VARELAKI:Πως ξεκίνησες να γράφεις;
B.NEYROKOΠΛΗ: Ζώντας έξω από το κέντρο της Θεσσαλονίκης, λίγο πίσω από το Επταπύργιο, πέρασα τα παιδικά μου χρόνια σ' ένα περιβάλλον αποκομμένο από τα θεάματα, τις τέχνες, αλλά και από τη λογοτεχνία. Όταν τελείωσα το Παιδαγωγικό, στο οποίο είχα ερεθίσματα ανάγνωσης ποικίλλων βιβλίων, και ενώ άρχισα να δουλεύω σ' ένα φρικτό ιδιωτικό σχολείο, ιδιαίτερα καταπιεστικό, άρχισα να ψάχνω διεξόδους επικοινωνίας με τα παιδιά. Έτσι άρχισα να διαβάζω για το Θεατρικό παιχνίδι. Δεν μου έφταναν όμως τα διαβάσματα, αναζητούσα και την πρακτική βιωματική πλευρά τους, κι έτσι πήγα στην Κρήτη ένα καλοκαίρι για να παρακολουθήσω σεμινάρια. Ήμουν γύρω στα 25, -έχω κακή σχέση με τον χρόνο, ποτέ δεν θυμάμαι ακριβώς πότε συνέβη κάτι στη ζωή μου-. Ένα βράδυ πρότεινε ένας φίλος να πάμε να παρακολουθήσουμε μια θεατρική πρόβα που γινόταν στο Κάστρο του Φιρκά. Αντέδρασα ειρωνικά, αλλά τελικά πήγα. Δεν είχα ξαναδεί ούτε θέατρο, ούτε βέβαια και πρόβα θεατρική. Εκείνο το βράδυ η ζωή μου ήρθε τούμπα. Ήταν μια μοναδική πρόβα, στους "Φασουλήδες με τη μαγκούρα του Λόρκα" και σκηνοθέτης ήταν ο Θωδ Εσπίριτου που έμελλε να με καθορίσει. Όταν τελείωσε, είπα μέσα μου πως εγώ δεν μπορώ να ζήσω χωρίς θέατρο και πως είχα πάρει τη ζωή μου λάθος. Πήγα στον σκηνοθέτη και τον ρώτησα: τι είναι θέατρο; Ξεκίνησε να μου απαντά και κάποια στιγμή ξημέρωσε. Την επόμενη μέρα έγραψα το πρώτο μου ποίημα. Από κείνη τη μέρα μέχρι σήμερα δεν σταμάτησα να γράφω. Η πρόβα εκείνη άνοιξε μέσα μου μια πόρτα κι από κει ξεχείλισε ένα ποτάμι, του οποίου την ύπαρξη αγνοούσα. Ήταν η στιγμή που ξύπνησα. Θαρρείς πως μέχρι τότε κοιμόμουν.
Το ίδιο φθινόπωρο αποφάσισα να σπουδάσω θέατρο, έδωσα καταταρκτήριες και πέρασα στο Τμήμα Θεάτρου της ΑΣΚΤ, του ΑΠΘ. Αυτό ήταν ένα θαύμα, αν σκεφτεί κανείς πως δεν είχα καμία σχέση με το σκηνικό θέατρο και τα κείμενά του.
Λίγο πριν τελειώσω τη σχολή έγραψα και εξέδωσα το πρώτο μου βιβλίο: "Εγώ ο Άλλος", εκδ.Νησίδες, το 1999. Αυτό το βιβλίο είναι η δική μου απαντηση στο τι είναι θέατρο. Ήμουν νέα και ο εκδοτικός οίκος μικρός. Αναγκάστικα να πληρώσω την έκδοση του βιβλίου. Μόλις το έκανα ορκίστηκα πως δεν θα ξαναπληρώσω ποτέ βιβλίο μου, όπως και έγινε.
Έκανα πολλές προσπάθειες να εκδώσω τα ποιήματά μου. Μου έρχονταν συνέχεια αρνητικές επιστολές. Τις έχω όλες σ' ένα φάκελλο και μετά από πολλές απορίψεις, μια μέρα είπα πως θα έρθει κάποια στιγμή να βγάλω ένα βιβλίο που θα λέγεται: "Τα εκδοτικά μου ΟΧΙ"... (Γέλιο).
Όταν είδα πως δεν υπάρχει καμιά περίπτωση, να εκδώσω ποίηση αν δεν πληρώσω την έκδοση, αποφάσισα αφού οι εκδότες δεν αλλάζουν και ο κόσμος δεν διαβάζει ποίηση, να αλλάξω εγώ. Έτσι άρχισα να γράφω παραμύθια που να διαβάζουν οι άνθρωποι και να εκδίδουν οι εκδότες. Ήθελα να μιλήσω και όσο περνούσαν τα χρόνια και δεν ακουγόταν η φωνή μου, πνιγόμουν. Ποτέ δεν έγραφα για μένα. Πάντα έγραφα για τους άλλους και πάντα ήθελα να μοιράζομαι ό,τι γράφω. Νομίζω πως αν τελικά δούλευα σαν ηθοποιός στο θέατρο δεν θα έγραφα. Στην Θεσσαλονίκη όμως δεν μπορούσα να κάνω το θέατρο που ήθελα και αγαπούσα, το θέατρο των δασκάλων μου, όπως του Εσπίριτου, του Λ.Βογιατή, του Ανατόλι Βασίλιεφ ή του Τάπα Σουντάνα. Κι επειδή η σκηνή για μένα είναι τρόπος να υπάρχω, αφού δεν μπορώ να είμαι στο παλκοσένικο του θεάτρου βγήκα στο παλκοσένικο της γραφής. Δεν είναι μεγάλη η διαφορά.
B.NEYROKOΠΛΗ: Ζώντας έξω από το κέντρο της Θεσσαλονίκης, λίγο πίσω από το Επταπύργιο, πέρασα τα παιδικά μου χρόνια σ' ένα περιβάλλον αποκομμένο από τα θεάματα, τις τέχνες, αλλά και από τη λογοτεχνία. Όταν τελείωσα το Παιδαγωγικό, στο οποίο είχα ερεθίσματα ανάγνωσης ποικίλλων βιβλίων, και ενώ άρχισα να δουλεύω σ' ένα φρικτό ιδιωτικό σχολείο, ιδιαίτερα καταπιεστικό, άρχισα να ψάχνω διεξόδους επικοινωνίας με τα παιδιά. Έτσι άρχισα να διαβάζω για το Θεατρικό παιχνίδι. Δεν μου έφταναν όμως τα διαβάσματα, αναζητούσα και την πρακτική βιωματική πλευρά τους, κι έτσι πήγα στην Κρήτη ένα καλοκαίρι για να παρακολουθήσω σεμινάρια. Ήμουν γύρω στα 25, -έχω κακή σχέση με τον χρόνο, ποτέ δεν θυμάμαι ακριβώς πότε συνέβη κάτι στη ζωή μου-. Ένα βράδυ πρότεινε ένας φίλος να πάμε να παρακολουθήσουμε μια θεατρική πρόβα που γινόταν στο Κάστρο του Φιρκά. Αντέδρασα ειρωνικά, αλλά τελικά πήγα. Δεν είχα ξαναδεί ούτε θέατρο, ούτε βέβαια και πρόβα θεατρική. Εκείνο το βράδυ η ζωή μου ήρθε τούμπα. Ήταν μια μοναδική πρόβα, στους "Φασουλήδες με τη μαγκούρα του Λόρκα" και σκηνοθέτης ήταν ο Θωδ Εσπίριτου που έμελλε να με καθορίσει. Όταν τελείωσε, είπα μέσα μου πως εγώ δεν μπορώ να ζήσω χωρίς θέατρο και πως είχα πάρει τη ζωή μου λάθος. Πήγα στον σκηνοθέτη και τον ρώτησα: τι είναι θέατρο; Ξεκίνησε να μου απαντά και κάποια στιγμή ξημέρωσε. Την επόμενη μέρα έγραψα το πρώτο μου ποίημα. Από κείνη τη μέρα μέχρι σήμερα δεν σταμάτησα να γράφω. Η πρόβα εκείνη άνοιξε μέσα μου μια πόρτα κι από κει ξεχείλισε ένα ποτάμι, του οποίου την ύπαρξη αγνοούσα. Ήταν η στιγμή που ξύπνησα. Θαρρείς πως μέχρι τότε κοιμόμουν.
Το ίδιο φθινόπωρο αποφάσισα να σπουδάσω θέατρο, έδωσα καταταρκτήριες και πέρασα στο Τμήμα Θεάτρου της ΑΣΚΤ, του ΑΠΘ. Αυτό ήταν ένα θαύμα, αν σκεφτεί κανείς πως δεν είχα καμία σχέση με το σκηνικό θέατρο και τα κείμενά του.
Λίγο πριν τελειώσω τη σχολή έγραψα και εξέδωσα το πρώτο μου βιβλίο: "Εγώ ο Άλλος", εκδ.Νησίδες, το 1999. Αυτό το βιβλίο είναι η δική μου απαντηση στο τι είναι θέατρο. Ήμουν νέα και ο εκδοτικός οίκος μικρός. Αναγκάστικα να πληρώσω την έκδοση του βιβλίου. Μόλις το έκανα ορκίστηκα πως δεν θα ξαναπληρώσω ποτέ βιβλίο μου, όπως και έγινε.
Έκανα πολλές προσπάθειες να εκδώσω τα ποιήματά μου. Μου έρχονταν συνέχεια αρνητικές επιστολές. Τις έχω όλες σ' ένα φάκελλο και μετά από πολλές απορίψεις, μια μέρα είπα πως θα έρθει κάποια στιγμή να βγάλω ένα βιβλίο που θα λέγεται: "Τα εκδοτικά μου ΟΧΙ"... (Γέλιο).
Όταν είδα πως δεν υπάρχει καμιά περίπτωση, να εκδώσω ποίηση αν δεν πληρώσω την έκδοση, αποφάσισα αφού οι εκδότες δεν αλλάζουν και ο κόσμος δεν διαβάζει ποίηση, να αλλάξω εγώ. Έτσι άρχισα να γράφω παραμύθια που να διαβάζουν οι άνθρωποι και να εκδίδουν οι εκδότες. Ήθελα να μιλήσω και όσο περνούσαν τα χρόνια και δεν ακουγόταν η φωνή μου, πνιγόμουν. Ποτέ δεν έγραφα για μένα. Πάντα έγραφα για τους άλλους και πάντα ήθελα να μοιράζομαι ό,τι γράφω. Νομίζω πως αν τελικά δούλευα σαν ηθοποιός στο θέατρο δεν θα έγραφα. Στην Θεσσαλονίκη όμως δεν μπορούσα να κάνω το θέατρο που ήθελα και αγαπούσα, το θέατρο των δασκάλων μου, όπως του Εσπίριτου, του Λ.Βογιατή, του Ανατόλι Βασίλιεφ ή του Τάπα Σουντάνα. Κι επειδή η σκηνή για μένα είναι τρόπος να υπάρχω, αφού δεν μπορώ να είμαι στο παλκοσένικο του θεάτρου βγήκα στο παλκοσένικο της γραφής. Δεν είναι μεγάλη η διαφορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου