Αναστασία Γκίτση
- Franz Kafka, Η Πληγή και η Λέξη, εκδ. Σαιξπηρικόν, Θεσσαλονίκη 2012
«δεν είμαι τίποτα άλλο παρά λογοτεχνία»
Θα δηλώσει για τον εαυτό του ο Τσέχος συγγραφέας που καταπιάστηκε σ’ολη
τη διάρκεια της σύντομης ζωής του με κάθε είδος λογοτεχνίας. Η Πληγή και η Λέξη
που κυκλοφόρησε από τις Θεσσαλονικιώτικες εκδόσεις Σαιξπηρικόν τον Μάιο
του 2012, είναι η πρώτη, και μοναδική ως τώρα, δίγλωσση
(ελληνικά/γερμανικά) έκδοση των ποιημάτων του -όχι και τόσο γνωστού για
την ποίησή του- γερμανόφωνου συγγραφέα της Δίκης και του Πύργου, Franz Kafka.
O Νίκος
Βουτυρόπουλος υπογράφει τη μετάφραση και τα σχόλια του μικρού αυτού
βιβλίου καθώς κι ένα εξαίρετο εισαγωγικό σημείωμα που προειδοποιεί τον
αναγνώστη, αφενός, για την ιδιαιτερότητα της συγκέντρωσης, αφετέρου για
την δυσκολία κατάταξης των ποιημάτων του συγγραφέα με την ιδιαίτερη
προσωπικότητα και τις ιδιαίτερες ευαισθησίες του.
17 ποιήματα, άλλα μικρής έκτασης και άλλα μεγαλύτερης, αποτελούν τους
καρπούς της ποιητικής δημιουργίας του Kafka, που με σθένος έκρυβε επί χρόνια και ζητούσε να καταστραφούν μετά θάνατον[1]. Με βάση την πηγή από όπου έχουν παρθεί είναι χωρισμένες και οι ενότητες στις οποίες εντάσσονται. Τρεις τον αριθμό a. Ποιήματα από αλληλογραφία (Gedichte aus dem Briefwechsel) b. Ποιήματα από τα ημερολόγια (Gedichte aus dem Tagebüchern) c. Ποιήματα από σκόρπια κείμενα (Gedichte aus nachgelassenen Schriften).
Η κατανομή του υλικού διακλαδώνεται σε δύο βασικούς άξονες. Την
ημερομηνία συγγραφής και την πηγή προέλευσης, τουτέστιν χρονολογικά και
ειδολογικά. Βασικές πηγές συγκέντρωσης του υλικού είναι η
επιστολογραφία, συμπεριλαμβανομένων και των καρτ-ποστάλ, των αφιερώσεων
σε βιβλία, των τηλεγραφημάτων και των ημερολογιακών σημειώσεων του
συγγραφέα.
Ποιήματα μεστά της γερμανικής γλώσσας, έκδηλα στο περιεχόμενό τους της
υπαρξιακής αγωνίας και του προσωπικού αδιεξόδου του συγγραφέα που
εντρύφησε στην ανθρώπινη απόγνωση της εποχής του. Δείγμα υπαρξιακής
αποξένωσης και προσωπικού κατακερματισμού που ταλανίζει διαχρονικά και
τον άνθρωπο της σύγχρονης εποχής, τα ποιήματα του Kafka αποτελούν απαράμιλλο κληροδότημα για τις επόμενες γενιές.
«Στον ήλιο του απογεύματος
σε γερμένη πλάτη το πράσινο
σε παγκάκια καθόμαστε.
Τα χέρια μας κρέμονται κάτω,
θλιμμένα ανοιγοκλείνουν τα μάτια μας.
Κι οι άνθρωποι ντυμένοι περνούν
με βήμα τρικλιστό πάνω σε χαλίκια
κάτω απ’αυτόν τον τεράστιο ουρανό
που απλώνεται μακριά απ’τους λόφους
ως τους λόφους πέρα μακριά.»
[1] Αμέσως μόλις επέστρεψε στην Πράγα (1921) από το σανατόριο της Σλοβακίας, ο συγγραφέας ζήτησε -δια μέσω της διαθήκης του- από επιστήθιο φίλο του τον Μαξ Μπροντ, να καταστρέψει μετά τον θάνατο του, ό,τι υπήρχε "σε ημερολόγια, χειρόγραφα, επιστολές άλλων και δικές μου, σχεδιάσματα και τα λοιπά, να καούν ανελλιπώς και χωρίς να διαβαστούν, καθώς επίσης και όλα όσα έχω γράψει ή σχεδιάσει [...] ".