Ορφέας Απέργης, «Δασκαλόπετρα», εκδ. Νεφέλη
ΤΗΣ ΑΣΗΜΙΝΑΣ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ
Είναι από τα λίγα βιβλία σύγχρονης ελληνικής παραγωγής στα οποία είχα την ανάγκη να επιστρέψω. Η πρώτη επαφή με το βιβλίο έγινε πριν πολύ καιρό, το περσινό καλοκαίρι το είχα πάρει μαζί μου στην Αίγινα, μα κείμενο δεν προέκυψε. Καλοκαίριασε πια και να ‘μαι αγκαλιά με το βιβλίο ξανά. Αυτή τη φορά το κείμενο είναι γραμμένο μέσα μου για τα καλά. Πρόκειται για τη Δασκαλόπετρα του Ορφέα Απέργη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νεφέλη. Είναι μια εκτενής ποιητική σύνθεση στην οποία αισθάνομαι πως ο ποιητής αφηγείται μια ιστορία σε τόνο λυρικό και στοχαστικό συνάμα. Ή αλλιώς, θα έλεγα πως είναι ένα μικρό ποιητικό -ας μου επιτραπεί η λέξη- «μυθιστόρημα» που δημιουργεί αίσθηση.
Γενικά ο Απέργης μάς χαρίζει πολύστιχα ποιήματα αφηγηματικά, αν κρίνω και από προηγούμενες εργασίες του. Εδώ εκτενές ποίημα είναι το «Γι’ αυτόν που δεν αγάπησε ποτέ του καλοκαίρι» (σελ. 8 και 9), καθώς και η Δασκαλόπετρα, το ποίημα που έχει δώσει το όνομά του στο βιβλίο (σελ.73-74)- ή μπορεί να συνέβη και αντίστροφα. Επίσης, ισχυρή εντύπωση προκαλούν στον αναγνώστη η ενσωματωμένη σύνθεση-ποιητικό κεφάλαιο με τίτλο «Πρόσφυγας» (σελ. 47-52), καθώς και η σύνθεση «Ο Πρόσφυγας» (σελ. 24-32).
Τα υπόλοιπα ποιήματα που συναντάμε είναι ολιγόστιχα (πολλά από αυτά δίστιχα-τρίστιχα-μονόστιχα) που μπορεί όμως να παραπέμπουν σε μια έντονη εικόνα ή σε μια εύγλωττη μεταφορά. Διαβάζω:
«Έχω ένα μικρό χέρι απλωμένο στη ρίζα του βουνού» (σελ. 7)
«Δεν μπορούσα να τρέξω απ’ τον ήλιο στο φεγγάρι,/παρά σαν δοξαριά τα χώριζα/ψάχνοντας το βοριά.» (σελ. 11)
«Κύμα το κύμα σώπαινα/κύμα το κύμα μίλαγα» (σελ. 13)
«Σωσίβιο πορτοκαλί/στη μέση της θάλασσας/βυθίζονταν ο ήλιος» (σελ.21)
Όλα αυτά τα μικρά, ποιήματα λοιπόν είναι διαμαντάκια που λάμπουν στο καλοκαιρινό τοπίο που δημιουργεί ο Απέργης και έχουν τη δύναμη να πλημμυρίσουν την ψυχή μας με αντιφάσεις, συνθέσεις, λυρισμό, χαρμολύπη, στοχασμό, σοφία.
«Μην πεις φυλάχτηκα/Μην πεις δεν ταξίδεψα/Ξοδέψου» (σελ. 70
«Πλουτίζει καλύτερα/όποιος ξοδεύεται» (σελ. 71)
«Μην πεις δεν είδα./ Δες» (σελ. 54)
Η εναλλαγή πρώτου και δεύτερου ενικού προσώπου, ο συχνά εξομολογητικός τόνος, η αναδυόμενη αλήθεια του ποιητή, καθώς φιλτράρει τα πράγματα με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο, όλα αυτά, μας βάζουν σε ένα κλίμα πολλαπλής υφής που δονεί την ευαισθησία μας.
Γλυκιά απογοήτευση, προσμονή γι’ αυτό που δεν θα ‘ρθει ή γι’ αυτό που χάθηκε, ανησυχία, ανίχνευση αναμνήσεων, περισυλλογή για τον κόσμο, έντονη καλοκαιρινή αύρα, επιθυμία για φως. Από τη σελίδα 76 μέχρι τη σελίδα 114, συναντάμε συνεχώς, σχεδόν σε κάθε ποίημα, τη λέξη «ήλιος». Είναι ένα τρομερό παίγνιο του ποιητή, το φως σε όλες του τις εκφάνσεις, σε ποικίλα συμφραζόμενα, με διάφορες αντικρουόμενες διαθέσεις με φόντο το καλοκαίρι. Το φως, το καλοκαίρι, το Αιγαίο παραπέμπουν στον Ελύτη και στην ποιητική του. Βέβαια στο τέλος του βιβλίου ο Απέργης αναφέρει τις επιρροές του σε ό,τι αφορά τα δύο ποιήματα του βιβλίου για τον Πρόσφυγα. Λέει χαρακτηριστικά: «Δύο ποιήματα αυτού του βιβλίου για τον Πρόσφυγα χρωστούν μια φράση τους και μια σκηνοθεσία παραλλαγμένη, σε ποιήματα του Διονύσιου Σολωμού και του Ωκεανού Βουόνγκ» (σελ. 132) Η πρώτη αφήγηση με τον Πρόσφυγα γεμάτη κίνηση και θεατρικότητα, προφορικότητα και αλήθεια. Στην δεύτερη αφήγηση όλες οι αισθήσεις σε εγρήγορση. Αν με στίχους του ίδιου του ποιητή, χαρακτήριζα όλη αυτήν την ενότητα, θα διάλεγα τους εξής: «Ζήσε μες στην αγρύπνια του μυαλού, της ψυχής σου» (σελ. 49)Που παραπέμπουν στο Σολωμικό «πάντ’ ανοιχτά πάντ’ άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου». Και στη σελίδα 50 ο Απέργης θα παραλλάξει τον Σολωμικό στίχο σε: «Πάντ’ ανοιχτά πάντ’ άγρυπνα τα μάτια του φόβου.» Και κείνη η διαρκής επανάληψη του ρήματος «Άκου» που προτρέπει, που ακούγεται σαν μουσική ή ρεφρέν:
«Άκου το/αυτό που δεν άνθισε», «άκου τα βότσαλα που θα σε πετροβολήσουνε», «άκου το, το τραγούδι του μυαλού και της ψυχής σου», «άκου τη φύση», «άκου το σώμα σου» Πώς να μην μου έρθει στο μυαλό λοιπόν ο Ελύτης και το Μονόγραμμα και το «μ’ ακούς; σ’ αγαπάω, μ’ ακούς …[….] …άκου …άκου»
Στο τέλος του βιβλίου συναντάμε τη Δομή και το Χρέος, όπου ο ποιητής γίνεται αυτοαναφορικός, νιώθει την ανάγκη να απευθυνθεί στον αναγνώστη και να του δώσει κλειδιά για την ανάγνωση του βιβλίου του. Μάλιστα τον προτρέπει λέγοντας: «Λύσε λοιπόν, κατά τη βούλησή σου, τα φύλλα του βιβλίου». Για τα σύντομα και επιγραμματικά του ποιήματα γράφει: «Τα ποιητικά κύματα (ανάριθμον γέλασμα),/αυτά τα μικροποιήματα, μπορεί να πλέουν ελεύθερα».
Τα εκφραστικά σχέδια της Μαρίας Μπαχά που εμπεριέχονται στο βιβλίο, αλλά και το ίδιο το εξώφυλλο συμπληρώνουν το λόγο και ενισχύουν την ατμόσφαιρα του βιβλίου.
Γιατί με αφορά το βιβλίο του Απέργη; Επειδή με κάνει να επιστρέφω μέσω των στίχων του στις θετικές και αρνητικές ποιότητες που συνυπάρχουν στους ανθρώπους και στα πράγματα, όπως κι ίδια η ιστορία επιβεβαιώνει. Καλό και κακό, λύπη και χαρά, ομορφιά και ασχήμια συνυπάρχουν στον κόσμο και αλληλοαναδεικνύονται, και αλληλοτροφοδοτούνται. Είναι πάντα εκεί για να μας θυμίζουν την θνητότητά μας. Είναι όπως συμβαίνει με τη θάλασσα, το Αιγαίο ας πούμε, με την τόση του ομορφιά και μαγεία, που είναι πασπαλισμένο με τόση λύπη, μοναξιά, αβεβαιότητα και αδικία καθώς συνδέεται με ένα μελανό ζήτημα, την προσφυγιά.
ΠΗΓΗ: https://www.fractalart.gr/daskalopetra/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου