ΑΝ ένας ορισμός, από τους πολλούς που
θα μπορούσαμε να δώσουμε στην ποίηση, είναι : «μετουσίωση αισθήσεων κι
εντυπώσεων, συναισθημάτων και συγκινήσεων σ’ ένα δομημένο όλον με όχημα
τις λέξεις», τότε στην ποιήτρια Μίνα Ξηρογιάννη συναντάμε την
ταυτοποίηση τούτου του, μεταξύ τόσων άλλων, ορισμού της ποιητικής
πράξεως.
Η
ποίηση της Μίνας Ξηρογιάννη, ήδη από την προηγούμενη συλλογή της «Η
προφητεία του ανέμου» δίνει το σαφές στίγμα της δημιουργού:
Ποίηση απλή, όχι απλουστευτική, ολιγόστροφη συνήθως, πυκνή και περιεκτική.
Είναι
γνωστή η παθογένεια πολλών νέων στη θητεία της ποίησης: στην προσπάθειά
τους να προσεγγίσουν τον άθλο που λέγεται ποιητικό γίγνεσθαι, παίρνουν
ατραπούς δύσβατες, επιστρατεύουν γλωσσικά εργαλεία δυσνόητων ή σπανίων
λέξεων, χρησιμοποιούν πληθώρα καλολογικών στοιχείων, ενώ όλοι γνωρίζουμε
ότι στο ποίημα αρκούν το ουσιαστικό και το ρήμα, τα επίθετα και κατηγορούμενα οφείλουμε να χρησιμοποιούμε με φειδώ.
Υπό αυτή την έννοια,
για όλους εμάς που επιθυμούμε να διακονήσουμε αυτή την μετουσίωση
αισθήσεων κι εντυπώσεων σε ποιητικό οικοδόμημα, η εκ των υστέρων
χειρωνακτική, εν πολλοίς, δουλειά αποτελεί αναγκαία συνθήκη.
Είναι η περίπτωση της ποιητικής που καταθέτει η Μίνα Ξηρογιάννη στην δεύτερη συλλογή της «Πληγές».
Κοινωνώντας
μας στιγμές και συγκινήσεις, εικόνες και αισθήσεις, η ποιήτρια
οικονομεί αυστηρά τα μικρά σε μέγεθος οικοδομήματά της, εξαίρετα στο
βάθος νοήματά της. Λίγο όπως το σπίτι ως κτίσμα και το περιεχόμενό του.
Σημειώνει,
π.χ. στην σελίδα 27: «Μη φοβάσαι τις αρνήσεις. Τελικά μόνο αυτές
προάγουν τα ειλικρινή αισθήματα». Πιο αφαιρετικά, στη σελ. 14: «Αναζητούσα τα κομμάτια μου μα εκείνα ταξίδευαν στο πολύχρωμο του κόσμου».
Η
πορεία προς τη σιωπή, το άπιαστο της νύχτας που γεννά απελπισίες, τα
πρωινά που ανατέλλουν στον καθαρμό, και, πάλι απ΄ την αρχή. Βαδίζει η
ποιήτρια σ’ ένα αέναο που ίσως και η ίδια να μην επιθυμεί την κατάργησή
του.
Σ’
αυτή την πορεία, η αναζήτηση της ποιητικής ως πράξεως, που τελεσφορεί
σε επιτυχημένο αποτέλεσμα, είναι από τα κύρια μελήματα και τις
δημιουργικές αγωνίες της Μ.Ξ.
Αν
συνδέσουμε την πρώτη συλλογή «Η προφητεία του ανέμου» με την τωρινή,
αποκομίζουμε την εντύπωση ότι οι «Πληγές» εμπεριέχονται παρενθετικά μέσα
στην «προφητεία». Επιπλέον, βρίσκουμε πολλά ποιήματα να συνδιαλέγονται
ανάμεσα στις δύο συλλογές. Διαβάζουμε, έτσι: «λέξεις σε λευκή κόλλα… αυτό είμ’ εγώ. Τίποτα και όλα…»
Κι από την άλλη μεριά: «εγώ δεν είμαι εκεί που θέλω. Κι όταν είμαι εκεί που θέλω θα ‘θελα να ‘μουν αλλού».
Αφ’ ενός: δύο δίστιχα από την πρώτη: «Την
κάθε μέρα την προσέχω σαν κόρη οφθαλμού. Μην μου πέσει κάτω και γίνω
κατά τι φτωχότερη» και, «Σπατάλη να σκορπίζεσαι σα φύλλο. Μα ποιος
θεωρεί τα φύλλα αμελητέα;»
Αφ’ ετέρου: «Ανύποπτα κινούμαι μες στο χρόνο. Σαν σκιά φύλλου που γλιστράει ανώδυνα στο δρόμο».
Και, μαζί: «Λίγο ακόμα… και οι γραμμούλες μας θα συμπέσουν».
Αν
στην πρώτη της συλλογή η Μ.ΞΗ διακατέχεται από την αγωνία του έρωτα,
θέμα προσφιλές στην ποίηση, αναζητώντας την ιδανική συν-ύπαρξη, στην ανά
χείρας «Πληγές» η ποιήτρια αναστοχάζεται για τις δυνατότητες του
εαυτού, του εγώ.
Μετάβαση,
άρα, από το εμείς –κατακτημένο ή μη- στο εγώ –προς κατανόησιν και εν
δυνάμει κατακτητέο-. Φερ’ ειπείν: ««Θέλω να πάρω ένα δρόμο. Να πω: «Θα
πάω από δω» και να πάω.»».
Εν
κατακλείδι, παρ’ ότι η Μίνα Ξηρογιάννη είναι νέα ηλικιακά, η ποίησή της
έχει κατακτήσει τα αναγκαία εργαλεία για την περαιτέρω πορεία της
ποιητικής της παραγωγής στο μέλλον.-
Αμαλία Ρούβαλη
Αθήνα, 8 Ιουνίου 2012.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου