Translate

Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2020

ΝΕΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ /// ΠΕΝΤΑΣΗΜΟΝ /// ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΜΙΛΗ




  Στον τόμο "Πεντάσημον", οι ποιητές Γιώργος Βαρθαλίτης, Θεοδόσης Βολκώφ, Αλέξανδρος Κορδάς, Χάρης Ψαρράς και Δημήτρης Κοσμόπουλος καταθέτουν από εννέα ποιήματα ο καθένας τους. Το έργο του εξωφύλλου είναι πίνακας του Σωτήρη Σόρογκα, ενώ το βιβλίο κοσμείται από σχέδια πάνω σε πέτρα του Δημήτρη Κοσμόπουλου. Εκείνο που ενώνει τους πέντε ποιητές είναι η αναζήτηση ενός καινούργιου ρίγους στην ποιητική έκφραση. Σ’ ένα τοπίο όπου τα τηλεοπτικά χαρακτηριστικά εισβάλλουν στην σύγχρονη ποιηματογραφία οι πέντε ποιητές του βιβλίου, διαφορετικής ηλικίας, με διακριτή την παρουσία τους στα ποιητικά πράγματα συμφωνούν μέσ’ απ’ την διαδρομή τους –άλλος στο ξεκίνημα, άλλος με μεγαλύτερη θητεία– σε ένα ζητούμενο: η σύγκραση των μοντερνιστικών κατακτήσεων με τον παραδοσιακό ρυθμό και την εμμετρότητα μπορεί σήμερα να αναζωογονήσει τα ποιητικά πράγματα. Η δήθεν ελευθερόστιχη ασυδοσία κι η άγονη μίμηση παλαιών ρετρό στερεοτύπων είναι οι δύο πόλοι μέσα στους οποίους κινείται σήμερα η ποιηματογραφία μας. Σε αντίθεση με αυτό, οι πέντε ποιητές αναζητούν έναν άλλο δρόμο που αντιλαμβάνεται την ποιητική παράδοση ως ενιαίο σύνολο.



Χάρης Ψαρράς – ‘’Υπενθυμίσεις (ΙΙ)’’

 

Του ασανσέρ ο θόρυβος ανεβοκατεβαίνει.

Στον κήπο μύτη σκάει η κουφοξυλιά.

Κι η σουσουράδα; Πάντα αναστατωμένη.

Τρεις στιγμές, νοσταλγίας πνιχτά φιλιά.

 

Μυρωδιές κρυφακούς, ρινίσματα εικόνων,

Παλιών καιρών κατοικία μνημονική.

Εκμυστηρεύσεις νεκρών γονιών και γόνων

στης αναπόλησης που ζουν τη φυλακή.

 

Ο πυρετός του μέλλοντος σε καταβάλλει τώρα.

Προβλέψεις φρούδες, βλέψεις αστρονομικές.

Η αρχή του τέλους ξεκινά. Παράκτια μπόρα

 

ξεσπάει. Καιρό μετά στου νου τις αλυκές

η τύψη θα ‘ρθει αλάτι να συλλέξει

μιας πλέον που σίγησε φωνής την κάθε λέξη.

 

‘’Υπενθυμίσεις (Ι)’’ (απόσπασμα)

 

Κυλά των γεγονότων ο ποταμός κι εκβάλλει

στη θάλασσα του χρόνου τη γαλήνια.

Άλλοι τραντάζονται στης ησυχίας τη ζάλη

κι άλλοι ησυχάζουν στα επίνεια.


***



Θεοδόσης Βολκώφ – ‘’Άποφις ή Ο ύμνος των τελευταίων ανθρώπων’’ (απόσπασμα)

 

Ιδού, απ’ τις ακρώρειες φερμένος

του σύμπαντος, ο Άποφις, μεστός

από των ουρανών το πύριο μένος

κι από τις προσευχές μας καλεσμένος,

πέτρινος των θεών μας ο βλαστός.

 

Γι’ αυτόν ξεσπά στα χείλη μας ο αίνος

και προσδοκούμε γρήγορα να ‘ρθεί

ο από την πρώτη αυγή υπεσχημένος

κι από πανάρχαιες γλώσσες αρθρωμένος

με το εκδικητήριο το σπαθί.

 

(…)

 

Τα πάντα θα τυλίξει το σκοτάδι,

τα πάντα θα καλύψει η φωτιά

και το ελαχιστότατο σημάδι

από το ανθρωπόμορφο κοπάδι

η κοσμική θα καταπιεί νυχτιά.

 

Άγρια χαρά η καρδιά θα δοκιμάσει

-αλαλαγμός και βρούχος και ιαχή-

σαν συνταράξει σύγκορμη την πλάση

ο Άποφις που μέλλει να δικάσει

τον άνθρωπο και τα έργα του στη Γη.

 

Και κάποτε η γαλάζια τούτη σφαίρα

όταν ορίσει ο Νόμος κι ο καιρός

θ’ αποκαθάρει πάλι τον αιθέρα

και η καινούρια θ’ ανατείλει μέρα

και κόσμος απ’ ανθρώπους αδειανός