Translate

Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010

ΠΑΝΟΣ ΝΙΑΒΗΣ:Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ <Προφητείας του Ανέμου>

Είναι η ομιλία του Πάνου Νιαβή στην παρουσίαση του βιβλίου <Η Προφητεία του Ανέμου>.Πρόκειται για έναν από τους τρεις ομιλητές της βραδιάς[οι άλλοι δύο ήταν ο συγγραφέας Δημήτρης Φύσσας και ο Καθηγητής Πανεπιστημίου Γιώργος Τσουρβάκας].Ο Πάνος Νιαβής μιλάει για την ποίηση της Ασημίνας Ξηρογιάννη και για την Ποίηση γενικά,κάνοντας και μια συντομη αναφορά -αναδρομή στην Ιστορία της Ποιήσεως.


Καλή Ανάγνωση








-1-







Όταν η Μίνα Ξηρογιάννη μου ζήτησε να είμαι ένας εκ των παρουσιαστών της παρούσης ποιητικής συλλογής ένοιωσα μια τεραστία έκπληξη . Η αιτία δεν ήταν άλλη από την ιδιότητά μου : Θα σας μιλήσω ως αναγνώστης και ως λάτρης της ποίησης.
Αμέσως το μυαλό μου , μετά την πρώτη ανάγνωση των ποιημάτων της Μίνας ήταν ότι ήταν υποχρέωσή μου να αποδεχτώ αυτή την τιμητική πρόταση. Η πρώτη ανάγνωση μου έδωσε να καταλάβω πως η Μίνα Ξηρογιάννη έχει τη στόφα μιας ποιήτριας ενταγμένης μες στην κοινωνική πραγματικότητα των ημερών μας που σχεδόν όλες οι συλλογικές μας πραγματώσεις έχουν κατασταλεί και η ερημία της ατομοποίησης ως ο πρώτος πλανητικός κοινωνικός σχηματισμός που αποκλήθηκε παγκοσμιοποίηση καταδυναστεύει τις ζωές μας και φυσικά αυτό αντανακλάται και σε κάθε μορφή καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Σχεδόν σε όλο το εύρος του βιβλίου η ηρωίδα θυμάται , αναλογίζεται, αναπολεί ή συνομιλεί με τον ήλιο , το φεγγάρι , το ποθούμενο σώμα που απουσιάζει παρμένο από ποτάμια που μισήθηκαν . Όλα ειδομένα μες σε μαύρους καθρέφτες , με μυρωδιά πεθαμένων λουλουδιών . Κι ο χώρος της ποιήτριας είναι : οι σταθμοί είναι έρημοι , κι άνθρωποι εκτός οπτικού πεδίου, γιατί , … έχασα εσένα μα κέρδισα την ποίηση , μας λέει εισαγωγικά . και η θαλπωρή της βρίσκεται μες στις μνήμες του παρελθόντος της αφοπλισμένη, τελείως , και τέλεια αφοπλιστική , ποιητική της γλώσσα ενδύεται μια απροσδόκητης ωριμότητας αποκαλυπτική γυμνότητα.
Η γραφή της , μοιάζει να έχει επιρροές από τον υπερρεαλισμό και δανείστηκε στοιχεία του, τα οποία έχει ωστόσο εντάξει στο προσωπικό της ποιητικό όραμα , ενός χρόνου που έχει φύγει αλλά που η ποιητική της στόφα της επιτρέπει να τον επαναφέρει σε παρόντα χρόνο αφηγουμένη το τότε στο τώρα μέσω μιας υπερ ρεαλιστικής πραγματικότητας που την διαμορφώνει για λογαριασμό μας με την ελλειπτική γραφή της .
Το επόμενο ερώτημα και συνάμα αγωνία , ήταν πως εγώ ένας μέσος αναγνώστης θα συγκροτήσω ένα λόγο που καλείται να κρίνει , να αισθανθεί , να αφουγκραστεί να ερμηνεύσει και να αποκωδικοποιήσει τις ποιητικές καταβολές της ποιήτριας .
Έθεσα ως πρώτη προτεραιότητα να διερευνήσω για λίγο , εισαγωγικά τον ρόλο μου ως αναγνώστη .



Α) Πρέπει να αναζητήσω μέσα σ αυτά τα ποιήματα αυτό που ήθελε να πει η ποιήτρια ;



2

Β) πρέπει να αναζητήσω στα ποιήματα αυτό που το ίδια τα ποιήματα λένε, ανεξάρτητα από τις προθέσεις της ποιήτριας ;



Εκ των πραγμάτων σας λέγω ότι είμαι υποχρεωμένος να αναζητήσω στην παρούσα ποιητική συλλογή αυτό που τα ίδια τα ποιήματα λένε ως προς την συμφραστική τους συνεκτικότητα μέσω των συστημάτων σημασιοδότητης.
Και στην οποία πρέπει να ανατρέξω αναζητώντας στα ποιήματα αυτό που εγώ ως αποδέκτης- αναγνώστης βρίσκω βασιζόμενος στα δικά μου συστήματα σημασιοδότησης και φυσικά τις επιθυμίες μου τις παρορμήσεις μου και τις προαιρέσεις μου.
Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε για λίγο τί ακριβώς έκανε η ποιήτρια , την υποψιάζομαι να γράφει κάτω από το κράτος της υποκειμενικής της διάθεσης ,με εκείνη την απαραίτητη φόρτιση που έλκει την καταγωγή της από την συμπιεσμένη ενέργεια ενός ζέοντος φορτίου αισθημάτων, επιθυμιών και ενορμήσεων . Μιας διάθεσης απελευθερωτικής και εκείνης και των πιθανών εραστών της ποίησής της με την μετατροπή της σε λιτά λεξιακά μορφώματα.
Αυτή η λιτή και ελλειπτική γραφή με την άνετη φαινομενολογική της αφήγηση αφήνει σχεδιασμένα ( με τον τρόπο που το κάνει και η μεγάλη Κυρία της ποίησης μας - Κική Δημουλά - ) αναπάντητα ερωτήματα : Ποιος είναι ο λόγος και η βαθύτερη αιτία που η ενέργεια αυτή είναι μετατρέψιμη επιλεκτικά σε αυτά τα συγκεκριμένα γλωσσότυπα ;
Κι ακόμη τί είναι αυτό « που χωλαίνει» στο είναι της και καθιστά τη γλωσσική της ύλη ευαίσθητη σε τόσο βαθιές πυκνώσεις με τόσο βαρύ ποιητικό δυναμικό ;
Σαν ένας από εκείνους που αναζητούν το χαμό τους μες στην ανάγνωση και έχοντας το δικαίωμα και την πρόσβαση στις ηδονές της ποίησης , γιατί η ποίηση είναι ένα όχημα εκ βαθέων, που παραβιάζει τα σύνορα του ορθού λόγου και μας αναγγέλλει τον παφλασμό του θαύματος μέσα από δρόμους επικοινωνίας με ιδιωτικές σημασίες. Και Γιατί , « μόνο οι ποιητές μπορούν να προτείνουν και να ιδρύσουν μιαν άλλη πραγματικότητα» , όπως λέγει ο μεγάλος ποιητής μας Έκτωρ Κακναβάτος. Η Μίνα Ξηρογιάννη , με την ποίηση της εκφράζει με επάρκεια την πάλη ανάμεσα στα πάθη της και το Λόγο : τα πάθη της πιέζοντας το λόγο της που βγαίνει παθιασμένος κι ο λόγος πιέζοντας τα πάθη τα αναγκάζει να εκβάλουν άλλοτε σαν λεξιακή λάβα κι άλλοτε ως λεξιακά νεφελώματα.
Αυτή η διαρκής διαλεκτική τριβή στα εντός της ποιήτριας είναι ο σπινθήρας -ποίημα που πυροδοτεί τη φαντασία μας ως αναγνώστες για να πάμε πέρα απ το ανέφικτο.
Γιατί το ανέφικτο είναι αυτό που μας δαιμονίζει ,μας δείχνει πόση στενότητα κρύβουν τα όρια μας . Κι ποίηση και η φαντασία μας δόθηκε για να
αναζητούμε το ανέφικτο …. Γιατί δεν είναι που είναι τα πράγματα έτσι που υπάρχουν αλλά που μπορούν να είναι και αλλιώς χάρη στους ποιητές.
Και η Μίνα με την παρούσα ποιητική της συλλογή προτείνει και ιδρύει μιαν άλλη πραγματικότητα που μας καλεί να την ανακαλύψουμε και να γίνουμε κοινωνοί της .



Θα είχε όμως αξία εδώ να καταπιαστούμε για λίγο παρενθετικά και εν συντομία με τον Ερώτα και τον ερωτισμό και με την ιστορία και την διαδρομή της ερωτικής ποίησης .



Η σχέση μεταξύ Έρωτα και ποίησης είναι μια σχέση για την οποία θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο έρωτας και ο ερωτισμός είναι η ποιητική του σώματος ενώ την ποίηση θα την αποκαλούσαμε δίκαια την ερωτική διάσταση του Λόγου.
Η σχέση της ποίησης με τη γλώσσα είναι εκείνη η σχέση του ερωτισμού με τη σεξουαλικότητα . Όπως στο ποίημα που γλωσσική αποκρυστάλλωση παρεκκλίνει από τον αρχικό της σκοπό και τον προορισμό που είναι η επικοινωνία , έτσι και η σεξουαλική πράξη δηλώνει πάντα το ίδιο : αναπαραγωγή , σε αντίθεση με τον ερωτισμό εκεί όπου η ηδονή εκτρέπεται και γίνεται αυτοσκοπός ή έχει σκοπούς διαφορετικούς από την αναπαραγωγή .
Με τον ίδιο τρόπο η γραμμική διάταξη , ένα βασικό χαρακτηριστικό της γλώσσας , όπου οι λέξεις διαδέχονται ή μία την άλλη σαν τρεχούμενο νερό , στην ποίηση η γραμμικότητα αυτή δεν είναι αυτονόητη , γιατί η γραμμικότητα συστρέφεται , πισωγυρίζει , προχωρά ελικοειδώς. Το αρχέτυπο της ευθείας αναιρείται και την θέση της παίρνει ο κύκλος ή σπείρα. Στο ποίημα πολλές φορές τα σημαινόμενα παγώνουν ή διαλύονται και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αυτοαναιρούνται . Οι λέξεις σε ένα ποίημα δεν λένε τα ίδια πράγματα όπως στον πεζό λόγο. Γιατί , το ποίημα δεν επιδιώκει να λέει ,αλλά να είναι . Η ποίηση βάζει σε δεύτερη μοίρα την επικοινωνία , όπως ο ερωτισμός την αναπαραγωγή.
Η Ποίηση κι ο ερωτισμός μπορεί να γεννιούνται από τις αισθήσεις αλλά δεν σταματούν εκεί , στη πορεία και στη διάβα τους εφευρίσκουν φανταστικά σχήματα : ποιήματα και ιεροτελεστίες .
Αν ο άνθρωπος είναι μια «κυματιστή» ύπαρξη , η θάλασσα πάνω στην οποία ταξιδεύει ταράσσεται από τα κύματα του ερωτισμού . Πρόκειται για μία ακόμη διαφορά της σεξουαλικότητας και του ερωτισμού . Τα ζώα ζευγαρώνουν πάντα με τον ίδιο τρόπο , ενώ οι άνθρωποι , είπε ο μεγάλος ποιητής Οκτάβιο Πάθ , κοιτάζονται στον μεγάλο καθρέφτη της συνουσίας του σύμπαντος . τα ζώα μπορεί να γουργουρίζουν , να είναι τρυφερά ή άγρια ,το αλογάκι της παναγίας να καταβροχθίζει το αρσενικό , όμως η λειτουργία τους είναι σε κάθε είδος σταθερή και μονότονη που ο άνθρωπος την μετέτρεψε σε έναν ξεχωριστό κόσμο με απίστευτη ποικιλία, που αποτελείται από ένα σύνολο πρακτικών , θεσμών , τελετουργικών που συνοπτικά ονοματίσαμε πολιτισμό . Έτσι ο ερωτισμός δάμασε το σέξ και το ενσωμάτωσε στην κοινωνία .
Σε αυτή τη διαδρομή οι θρησκείες έπαιξαν η καθεμία το δικό της ρόλο ανάλογα με την οπτική και τις κοινωνικές ανάγκες . Η δημιουργία της ψυχής στο δυτικό πολιτισμό είναι το στάδιο , χάρη στον έρωτα ( έρως ) που από τη θνητή της υπόσταση περνά στην θεϊκή αθανασία.



4



Μία από τις πρώτες εμφανίσεις του έρωτα , είναι στο μύθο του Έρωτα και της Ψυχής που παραθέτει ο απουλήιος στο ΧΡΥΣΟ ΟΝΟ . Ο Έρως θεότητα άσπλαχνη δεν σέβεται ούτε το Δία , και τα βέλη του τον κάνουν να ερωτευτεί μια κοινή θνητή την ψυχή . η παρουσία της ψυχής σε μια ερωτική ιστορία είναι η αναζήτηση της αθανασίας , την οποία πετυχαίνει μέσω της ένωσης της με μια θεότητα.



Είναι γνωστό πως η φιλοσοφία του Έρωτα εμφανίστηκε αρχικά στην Ελλάδα όπου η φιλοσοφία είχε διαχωριστεί πολύ νωρίς από την θρησκεία

Η Ελληνική σκέψη ξεκίνησε με την κριτική των προσωκρατικών φιλοσόφων έναντι των μύθων . Σε αντίθεση με τους Εβραίους προφήτες που επιχείρησαν την κριτική της κοινωνίας τους με αφετηρία τη θρησκεία . Ενώ οι Έλληνες στοχαστές προχώρησαν στην κριτική των θεών τους με αφετηρία τη Λογική.

Έτσι ξέρουμε ότι ο πρώτος Έλληνας φιλόσοφος του Έρωτα , ο Πλάτωνας , υπήρξε και ποιητής . Η ιστορία της ποίησης είναι άρρηκτα δεμένη με την ιστορία του Έρωτα. Βέβαια πρέπει να ξεκαθαριστεί εδώ πως παρ ότι η έννοια της ψυχής κατέχει κεντρική θέση στην φιλοσοφία του πλατωνικού έρωτα δεν έχει την έννοια που συναντάμε αργότερα στον Δάντη , τον Πετράρχη και στην Προβηγκία. . Η φιλοσοφία του Πλάτωνα είναι μία εξιδανικευμένη μορφή του ερωτισμού.



Διαφωτιστικοί επ’ αυτού είναι 2 διάλογοί του αφιερωμένοι στον Ερώτα , τον Φαίδρο και το Συμπόσιον .

Ειδικά το Συμπόσιον αποτελείται από επτά λόγους ή ύμνους για τον Έρωτα που τους εκφωνούν 7 συνδαιτυμόνες .

Απ αυτούς θα σταθώ σ αυτόν που ξεχωρίζει τον ωραίο λόγο του Αριστοφάνη , για να εξηγήσει το μυστήριο της οικουμενικής έλξης καταφεύγει στο μύθο του αρχέγονου ανδρόγυνου.



Πριν υπήρχαν 3 φύλα : το αρσενικό , το θηλυκό και το ανδρόγυνο , αποτελούμενο από διπλά όντα. Το ανδρόγυνο ήταν δυνατό και έξυπνο και απειλούσε τους θεούς . ο Δίας για να το υποτάξει αποφάσισε να το διαιρέσει. Έκτοτε να χωρισμένα μισά αναζητούμε το συμπληρωματικό μας. Βέβαια μέσα στο μύθο «βλέπει» κανείς πως είμαστε όντα ατελή και ο έρωτας και η ερωτική επιθυμία είναι μια διαρκής δίψα για τελείωση. Χωρίς εκείνη ή εκείνον δεν θα είμαι ο εαυτός μου. Αυτός ο μύθος κ εκείνος της εβραϊκής Εύας που γεννιέται από τα πλευρά του Αδάμ χωρίς να εξηγούν στην ουσία τίποτα , λένε τα πάντα για τον έρωτα.

Αλλά ο λόγος του Σωκράτη αποτελεί τον πυρήνα του Συμποσίου η συζήτηση του με μια σοφή ξένη ιέρεια τη Διοτίμα από τη Μαντινεία



Η Διοτίμα αρχίζει λέγοντας ότι ο Έρως δεν είναι ούτε θεός ούτε άνθρωπος . είναι ένας δαίμονας , που ζει μεταξύ θεών και θνητών . Εν μέσω της μιας και της άλλης πραγματικότητας , αποστολή του είναι να φέρνει σε επικοινωνία και να ενώνει τα έμβια όντα. Γι αυτό τον συγχέουμε με τον άνεμο και τον αναπαριστούμε με φτερά . Είναι γιός του Πόρου και της Πενίας , φέρνει σε επικοινωνία το φως με τη σκιά , τον αισθητό κόσμο με τις ιδέες . Ως γιός της



5

Πενίας αναζητά τον πλούτο . Ως γιός του Πόρου , μοιράζει αγαθά , είναι ο «έρων» που ζητά το « ερώμενον» που δίνει. Ο Έρως δεν είναι ωραίος ποθεί την ομορφιά. Όλοι μας ποθούμε , ο πόθος είναι η αναζήτηση κι η απόκτηση του καλύτερου . Ο στρατηγός ποθεί την νίκη, ο ποιητής συνθέτει ένα ποίημα ανυπέρβλητης ομορφιάς . ο έμπορος συσσωρεύει αγαθά και χρήματα . Τι ποθεί ο εραστής ; Αναζητά την ομορφιά ,το ανθρώπινο κάλλος . Ο Έρωτας γεννιέται στην θέα του ωραίου προσώπου .Παρ ότι ο πόθος είναι καθολικός ο καθένας ποθεί κάτι διαφορετικό . Και συνεχίζει η Διοτίμα , ο έρωτας είναι κάτι περισσότερο από την έλξη για το ανθρώπινο κάλλος , το οποίο υπόκειται στο χρόνο , το θάνατο , τη φθορά . Όλοι οι άνθρωποι , λέει , ποθούν το καλύτερο, ξεκινώντας από αυτό που δεν έχουν . Οι άνθρωποι ποθούν την ευτυχία και την ποθούν για πάντα. Δηλ με παντοτινή κατοχή , απόλαυση και αθανασία .Όλοι ποθούν την διαιώνιση κι ο Πλάτων λέει πως η αναπαραγωγή είναι θείο πράγμα, τόσο στα ζώα όσο και στους ανθρώπους . Όσον αφορά τον άλλο τρόπο αναπαραγωγής είναι ανώτερος , γιατί η ψύχη γεννάει μιαν άλλη ψυχή άφθαρτες ιδέες και αισθήματα.



Αυτοί που «εγκυμονούν εις την ψυχήν » συλλαμβάνουν μέσω της σκέψης, είναι οι Ποιητές !!!

Ο λόγος της Διοτίμας και τα σχόλια του Σωκράτη συνιστούν ένα είδος ανοδικής περιπλάνησης σε κλίμακα , χαμηλά ο έρωτας ενός ωραίου σώματος

, ύστερα ο έρωτας πολλών ωραίων σωμάτων, κατόπιν ο έρωτας της ενάρετης ψυχής και τέλος ό έρωτας της άϋλης ομορφιάς. Και η Διοτίμα καταλήγει « Όστις λοιπόν εις την σπουδήν της τέχνης της ερωτικής οδηγηθή εις τούτο το σημείον… όταν προχωρήσει πλέον προς το τέρμα της ερωτικής μυσταγωγίας , θ αντικρύσει εξαφνικά ένα κάλλος θαυμάσιας φύσεως .. το κάλλος χάριν του οποίου κατεβλήθηκαν και οι προηγούμεναι ταλαιπωρίαι όλαι , το οποίον πρώτον μεν υπάρχει αιώνιον και δεν υπόκειται ούτε εις γένεσιν ούτε εις αφανισμόν , ούτε εις αύξησιν ούτε εις ελάττωσιν…. ‘’.



Είναι λοιπόν αναγκαίο εδώ να σας πω πως ο Πλάτωνας μάλλον θα σκανδαλιζόταν μ αυτό που εμείς ονομάζουμε έρωτα. ,οι ιδανικοί έρωτες του Δάντη για τη Βεατρίκη ή του Πετράρχη για την Λάουρα θα ήταν για τον Πλάτωνα ασθένειες της ψυχής .



Οι πλατωνικοί εραστές όπως τους παρουσιάζει το Συμπόσιον , είναι σπάνιοι , όμως θα συναισθήματα που γεννά η ενατένιση του αγαπημένου προσώπου τα οποία μας περιγράφει μέσα σε λίγες γραμμές η Σαπφώ :



Θεός μου φαίνεται στ αλήθεια έμενα εκείνος ο άντρας που κάθεται αντίκρυ σου κι από κοντά τη γλύκα της φωνής σου απολαμβάνει

Και το γέλιο σου αχ που ξελογιάζει και που λιώνει στο στήθος την καρδιά μου σου τα ορκίζομαι ‘ γιατί μόλις που πάω να σε κοιτάξω νοιώθω ξάφνου μου κόβεται η μιλιά μου

Μες στο στόμα η γλώσσα μου στεγνώνει ‘ πυρετός κρυφός με σιγοκαίει κι ούτε βλέπω τίποτα ούτε ακούω

Μα μου βουίζουν τα αυτιά μου κι ένας κρύος ιδρώτας το κορμί μου περιχάει ‘





6

Τρέμω σύγκορμη αχ και πρασινίζω σαν το χόρτο και λέω πως λίγο ακόμη ‘λίγο ακόμη και πάει να ξεψυχήσω . ( Ανασύνθεση και απόδοση Οδυσσέας Ελύτης 1984 ).

Ποιήματα αυτής της συγκινησιακής φόρτισης δεν συναντώνται στην αρχαία ελληνική γραμματεία . Η πλειονότητα αναφέρονται στον έρωτα παρά στην Αγάπη . Το ίδιο ισχύει και για την Παλατινή ανθολογία . Μερικά από αυτά τα μικρά ποιήματα είναι αξέχαστα , πχ τα ποιήματα του Μελέαγρου , κάποια που αποδίδονται στον Πλάτωνα , ορισμένα του Φιλόδημου . Σε όλα αυτά βλέπουμε - και κυρίως ακούμε- τον εραστή στις διάφορες ψυχικές του καταστάσεις – πόθο , ηδονή , απογοήτευση , ζήλια , εφήμερη ευτυχία - αλλά ποτέ εκείνον ή εκείνη , τα αισθήματα ή τις συγκινήσεις τους . Δεν υπάρχουν στο αρχαίο ελληνικό θέατρο ερωτικοί διάλογοι όπως στον Σαίξπηρ. Τον Αίγισθο και την Κλυταιμνήστρα τους ενώνει το έγκλημα και όχι ό έρωτας . Είναι συνένοχοι και όχι εραστές .

Το μοναχικό πάθος κατασπαράσσει τη Φαίδρα και η ζήλεια κατατρώει τη Μήδεια.



Για να βρούμε προεικονίσεις και προμηνύματα του έρωτα όπως τον εννοούμε σήμερα πρέπει να φτάσουμε στην Αλεξάνδρεια και στη Ρώμη . Ο έρωτας γεννιέται στο άστυ . Το πρώτο μεγάλο ερωτικό ποίημα , φαρμακεύτρια , γράφτηκε από το Θεόκριτο στ ο πρώτο τέταρτο του 3ου αιώνα π.Χ. . Το ποίημα είναι μακρύς κατάλογος της Σιμαίθας , της εγκαταλειμμένης ερωμένης του Δέλφι .

Αρχίζει με μια επίκληση στη Σελήνη υπό την τριπλή της διάσταση: Άρτεμις, Σελήνη , και η Εκάτη η φοβερή. Συνεχίζει την διήγηση της Σιμαίθας που διακόπτεται κάθε τόσο καθώς δίνει εντολές στην υπηρέτριά της για να εκτελέσει διάφορα τελετουργικά μαύρης μαγείας στην οποία επιδίδονται και οι δύο. Καθένα από τα μάγια κλείνει με την επωδό : Ω μαγικό εσύ πουλί , φέρε αυτόν στο σπίτι… Καθώς η υπηρέτρια χύνει στο έδαφος καμένο αλεύρι , η Σιμαίθα λέει , «σκορπώ του Δέλφι κόκαλα» και καίγοντας ένα κλαδί δάφνης που καίγεται τριζοβολόντας χωρίς να αφήνει στάχτη , καταριέται τον άπιστο : « έτσι κι εκείνου η σάρκα να λειώσει μες τη φλόγα» . Προσφέρει 3 φορές σπονδές στην Εκάτη και μετά πετά στην φωτιά ένα κομμάτι από τη χλαίνη που ο Δέλφις ξέχασε σπίτι της και φωνάζει : « Αλίμονο μου Έρωτα που μ’ έφερες τη θλίψη και σαν την βδέλλα ρούφηξες το μαύρο μου το αίμα» Μίσος και Έρωτας είναι ένα. Είναι η πρώτη φορά που εμφανίζεται στη λογοτεχνία - και περιγράφεται με τόση βιαιότητα και δύναμη - ένα από τα μεγαλύτερα ανθρώπινα μυστήρια : το αξεδιάλυτο μίγμα έρωτα και μίσους , πόθου και οργής . η Σιμαίθα είναι στο ποίημα ένα συνηθισμένο άτομο , μια συνηθισμένη νεαρή σαν αυτές που υπάρχουν χιλιάδες σε όλες τις πόλεις του κόσμου.



Βλέπω στα ποιήματα της Μίνας μια σύγχρονη Σιμαίθα που αντί να μας προσκαλεί σε λιτανεία της Αρτέμης , όπως έκανε η Σιμαίθα , μας προσκαλεί στην παρουσίαση των ερωτικών της ποιημάτων .



Και τελειώνει το ποίημα με πόνο γιατί ο Δέλφις ερωτεύτηκε μιαν άλλη ως εξής αποχαιρετώντας την Σελήνη και εμάς : « Απάνω στον ωκεανό τα άλογά σου στρίψε , ω θεϊκή Σελήνη μου, και άφησε εμένα τον πόθο που υπέφερα ακόμη να τον φέρνω . Χαίρε Σελήνη λαμπερή, χαίρετε εσείς αστέρια , σεις σύντροφοι παντοτινοί εις της Νυχτιάς το άρμα» .

Η αλεξανδρινή εποχή έχει αρκετές ομοιότητες με σήμερα οι γυναίκες κάνουν την εμφάνιση τους στο προσκήνιο της κοινωνίας γιατί οι αρχαίες πόλεις γίνανε

7

κοσμοπόλεις , στην Παλατινή ανθολογία μεταξύ των ποιητών της ελληνιστικής περιόδου πολλοί είναι ξένοι όπως ο Μελέαγρος ο Σύριος. Σ αυτή την εποχή το ερωτικό μέχρι τότε αντικείμενο μετατρέπεται σε υποκείμενο . Η προϊστορία του έρωτα στη Δύση ανήκει στην Αλεξάνδρεια και στη Ρώμη . Μητέρες, αδελφές ,σύζυγοι , θυγατέρες ερωμένες , εταίρες έχουν θέση δίπλα στον ρήτορα, τον πολεμιστή ,τον πολιτικό ή τον αυτοκράτορα. Ελεύθερες κυρίως , γιατί πρώτη φορά

έχουν την δυνατότητα να δέχονται ή να απορρίπτουν τους εραστές τους . Είναι κυρίες του κορμιού τους και της ψυχή τους .



Καλό παράδειγμα η ποίηση του αλεξανδρινού Κάτουλλου γραμμένα για την διάσημη για την ομορφιά της την κοινωνική της θέση και τον έκλυτο βίο της , την Κλωδία . Η ποίηση του Κάτουλλου κατέχει μοναδική θέση στην ιστορία του έρωτα για την ακριβή και οξυδερκή οικονομία με την οποία εκφράζει το πλέον πολύπλοκο : την ταυτόχρονη παρουσία στην ίδια συνείδηση του μίσους και του έρωτα , του πόθου και της περιφρόνησης.

Ερχόμενος στα ποιήματα της Μίνας συναντώ στο ίδιο ποίημα , πχ στην ματαιότητα στην σελίδα 19 τους 3 χρόνους (παρελθόν παρόν μέλλον ) να γίνονται χρόνος αδιαίρετος και εντός του να αντιπαλεύουν τα ανθρώπινα πάθη της μέσα σε εικόνες πικρού λυρισμού.



Συνεχίζοντας την αναδρομή και επειδή πρέπει να συντομεύω , κάνοντας ένα μεγάλο άλμα ιστορικό φτάνω στην προβηγκιανή ποίηση .Τότε ακριβώς εμφανίζονται οι απαρχές αυτών που έμελλε να αποτελέσουν τις μεγάλες δημιουργίες του πολιτισμού μας , μεταξύ των οποίων διακρίνονται : η ποίηση και αντίληψη του έρωτα ως μορφή ζωής.

Οι ποιητές εφηύραν τον ιπποτικό έρωτα και λέω τον εφηύραν γατί αποτελούσε μια λανθάνουσα επιθυμία της κοινωνίας εκείνης .

Τα βασικά χαρακτηριστικά της προβηγκιανής ποίησης είναι τρία : έχουν ως θέμα τον έρωτα , β) έρωτα που εκδηλώνεται μεταξύ άντρα και γυναίκας κ γ) είναι γραμμένα στην κοινή γλώσσα. Τα
ποιήματα γραφτήκαν για ακουστούν συνοδεία μουσικής στην αυλή του άρχοντα , και όχι για να διαβαστούν . Η ιστορική συγκυρία , σταυροφορίες , ακμάζουσα γεωργία , εμπορική δραστηριότητα και με την Ανατολή , τους έφεραν σε επαφή μέσω του αραβικού πολιτισμού με τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα. και με νεοπλατωνικά συγγράμματα.

Ως επίσης και με την Κόρδοβα των Ομμεϋάδων με βασικό εκφραστή τον ποιητή και φιλόσοφο Ιμπν Χάζμ , οποίος γράφει ένα μικρό δοκίμιο για τον έρωτα , « το περιδέραιο της περιστέρας» , στο πρώτο κεφάλαιο γράφει : ο έρωτας από την φύση του είναι συμβεβηκός και συνεπώς δεν μπορεί να είναι βάση για άλλα συμβεβηκότα. . Η επιρροή του είναι δεδομένη και στους προβηγκιανούς αλλά και στο Δάντη .

Η κοινωνική πραγματικότητα, πόλεμοι, επαναστάσεις , τεχνολογική εξέλιξη άλλαξαν δραματικά τον κόσμο μας σε σχέση με τον κόσμο των προβηγκιανών , 8 αιώνες πριν , όμως συνεχίζουν να είναι παρόντα 4 χαρακτηριστικά του ιπποτικού έρωτα σε όλο το βάθος της λογοτεχνίας μέχρι σήμερα : Έλξη/ επιλογή , ελευθερία/υποταγή ,πίστη/προδοσία ,ψυχή/σώμα .







8

Σαίξπηρ , Φρόυντ , Νίτσε , Φλωμπέρ, Προύστ, Ντε Σάντ , Μπαλζάκ μέχρι στον Χέγκελ βρίσκουμε διάφορες απόψεις αλλά αν θα μπορούσα να τις συνοψίσω σε μια σύντομη θα διάλεγα την φράση του Χέγκελ « Ο Έρωτας

αποκλείει όλες τις αντιθέσεις γι αυτό ξεφεύγει από το χώρο της λογικής … Καταργεί την αντικειμενικότητα και κατ αυτόν τον τρόπο βρίσκεται επέκεινα της σκέψης… Στον έρωτα , η ζωή αυτοανακαλύπτεται και απαλλάσσεται πλέον από κάθε έλλειψη πληρότητας» .



Με συνδετικό κρίκο την ρήση του Χέγκελ περνώ στον επίλογό μου και στην ποίηση της Μίνας Ξηρογιάννη είναι απόγονος και γνήσιο πνευματικό τέκνο αυτής της μακράς ιστορικής παράδοσης που συνδέει την ιστορία του έρωτα και της ποίησης. .



Είναι μια ποίηση που αποτυπώνονται η ηθελημένη ή αθέλητη στάση δύο βλεμμάτων που διασταυρώθηκαν κάτω από το φώς , κι έρχεται η ποίηση να δώσει ζωή στο παρελθόν σήμερα , για να θυμάται το αύριο χαμόγελα , φωνές χειρονομίες , κινήσεις σωμάτων , πυροδοτήσεις αναμνήσεων . Κι έρχεται το φώς της ψυχής της να φωτίσει την ανάμνηση ενός χαμόγελου , ενός κλάματος , μιας αστραπής, ενός προορισμού που χάθηκε … Κι είναι η ποίησή της ένα ράγισμα φωνής σαν ακούς τα όνομά σου στα χείλη του Άλλου .

Κι όσο διαρκούσε ο έρωτας η φωνή της έρχεται με αμεσότητα με την κατάργηση του χρόνου και της συνάφειας των γεγονότων να δίνει αθανασία στη χάρη της κίνησης , στο ρυθμό του κάλλους , με συνεσταλμένη χορευτική διάθεση μικρών λέξεων , μια άϋλη συγχορδία , μια διαβάθμιση τόνων προσωπικών εκμυστηρεύσεων.

Μέσα σ αυτά τα ποιήματα διαβάζουμε τον έρωτα ή την προδοσία του , στο βλέμμα , στο χαμόγελο , στην πίκρα, στην αγωνία , με μια εσωτερική ενδημική διάθλαση ενός πόθου πολυποίκιλου σε μια διαθλαστική εκτροπή ιδιοτέλειας και συνάμα ανιδιοτέλειας .
Φλερτάροντας , λέει , η Μίνα , ασύστολα με την αιώνια ελευθερία , Την Ηδονή» συναντούμε την εκδοχή μιας οντολογικής προσέγγισης που λέμε για το λόγο ή το ερώτημα για το πραγματικό , το βήμα εξόδου στην διακινδύνευση , εκεί που παλεύεται ο φόβος με τον πόθο και την ηδονή , εκεί που η ηδονή διαστέλλει την επιθυμία και την ταυτίζει με την ελευθερία .


Επειδή ο έρωτας δεν χωράει στη γλώσσα η Μίνα συχνά σιωπά και αποσιωπά αφήνοντας να ψάχνουμε στο αναπόδειχτο . τον εξωραϊσμό του φόβου για την αγλωσσία του θανάτου , «…. από φόβο μήπως γίνω μάσκα θανάτου…».
Κι είναι η εμπειρία του ερώτα και η προδοσία του , πράξης απαραίτητη προκειμένου η έγκλειστη ψυχή σε μια ασυνείδητη παρθενικότητα να μυηθεί στο μυστήριο της ζωής , όπως λέει , και ο Άλντο Καροτενούτο , στο βιβλίο του «Αγάπη και προδοσία»
Επειδή εκεί στο μύχιο του πυρήνα της ύπαρξής μας , ο έρωτας που τον υμνούν οι ποιήτριες ( και οι ποιητές ) από την Σαπφώ έως την νεαρή Μίνα γιατί σ αυτόν τον Δίβουλο θεό , τον έρωτα , εναποθέτουμε , οι άνθρωποι την φενάκη μας πως υπάρχει -τάχα - ελπίδα αθανασίας .

9
Κι έρχονται οι ποιητές και οι ποιήτριες , έκθαμβοι ονειροποιοί , κι από μια τιποτένια για τους άλλους υπόθεση, την μεταμορφώνουν σε κάτι πολύτιμο κι αυτό το πολύτιμο ανήκει σε όλους γιατί μας αφορά όλους ο έρωτας , Μίνα



Νοιώθω λοιπόν την ανάγκη να σε ευχαριστήσω γιατί μας μαθαίνεις εδώ απόψε με την πρώτη σου ποιητική συλλογή « να μετράμε την ουσία της ύπαρξης» .