύχτα

Κι η ψυχή μου αγριεύει


Θάλασσα το αίμα

Θάλασσα ο πόνος

Οδύνη στοιχειώνει την ιστορία

Η ζωή μας διαπομπεύεται

Ερεβώδεις οι ματαιώσεις

Ανθίζει μόνο η βία


Και συ πού είσαι σ’ όλα αυτά;

Και γω πού είμαι;

Παραίτηση υπογράφεις με το ποίημα;

Ή επιλέγεις σαν ξυράφια να κόβουνε οι λέξεις σου;

Τι κρίμα που την κατάντια αυτού του κόσμου δεν αντέχεις

και αλυχτάς σαν το σκυλί το πονεμένο!

Κι έχεις την αίσθηση πως ό,τι κατάκτησε ο κόσμος πάει χαμένο!

Αυτό το δράμα είν’ ερήμην μας γραμμένο!» («Τοπίο πολέμου», σελ. 87).


Το δεύτερο μέρος, όπως και το πρώτο χαρακτηρίζεται από πλούσιο διακείμενο, εδώ όμως γίνεται αναφορά σε εικαστικούς, όπως στον Σαγκάλ και τον  Μιρό ή το «Τρίπτυχο: Μποτέρο – Σαγκάλ – Μιρό». Πλούσιες είναι επίσης  οι συνομιλίες με ποιητές, άλλοτε με έμμεσες και άλλοτε με άμεσες αναφορές όπως τα ποιήματα: «Σολωμού μονόλογος», «Καββαδίας» και «Συνομιλώντας με τον Ελύτη».


Η ποίηση αποτελεί την καταφυγή της Ξηρογιάννη, προστρέχει σ’ αυτήν άλλοτε ως αναγνώστρια και άλλοτε ως δημιουργός για να κατανοήσει τη ζωή και τον κόσμο μέσα της και γύρω της και να γαληνέψει την ψυχή, όπως φαίνεται από την ακόλουθη συνομιλία:

«Γιατί διαβάζεις ποίηση;»

«Για να ερμηνεύω τη ζωή μου»

«Γιατί γράφεις ποίηση;»

«Για να ημερέψω την ψυχή μου!» («Chat», σελ. 55).

Πολλά είναι τα ποιήματα ποιητικής, όπως στο ακόλουθο, όπου το ποιητικό υποκείμενο μάταια προσπαθεί να βρει λύτρωση μέσω της ποίησης από τη στέρηση και έλλειψη που βιώνει «Και γω θα θέλω να σε κάνω στίχο / για να λυτρωθώ. Μα δεν θα μπορώ,» («Το γράμμα», σελ. 86» ή την διαυγή και ολοκάθαρη ομολογία πως το ποίημα και η ομορφιά καταργούν τον χρόνο:

«Η ομορφιά κάνει τον χρόνο να μην υφίσταται

– ως έννοια, ως αίσθηση.

Πάντα έχει τον τρόπο να τον καταργεί.

Έτσι και το ποίημα. Είναι μοιραίο.

Το ποίημα καταργεί τον χρόνο.» («Το ποίημα και ο χρόνος», σελ. 53).


Στο τρίτο μέρος με τίτλο «Η κοιλάδα», το οποίο αποτελεί έναν δραματικό μονόλογο γίνεται ακόμα πιο εμφανές πως η εξειδίκευση της θεατρολόγου επιδρά σημαντικά στην ποιητική δημιουργία και στη θεματολογία της Ξηρογιάννη. Εδώ ο λόγος της γίνεται πιο πυκνός και αφαιρετικός με πλούσιους συμβολισμούς, μεταφορές και σωματοποίηση των ιδεών, του συναισθήματος, της βιωμένης συνθήκης και του υπαρξιακού στοιχείου. Η «Κοιλιά», που είναι το κέντρο του σώματος, γραμμένη με μονόστιχα ή ολιγόστιχα αποσπάσματα αποτελεί μια ποιητική ελεγεία του σώματος και του πνεύματος. Η ποιήτρια διερωτάται: «Είσαι γη ή σώμα;» («Η κοιλιά», σελ. 96) για να απαντήσει στη συνέχεια: Eνυδρείο που μέσα του /  οι φόβοι μιας ζωής τραβεστί κολυμπούν.» («Η κοιλιά», σελ. 97). Όπως στο μύθο του Ιωνά η κοιλιά απορροφά και εγκολπώνεται το χάος αλλά και το φως, διασώζει και αναπλάθει την ουσία και την ποίηση της ύπαρξης και των λέξεων:

« Κόμπου μαύρα στίγματα

που αν λυθούν,

λέξεις ποίησης

ίσως αναδυθούν


(Γιατί ο ποιητής σκάβει τα τραύματα

ψαχουλεύει τα ράμματα

αναπαλαιώνει τις ρωγμές)


Είναι όλη ραμμένη εκεί μέσα

η ιστορία των προγονικών μου,

στις ίνες,

στις κλωστές,

στων εντέρων τη μνήμη –


υλικό για παράσταση.» («Η κοιλιά», σελ. 97).


Πρόκειται για μια δημιουργό που υπηρετεί την ποίηση τόσο με τις λέξεις της εκφράζοντας ιδέες και θεάσεις, όσο και με τις λέξεις των ομοτέχνων της, είτε ανθολογώντας τους, είτε μεταφράζοντάς τους, είτε παρουσιάζοντας κριτικές αναλύσεις της ποίησής τους. Από το γενικότερο έργο τής πολυπράγμων ποιήτριας Ασημίνας Ξηρογιάννη και κυρίως από την πλούσια ποιητική δημιουργία της καταδεικνύεται η περίοπτη  θέση που κατέχει στη διαδρομή της η ποίηση, που φαίνεται να αποτελεί ζωτική ανάγκη για έκφραση υπαρξιακού στοχασμού και αγωνίας, καταφυγή και παρηγορία μπρος στα αισθήματα ματαίωσης μοναξιάς και απώλειας, μπρος στο τραύμα και στο ψυχικό άλγος, καθώς και μια βαθύτερη ανάγκη για πραγμάτωση και είσπραξη νοήματος.

[1] «Ποιητική»: Μανόλης Αναγνωστάκης, Τα Ποιήματα. 1941-1971, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 42000, σ. 159.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου