ΑΝΘΟΛΟΓΗΣΗ-
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ
ΣΤΑΘΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΝΗΣ
ΑΠΝΟΙΑ
Αναμμένη απ’ τον ολονύχτιο καύσωνα
βγαίνει πρωί μ’ ένα σιθρού κομπινεζόν
και σκουπίζει με στιλ το μπαλκόνι
τα χέρια της γίνονται ένα με το κοντάρι
καθώς γέρνει νωχελικά στο πλάι
και τα στήθη της στην κίνηση της σκούπας
πάλλονται έτοιμα να φτερουγίσουν
το βλέμμα μπαινοβγαίνει στο διαφανές
κεντώντας το κορμί της ψιλοβελονιά
αγκάθια με τρυπούν παντού
πονώ μα ντρέπομαι να το φωνάξω
–οι γείτονες παραμονεύουν–
ούτε δίπλα της με σάλτο να βρεθώ
ριψοκίνδυνο ασφαλώς
–η πτήση με την πτώση κολλητές–
κοιτάζω μόνο και ορέγομαι τη σκούπα
του μπαλκονιού της τα πλακάκια
και βλαστημώ την άπνοια
που μόλις έναν δρόμο μακριά
με καθήλωσε σκουπίδι
Ρόδο σε καθρέφτη, Μεταίχμιο 2024
*****
ΦΡΟΣΟΥΛΑ ΚΟΛΟΣΙΑΤΟΥ
ΕΧΕΙ ΕΝΑΝ ΕΡΩΤΑ
Σε
πόσες γιορτές θεών και σε χορούς
ξεχάστηκε.
Άφωνη με γραμμένα στα
πόδια χρυσά του έρωτα λόγια.
Ήσυχα
μελετάει την απόφασή της μες στη
νύχτα.
Κανείς δεν πρέπει να της
έχει εμπιστοσύνη.
Χρησιμοποίησε
τις μέρες της απλά.
Δεν την
απασχολούνε πια πολλά
έχει έναν
έρωτα που την ταράζει.
Τώρα της
ανήκει η ομορφιά.
Λοιπόν
όταν κανείς δεν την προσέχει, κοιτάζει
τον καθρέφτη
και φτιάχνει τις
ρυτίδες της.
Μετά πίνει ένα ποτήρι
καφέ, ανάβει τσιγάρο,
μιλάει στο
τηλέφωνο με τις ώρες. Γελάει.
Δε
θα γεράσει ποτέ
*****
ΓΙΑΝΝΗΣ
Β. ΚΩΒΑΙΟΣ
ΑΙΟΛΟΙ
Είχες
μια γεύση νηνεμίας στα χείλη.
Μα
πού γύριζα;
Κι
επωφελήθηκε
απ’
τους πιο μύχιους αίολούς σου ο ποιητής
και
στα τρικύμισε;
Λέξεις
& Έξεις, Άλλωστε, Αθήνα 2018
*****
ΝΙΚΗ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΡΙΝ
ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Τα
μάτωσα όλαˑ
Χέρια
Πόδια
Γόνατα
Δάχτυλα
Κεφάλι
Καρδιά
Για
να καταφέρω να σου μιλήσω.
Έμειναν
τα μάτια μόνα
Να
κοιτούν παγωμένα.
Σ’
αγαπώ
Η
τελευταία μου επιθυμία.
Εγώ,
απέναντι, εκδ. Βακχικόν
*****
ΣΤΕΡΓΙΟΣ
ΤΣΑΚΙΡΗΣ
ΟΙ
ΕΧΘΡΟΙ
Έστω
και τυπικά,
ήταν
εχθροί.
Έλα
όμως που,
όταν
ξυπνούν οι πόθοι,
όταν
παίρνει φωτιά το σώμα,
τα
στεγανά γκρεμίζονται,
σύνορα
δεν υπάρχουν.
Κι
όλο το βράδυ,
απ’
τα φιλιά
και
τα ρουφήγματα
και
τα αγγίγματα
και
τα δαγκώματα
σα
να τον φάγαν τα σκυλιά
κατάντησε.
Μπρος
στον καθρέφτη,
μόνος
του γελά.
Κάθε
που πάει να κοιμηθεί,
η
σκέψη στον εχθρό του.
Άβυσσος
το
κορμί.
Κλεφτά
Φιλιά, ΡΩΜΗ, 2020
*****
ΑΣΗΜΙΝΑ
ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ
ΤΟΝ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟ ΣΕ ΠΟΘΩ,ΤΟΝ ΜΑΗ ΣΕ ΑΓΑΠΩ, ΤΟΝ
ΙΟΥΛΙΟ ΣΕ ΛΑΤΡΕΥΩ
Μεγάλη
η αναμονή, με σπάει – ξεκάθαρα.
Με
αγωνία στο βλέμμα – ακόμα.
Αλλά
σίγουρος εσύ.
Η θάλασσα όλη πάνω στα
χείλη σου
και ‘γω την πίνω.
Με
ταΐζεις τρυφερότητα,
μιλώντας για
το φθινόπωρο.
Γέρνω στον ώμο σου.
Τα
μάτια σου μου χαϊδεύουν τα μαλλιά.
Τα
χέρια σου μου τραγουδανε.
Έχεις όλες
τις λύσεις.
Ξέρεις.
Το κεφάλι σου
με αγκαλιάζει.
Έχεις όλες τις
απαντήσεις.
Μου αγοράζεις
καρπούζι,
κεράσια, φράουλες, όλα τα
κόκκινα.
Όλα καλά, μου λες.
Ψαρεύουμε
στην προβλήτα.
Το βράδυ σου ψιθυρίζω
ποιήματα,
αυτοσχέδια –για σένα
μόνο.
Σου διαβάζω Κάρβερ.
Δεν τον
καταλαβαίνεις
και, επίσης, δεν
καταλαβαίνεις
γιατί τον βρίσκω
υπέροχο.
Κοιμάμαι στο στέρνο σου.
Σε
φιλώ την ώρα που κοιμάμαι.
Η φωνή σου
σταθερή,
τη λατρεύω αυτή τη φωνή.
Σταμάτα
να αναμένεις, μου λες,
γιατί είμαι
εδώ, και πάντα θα είμαι,
και μόλις
μπήκε ο Ιούλιος.
https://open.spotify.com/episode/6AhxwowYui8lMAx2fkEmV8
*****
AΝΤΩΝΗΣ
ΤΣΟΚΟΣ
ΜΕΤΑ
Θα
βγάλω τα βλέφαρά μου.
Θα
σου τα χαρίσω.
Να
τα κάνεις δεμάτια.
Να
τα στοιβάξεις
στα
μαύρα σου μαλλιά.
Το
καλοκαίρι
τα
πουλιά μοιράζονται
τα
ίδια κλαδιά
με
τα τζιτζίκια.
Εμείς
θα
μοιραστούμε την όραση.
Όπου
κοιτάς θα βλέπω.
Όπου
κλείνεις τα μάτια
θα
σκοντάφτω.
Θα
κριματίζω
με
το φως το ματιών σου.
Μετά;
θα με ρωτήσεις.
Απ’
την Εμμανουήλ Μπενάκη ως τα μεσάνυχτα
- Γαβριηλίδης 2019 - β΄ έκδοση
Μονόκλ,
2024
*****
ΑΛΕΞΙΑ
ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ
Αν
είχα φύγει
Αν
είχα φύγει τότε,
όπως
με πρόσταζες,
δεν
θα ΄χα προλάβει
να
δω το δείλι,
τα
μοβ χρώματα
στην
άκρη του ουρανού
πάνω
απ' το πεύκο,
δεν
θα ΄χα κοιμηθεί
στο
στέρνο σου
με
μάτια ανοιχτά
ούτε
θα ΄χα κεντήσει
με
τα ακροδάχτυλα
λόγια
του έρωτα
μέσα
στις σιωπές.
Δυο
ξένοι θα ήμασταν τώρα,
με
τρύπες ανεπούλωτες
στο
μέσο της καρδιάς.
ΝΤΙΝΑ
ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΑΠΟΡΙΕΣ
Που
και που πίσω απ΄τα μάτια
διαβάζουμε
τους τόπους που πήγαμε
κι
ακούμε τον ερωτικό παφλασμό όσων νιώσαμε.
Θυμόμαστε
πως χανόμαστε στα κύματα πάθους
που
άρχιζε και τελείωνε τον κόσμο
τη
στιγμή που οι ψυχές μας γίνονταν ένα.
Ποιός
να ξέρει αν ζούμε γιατι ακούμε ήχους
ακόμα
ή
γατί δεν μπορούμε να αγαπήσουμε το
απέραντο ;
Έτσι
κι αλλιώς είμαστε τόσο κοντά
που
απαντήσεις δίνουμε μόνο στον εαυτό μας.
*****
ΜΑΡΙΚΑ
ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ
ΚΥΚΝΟΙ
Μου
υποσχέθηκες έναν ολόκληρο καινούριο
κόσμο
Ο
παλιός είχε πολύ φόβο
Είπες
«μόνο που εγώ αγάπη μου είμαι σαν κύκνος
Ζευγαρώνω
μια φορά κι αυτό είναι για πάντα»
Μεγαλύτερος
φόβος από αυτό το «για πάντα» υπάρχει;
Ξέρεις
πού οδηγεί, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΩ 2020
*****
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
ΣΤΑΥΡΑΚΗ
ΜΥΣΤΙΚΑ
ΤΗΝ ΆΝΟΙΞΗ
Έχω
φυλάξει το καλό μου βάζο
για
το δείπνο μας·
τα
βάζα, ξέρεις, είναι μήτρες
κομμένων
λουλουδιών,
που
ζουν για λίγο ακόμη
με
την ελπίδα
πως
θ’ ανθίσουν πάλι.
Θα
σου προσφέρω απόψε
τα
λουλούδια μου στο χρώμα της σκουριάς,
ταριχευμένα
σχήματα και μυρωδιές·
θα
είμαστε ασφαλείς
από
τη βιαιότητα
της
μνήμης.
Η
κομψή εμφάνισή μας
θα
διαλύσει
κάθε
φόβο, αμφιβολία και ενοχή.
Ας
αρκεστούμε
σε
αβρές χειρονομίες,
που
πληγώνουν τη συνήθεια.
Στο
βάζο μας θα κλείσω
τις
στάχτες μίας άνοιξης·
εγώ
θα ξέρω·
εσύ
θα ξέρεις.
Θα
κλείνουμε το μάτι στις σκιές.
Modus
Vivendi Παρουσία 2018, Αθήνα
*****
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ
ΑΧΜΕΤΗΣ
Ο
ΛΕΚΕΣ
Επλυνα
την μπλούζα
στο
πλυντήριο
στο
χέρι.
Την
έβαλα ώρες στην χλωρίνη.
Έφυγαν
οι λαδιές
και
η σκουριά του χρόνου.
Ο
λεκές από το παγωτό σου
δεν
φεύγει.
Όσο
κι αν προσπάθησα,
καιρό
τώρα.
Πρωτοακούστηκε
στο διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης Σερρών
*****
ΕΥΤΥΧΙΑ
- ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΛΟΥΚΙΔΟΥ
Ο
ΕΡΩΤΙΔΕΑΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΔΕΙΠΝΟ
Πώς
ανατέλλει ξαφνικά εορταστικό το
μαυσωλείο!
Γελιέται
η Λύπη και τρέχει σκοτεινή
προς
τους πανσέδες.
Θα
έχει, σκέφτεται, ψωμί η ολοκαίνουργια
καταπακτή
με
το γενναίο βρέφος που επιμένει.
Διασχίζει
πένθη, φήμες κακόβουλες, προβλέψεις
πως,
τάχα, ξεκολλάει κάποτε η καρδιά
̶
οπωσδήποτε,
λένε, ξεκολλάει
και
άψυχες κατρακυλούν οι ολονυχτίες του
έρωτα
όπως
οι άσπρες ανεμώνες απ’ τις παλιές
ταπετσαρίες
στα
ψηλοτάβανα café της Βιέννης]
μα
αναβοσβήνει τόσο ανυπεράσπιστα
τα
χέρια του το βρέφος
κι
είναι καιρό σταθμευμένα τα πέλματα
στις
φλούδες του πυθμένα...
Το
αποφασίζει, αλλά δειλιάζει προς στιγμήν.
Σπαράζει
στο κλάμα εκείνο
μόλις
τη βλέπει να το προσπερνά.
Πισωγυρνά.
Το
παίρνει στα χέρια με λαχτάρα.
Την
κατασπαράζει.
Ο
θυρωρός των ημερών, Κέδρος 2022
*****
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Π. ΤΣΙΤΣΑ
ΕΡΩΤΙΚΟ
Όταν θυμάμαι τα Μαθήματα
Πιάνου
Δεν αναπολώ τη μουσική της ταινίας
ούτε την εικόνα του
μοναχικού οργάνου
στη μακρινή ακτή ή το
κύμα
που γλείφει τα ετοιμόρροπα
πόδια.
Δεν λυπάμαι την ηρωίδα
που μετά την απιστία
τιμωρήθηκε
από τον ρομαντικό
σύζυγο,
έπρεπε κι εκείνος κάπως
ν’ αντιδράσει.
Αυτό που παραμένει
ανεξίτηλο
μετά από τόσα χρόνια
είναι το ολοκέντητο
δέρμα,
το στιλπνό σώμα του
Μαορί εραστή
που δεν είχε επίγνωση
πόσο
ερωτικός ήταν όταν
ξάπλωνε δίπλα της
και άγγιζε το εύθραυστο
κορμί της.
Αρχέγονος, ίσως γι’
αυτό και τόσο ποθητός,
ξελόγιαζε τις
παραμελημένες συζύγους
των λευκών αποικιστών
που είχαν
ξεχωριστή έφεση στις
τέχνες
και τις οδηγούσε στο
άβολο κρεβάτι
της καλύβας του κάπου
βαθιά
στην ενδοχώρα της
ηδονής.
Ιμπρεσάριος Αλλόκοτων
Καλλιτεχνών, 2025
ΑΓΓΕΛΙΚΗ
ΔΗΜΟΥΛΗ
ΡΟΗ
Η
πρόσβαση στο σώμα μου/του έδινε άφατη
ικανοποίηση·
Έσπασε
ο χρόνος στο πρώτο τικ
Ίσα
που πρόλαβα να καταπιώ
Ένα
διάφανο γυαλάκι·
Σε
πολλαπλασιάζω επί μιάμιση φορά
κι
έτσι έχω το βλέμμα σου διπλό,
τη
γλώσσα, τα δάχτυλα (του δεξιού χεριού).
Τα
πόδια ‘μείναν δύο, σταθερά
στο
πήλινο χώμα που παγώνει
τα
νεράτζια.
Σε
διαιρώ και σε μοιράζω
στις
τσέπες του παλτού μου (μάλλινο, δεκαετία
του ’90)
Σε
συναντάω σε κάθε είσοδο του χεριού
Τα
δάχτυλα τα κρύβω στο στήθος,
χάδι
σε επανάληψη και ο χρόνος
θα
μας χάσει.
Ο
χρόνος-ο μη γραμμικός εχθρός μας.
Δανεικός
από τις διασπάσεις εραστών
που
του κρυφτήκαν.
Συλλαβίζω
τη μέρα: Κ-Υ-Ρ-Ι-Α-Κ-Η
και
σε λικνίζω στον αέναο ρυθμό της.
Πόσο
επώδυνο να στρώνεις τραπέζι για δύο.
Το
δύο είναι αδιαίρετο
(κι
αν κάποτε κανείς τα καταφέρει, θα δει
πως αν διαιρεθεί, μένεις μισός)
Θέναρ,
2019
*****
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ
ΛΥΜΠΕΡΗ
ΟΣ
ΤΑ ΠΑΝΘ’ ΟΡΑ
Ο
αφέντης έρωτας και κύριος μου
ός
τα πανθ’ ορά κι εξουσιάζει
αυτός
αυτός υψώνει το φονικό εγχειρίδιο
αποσπώντας
εκ του σώματος τον τράχηλο
δήμιος
αυτός με χεράκια φιλότιμα.
Έτσι
το πλήρες αντηχεί
στο
θρόισμα και στην αφή μισοφοριού
όταν
τεντώνουνε σχοινιά
και
πιάνεται σε δόκανο το τέρας.
Βαθιά
βαθιά στη νύχτα των στομάτων
βαθιά
με τους νεκρούς μου μαζεμένους
στον
χαλινό της γλώσσας
στριγκές
φωνές ναυαγοσωστικών.
Βούιζε
το κρεβάτι σου
σαν
Ιορδάνης ποταμός
πέφταν
σεντόνια σχίζοντας το σκότος
απόσπασμα
σύντομο του βίου μου
ενθύμιο
της σάρκας αίμα μου φαρμακωμένο.
Δέρμα
πάνω στο δέρμα –
κατάσαρκα
σε φόρεσα·
τώρα
απ’ τους εξώστες κατρακυλώ
μες
στην πυρά να ξαναβρώ τα μέτρα μου
στιγμές
που με κατείχε η αθωότης
προτού
χαλάσω με έργα και με λόγια
Μικρή
Φιλαρμονική, Ίκαρος, 1993)
*****
ΙΩΑΝΝΑ
ΚΑΡΑΜΑΛΗ
ΝΑ
ΛΕΣ Τ’ ΟΝΟΜΑ ΜΟΥ
Να
λες τ’ όνομά μου
κάθε
που η σκέψη σου αμήχανη στέκει
σε
εκείνο το χθες που έφυγε χωρίς να ρωτήσει.
Να
λες τ’ όνομά μου
τα
βράδια που η καταιγίδα χαράζει το
πρόσωπο,
τα
σιωπηλά πρωινά που μοιάζουν
σαν
κάποιος να σταμάτησε τον χρόνο.
Μπρος
στα απάτητα μονοπάτια προτού ο φόβος
έρθει,
να
λες τ' όνομά μου.
Θα
λέω τ’ όνομά σου
όταν
ο άνεμος το δέρμα γδέρνει
και
το σκοτάδι ρυθμικά ανατέλλει.
Σε
μια γωνιά του κόσμου, θα λέω τ’ όνομά
σου.
Και
η σκέψη θα σκύβει εμπρός μας.
Την
ώρα που η θάλασσα κοιμάται
και
στον ουρανό πλέκονται οι μοίρες των
ανθρώπων,
θα
λέω τ’ όνομά σου.
Είναι
έρωτας, Μετρονόμος 2025
*****
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΚΑΡΑΓΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ
ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ
Στον
Θοδωρή
Σ’
έχω εκπροσωπήσει στους πιο παράδοξους
δρόμους
σε
όλα τα αδιέξοδα της νεκρής πολιτείας
Σ’
έχω λαχταρήσει μεσάνυχτα μπροστά στο
μόλο
με
τα καΐκια αραγμένα μέσα στη συντέλεια
του σκότους
Σ’
έχω διψάσει σε όλες τις ερήμους της
εποχής
βεδουίνος
του απογεύματος να τρέχω τις ώρες του
ανθρώπου
Σ’
έχω διαβάσει έως τα έγκατα της ψυχής
μελετητής
των απόκρυφων ευαγγελίων του κορμιού
σου
Σ’
έχω αποστηθίσει φθόγγο τον φθόγγο σε
όλες σου τις υφές
με
τους ήχους και τις σιωπές σου, με την
πολυχρωμία
και
τις νεφώσεις σου
Τώρα
όλα είναι στη βαθιά κατάνυξη της
προσέγγισης
Τώρα
όλα λαμβάνουν σώμα και αίμα από το
δισκοπότηρο
της
αγκαλιάς σου
Πηγή:
staxtes2003.com
*****
ΒΑΡΒΑΡΑ
ΧΡΙΣΤΙΑ
ΕΧΕΙ
ΕΝΑΝ ΕΡΩΤΑ
Άγιος εθισμός
Στη μέσα Μάνη της καρδιάς,
παγίδεψα το φυλλοβόλο σου φιλί.
Διπλ΄ αρμολόγησα τη λαξευτή την πέτρα
με τον πόθο.
Μ΄ αίμα–καλέμι σμίλεψα
το τοξωτό υπέρθυρο της πεθυμιάς.
Κράτησα κάτω απ΄ τ΄ αγκωνάρι
το ανεκπλήρωτο,
έγκλειστες την απόγνωση, τη δίψα,
ασβέστη άσπρων σεντονιών
στον κόρφο, μύρο άρωμα.
Σημαδεμένη, απ΄ του θεού με τα φτερά, το βόλι,
—άχθος ασήκωτο στο στέρνο, η καρδιά—
με το κοντύλι του θολού μυαλού
—ως έσχατη ικεσία—
σε πέτρινο μαντρότοιχο
με κεφαλαία, πνεύματα και τόνους,
τη λέξη έγραψα «Έρωτας».
Καμία λέξη όμως,
στην πέτρα επάνω, δε φυτρώνει, ούτε ζει.
Κι η λέξη έρωτας,
θέλει σάρκα ανθρώπινη για κείνη να πεθαίνει.
Έρωτας!
Μικρός, μεγάλος και βασανιστής.
Έρωτας, άγιος εθισμός.
Μα, ποια εξάρτηση, ο άνθρωπος,
κόβει ποτέ γιατί τη χόρτασε;
Δευτερολογία, Πικραμένος 2022
ΜΑΡΙΑ
ΣΚΟΥΡΛΑ
Ορφέας
και Ευρυδίκη
Κανείς
δεν ξέρει ότι μέχρι και στον Άδη για
χάρη σου θα κατέβαινα ·
όταν
θυμάμαι εκείνη τη μέρα που για πρώτη
φορά σε αντίκρισα, ο ουρανός κόκκινος
όπως
και σήμερα και οι φωτεινές ανταύγειες
το αστικό τοπίο να χρωματίζουν , εσύ
σε
μια στοά στην μέση της Σταδίου κρύφτηκες
από τη δυνατή νεροποντή για να
γλυτώσεις,
τότε σε είδα, τα παγωμένα σου χεράκια ,
δύο μικρά κλαράκια χωρίς
φύλλα,
ασθενικά , τα κράτησα , εσύ με κοίταξες,
η βροχή σταμάτησε και στην νύχτα
χάθηκες.
Απόψε
το νιώθω , θα σε ξαναβρώ, έχω χαρτογραφήσει
όλους τους λαβυρίνθους αυτής
της
πόλης, τα αδιέξοδα και τις υπόγειες
διαβάσεις, να εδώ αφουγκράζομαι την
ανάσα
σου
, το άρωμα σου τον δρόμο μού δείχνει,
κατεβαίνω στον πρώτο υπόγειο σταθμό,
ξαφνικά
η βουή της πόλης ημερεύει, από εκεί έχεις
περάσει σίγουρα , την αύρα σου
νιώθω,
και χιλιάδες περιστέρια πετούν ανάμεσα
στα βαγόνια, αυτήν τη φορά δεν θα
σε
χάσω, πλέκω τα χέρια μου γύρω από τη μέση
σου και χορεύουμε ενώ οι
αμαξοστοιχίες
διαδοχικά περνούν από μπροστά μας.
Όταν
στη λεωφόρο βγαίνουμε οι στολισμένες
βιτρίνες τα πρόσωπα μας φωτίζουν,
πάλι
κόκκινός ο ουρανός και νοτιάς, δεν θα
τρέξουμε τώρα, η βροχή εξαγνίζει·
φίλα
με.
*****
ΧΡΥΣΑΝΘΗ
ΙΑΚΩΒΟΥ
ΚΟΣΜΟΣ
ΠΕΠΕΡΑΣΜΕΝΟΣ
Ωραίος
που ήτανε ο κόσμος σου,
η
μυρωδιά
η
γεύση των χειλιών σου
όμοια
με λήθη και ανάσταση,
πόσο
ωραίος ο κόσμος σου
ο
σκοτεινός
απ’
όπου γεννιόντουσαν και ξεκινούσαν
τα
πιο ολόφωτα μονοπάτια
–τα
μάτια σου–
ωραίος
σαν
μια στιγμή αιώνιας αστραπής,
στο
δύο επί δύο,
στο
ένα επί ένα,
πιο
σφιχτά,
πιο
κοντά,
να
παίρνει το σιμά
ένα
νέο νόημα
μια
καινούργια αρχή
κι
ένα τέλος,
στο
ξεκίνημά τους
όλα
να λιώνουν
να
φεύγουν
να
πεθαίνουν,
ν’
ανθίζουν μόνο για μια στιγμή
τέλεια
στη λάθος ώρα,
–τα
μάτια σου–
ένα
επί ένα
δύο
επί δύο,
πόσο
το μαζί μας
μεγαλώνει
και
χάνεται,
πόσο
γρήγορα στεγνώνει
η
γεύση των χειλιών σου
–το
δέρμα σου–
τι
γεύση είχε ο κόσμος σου
τι
μυρωδιά
τι
αίσθηση,
πόσο
ωραίος
στην
ελάχιστη του λάθους μας στιγμή.
Τεθλασμένοι
χρόνοι, Βακχικόν 2017
*****
Ν.Γ.ΛΥΚΟΜΗΤΡΟΣ
ΕΡΩΤΑΣ
ΔΙΧΩΣ ΕΝΟΧΕΣ
Συναντηθήκαμε
σ’ ένα ερημωμένο πάρκο.
Το
είχα διαλέξει επίτηδες για να σε
ξεμοναχιάσω.
Ντύθηκες
πρόχειρα και κατέφθασες με βαριεστημένο
βλέμμα.
Σε
άρπαξα απ’ τη μέση και άρχισα να σε
φιλάω.
Ανταποκρίθηκες
σχεδόν αμέσως παρά το αρχικό σοκ.
Και
τότε, για πρώτη φορά, αφήσαμε τα σώματά
μας ν’αναζητήσουν το ένα το άλλο,
αδιαφορώντας
για τον Θεό, την ηθική και την αστυνομία
του έρωτα.
Ιχνηλάτες
του τέλους, Γαβριηλίδης, 2010
*****
ΚΟΥΛΑ ΑΔΑΛΟΓΛΟΥ
πλέξιγκλας
Αίφνης
νιώθουν
πως είναι κλεισμένοι
σε
μια κάψα από πλέξιγκλας.
Μιλάνε
κοιτάζονται αγγίζονται.
Αποκομμένοι
από οτιδήποτε
σ’
ένα δικό τους σύμπαν.
Όταν
η κάψα σπάει
γύρω
αποκαΐδια
μαύρα
ρευστά σημάδια
οσμή
διαλύτη.
Κι
ένα αόρατο φράγμα
να
εμποδίζει ακόμα και την οπτική τους
επαφή.
Το
φεγγάρι βγαίνει μισό
χωρίς
ίχνος καμπυλότητας.
Οξυγώνιο
φεγγάρι.
(πρώτη
εμφάνιση: Culture book, Απρίλιος 2024)
*****
ΜΑΡΙΑ
ΚΟΥΡΣΗ
ΑΝΟΙΓΕΙ
ΜΙΑ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ
Ένα
φύλλο πέφτει σιγανά
Χίλια
κομμάτια γίνεται
Φύλλο
να σε σκεπάσει
Σε
έχω γνωρίσει ξανά και ξανά
Το
΄χω μυρίσει αυτό το βλέμμα
Άλλες
φορές άλλες ζωές
Τώρα
δυσκολεύομαι
Η
εποχή μου περνάει
Άλλοτε
βιάζεται άλλοτε στέκεται
Άνοιξη
σιρόπι να σε περιχύνει
Ποιος
φέρνει την Ποίηση εδώ
Ένα
τραγουδάκι λιώμα κυλιέται
Λες
και θα μείνει αθάνατο.
Εξόδιος
αέρας, Εκδοτική Αθηνών 2023
ΧΡΥΣΑΝΘΗ
ΠΟΛΥΖΟΥ
ΩΔΗ
ΣΤΗΝ ΗΤΤΑ
Ω
οι ανεκπλήρωτοι έρωτες
ζωές
που τους λείπουν
τα
ενδιάμεσα φωνήεντα
χαρές
που έχασαν το επιφώνημα
και
βούλιαξαν στα απωσιωπητικά.
Άνθρωποι
που δειλιάσατε
να
αντικρίσετε στα μάτια
τον
Έρωτα
δειλοί
αναχωρητές
θιασώτες
της Απώλειας
θέλω
να υμνήσω τις Ήττες σας.
*****
ΜΑΡΙΑ
ΠΙΣΙΩΤΗ
Σύμπλεξη
Δυο
σωματίδια σε υπέρθεση
με
γνώση, ωστόσο, της συνύπαρξής τους.
Δυο
σωματίδια ανέγγιχτα είμαστε,
γεννημένα
στην Πόλη των Ιδεών.
Συγκλίνουμε,
αποκλίνουμε
όπως
οι λέξεις υφαίνουν τον έρωτα,
την
απώλεια, το Φως, το Σκοτάδι.
Μες
τη σιγαλιά αλυχτά
Πανσέληνος
λύκος εντός μου
Δυο
σωματίδια ενωμένα στον χρόνο.
μοιράζονται
τις νύχτες της σιωπής
κι
η ανάσα την απόσταση μηδενίζει.
Ψίθυρος
το όνομα στα χείλη,
το
άγγιγμα στο δέρμα ηδονή,
γιατί
η αγάπη ξέρει κι αλλάζει μορφή.
Γαλήνη
άγρια το χιόνι
προετοιμάζει
το νέο παρόν.
Κι
αν πάλι είμαστε δονήσεις, πάλι ένα
είμαστε.
Χορδές
αόρατες που πάλλονται στο κενό,
στο
όνομα της αγάπης,
σε
μια εξίσωση που δεν λύθηκε ποτέ.
Στις
πτυχώσεις του χωροχρόνου Άγιο Δισκοπότηρο
το Φως σου.
Μια
σπίθα του αρκεί να κάψει αιώνες σιωπής.
11/02/2025
*****
ΖΑΧΑΡΙΑΣ
ΣΩΚΟΣ
ΔΙΠΛΗ
ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΗ
‘’στα
μάτια τα ψιχαλιστά / πόχει έρωτα καρτέρι/
πόσο
μεθύσι μέθυσα/ ένας θεός το ξέρει’’
Αλέξανδρος
Παπαδιαμάντης ’Εικόνα Αχειροποίητη’’
ρίχνω
πεζόβολο
να
πιάσω το φεγγάρι
και
το χάνω
πετάω
ρήματα
να
σπάσω
τη
σιωπή σου
των
οφθαλμών
την
άγρια γαλήνη
αυτό
το νεύμα
ικεσίας
που ξεσέρνει
τα
ύφαλα της ύπαρξής μου
‘’παπάς
την είδε κι έσφαλε
διάκος
κι αποξεχάστη’’
πώς
είναι έτσι σμιλεμένη η μορφή σου
δοξάρι
με δρεπάνι
ανέντιμη
μαρμαρυγή και τρόμος
βοή
από διπλή προσπέραση νταλίκας
έλα
να πιούμε
έλα
να πούμε
νέα
ρητά με ρήματα αρχαία
έλα
να σκίσουμε στα δύο το θηρία
που
αναδεύεται στο έαρ της μορφής σου
έρχονται
τρένα μακριά
οχήματα
πρησμένα
πετούνε
πήγασοι δειλοί
κρεμιέται
ανεμόσκαλα
από
ξανθής μαλλάκια
*****
ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΟΛΟΒΕΛΩΝΗ
ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ
proveniant
medii sic mihi saepe dies
Ovidius,
Amores
την
ώρα που έτριζε η σιωπή
στην
ξύλινη σκάλα του ισογείου
κι
εκείνη έψαχνε μια νέα πληγή
και
το κορμί της άνθιζε
σαν
της ωραίας Κόριννας
που
ετοιμάζεται να παραδοθεί στον έρωτα
κι
ενώ κανείς δεν αντιλήφθηκε
με
πόση μυστική κατάνυξη το μεσημέρι
γλίστρησε
ανάμεσα
στα δάχτυλά της
την
ώρα που όλα αυτά αθόρυβα συντελεστήκαν
και
πεταλούδες άρχισαν να βγαίνουνε σμήνη
από την κοιλιά της
αυτός
έριξε το βλέμμα του πάνω της
Μελάνι
στον ουρανίσκο, Μελάνι 2015