
ΑΝΑΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ www.fractalart.gr
Συνέντευξη στην Ασημίνα Ξηρογιάννη //
H Μαρία Τοπάλη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1964. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και στη Φραγκφούρτη. Από το 1996 δημοσιεύει ποίηση, κριτική και μεταφράσεις από τα γερμανικά. Είναι μητέρα δυο κοριτσιών, ζει στην Αθήνα και εργάζεται στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών. Δημοσιεύει κριτικά και άλλα κείμενα στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο συνεργαζόμενη τακτικά με την “Ποιητική” και με την “Καθημερινή της Κυριακής”. Από τις εκδόσεις “Νεφέλη” κυκλοφορούν οι ποιητικές συλλογές της “Σερβίτσιο Τσαγιού” (1999) και “Λονδίνο και άλλα ποιήματα” (2007), από τις εκδόσεις “Πατάκη” κυκλοφορεί το βιβλίο-ποίημα “Βερμίου Κατάβαση” (2010), η μετάφρασή της των Ελεγειών του Ντουίνο του Ρ.Μ. Ρίλκε (2011), από τις εκδόσεις “Οκτώ” το θεατρικό μιούζικαλ ” Ο Χορός της Μεσαίας Τάξης” (2012) και από τις εκδόσεις “Γαβριηλίδης” το βιβλίο “Για τέσσερα χέρια” (2013) που εξέδωσε μαζί με τον Κωνσταντίνο Ματσούκα.
-Κυρία Τοπάλη, σας καλωσορίζω στο Φράκταλ και θέλω να σας γυρίσω κάποια χρόνια πίσω και πρώτα να ρωτήσω πώς ξεκίνησαν όλα με την ποίηση. Πότε και πώς έγινε η αρχή.
Σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση να συζητήσουμε στο Φράκταλ. Υπάρχει ίσως μια πολύ παλιά αρχή- αν υποθέσουμε ότι αρχή είναι όταν ξεκινά να γράφει κανείς συνειδητά. Νομίζω ότι θυμάμαι αρκετά καθαρά δυο «στοχευμένα» ποιήματα, ένα με ρίμα και ένα σε ελεύθερο στίχο, και θα πρέπει να ήμουν στην τετάρτη ή πέμπτη δημοτικού, δηλαδή περίπου δέκα ετών. Μια άλλη, όμως, «αρχή» που θυμάμαι είναι ο μπαμπάς μου να απαγγέλλει Βάρναλη και Παλαμά. Μια τρίτη «αρχή» είναι ο «Δωδεκάλογος του Γύφτου», υπογραμμισμένος από τη μητέρα μου. Μια τέταρτη ο παππούς μου να με παίρνει μαζί του επισκεπτόμενος τη φίλη του ποιήτρια Χρυσάνθη Ζητσαία. Μπορώ λοιπόν κάπως έγκυρα να ισχυριστώ ότι η ποίηση ήταν παρούσα στη ζωή μου και με απασχόλησε και την ίδια στα σοβαρά, ήδη πριν την εφηβεία.
-Πώς βλέπετε και βιώνετε τη σύγχρονη λογοτεχνική πραγματικότητα; Σας αρέσουν πράγματα, σας ενοχλούν κάποια άλλα;
Ευτυχώς σε αυτήν εδώ τη γωνιά του πλανήτη ζούμε σε καθεστώς ελευθερίας. Έτσι, διαβάζουμε ό,τι μας αρέσει και γράφουμε όπως μας αρέσει. Άρα, μόνον απόλαυση αποκομίζω από τη λογοτεχνία. Αν όμως πρέπει να σχολιάσω άλλες όψεις του φαινομένου, θα πω ότι με απελπίζει και με τρομοκρατεί η έλλειψη βιβλιοθηκών. Σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο υπάρχει η βιβλιοθήκη της γειτονιάς, δικτυωμένη με τη βιβλιοθήκη της πόλης, δικτυωμένη με τη βιβλιοθήκη της χώρας και πάει λέγοντας. Είμαστε απαράδεκτοι και δεν υπάρχει η παραμικρή δικαιολογία. Φυσικά υπάρχουν και πολλές άλλες ελλείψεις: δεν διαθέτουμε επαρκή και αξιόπιστα στοιχεία για το τι διαβάζουμε. Επίσης, παρά τα μνημόνια, εξακολουθούμε να ζούμε στον πλανήτη της φούσκας όσον αφορά την έκδοση αλλά και την πώληση, όλα καλυμμένα υπό τον μανδύα κάποιων ιερών σκοπών. Στην καμπούρα, βέβαια, της ποιήτριας/του ποιητή και της/του συγγραφέα και της αναγνωστικής κοινότητας γίνεται η εξυπηρέτηση των “ιερών” σκοπών. Αυτά όμως είναι ιδιομορφίες, κακοδαιμονίες και στρεβλώσεις της ελληνικής κοινωνίας, που απλώς αντανακλώνται και στον τομέα της λογοτεχνίας. Παρ’ όλα αυτά, διαβάζουμε, γράφουμε, μεταφράζουμε. Στο «μεταφράζουμε» θα βάλω έμφαση: είμαστε μικρή γλώσσα, μεταφράζουμε πολύ, και έχουμε εξαιρετικούς μεταφραστές και μεταφράστριες. Φυσικά, εξαιτίας των κακοδαιμονιών που ανέφερα πιο πάνω, οι άριστοι αδικούνται, τόσο οικονομικά όσο και από την άποψη της αναγνώρισης.
-Νιώθετε περισσότερο, ποιήτρια ή μεταφράστρια;
Καλή ερώτηση. Νομίζω πρώτα ποιήτρια, γιατί από αυτή την πλευρά του εαυτού μου ξεπηδά και η ανάγκη της μετάφρασης. Αλλά αυτό πιο σωστό είναι να το κρίνουν οι άλλοι. Μπορεί να νιώθω ό,τι θέλω, και η πραγματικότητα να μην με δικαιώνει.
-Αν σας ζητούσα τρεις μόνο συγγραφείς (πεζογράφους – ποιητές – θεατρικούς συγγραφείς) να μου αναφέρετε, που όμως με το έργο τους άλλαξαν το βλέμμα σας για τον κόσμο, ποιοι θα ήταν αυτοί;
Ο Τσίρκας στα 15. Ο Σεφέρης στα 20. Ο Ρίλκε στα 30.
-Ποιο το μέλλον της ελληνικής λογοτεχνίας εν τέλει;
Αυτήν την πρόγνωση δεν θα την διακινδύνευα.
-Παρακολουθείτε την πολιτική και …τους πολιτικούς; Πιστεύετε ότι η όποια κρίση στην πολιτική έχει όντως αντίκτυπο στην λογοτεχνία;
Η λογοτεχνία είναι ταυτόχρονα παιδί του Άχρονου και παιδί της Ιστορίας. Ας πούμε ότι το Άχρονο, η παιδική ηλικία, το ασυνείδητο καθορίζουν το βαθύ περιεχόμενο, ενώ η Ιστορία καθορίζει το πλαίσιο και τη φόρμα- όλα αυτά κάπως σχετικά. Στην Ιστορία λοιπόν περιλαμβάνεται και η πολιτική. Υπάρχει ασφαλώς και η λογοτεχνία-ειδησεογραφικό/πολιτικό σχόλιο, αλλά αυτή συνήθως διαρκεί όσο και η είδηση την οποία σχολιάζει. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, πχ τον Μπρεχτ.
-Τι θα λέγατε σε έναν νέο λογοτέχνη που κάνει τώρα τα πρώτα του βήματα;
1. Να διαβάσει τα «Γράμματα σε ένα νέο ποιητή».
2. Να μην βιάζεται καθόλου να βγάλει βιβλίο: πρώτα να δημοσιεύει σε ένα περιοδικό, να παίρνει απόσταση, να ζητά και να ακούει κριτικές.
3. Να διορθώνει.
4. Να επιλέγει την/τον κριτικό της/του, στο πρόσωπο ανθρώπων που εκτιμά, όχι στη βάση άλλων υπολογισμών.
5. Να διαβάζει και να γνωρίζει καλά, σε βάθος, το έργο ενός/μιας τουλάχιστον ελληνόφωνης/ου και ενός/μιας τουλάχιστον ξένης/ου μεγάλης/μεγάλου ποιητή: να αντιλαμβάνεται τα οργανωμένα σύμπαντα και τις σταθερές επιδιώξεις, κι ας τα υπερβεί κατόπιν.
6. Να μαθαίνει ποιήματα απέξω.
Αυτά για αρχή, και βλέπουμε.
-Κριτική και κριτικοί. Διαβάζω τα κείμενά σας. Θα ήθελα μια τοποθέτηση πάνω στο θέμα.
Η κριτική, αν θέλει να είναι χρήσιμη, πρέπει να είναι τολμηρή. Κι ας αστοχήσει. Η αστοχία είναι αποδεκτή απώλεια για να επιτελεστεί το κριτικό έργο. Άμα είναι όλα στρογγυλεμένα και βαδίζουμε και με βάση την επετηρίδα, έχει πεθάνει πριν αρχίσει η κριτική. Και πρέπει να κοιτά μπροστά η κριτική, να παρακινεί στο προχώρημα, στην καινοτομία. Να μην επιβραβεύει κάποιον επειδή θυμίζει κάποιον άλλον, που η κριτική τον/την γνωρίζει καλά. Γιατί τότε έχει πεθάνει και η λογοτεχνία.
-Λογοτεχνία και Διαδίκτυο.
Το διαδίκτυο είναι ένα χρήσιμο μέσον. Φυσικά υπάρχουν καλές και κακές χρήσεις του διαδικτύου, όπως σε όλους τους τομείς, έτσι και στη λογοτεχνία. Αλλά όποια/ος έχει γερές βάσεις και σταθερές αρχές δεν κινδυνεύει. Όποια/ος δεν έχει, δεν της/του φταίει το διαδίκτυο, έτσι κι αλλιώς.
-Έχετε καλλιτεχνικές εμμονές;
Μόνο με τα γλυκά έχω εμμονές. Α, και με τη ζωγραφική. Όχι με όλες τις εικαστικές τέχνες, αλλά ειδικά με τη ζωγραφική. Την αγαπώ και την χαίρομαι με τις αισθήσεις, πριν προλάβω να σκεφτώ. Και όταν, κατόπιν, σκεφτώ, η αισθητική απόλαυση μεγαλώνει κι άλλο! Είναι ένας κόσμος του θαυμαστού.
-Σημερινοί έφηβοι και λογοτεχνία. Πιστεύετε ότι υπάρχει σύνδεση;
Δεν ανησυχώ καθόλου. Οι έφηβοι, κορίτσια, αγόρια, διαβάζουν, και διαβάζουν εξαιρετικούς καινούριους συγγραφείς. Μην ξεχνάτε ότι στις μέρες μας ζήσαμε την πανδαισία του Χάρυ Πότερ. Αυτό κι αν ήταν ανάκαμψη! Πληροφορούμαστε τελευταία ότι στην Μεγάλη Βρετανία και στη Γερμανία κερδίζει έδαφος η φιλαναγνωσία στους εφήβους. Για την Ελλάδα δεν ξέρουμε γιατί, όπως είπαμε, κάποιοι δεν κάνουν homework και έτσι δεν έχουμε στοιχεία. Αλλά έχουμε σίγουρα κάποιες/ους φανταστικούς συγγραφείς και μερικές παθιασμένες εκδότριες. Σκεφθείτε τώρα να έκανε και το κράτος τη δουλειά του!
-Λογοτεχνικά περιοδικά. Κάποια κλείνουν, ανοίγουν όμως καινούργια. Υπάρχουν και διαδικτυακά. Είναι κάποιο που παρακολουθείτε ιδιαίτερα; Θα ήθελα να σχολιάσετε την ύπαρξη λογοτεχνικών περιοδικών στον τόπο μας.
Δεν ξέρω για την πεζογραφία, αλλά ποίηση χωρίς περιοδικά δε νοείται. Το είπα και πιο πάνω: είναι ο φυσικός χώρος των πρώτων δημοσιεύσεων, της συζήτησης, της ανταλλαγής πυρών, των μεταφραστικών δοκιμών. Όλη μου η ζωή καθορίστηκε από το περιοδικό «Ποίηση» και, στη συνέχεια, το διάδοχή του, την «Ποιητική». Για μένα ήταν και είναι δύσκολη η αποχώρηση αυτού του εντύπου από το προσκήνιο.
-Θα σας δίνω λέξεις και θα μου δίνετε σκέψεις.
Θεός: Το τρομακτικό βάθος μέσα στα μάτια του μωρού.
Θάλασσα: Ας την εξαντλήσει, επιτέλους, κάποιος.
K.Π. Καβάφης: Ο μόνος ελληνόφωνος κλασικός που έγινε pop σε διεθνές επίπεδο.
Mετανάστες: Όλοι εμείς.
Έρωτας: Είναι παντού. Ας μην μιλάμε γι’ αυτόν.
Λογοτεχνικά Βραβεία: Επί δεκαετίες δεν είχα ιδέα για το ζήτημα αυτό. Μετά, διετέλεσα μέλος κριτικής επιτροπής: διδακτική αλλά χρονοβόρα εμπειρία. Τώρα τα φέρνει μπροστά μου το διαδίκτυο, που λέγαμε πριν. Θέλοντας και μη. Είναι μια μορφή επικαιρότητας.
Διακειμενικότητα: Η φύση των πραγμάτων.
Tαξίδι: Ελευθερία.
-Γράφετε κάτι τώρα;
Προσπαθώ να ξεφορτωθώ μια συλλογή ποιημάτων που έχει από καιρό ολοκληρωθεί. Έχω μια πολύ συγκεκριμένη ιδέα για τη συνέχεια αλλά με μπλοκάρει η εκκρεμότητα. Χρειάζομαι καθαρό τραπέζι.
-Tι θα θέλατε να μεταφράσετε που δεν το κάνατε μέχρι τώρα, αλλά θα θέλατε να το κάνετε στο μέλλον.
Χαίλντερλιν. Γιόνζον.
-Τι ελπίζετε; Τι ονειρεύεστε; Τι εύχεστε;
Να έχω λίγο περισσότερο χρόνο, και ένα μικρό δικό μου δωμάτιο.
-Σας παρακαλώ να μου διατυπώσετε μια ερώτηση που θα θέλατε να σας κάνω και δεν σας την έκανα. Έπειτα να δώσετε την απάντηση για τους αναγνώστες μας.
· Γιατί διαβάζουμε; Γιατί γράφουμε;
Διαβάζουμε για την απόλαυση. Γράφουμε για να επικοινωνήσουμε και να γοητεύσουμε.
-Σας ευχαριστώ πολύ!



