Translate

Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2025

ΜΑΡΙΑ ΤΟΠΑΛΗ/// Συνέντευξη στην Ασημίνα Ξηρογιάννη



ΑΝΑΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ www.fractalart.gr

Συνέντευξη στην Ασημίνα Ξηρογιάννη  //

Μαρία Τοπάλη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1964. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και στη Φραγκφούρτη. Από το 1996 δημοσιεύει ποίηση, κριτική και μεταφράσεις από τα γερμανικά. Είναι μητέρα δυο κοριτσιών, ζει στην Αθήνα και εργάζεται στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών. Δημοσιεύει κριτικά και άλλα κείμενα στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο συνεργαζόμενη τακτικά με την “Ποιητική” και με την “Καθημερινή της Κυριακής”. Από τις εκδόσεις “Νεφέλη” κυκλοφορούν οι ποιητικές συλλογές της “Σερβίτσιο Τσαγιού” (1999) και “Λονδίνο και άλλα ποιήματα” (2007), από τις εκδόσεις “Πατάκη” κυκλοφορεί το βιβλίο-ποίημα “Βερμίου Κατάβαση” (2010), η μετάφρασή της των Ελεγειών του Ντουίνο του Ρ.Μ. Ρίλκε (2011), από τις εκδόσεις “Οκτώ” το θεατρικό μιούζικαλ ” Ο Χορός της Μεσαίας Τάξης” (2012) και από τις εκδόσεις “Γαβριηλίδης” το βιβλίο “Για τέσσερα χέρια” (2013) που εξέδωσε μαζί με τον Κωνσταντίνο Ματσούκα.

-Κυρία Τοπάλη, σας καλωσορίζω στο Φράκταλ και θέλω να σας γυρίσω κάποια χρόνια πίσω και πρώτα να ρωτήσω πώς ξεκίνησαν όλα με την ποίηση. Πότε και πώς έγινε η αρχή.

Σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση να συζητήσουμε στο Φράκταλ. Υπάρχει ίσως μια πολύ παλιά αρχή- αν υποθέσουμε ότι αρχή είναι όταν ξεκινά να γράφει κανείς συνειδητά. Νομίζω ότι θυμάμαι αρκετά καθαρά δυο «στοχευμένα» ποιήματα, ένα με ρίμα και ένα σε ελεύθερο στίχο, και θα πρέπει να ήμουν στην τετάρτη ή πέμπτη δημοτικού, δηλαδή περίπου δέκα ετών. Μια άλλη, όμως, «αρχή» που θυμάμαι είναι ο μπαμπάς μου να απαγγέλλει Βάρναλη και Παλαμά. Μια τρίτη «αρχή» είναι ο «Δωδεκάλογος του Γύφτου», υπογραμμισμένος από τη μητέρα μου. Μια τέταρτη ο παππούς μου να με παίρνει μαζί του επισκεπτόμενος τη φίλη του ποιήτρια Χρυσάνθη Ζητσαία. Μπορώ λοιπόν κάπως έγκυρα να ισχυριστώ ότι η ποίηση ήταν παρούσα στη ζωή μου και με απασχόλησε και την ίδια στα σοβαρά, ήδη πριν την εφηβεία.


-Πώς βλέπετε και βιώνετε τη σύγχρονη λογοτεχνική πραγματικότητα; Σας αρέσουν πράγματα, σας ενοχλούν κάποια άλλα;


Ευτυχώς σε αυτήν εδώ τη γωνιά του πλανήτη ζούμε σε καθεστώς ελευθερίας. Έτσι, διαβάζουμε ό,τι μας αρέσει και γράφουμε όπως μας αρέσει. Άρα, μόνον απόλαυση αποκομίζω από τη λογοτεχνία. Αν όμως πρέπει να σχολιάσω άλλες όψεις του φαινομένου, θα πω ότι με απελπίζει και με τρομοκρατεί η έλλειψη βιβλιοθηκών. Σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο υπάρχει η βιβλιοθήκη της γειτονιάς, δικτυωμένη με τη βιβλιοθήκη της πόλης, δικτυωμένη με τη βιβλιοθήκη της χώρας και πάει λέγοντας. Είμαστε απαράδεκτοι και δεν υπάρχει η παραμικρή δικαιολογία. Φυσικά υπάρχουν και πολλές άλλες ελλείψεις: δεν διαθέτουμε επαρκή και αξιόπιστα στοιχεία για το τι διαβάζουμε. Επίσης, παρά τα μνημόνια, εξακολουθούμε να ζούμε στον πλανήτη της φούσκας όσον αφορά την έκδοση αλλά και την πώληση, όλα καλυμμένα υπό τον μανδύα κάποιων ιερών σκοπών. Στην καμπούρα, βέβαια, της ποιήτριας/του ποιητή και της/του συγγραφέα και της αναγνωστικής κοινότητας γίνεται η εξυπηρέτηση των “ιερών” σκοπών. Αυτά όμως είναι ιδιομορφίες, κακοδαιμονίες και στρεβλώσεις της ελληνικής κοινωνίας, που απλώς αντανακλώνται και στον τομέα της λογοτεχνίας. Παρ’ όλα αυτά, διαβάζουμε, γράφουμε, μεταφράζουμε. Στο «μεταφράζουμε» θα βάλω έμφαση: είμαστε μικρή γλώσσα, μεταφράζουμε πολύ, και έχουμε εξαιρετικούς μεταφραστές και μεταφράστριες. Φυσικά, εξαιτίας των κακοδαιμονιών που ανέφερα πιο πάνω, οι άριστοι αδικούνται, τόσο οικονομικά όσο και από την άποψη της αναγνώρισης.


-Νιώθετε περισσότερο, ποιήτρια ή μεταφράστρια;


Καλή ερώτηση. Νομίζω πρώτα ποιήτρια, γιατί από αυτή την πλευρά του εαυτού μου ξεπηδά και η ανάγκη της μετάφρασης. Αλλά αυτό πιο σωστό είναι να το κρίνουν οι άλλοι. Μπορεί να νιώθω ό,τι θέλω, και η πραγματικότητα να μην με δικαιώνει.


-Αν σας ζητούσα τρεις μόνο συγγραφείς (πεζογράφους – ποιητές – θεατρικούς συγγραφείς) να μου αναφέρετε, που όμως με το έργο τους άλλαξαν το βλέμμα σας για τον κόσμο, ποιοι θα ήταν αυτοί;


Ο Τσίρκας στα 15. Ο Σεφέρης στα 20. Ο Ρίλκε στα 30.


-Ποιο το μέλλον της ελληνικής λογοτεχνίας εν τέλει;


Αυτήν την πρόγνωση δεν θα την διακινδύνευα.


-Παρακολουθείτε την πολιτική και …τους πολιτικούς; Πιστεύετε ότι η όποια κρίση στην πολιτική έχει όντως αντίκτυπο στην λογοτεχνία;


Η λογοτεχνία είναι ταυτόχρονα παιδί του Άχρονου και παιδί της Ιστορίας. Ας πούμε ότι το Άχρονο, η παιδική ηλικία, το ασυνείδητο καθορίζουν το βαθύ περιεχόμενο, ενώ η Ιστορία καθορίζει το πλαίσιο και τη φόρμα- όλα αυτά κάπως σχετικά. Στην Ιστορία λοιπόν περιλαμβάνεται και η πολιτική. Υπάρχει ασφαλώς και η λογοτεχνία-ειδησεογραφικό/πολιτικό σχόλιο, αλλά αυτή συνήθως διαρκεί όσο και η είδηση την οποία σχολιάζει. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, πχ τον Μπρεχτ.


-Τι θα λέγατε σε έναν νέο λογοτέχνη που κάνει τώρα τα πρώτα του βήματα;


1. Να διαβάσει τα «Γράμματα σε ένα νέο ποιητή».

2. Να μην βιάζεται καθόλου να βγάλει βιβλίο: πρώτα να δημοσιεύει σε ένα περιοδικό, να παίρνει απόσταση, να ζητά και να ακούει κριτικές.

3. Να διορθώνει.

4. Να επιλέγει την/τον κριτικό της/του, στο πρόσωπο ανθρώπων που εκτιμά, όχι στη βάση άλλων υπολογισμών.

5. Να διαβάζει και να γνωρίζει καλά, σε βάθος, το έργο ενός/μιας τουλάχιστον ελληνόφωνης/ου και ενός/μιας τουλάχιστον ξένης/ου μεγάλης/μεγάλου ποιητή: να αντιλαμβάνεται τα οργανωμένα σύμπαντα και τις σταθερές επιδιώξεις, κι ας τα υπερβεί κατόπιν.

6. Να μαθαίνει ποιήματα απέξω.


Αυτά για αρχή, και βλέπουμε.


-Κριτική και κριτικοί. Διαβάζω τα κείμενά σας. Θα ήθελα μια τοποθέτηση πάνω στο θέμα.


Η κριτική, αν θέλει να είναι χρήσιμη, πρέπει να είναι τολμηρή. Κι ας αστοχήσει. Η αστοχία είναι αποδεκτή απώλεια για να επιτελεστεί το κριτικό έργο. Άμα είναι όλα στρογγυλεμένα και βαδίζουμε και με βάση την επετηρίδα, έχει πεθάνει πριν αρχίσει η κριτική. Και πρέπει να κοιτά μπροστά η κριτική, να παρακινεί στο προχώρημα, στην καινοτομία. Να μην επιβραβεύει κάποιον επειδή θυμίζει κάποιον άλλον, που η κριτική τον/την γνωρίζει καλά. Γιατί τότε έχει πεθάνει και η λογοτεχνία.



-Λογοτεχνία και Διαδίκτυο.


Το διαδίκτυο είναι ένα χρήσιμο μέσον. Φυσικά υπάρχουν καλές και κακές χρήσεις του διαδικτύου, όπως σε όλους τους τομείς, έτσι και στη λογοτεχνία. Αλλά όποια/ος έχει γερές βάσεις και σταθερές αρχές δεν κινδυνεύει. Όποια/ος δεν έχει, δεν της/του φταίει το διαδίκτυο, έτσι κι αλλιώς.


-Έχετε καλλιτεχνικές εμμονές;


Μόνο με τα γλυκά έχω εμμονές. Α, και με τη ζωγραφική. Όχι με όλες τις εικαστικές τέχνες, αλλά ειδικά με τη ζωγραφική. Την αγαπώ και την χαίρομαι με τις αισθήσεις, πριν προλάβω να σκεφτώ. Και όταν, κατόπιν, σκεφτώ, η αισθητική απόλαυση μεγαλώνει κι άλλο! Είναι ένας κόσμος του θαυμαστού.


-Σημερινοί έφηβοι και λογοτεχνία. Πιστεύετε ότι υπάρχει σύνδεση;


Δεν ανησυχώ καθόλου. Οι έφηβοι, κορίτσια, αγόρια, διαβάζουν, και διαβάζουν εξαιρετικούς καινούριους συγγραφείς. Μην ξεχνάτε ότι στις μέρες μας ζήσαμε την πανδαισία του Χάρυ Πότερ. Αυτό κι αν ήταν ανάκαμψη! Πληροφορούμαστε τελευταία ότι στην Μεγάλη Βρετανία και στη Γερμανία κερδίζει έδαφος η φιλαναγνωσία στους εφήβους. Για την Ελλάδα δεν ξέρουμε γιατί, όπως είπαμε, κάποιοι δεν κάνουν homework και έτσι δεν έχουμε στοιχεία. Αλλά έχουμε σίγουρα κάποιες/ους φανταστικούς συγγραφείς και μερικές παθιασμένες εκδότριες. Σκεφθείτε τώρα να έκανε και το κράτος τη δουλειά του!



-Λογοτεχνικά περιοδικά. Κάποια κλείνουν, ανοίγουν όμως καινούργια. Υπάρχουν και διαδικτυακά. Είναι κάποιο που παρακολουθείτε ιδιαίτερα; Θα ήθελα να σχολιάσετε την ύπαρξη λογοτεχνικών περιοδικών στον τόπο μας.


Δεν ξέρω για την πεζογραφία, αλλά ποίηση χωρίς περιοδικά δε νοείται. Το είπα και πιο πάνω: είναι ο φυσικός χώρος των πρώτων δημοσιεύσεων, της συζήτησης, της ανταλλαγής πυρών, των μεταφραστικών δοκιμών. Όλη μου η ζωή καθορίστηκε από το περιοδικό «Ποίηση» και, στη συνέχεια, το διάδοχή του, την «Ποιητική». Για μένα ήταν και είναι δύσκολη η αποχώρηση αυτού του εντύπου από το προσκήνιο.


-Θα σας δίνω λέξεις και θα μου δίνετε σκέψεις.


Θεός: Το τρομακτικό βάθος μέσα στα μάτια του μωρού.


Θάλασσα: Ας την εξαντλήσει, επιτέλους, κάποιος.


K.Π. Καβάφης: Ο μόνος ελληνόφωνος κλασικός που έγινε pop σε διεθνές επίπεδο.


Mετανάστες: Όλοι εμείς.


Έρωτας: Είναι παντού. Ας μην μιλάμε γι’ αυτόν.


Λογοτεχνικά Βραβεία: Επί δεκαετίες δεν είχα ιδέα για το ζήτημα αυτό. Μετά, διετέλεσα μέλος κριτικής επιτροπής: διδακτική αλλά χρονοβόρα εμπειρία. Τώρα τα φέρνει μπροστά μου το διαδίκτυο, που λέγαμε πριν. Θέλοντας και μη. Είναι μια μορφή επικαιρότητας.


Διακειμενικότητα: Η φύση των πραγμάτων.


Tαξίδι: Ελευθερία.


-Γράφετε κάτι τώρα;


Προσπαθώ να ξεφορτωθώ μια συλλογή ποιημάτων που έχει από καιρό ολοκληρωθεί. Έχω μια πολύ συγκεκριμένη ιδέα για τη συνέχεια αλλά με μπλοκάρει η εκκρεμότητα. Χρειάζομαι καθαρό τραπέζι.


-Tι θα θέλατε να μεταφράσετε που δεν το κάνατε μέχρι τώρα, αλλά θα θέλατε να το κάνετε στο μέλλον.


Χαίλντερλιν. Γιόνζον.


-Τι ελπίζετε; Τι ονειρεύεστε; Τι εύχεστε;


Να έχω λίγο περισσότερο χρόνο, και ένα μικρό δικό μου δωμάτιο.


-Σας παρακαλώ να μου διατυπώσετε μια ερώτηση που θα θέλατε να σας κάνω και δεν σας την έκανα. Έπειτα να δώσετε την απάντηση για τους αναγνώστες μας.


· Γιατί διαβάζουμε; Γιατί γράφουμε;

Διαβάζουμε για την απόλαυση. Γράφουμε για να επικοινωνήσουμε και να γοητεύσουμε.


-Σας ευχαριστώ πολύ!

«Ναύπακτος επί τρία» – Ποιητική συλλογή του Μιχάλη Κατσιγιάννη

 




Τίτλος: «Ναύπακτος επί τρία»

Συγγραφέας: Μιχάλης Κατσιγιάννης

Είδος: Ποίηση

Εκδόσεις Εξιτήριον

Άδεια διανομής: Creative Commons BY-NC-ND  (Αναφορά δημιουργού – Μη εμπορική χρήση – Όχι παράγωγα έργα)

Σελίδες: 68

Έτος έκδοσης: 2025


***


Η ποιητική συλλογή του Μιχάλη Κατσιγιάννη διατίθεται ελέυθερα στην κάτωθι διεύθυνση:

https://www.openbook.gr/naypaktos-epi-tria/


Ο Μιχάλης Κατσιγιάννης γεννήθηκε το 1997 στην Πάτρα όπου και ζει. Κείμενά του για τη λογοτεχνία (θεωρία και κριτική) και την εκπαίδευση κυκλοφορούν σε διάφορα περιοδικά. Έχει εκδώσει (ως ψηφιακά βιβλία) μία μελέτη και τέσσερις ποιητικές συλλογές με πιο πρόσφατη την ποιητική συλλογή «Ναύπακτος  επί τρία» (Εξιτήριον, 2025). Όλα τα βιβλία του κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2025

notationes /// Οκτώβριος 2025


 





 

































***







ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ / Ασημίνα Ξηρογιάννη, Μια απέραντη ματιά (Ποιήματα 2018-2023)

  



[Αναδημοσίευση από το https://www.periou.gr]

ΓΡΑΦΕΙ Η  Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη

«Το ποίημα καταργεί τον χρόνο.»


Η πολυγραφότατη ποιήτρια Ασημίνα Ξηρογιάννη, κριτικός, ανθολόγος, μεταφράστρια και υπεύθυνη λογοτεχνικής ιστοσελίδας με αντικείμενο εξειδίκευσης τη θεατρολογία, στο τελευταίο ποιητικό βιβλίο της με τίτλο «Μια απέραντη ματιά» και υπότιτλο «Ποιήματα 2018-2023» (Εκδόσεις Βακχικόν, 2023) παρουσιάζει συγκεντρωμένη την ποιητική δημιουργία πέντε χρόνων. Όπως είχε κάνει και με προηγούμενο ποιητικό βιβλίο της («Ποιήματα 2009-2017», Βακχικόν, 2021).


Ο τίτλος προέρχεται από το ομώνυμο ποίημα, όπου προτάσσει την αγάπη μέσα από το βλέμμα που παραπέμπει στην Παναγία, η οποία αποτελεί το αρχέτυπο της μητρότητας και της αγάπης. Ενδεχομένως μεταφορικά να παραπέμπει και στο σωτήριο βλέμμα της ποίησης, παρομοιάζοντάς την με αρχετυπική μορφή απαντοχής.


«Μια απέραντη ματιά

Η καρδιά σου έχει δοκιμαστεί

Αέναη αγρύπνια

σου έχει επιβληθεί.

Στις μητέρες του κόσμου όλου

άφθαρτα μηνύματα περνάς.

Για τα χαμένα τους παιδιά

μοιρολόγια τραγουδάς.


Αιώνια μητέρα είσαι συ

κόκκινο άνθος η δική σου η καρδιά.

Ατενίζεις τον πόνο των ανθρώπων σιωπηλά

κι είν’ η αγάπη σου

μια απέραντη ματιά.» («Μια απέραντη ματιά», σελ. 68)


Το ποιητικό βιβλίο αποτελείται από τρία μέρη. Στο πρώτο «Τα θεατρικά», όπως φαίνεται και από τον τίτλο εμπεριέχονται ποιήματα εμπνευσμένα από τις αρχαίες και σύγχρονες δραματουργίες, άλλοτε συνομιλώντας με τους δημιουργούς και τους ήρωες των έργων και άλλοτε η ποιήτρια εμπνέεται από αυτές καταθέτοντας τους στοχασμούς της για το έργο και τα μηνύματά του. Στο πρώτο ποίημα μέσα από το προσωπείο του Οιδίποδα με ελάχιστους και πυκνούς στίχους σκιαγραφείται η τραγική μοίρα του ανθρώπου, αυτού του ευφυούς όντος με τις επαναλαμβανόμενες ύβρεις που με τα ίδια του τα χέρια βγάζει τα μάτια του.

«Υψηλή ευφυΐα

Καμιά επιείκεια – από πού;

Συντρίβεσαι, Οιδίποδα,

πάνω στους βράχους

της μοίρας

της από τον θεό σταλμένης

της εξοικειωμένης

με τη φρίκη.» («Οιδίπους Τύραννος», σελ. 11).

Ο Ορέστης, η Δηιάνειρα, η Κασσάνδρα, η Μήδεια, η Κοντέσα Βαλέραινα είναι κάποιοι από τους ήρωες που αποτελούν τίτλους ποιημάτων αυτής της ενότητας, ενώ στο εκτενές ποίημα «Ελένη», αποτελούμενο από εννιά αποσπάσματα, που διαβάζοντάς το είναι σα να παρακολουθείς ολόκληρη την παράσταση της τραγωδίας του Ευριπίδη, παρουσιάζει μια Ελένη που επιθυμεί να αποκατασταθεί η υστεροφημία της και η οποία συνομιλώντας μαζί του τον ευχαριστεί που την αθωώνει.

Στο δεύτερο μέρος «Σημείο σύγκλισης» η ποιήτρια καταθέτει υπαρξιακές αγωνίες, θεάσεις και ιδέες για τον κόσμο. Αναμοχλεύει τη μνήμη η οποία αποτελεί κεντρικό στοιχείο στην ποιητική της και μετασχηματίζει βιωματικές εμπειρίες και θύμισες σε ποίηση, για να μιλήσει για τη ζωή και τις ματαιώσεις, για τη βίωση της απώλειας και τα αισθήματα μοναξιάς. Το ποιητικό υποκείμενο, με υπέροχη εικονοπλασία και μεταφορές, αναζητά ανακούφιση από τις πληγές της απώλειας μέσα στα ηλιοτρόπια, όπου κυλιέται η μνήμη:

«Η μνήμη μες στα ηλιοτρόπια κυλιέται

Θραύσματα λέξεων μες στο κίτρινο κουρνιάζουν

Μες στους αγρούς είπα να κοιμηθώ για κάποιες μέρες.

Να γιατρευτώ απ’ της απώλειας τις πληγές

Να ηρεμήσω με τις ξάστερες βραδιές

Να χαϊδευτώ στης φύσης τα χέρια

Κι ύστερα να ξεκινήσω να σου αφηγηθώ

Για σένα

Και

Για μένα» («Στα ηλιοτρόπια», σελ. 82).

Άλλοτε πάλι με διαυγείς στίχους πραγματεύεται αγωνίες και ενοχές ασκώντας κριτική και αυτοκριτική για την παθητικότητα στην οποία έχει περιπέσει ο σύγχρονος άνθρωπος αδύναμος ν’ αντιδράσει μπρος στα κακώς κείμενα της σύγχρονης κοινωνίας και τη βία του πολέμου, όπως ο αιχμηρός στίχος: «Ή επιλέγεις σαν ξυράφια να κόβουνε οι λέξεις σου;», ο οποίος παραπέμπει στον Αναγνωστάκη «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις.»,[1]

«Γερνάει γρήγορα ο κόσμος

Το φως λιγοστεύει

Κραυγές αδέσποτες

Λεκέδες μες στη νύχτα

Κι η ψυχή μου αγριεύει


Θάλασσα το αίμα

Θάλασσα ο πόνος

Οδύνη στοιχειώνει την ιστορία

Η ζωή μας διαπομπεύεται

Ερεβώδεις οι ματαιώσεις

Ανθίζει μόνο η βία


Και συ πού είσαι σ’ όλα αυτά;

Και γω πού είμαι;

Παραίτηση υπογράφεις με το ποίημα;

Ή επιλέγεις σαν ξυράφια να κόβουνε οι λέξεις σου;

Τι κρίμα που την κατάντια αυτού του κόσμου δεν αντέχεις

και αλυχτάς σαν το σκυλί το πονεμένο!

Κι έχεις την αίσθηση πως ό,τι κατάκτησε ο κόσμος πάει χαμένο!

Αυτό το δράμα είν’ ερήμην μας γραμμένο!» («Τοπίο πολέμου», σελ. 87).


Το δεύτερο μέρος, όπως και το πρώτο χαρακτηρίζεται από πλούσιο διακείμενο, εδώ όμως γίνεται αναφορά σε εικαστικούς, όπως στον Σαγκάλ και τον  Μιρό ή το «Τρίπτυχο: Μποτέρο – Σαγκάλ – Μιρό». Πλούσιες είναι επίσης  οι συνομιλίες με ποιητές, άλλοτε με έμμεσες και άλλοτε με άμεσες αναφορές όπως τα ποιήματα: «Σολωμού μονόλογος», «Καββαδίας» και «Συνομιλώντας με τον Ελύτη».


Η ποίηση αποτελεί την καταφυγή της Ξηρογιάννη, προστρέχει σ’ αυτήν άλλοτε ως αναγνώστρια και άλλοτε ως δημιουργός για να κατανοήσει τη ζωή και τον κόσμο μέσα της και γύρω της και να γαληνέψει την ψυχή, όπως φαίνεται από την ακόλουθη συνομιλία:

«Γιατί διαβάζεις ποίηση;»

«Για να ερμηνεύω τη ζωή μου»

«Γιατί γράφεις ποίηση;»

«Για να ημερέψω την ψυχή μου!» («Chat», σελ. 55).

Πολλά είναι τα ποιήματα ποιητικής, όπως στο ακόλουθο, όπου το ποιητικό υποκείμενο μάταια προσπαθεί να βρει λύτρωση μέσω της ποίησης από τη στέρηση και έλλειψη που βιώνει «Και γω θα θέλω να σε κάνω στίχο / για να λυτρωθώ. Μα δεν θα μπορώ,» («Το γράμμα», σελ. 86» ή την διαυγή και ολοκάθαρη ομολογία πως το ποίημα και η ομορφιά καταργούν τον χρόνο:

«Η ομορφιά κάνει τον χρόνο να μην υφίσταται

– ως έννοια, ως αίσθηση.

Πάντα έχει τον τρόπο να τον καταργεί.

Έτσι και το ποίημα. Είναι μοιραίο.

Το ποίημα καταργεί τον χρόνο.» («Το ποίημα και ο χρόνος», σελ. 53).


Στο τρίτο μέρος με τίτλο «Η κοιλάδα», το οποίο αποτελεί έναν δραματικό μονόλογο γίνεται ακόμα πιο εμφανές πως η εξειδίκευση της θεατρολόγου επιδρά σημαντικά στην ποιητική δημιουργία και στη θεματολογία της Ξηρογιάννη. Εδώ ο λόγος της γίνεται πιο πυκνός και αφαιρετικός με πλούσιους συμβολισμούς, μεταφορές και σωματοποίηση των ιδεών, του συναισθήματος, της βιωμένης συνθήκης και του υπαρξιακού στοιχείου. Η «Κοιλιά», που είναι το κέντρο του σώματος, γραμμένη με μονόστιχα ή ολιγόστιχα αποσπάσματα αποτελεί μια ποιητική ελεγεία του σώματος και του πνεύματος. Η ποιήτρια διερωτάται: «Είσαι γη ή σώμα;» («Η κοιλιά», σελ. 96) για να απαντήσει στη συνέχεια: Eνυδρείο που μέσα του /  οι φόβοι μιας ζωής τραβεστί κολυμπούν.» («Η κοιλιά», σελ. 97). Όπως στο μύθο του Ιωνά η κοιλιά απορροφά και εγκολπώνεται το χάος αλλά και το φως, διασώζει και αναπλάθει την ουσία και την ποίηση της ύπαρξης και των λέξεων:

« Κόμπου μαύρα στίγματα

που αν λυθούν,

λέξεις ποίησης

ίσως αναδυθούν


(Γιατί ο ποιητής σκάβει τα τραύματα

ψαχουλεύει τα ράμματα

αναπαλαιώνει τις ρωγμές)


Είναι όλη ραμμένη εκεί μέσα

η ιστορία των προγονικών μου,

στις ίνες,

στις κλωστές,

στων εντέρων τη μνήμη –


υλικό για παράσταση.» («Η κοιλιά», σελ. 97).


Πρόκειται για μια δημιουργό που υπηρετεί την ποίηση τόσο με τις λέξεις της εκφράζοντας ιδέες και θεάσεις, όσο και με τις λέξεις των ομοτέχνων της, είτε ανθολογώντας τους, είτε μεταφράζοντάς τους, είτε παρουσιάζοντας κριτικές αναλύσεις της ποίησής τους. Από το γενικότερο έργο τής πολυπράγμων ποιήτριας Ασημίνας Ξηρογιάννη και κυρίως από την πλούσια ποιητική δημιουργία της καταδεικνύεται η περίοπτη  θέση που κατέχει στη διαδρομή της η ποίηση, που φαίνεται να αποτελεί ζωτική ανάγκη για έκφραση υπαρξιακού στοχασμού και αγωνίας, καταφυγή και παρηγορία μπρος στα αισθήματα ματαίωσης μοναξιάς και απώλειας, μπρος στο τραύμα και στο ψυχικό άλγος, καθώς και μια βαθύτερη ανάγκη για πραγμάτωση και είσπραξη νοήματος.

[1] «Ποιητική»: Μανόλης Αναγνωστάκης, Τα Ποιήματα. 1941-1971, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 42000, σ. 159.