Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

notationes//// ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016 /// ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΠΡΟΣ ΝΕΟΥΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ




Άντον Τσέχοφ «Η τέχνη της γραφής – Συμβουλές σε ένα νέο συγγραφέα», επιμέλεια: Πιέρο Μπρουνέλλο, μετάφραση: Βασίλης Ντινόπουλος, εκδ. Πατάκη, σελ. 220
                                                                                
Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //
 
αναδημοσίευση από fractalart
 *******
    Ο  Άντον Τσέχωφ αναφέρεται στην τέχνη της γραφής με αμεσότητα και με ύφος διδακτικό. Οι νέοι συγγραφείς θα βρουν πολλά χρήσιμα πράγματα μέσα σε αυτό το βιβλίο. Δεν έχουν παρά να διαβάσουν πολλές φορές τις »συμβουλές», τα σχόλια και τους αφορισμούς του μεγάλου συγγραφέα, να στοχαστούν με σοβαρότητα πάνω σε αυτές και σιγά σιγά να αρχίζουν να πειραματίζονται ώστε κάποια στιγμή να βρουν το δρόμο τους. Ένα διαχρονικό εγχειρίδιο που αφορά τους λάτρεις της γραφής γενικότερα και θέτει ουσιαστικά και καίρια ερωτήματα αναφορικά με θέματα που σχετίζονται με αυτή. Να σημειώσουμε ότι όλα τα παραπάνω συγκέντρωσε και κατηγοριοποίησε σε θεματικούς κύκλους και ενότητες: «Γιατί γράφουμε», «Για ποιον γράφουμε», «Τι να γράφουμε και πώς», «Πότε να γράφουμε και με ποιον ρυθμό», κ.ά ) ο ανθολόγος Πιέρο Μπρουνέλλο, ψάχνοντας την αλληλογραφία του Ρώσου συγγραφέα για να αλιεύσει θησαυρούς και όντως έτσι έγινε. Ο ίδιος γράφει και επιμελείται και την εκτενή, ενδιαφέρουσα και κατατοπιστική εισαγωγή του βιβλίου. Διαβάζουμε:
»Μια αρνητική κριτική αξίζει περισσότερο από το τίποτε, από το να σε αγνοήσουν… ή μήπως όχι;» έγραφε στο μεγαλύτερο αδερφό του Αλέξανδρο ο Άντον Τσέχoφ. Σε κάποιο άλλο σημείο, στα σημειωματάριά του, διαβάζουμε την ειρωνική γνώμη ενός καθηγητή: «αυτό που έχει σημασία δεν είναι ο Σαίξπηρ, αλλά τα σχόλια για το Σαίξπηρ…»
Ο Τσέχωφ ισχυρίζεται ότι στην τέχνη δεν μπορείς να πεις ψέματα ούτε να επινοείς πόνους που δεν δοκίμασες ο ίδιος και ότι στόχος της τέχνης δεν είναι να λύνει τα προβλήματα των ανθρώπων.
Προτείνει στους νέους συγγραφείς να δοκιμάζουν όλα τα θέματα, να μην βιάζονται καθόλου όταν δημιουργούν, να σβήνουν αλύπητα και να δίνουν πάντα σημασία στον τρόπο. Διότι το θέμα μας δεν είναι τί βλέπουμε, αλλά πώς το βλέπουμε και οι σκέψεις και τα φιλτραρίσματα που κάνουμε πάνω σε αυτό. Αυτό απαιτεί σκληρή δουλειά και υπομονή πάντα απέναντι αντιδράσεις των ζηλιάρηδων συναδέλφων!
Ο πεζογράφος δεν πρέπει να κουράζει τον αναγνώστη με αναλυτικές περιγραφές και άσκοπους προσδιορισμούς, και ο θεατρικός συγγραφέας δεν πρέπει να βάζει αφθονία προσώπων μέσα σε ένα έργο. Επιπλέον, το ζητούμενο δεν είναι κάθε φορά η ψυχολογική κατάσταση των ηρώων. Αυτή καλύτερα να γίνει αντιληπτή μέσα από τις πράξεις τους. Το κήρυγμα, ο βερμπαλισμός και η υποκειμενικότητα πρέπει να απουσιάζουν από κάθε έργο. Αντίθετα πρέπει να υπάρχει τόλμη, πρωτοτυπία, έλλειψη στερεοτύπων και συναισθηματισμού. Ακόμα κι αν κλαίει ο συγγραφέας δεν πρέπει να το συνειδητοποιεί ο αναγνώστης. Συμβουλεύει τους συγγραφείς να γράφουν ψυχρά ,να μην γλυκαίνουν τα γραπτά τους. Και πρωτίστως να είναι παρατηρητικοί. Να βλέπουν, να ακούν, να μαθαίνουν.

Αυτά και πολλά άλλα προτείνει ο μεγάλος δάσκαλος και η ιστορία έχει αποδείξει την απήχηση του έργου του σε πληθώρα δημιουργούς που προέρχονται από διαφορετικές εθνικότητες, και άρα κουλτούρες, ήθη, σχολές.
O Τσέχωφ, που αντιμετώπιζε από μικρός σοβαρά θέματα υγείας, ήταν μια πολύπλευρη συγγραφική προσωπικότητα! Αρκεί και μόνο να σταθείς στα εξαιρετικά θεατρικά του έργα  μια σπουδαία κληρονομιά για τον πολιτισμό. Πολλοί έχουν ως θείο πρότυπο τα διηγήματά του. Ένας από αυτούς και ο ταλαντούχος Ρέυμοντ Κάρβερ που είχε σημειώσει για τον Τσέχωφ: «Δεν πίστευε σε τίποτα που δεν μπορούσε να συλλάβει με μια ή περισσότερες από τις πέντε αισθήσεις». Πάλευε για τη δικαιοσύνη με πάθος. Πίστευε στην μόρφωση και στην πρόοδο. Ήταν ωστόσο, οπαδός της ατομικότητας. Απεχθανόταν τις παντός είδους ταμπέλες και ταξινομήσεις. Πλούσιο φωτογραφικό υλικό από τη ζωή του και την τέχνη του μπορεί κανείς να βρει στο τέλος του καλαίσθητου αυτού βιβλίου, την μετάφραση του οποίου έχει κάνει ο Βασίλης Ντινόπουλος.

notationes ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016 /// ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΟΥΤΟΥΒΕΛΑ /// 'ΕΝΑ ΔΙΗΓΗΜΑ



Artwork Christian Schloe




Διαταραγμένο δωμάτιο





Γύρω-γύρω τοίχοι με τις απαραίτητες γωνίες να υπακούουν στο συμβατικό αρχιτεκτονικό μοντέλο του δωματίου. Τετραγωνισμένο δωμάτιο σαν να σχεδιάστηκε από κάποιον νευρωτικό επιστήμονα, επίμονο απέναντι στην τελειότητα της μορφής, σάμπως εξαρτάται αυτή από γωνίες ή ίσες αποστάσεις... Στάθηκε σε μια γωνιά του δωματίου. Περιεργαζόταν τον χώρο και τη διάφανη τελειότητα της μορφής του.  
Παλλόμενος ο χώρος σε ρυθμούς μιας διόλου υγιούς καρδιάς που η αρρυθμία έχει από καιρό ρημάξει. Αν ήταν μουσικό θέμα, σίγουρα θα δυσκόλευε ακόμα και τον πιο έμπειρο εκτελεστή. Κι αυτό γιατί η μουσική έχει λογική, έχει μέτρο, πάντοτε έχει ρυθμό με τους χτύπους του μετρονόμου - αστυνόμου να εισχωρούν στον νου, έτσι που να μην μπορείς παρά να υπακούσεις στις μουσικές οδηγίες, αν θες όλο αυτό το βάσανο κάποια στιγμή να τελειώσει.

Άλλωστε στη μέση δεν μπορείς να το αφήσεις, να το παρατήσεις σε μια άναρχη αρχή μετέωρο∙ πρέπει να το ολοκληρώσεις, να παραγάγεις άρτιους ήχους, αψεγάδιαστους, προστατευμένους κυρίως, από την κανονικότητα του ρυθμού του χρόνου στον οποίο, επιτέλους, μπορείς να παρέμβεις. Να αλλάξεις τις αξίες των μουσικών φθόγγων, να τους γεμίσεις, να τους αδειάσεις, κι όλα αυτά πατώντας απλά ένα και μόνο πλήκτρο! Ένα μαγικό κουμπί-ρωγμή στον χρόνο!

Όμως, να, που, ενώ μπορείς να προτάξεις την ανυπακοή σου, να επιβάλεις τη βούλησή σου, δεν το κάνεις, είναι κι εκείνος ο μετρονόμος, βλέπεις, που μονάχος του ενεργοποιείται πια. Τικ τακ, τικ τακ… Διάφανοι χτύποι, καθαροί, πιτσιλιές στο μυαλό που δεν μπορείς να εντοπίσεις. Διάφανοι κι οι συμμετρικοί τοίχοι του δωματίου τείνουν να συμπιέσουν τον χώρο που οριοθετούν. Άγνωστης ποιότητας. Δεν μπορείς να δεις μέσα από αυτούς, ούτε καν τους ίδιους, μόνο να αντιληφθείς μπορείς τα συμμετρικά τους βαθουλώματα, ορθές γωνίες που καλούνται. Τα αντικείμενα του δωματίου, απροσδιόριστα∙ διάφανες σκιές, που γέμιζαν τον χώρο, προσδίδοντάς του μια υπόσταση πρόσκαιρη, θνητή, προϋπόθεση απαραίτητη για την ψυχαναγκαστική εκπλήρωση της θεϊκής τελειότητας που συχνά απασχολεί τα γήινα.

Πόρτα δεν υπήρχε. Τι καλά που δεν υπήρχε από τη μια! Θα ’ταν διάφανη κι εκείνη, σκεφτόταν. Πώς και πότε βρέθηκε εκεί μέσα, σκεφτόταν∙ και κυρίως πώς θα έβγαινε από το διαταραγμένο δωμάτιο. Έτσι, σκεφτόταν.

Προσπάθησε να σπρώξει τους τοίχους, μα τα χέρια της τους διαπερνούσαν. Παράθυρο αναζητούσε, μα δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τίποτα μέσα στην τόση κατά τα άλλα διαύγεια. Έπειτα, άρχισε να ψάχνει για μυστική διέξοδο.

Καμία.

Ανήμπορη να βγει, αποφάσισε να σκάψει βαθιά μες στο δωμάτιο. Έχωσε τα νύχια της σε μια από τις τόσο λανθασμένες, μα ορθές, κατά τα άλλα, γωνίες και άρχισε να την ξεφλουδίζει. Ατελείωτα διάφανα φύλλα παραμέρισαν σχηματίζοντας μια βαθιά τρύπα ακριβώς στα μέτρα της κρατούμενης. Πήρε μια δυνατή ανάσα και μεμιάς βυθίστηκε εντός της, αφήνοντας πίσω μερικά δάκρυα, δάκρυα μιας διάφανης μα τουλάχιστον γνωστής ποιότητας∙ ίχνη απεγνωσμένα.

Προτού προλάβουν τα μάτια της να στεγνώσουν βρέθηκε σε μια σκοτεινή, κυλινδρική στοά. Από μακριά ακούγονταν φωνές που έμοιαζαν να συνθέτουν αυτόνομους μονολόγους σε θεατρικά μονόπρακτα. Ένιωθε μια περίεργη ασφάλεια, σχεδόν αφηγηματικού τύπου, σαν ηρωίδα άσημου παραμυθιού με αίσια, για εκείνη,  έκβαση. Αντικρίζοντας το σκοτάδι μπορούσε να συγκεντρωθεί, να περιπλανηθεί στα σκοτεινά στενάκια του νου της, να βάλει σε μια τάξη τις σκέψεις της ή καλύτερα να τις κηρύξει σε πλήρη αταξία! Αρκεί πια με την τελειότητα και τη νευρωτική της υπόσταση.

Ψηλαφίζοντας τον χώρο διαπίστωσε πως έλειπαν και οι τρομακτικές γωνίες του δωματίου. Μια σκοτεινή, κυλινδρική στοά, αν και φαντάζει εφιάλτης για πολλούς, στεκόταν όνειρο για εκείνη. Καλύτερο το σκοτάδι κι η υγρή στοά του παρά εκείνο το διαβολικά συμμετρικό και τελειομανές δωμάτιο.     

Υγρές σταγόνες κυλούσαν κατά μήκος των τοιχωμάτων της στοάς άμορφα, άτακτα και νωχελικά – τι δικαίωση! – για να αναδευτούν με το χώμα στο τέλος της διαδρομής τους. Η υγρασία θύμιζε κάτι από φθινόπωρο. Άγγιξε με το χέρι της τις σταγόνες και διψασμένη τις δοκίμασε. Είχαν την αλμύρα της θάλασσας. Τα δάκρυά της είχαν αρχίσει να κυλούν μες στη σκοτεινή τρύπα. Πια, μπορούσε να τα αντικρίσει, να τα διακρίνει. Πια, δεν χάνονταν στο διάφανο δωμάτιο. Έβγαλε ένα μαντήλι από την τσέπη. Το ακούμπησε στα τοιχώματα, να απορροφήσει τις πρότερες σκέψεις εντός του, μέχρι να στεγνώσουν.

Έχοντας παραμείνει αρκετά τόσο στο σκοτάδι όσο και σε εκείνο το τρομερό δωμάτιο, μπορούσε πλέον να στρέψει το βλέμμα της σε άλλη κατεύθυνση. Μια μεταβολή αρκούσε για να δει το φως εμπρός της.

Με αργόσυρτο βήμα και μισάνοιχτα μάτια βγήκε από τη στοά, μόνη και ελεύθερη όσο ποτέ.

Ήταν πράγματι φθινόπωρο. Ο ουρανός φωτογράφιζε τη θλίψη του αποχαιρετώντας με τον δικό του τρόπο το καλοκαίρι που έφευγε κι αυτό για άλλους προορισμούς. Στον δρόμο διάφανες ομπρέλες να προστατεύουν από τη φορτισμένη ατμόσφαιρα τους πεζούς∙ όχι πως τις έχουν ανάγκη, ποτέ δεν τις έχουν ειλικρινά  ανάγκη οι πεζοί∙ μονάχα τις κρατούν σφιχτά μέσα στα χέρια θέλοντας να προσδώσουν στους εαυτούς τους μια κάποια ευαισθησία ή λογική, ίσως, μέχρι να φτάσουν και να παραμείνουν στο διάφανο διαταραγμένο δωμάτιό τους, δέσμιοι σε αυτό, μάρτυρας των τραγικών τους μονολόγων. Πού κουράγιο, άλλωστε, για φωτεινές ή σκοτεινές περιπλανήσεις σε τέτοιο καιρό -σε τέτοιους καιρούς.

Η βροχή δυνάμωνε. Σήκωσε το κεφάλι προς τον ουρανό και του ’κλεισε το μάτι. Σαν να ’ξερε κάτι παραπάνω.

notationes ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016 /// ΒΙΚΥ ΔΕΡΜΑΝΗ //// ΠΟΙΗΜΑΤΑ




Ο πόνος μαύρος σκύλος π' αλυχτά



Βίκυ Δερμάνη

ΑΩ Εκδόσεις, 2016
80 σελ.


******

      


Tιμωρός


Σε νύχτα  μετέωρη ατσάλινος ήρθες

με χέρια ακάνθινα και ματωμένα

φορώντας των νικητών το ένδυμα

γυμνός μέσα σε πανοπλία ηφαίστεια

γυρνώντας το στρόβιλο των νεκρών πηγών

έως τριγμού οστών σφίγγοντας τη μέγγενη

με μάτι αγριεμένο πουλιών τυφλών

φτύνοντας ψυχές εκπορνευμένες

σαλτιμπάγκων παλουκώνοντας κρανία

χωρίς έλεος και μύρα

μαύρος καβαλάρης και μοναχικός

εγώ ειμί ο τρόμος, δήλωσες

εγώ ειμί ο Τιμωρός

*






Ίσκιοι



Ακροβασίες του νου λυτρωτικές κι ευλογημένες. Πάνω σε σχοινί μεταξωτό. Που λυγίζει κάτω απ’ τ’ ανεπαίσθητο βάρος της σύντομης νιότης μιας πεταλούδας. Με μιαν κίνηση οινοχόου έμπειρου ρέει ο νους σε συγκοινωνούντα χαρμολύπης δοχεία. 

Κοχλάζουν όλα. Όλα ρευστά. Έπειτα, πάλι, όλα ηρεμούν. Στην ίδια στάθμη έρχονται: ο ακανθογέννητος πατέρας, η μάνα που λυγμούς τριανταφυλλένιους φύτευε, οι αγκαλιές οι αλαργινές που σε κρεβάτια σεμνά έθρεψαν το σώμα που πεινούσε. Τα όνειρα που υφάνθηκαν και ξηλώθηκαν σ’ αργαλειούς σαθρούς από χέρια άπειρα. Οι ετοιμόρροπες αγάπες που σκόνη γίνηκαν στο πρώτο θρόισμα που έφερε αεράκι ελαφρύ. Οι απώλειες που γίνηκαν λευκοί αφροί από κύματα που σπάσανε σε μακριές λοφώδεις ράχες, σχηματίζοντας ραβδώσεις επώδυνες κατά την διεύθυνση της ολοένα και πιο φθίνουσας έντασης ενός απακμάζοντος ανέμου. 

Φαντάσματα γοργόνας βοηθούν να χαραχτεί επιτύμβιο από δάκρυα ακύλητα. Γοργόνας που πέθανε ονειρευόμενη πόδια ανθρώπινα. Εκεί όπου πλέουν αντικριστά σιωπές κι αρμύρα. Εκεί που γλυκόδυνα η τόσο γνώριμη της ζωής τραγικότητα εξιλασμούς προσμένει, αφήνοντας πίσω της ίσκιους λευκούς και ραδινούς.

*


Ονυχοφαγία

Με λύσσα έφτυνε στο πάτωμα τα νύχια που με τα δόντια έκοβε. Στο πάτωμα βουνό τα φαγωμένα τα νύχια. Συνήθεια πολύ παλιά. Παλιά και δοκιμασμένη. Έφτυνε τις μέρες, τον τρόμο, την οργή. Την αδυναμία, τη σιχασιά, την ανασφάλεια έφτυνε.

Μετά έβγαινε έξω, κρύβοντας βαθιά στις τσέπες τους ζογκλέρ που κατοικούσαν μέσα στα φοβισμένα χέρια της.  Έβγαινε έξω μαζί με τους εξαγριωμένους ελέφαντες που είχαν σκαρφαλώσει στα πόδια τα σερνόμενα.

Διέσχιζε τα σφαγεία των δρόμων. Κοιτούσε τα βλέμματα των από το τσιγκέλι κρεμασμένων. Οσφραίνονταν το αίμα, τα χνώτα των αχράντων μυστηρίων, τις ανοιχτές κακοφορμισμένες πληγές. Άκουγε τις φωνές των σφαγιασμένων παιδιών που πέτρες γίνανε και πέσανε στο ποτάμι. Άκουγε το γλουπ που κάνανε οι πέτρες. Άκουγε τα ξύλιν’ αλογάκια που βημάτιζαν ασθμαίνοντας πάνω στις σπασμένες πλάκες των  βρώμικων πεζοδρομίων. Κλαπ κλαπ κλαπ. Πεινάω. Κλαπ. Διψάω. Κλαπ. Τρέμω. Κλαπ. Μόνος. Κλαπ. Μόνη. Κλαπ. Πονάω. Κλαπ, κλαπ.
Σκόρπισε, λάσπιασε, οικειοθελώς συρρικνώθηκε. Διαλύθηκε σ’ ατάραχο νερό. Στα σφαγεία των δρόμων που διέσχιζε. Στα δωμάτια του τρόμου που κατοικούσε. Τα γεμάτα με θεόρατα τηγάνια. Τα γεμάτα με γιγάντια χέρια. Τα γεμάτα μ’ αρπακτικά κατοικίδια. Τα πνιγμένα από φύκια, απ’ αχινούς και κόκαλα και νύχια φαγωμένα.                                                                              

notationes /// ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016,/// ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΛΑΛΟΥ ///'ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ



                                                                                        


Εσωτερική αταξία






Αγαπούσε το χάος
Την ακαταστασία στο γραφείο
Την ακαταστασία στο μυαλό
Να μη θυμάται πού είναι τι
Να έχει δικαιολογία
Να μη βρίσκει τι θέλει
Να μην ξέρει τι θέλει
Να τα έχει όλα μπροστά της
Και να μην τα βλέπει
Να είναι όλα μπρος στα μάτια της
Αλλά να κάνει πως δεν τα βλέπει
Να είναι όλα μέσα της
Και όλο να τα ψάχνει
Να είναι η ίδια μέσα της
Και όλο να τη χάνει
Αγαπούσε τη θάλασσα μέσα της
Την τρικυμία
Το κύμα
Την ανάσα
Το χάδι της
Με τόση θάλασσα μέσα της
Πώς να βάλει τη ζωής της σε τάξη
Ένα ταξίδι ατέλειωτο
Ο κόσμος της
Ένα ταξίδι
Πιο μέσα στο μέσα της

notationes ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016 /// ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΡΟΥΜΠΑΣ /// ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ





Γραφείον ενικού τουρισμού


Γιάννης Στρούμπας

Καλλιγράφος, 2016
64 σελ.


*

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟ ΜΠΛΟΥΖΑΚΙ


Με περιεργάζονται λεπτομερώς
περιμένοντας την αδερφή μου
για τη ντίσκο.
– Τι γλυκούλης! Αέρινος! Θεός!
Έτσι είναι τα γυμνασιοκόριτσα.
Συγκινούνται
κάθε που αντικρίζουν
αγοράκια
των πρώτων σχολικών τάξεων.
– Και τι μελένια χρώματα!
Τι πέταγμα χορευτικό!
Εντάξει, υπερβολές.
Ξέρω, με πιάνει τα καλοκαίρια ο ήλιος
μα στον χορό δεν πεταρίζω ακόμα.
Μήτ’ έχω μούσκουλα βαρβάτα, να πω,
για να καρφώνουνε το στήθος μου οι ματιές
με λαίμαργη λαχτάρα
ή οι αφές αγκαλιαστά να γουργουρίζουν
σ’ αργό ρομαντικό μπλουζάκι
θερινής νυκτός.
Μη βιάζεστε·
θα δείτε,
θα μοιάσω μεγαλώνοντας
στης μπλούζας μου
τον Τζον Τραβόλτα.

***

ΠΛΥΝΤΗΡΙΟ

Πετσέτες, σορτς, μπλουζάκια
πάλι μαζευτήκαν ποτισμένα αρμύρα.
Δεν προλαβαίνεις τη μια στοίβα
κι έρχεται νέα, επίμονη
να σου ζητά φρεσκάρισμα επειγόντως.
Σαν να μην άδειασε στιγμή
η λεκάνη με τα άπλυτα,
Σαν μαγεμένα ν’ απαντήθηκαν
μέλλον, παρόν και παρελθόν
μπροστά σ’ ένα πλυντήριο
στου χρόνου την προβαρισμένη περιδίνηση.

***

ΔΟΥΛΕΜΠΟΡΙΟ ΛΟΥΚΟΥΜΑΔΩΝ


Στριμωγμένοι μες στον δίσκο
ώρες παρελαύνουν άσκοπα
στης παραλίας το σκλαβοπάζαρο,
καπέλο
(προσήμανση του κόστους, θαρρείς)
στο κεφάλι του λουκουματζή.

Αχόρταγος δουλέμπορος μελαχρινής σαρκός
τους περιφέρει
Αλλά κανείς δεν λέει
να τους ελευθερώσει.
Ολόγυμνοι
υπόδουλοι στις μύγες
Άοσμοι και στεγνοί
σε ξέρα ναυαγοί
ολοστρόγγυλες κουλούρες
ξέπνοα μηδενικά.

Θα κονταροχτυπιόμουνα
για χάρη τους ιπποτικά
Μα έτσι υποταγμένοι
αξίζουν τη δουλεία τους.

Λοιπόν, δεν θ’αγοράσω.
Οι σκλάβοι στα δεσμά τους

notationes ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016 /// TΙΤΣΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ /// 'ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ


                                  


 ΘΕΑΤΡΟ







Πιάσαν τις πρώτες θέσεις και μεις στο θεωρείο
το έργο πανάρχαια μαριονέττα
πίσω από κουρτίνες βελουδένιες
σφάζαν τον πρωταγωνιστή
χάριν της αλήθειας
Οι κομπάρσοι υποκλίθηκαν
ανεπαίσθητα χειροκροτήματα
όμως εκείνος στ’ αλήθεια πέθαινε
Όρθιος
με τα 40 μαχαίρια
καρφωμένα στην πλάτη του
Έτσι μας άφησε γεια
ενώ το σανίδι έτριζε
Λέξεις ολόκληρες ανάμεσα
στ’ άσπρα του δόντια
κι οι καστανοί βόστρυχοι
να πλέουν στο αίμα
η αγάπη κέρδος,
που κερδίζεται απ’ το τίποτα. 


Ο πίνακας είναι παρμένος από Homo Universalis

notationes ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016 /// ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ /// 'ΕΞΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ







Εγώ το μαύρο θα κρατάω έως θανάτου



Κώστας Γ. Παπαγεωργίου

Κέδρος, 2016
56 σελ.


****

 Υπόσχεση

 Ας τραγουδάτε εσείς ' εγώ
το μαύρο θα κρατάω εως θανάτου.

***


Υπόθεση

Αν δύο πνιγμένοι από φιλιά γυμνοί επιπλέουν σε στεκάμενα νερά εγκαταλειμμένου ονείρου αλλά πνιγμένοι από φιλιά και αναίτια τόσο νοσταλγούν τον χωρισμό είναι νομίζω προτιμότερο και από την αυταπάτη ακόμα το τάμα ενός κεριού σε εικόνισμα καταργημένου αγίου.


***



Αίτια του Χειμώνα

Όλα του κόσμου τα έγχορδα ωχριούν μπροστά στο 
θρόισμα μια βεντάλιας μακρινής και με άνοιγμα πε-
τάγματος στα χέρια γυναίκας λυπημένης όχι εξάπα-
ντος από έρωτα. Γιατί δεν υπάρχει φτερό αντάξιο του 
ύψους που ονειρεύτηκε ούτε κόμη εφάμιλλη κεφαλιού 
ελαφρά γερμένου κατή τη μεριά της προσμονής· εκεί 
που πάντα σχηματίζονται τα ανελέητα αίτια του χει-
μώνα.


***

Νοσταλγία μετάλλου 

Νοσταλγία μετάλλου σημαίνει ανάσα μέσω των λουλουδιών που ερήμην του τρέφει.Σημάδι ευλύγιστο στο φως και πρόσταγμα έρωτα κηλιδωμένου από εικόνες ζωής που υψώνονται χωρίς κινδύνου επίγνωση χωρίς τρέμισμα αγάπης. 


***


Τελευταίος λόγος

Τόσο άδειος που έγινα πουλί. Τόση σιωπή που ακούγομαι τραγούδι αλλ’ αν το τραγούδι ζήλευε την ειλικρίνεια μιας μαργαρίτας δεν θα είχε τι να πει στο μάδημά του. Μπορεί επειδή η διαφάνεια υπερισχύει του χιονιού και όταν συμβαίνει αυτό τον τελευταίο λόγο η λάσπη θα έχει.

Η επόμενη μέρα

Μπροστά στη μισάνοιχτη πόρτα της επόμενης μέρας με ακόμα οι ώρες της τόσο νωπές και ασχημάτιστες· δεν διακρίνονται μα όλες μαζί ένα κράμα μουντό και αξεδιάλυτο κάνουν. Εγώ κρατημένος και σαν από προαίσθημα κακό δεν θέλω να μπω –ας βουίζουν στ’ αυτιά μου τα επόμενα· παριστάνω ότι δεν και ότι δήθεν ανέμελα ρίχνω πέτρες στης περασμένης νύχτας το παράθυρο. Ακούω σπασίματα γυαλιών και τότε σκέφτομαι μπορεί κάποιος δικός μου αγαπημένος να χαμογελάει κρυφά 

notationes ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016 /// ΚΑΡΟΛ ΑΝΝ ΝΤΑΦΥ /// ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ





Η  Κάρολ  Άνν Ντάφυ γεννήθηκε το 1955 στη Γλασκόβη και από το 1996 ζει στο Μάντσεστερ. Aπό εργατική οικογένεια, δηλωμένη ομοφυλόφιλη και ανύπαντρη μητέρα, επικεντρώνεται στον έρωτα και στην κοινωνία, χαρίζοντας στους εραστές της ποίησης το δικό της φίλτρο για τα πράγματα. Πολλές φορές η ποιήτρια έχει αναφερθεί στην ποίηση σαν να πρόκειται για ένα καθημερινό γεγονός και όχι για μια ειδική περίπτωση. Θέλει να επιτρέπουμε στην ποίηση να είναι τόσο καθημερινή όσο η ομιλία, γιατί είναι ομιλία. Οι λέξεις έρχονται στο στόμα πριν αποτυπωθούν στην σελίδα. Ο λόγος είναι πιο παλιός από  τη γραφή και η ποίηση είναι το ίδιο παλιά με τον λόγο.Το 2009 τής απενεμήθηκε η ύψιστη λογοτεχνική διάκριση της Βρετανίας (Poet Laureate)


Mεταφράζει η Ασημίνα Ξηρογιάννη


Η κυρία Δαρβίνος


 
                                  7 Απριλίου 1852

 
Πήγε στο ζωολογικό κήπο.
Του είπα εγώ-
Κάτι σ' αυτόν εκεί τον Χιμπατζή μου θυμίζει εσένα.


**

H  νύχτα

Στην μακρά των πενήντα ετών νύχτα
αυτές είναι οι λέξεις που σέρνονται έξω από τον τοίχο.
Υποφέρω. Τέρας. Να καείς στην κόλαση.
Όταν ξημερώνει
Λεω
Αμήν.


**

Η κ. Ίκαρος

Δεν είμαι η πρώτη ούτε η τελευταία
που κάθεται  σ' έναν λοφίσκο
και παρακολουθεί τον άνδρα που παντρεύτηκε
να αποδεικνύει στον κόσμο
πως είναι ένας τέλειος, απόλυτος, αναμφισβήτητος
πρώτου βαθμού βλάκας.



Αναδημοσίευση από: VAKXIKON

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016/// ΑΝΤΖΕΛΑ ΓΕΩΡΓΟΤΑ /// 'Ενα ποίημα






 η τέχνη της παράστασης 



Ντύνομαι προσεκτικά.
Ανεβάζω το καλσόν,
ισιώνω τις πτυχές από το φόρεμά μου,
διορθώνω το κραγιόν.
Χτυπάει το κινητό σου επίμονα,
κλείνω τα μάτια,
εισπνέω ακόμα μια φορά
τον καπνό σου.
Σου φτιάχνω το πουκάμισο,
χτενίζω με τα δάχτυλά μου τα μαλλιά σου,
νιώθω πως παίζω το παιχνίδι για πολλοστή φορά,
πρόβα μια που ποτέ δεν γίνεται παράσταση.
Κανείς μας δεν έχει μάθει το ρόλο του τελικά,
επαναλαμβάνουμε συνεχώς την πρώτη πράξη.
Κουρδίζω το ρολόι ,
αύριο την ίδια ώρα θα έρθουμε ξανά,
στην ίδια σκηνή,
μονάχα το φόρεμα θα αλλάξω
(αυτό που δυσκολεύεσαι να ξεκουμπώσεις).

Λίγο πριν μπω στο ασανσέρ
σε βλέπω να κλείνεις την πόρτα,
δεν σε αναγνωρίζω,
δεν σε θυμάμαι,
δεν είσαι εσύ ,
δεν είμαι εγώ.

( Όλη η ζωή μας
μονάχα μια παρένθεση) 

Ο πίνακας είναι παρμένος από εδώ

notationes ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016/// ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΚΗΝΙΩΤΗΣ /// ΠΟΙΗΜΑΤΑ

                                                                              






Η  ζωή είναι ταξίδι

55 ανέκδοτα ποιήματα

Κωνσταντίνος Μ. Σκηνιώτης

ΑΩ Εκδόσεις, 2016
112 σελ.


 ***


 Τύχη


 Τί είναι τύχη;ρώτησες.

Κοίτα απέναντι
τον τοίχο που θα ήθελες να γκρεμίσεις.
Καταρρέει
Τώρα,μπορείς να διαβείς. 



 ***


 Στίχοι  ασύνδετοι (απόσπασμα)



Δηλητήριο 
καθημερινά βυζαίνουν τα παιδιά της'
η μάνα γη εθίστηκε στο θάνατο.

 Πείνα'
σκληρή και δυνατή σαν πόλεμος
του σιταριού και των σταχυών η ακαρπία

Φόβος'
των ισχυρών του κόσμου αυτού
είναι το όπιο.

Θερισμός'
ποτέ οι κρατούντες να  μην είναι οι θεριστές'
της ζωής εμείς είμαστε τα στάχυα.

Βλέμμα' 
τρυπάνι ανθρακωρύχων προς το φως,
αετονύχηδων πέπλο που κρύβει το φως.

Νύχτα
άπλωσαν οι νικητές παντού'
μόνο έτσι ο ήλιος κρύβεται.

Μετανάστες'
αίμα κατακόκκινο στις φλέβες όλοι μας
ταυτότητα σαφής και ανεξίτηλη.

 [...]

notationes ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2016 /// ΣΤΗΛΗ : THE ARTMANIACS /// Ο ΣΠΥΡΟΣ ΑΡΑΒΑΝΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΕΙΝ ///



                                                                             
                                              


Συνέντευξη στην Ασημίνα Ξηρογιάννη



Σας καλωσορίζω στο varelaki, κ. Αραβανή, σε μια συνέντευξη που αφορά αποκλειστικά στο περιοδικό Ποιείν, το οποίο εφέτος τον Οκτώβριο γιορτάζει τα 10 χρόνια λειτουργίας του. Ας γυρίσουμε λοιπόν 10 χρόνια πίσω, ως είθισται στις επετείους. Πείτε μου πώς ξεκίνησε και πώς πορεύεται το Ποιείν.


Η ιστορία του Ποιείν  περιέχει τρεις χρονολογικές φάσεις. Ιδρύεται, ως μια πρωτόλεια μορφή site-blog, το 2001 από τον Σωτήρη Παστάκα, (δική του έμπνευση, εκτός των άλλων, και το εξαιρετικό αυτό απαρεμφατικό του τίτλου προφητεύοντας το ζωντανό του οργανισμό). Συνεχίζει, με μια μικρή τεχνολογική εξέλιξη το 2004, πάντα ως ένα προσωπικό του ποιητικό ημερολόγιο με αραιή ανανέωση. Δυο χρόνια αργότερα, το 2006, αφ’ ότου τον έχω γνωρίσει και έχει φιλοξενήσει ποιήματά μου, με προσκαλεί να συμμετέχω στο διαχειριστικό του έλεγχο. Στην αρχή μαθητεύοντας και με το πέρασμα του χρόνου συνεκδοτικά και συνδιευθυντικά. Έτσι, Οκτώβριο του 2006, ξεκινά η ιστορία του λογοτεχνικού, πια περιοδικού, Ποιείν, η οποία συνεχίζει μέχρι σήμερα με την ίδια μάλλον ανορθόδοξη μέθοδο. Αυτό μεταφράζεται ως εξής:

Δεν υπάρχει καμία συντακτική ομάδα η οποία να αποφασίζει κεκλεισμένων των θυρών ως Ιερά Εξέταση ή φωτογραφούμενοι σε ποιητικά καφενεία, ως βαρόνοι του πνεύματος. Συνεχίζουμε να δημοσιεύουμε βασισμένοι μόνο στο προσωπικό μας λογοτεχνικό φίλτρο. Δεν αλυσοδένεται κανένας συνεργάτης ζητώντας του αποκλειστική συνεργασία. Για αυτό και έχουμε δεκάδες συνεργάτες (οι  δικές τους αφιλοκερδείς δημιουργίες, μεταφράσεις, κριτικές, παρουσιάσεις μεταγγίζουν το αίμα στο περιοδικό) που ήλθαν, είδαν και είτε παρέμειναν είτε απήλθαν. Δεν χρησιμοποιείται καμία τεχνολογική ευκολία προβολής του (Δελτία Τύπου, newsletter, πληρωμένες διαφημιστικές καταχωρήσεις κ.τ.λ.) πέραν της σελίδα του στο facebook. Δεν αξιοποιούνται οι νέες τεχνολογικές διευκολύνσεις κάνοντας το περισσότερο ελκυστικό γραφιστικά Δεν συνεργάζεται  με κανέναν εκδοτικό οίκο ή βιβλιοπωλείο στο πλαίσιο οικονομικού δούναι και λαβείν (οι χορηγίες επικοινωνίας και τα διαφημιστικά banner γίνονται από ελεύθερη βούληση και όχι με εμπορική χρήση). Και το σημαντικότερο: δεν αποκλείεται οτιδήποτε έχει –σύμφωνα με τα προσωπικά κριτήρια- λογοτεχνική αξία ακόμα και αν υπάρχουν προσωπικές έριδες. Όλα αυτά όχι στο πλαίσιο ενός underground marketing ή μιας ελιτίστικης νοοτροπίας, αλλά γιατί αυτή είναι η φύση του. Αυτή είναι και η νοοτροπία μου. Τόσο απλά. Τόσο φυσικά. Τόσο ανεξάρτητα. Καλώς ή κακώς. 


Αν κάποιος σας ζητούσε ένα σύντομο απολογισμό, τι θα απαντούσατε για τα κέρδη του;


Το μεγαλύτερο κέρδος είναι ότι το Ποιείν από την πρώτη μέρα της παρουσίας του ως περιοδικό, συνεχίζει να λειτουργεί με την πλέον δημοκρατική νοοτροπία δημοσίευσης: η κεντρική ανάρτηση ανανεώνεται κάθε 24 ώρες. Αυτό σημαίνει πως είτε νομπελίστας ποιητής είσαι, είτε 20αρης πρωτοεμφανιζόμενος, έχεις ισότιμο χρόνο προβολής. Σήμερα, την εποχή της υπερ-πληροφορίας και του καταιγιστικού ρυθμού δημοσίευσης κειμένων, το Ποιείν θα συνεχίσει να ανανεώνεται μια φορά την ημέρα όσον αφορά τη πρωτότυπη λογοτεχνική του ύλη. Είναι κάτι που δεν τo διαπραγματεύομαι, όσο και παλαιομοδίτικο, ως νοοτροπία, ακούγεται. Κέρδος του βεβαίως δεν μπορεί παρά να είναι και όλος αυτός ο όγκος των δημοσιεύσεων (κοντά πια στις 4.000). Αυτή είναι η περιουσία και παρακαταθήκη του η οποία κρίνεται και θα κριθεί μόνο από τους αναγνώστες του.

Ως προς τα προσωπικά μου κέρδη, τώρα, το Ποιείν μού γνώρισε εκατοντάδες ποιήματα, δεκάδες ποιητές και ελάχιστους φίλους. Και τα τρία ως συνειδητή μου επιλογή. Και πάντα θα φυλάω μέσα μου τις ωραίες ανθρώπινες ζωντανές εκδηλώσεις του, κυρίως τα πρώτα «αθώα» χρόνια, πριν ξεκινήσει αυτός ο ορυμαγδός των παρουσιάσεων που ζούμε. 


Ως προς τις ζημιές του;


Η μία και μοναδική είναι ο χρόνος που του αφιερώνω αυτά τα δέκα χρόνια. Γιατί αυτό που βλέπετε, είναι η κορυφή του παγόβουνου. Το αθέατο μέρος είναι οι ατελείωτες ώρες προσωπικής εργασίας (επιλογή δημοσιεύσεων, επιμέλειες στα ετήσια Αλμανάκ, αναρίθμητη αλληλογραφία, οργάνωση εκδηλώσεων, ανανεώσεις των banner προβολής και της σελίδας στο facebook και άλλα «λειτουργικά») τις οποίες, κοιτώντας τώρα από μια χρονική απόσταση, δεν θα αντάλλασα με τίποτε άλλο λιγότερο κοπιαστικό. Γιατί πρόκειται για την πιο κερδοφόρα «ζημιά» που θα μπορούσα να έχω.


Έχετε μετανιώσει για κάτι; Αν μπορούσατε κάτι να αλλάξετε, τί θα ήταν αυτό;


Έχω μετανιώσει για τη βίαιη «ενηλικίωση» που έζησα μαθαίνοντας τις ανθρώπινες ιστορίες πίσω από το λογοτεχνικό έργο. Και όταν λέω «ανθρώπινες ιστορίες» δεν εννοώ εκείνες τις ανθοφορούσες βιογραφίες, αλλά αυτές τις γνωστές ασημαντότητες, τα «μικροσυντεχνιακά» Αν άλλαζα, λοιπόν, κάτι, θα έκλεινα τα αυτιά μου στις παραλογοτεχνικές σειρήνες που κελαηδούσαν δίπλα μου, ώστε να μείνω για περισσότερο χρόνο «ρομαντικός».

Με βάση αυτή, τη σημερινή μου διαπίστωση, θα άλλαζα και τον τρόπο διαχείρισης εκ μέρους μου των σχολίων του Ποιείν, στα πρώτα του χρόνια, όταν και επέτρεψα λεκτικούς διαξιφισμούς (παίρνοντας ενίοτε και εγώ μέρος) οι οποίοι δεν είχαν σχέση με το εκάστοτε έργο, αλλά με τα πάρεργα. Σήμερα, κάτι τέτοιο δεν το επιτρέπω να συμβεί. Με διευκολύνει πάντως το γεγονός ότι εξαιτίας του facebook, ένα μέρος του κόσμου εκτονώνει εκεί τα έξω-λογοτεχνικά του απωθημένα. Έτσι χαίρομαι για το γεγονός ότι ενώ αυξάνονται τόσο η επισκεψιμότητα του περιοδικού όσο και τα διαδικτυακά του μέλη (10.000 και πλέον)  υπάρχει εμφανής ποσοτική μείωση των σχολίων του. Αντίθετα με θλίβει βαθύτατα ότι μειώνονται και οι εξαιρετικοί ποιητικοί σχολιασμοί, μέρος της «προίκας» του Ποιείν – η φεισμπουκική νοοτροπία του «like» είναι και εδώ σαρωτική. Αυτό φαίνεται και στις συνεργασίες-κριτικά κείμενα που μας αποστέλλονται. 



Ποια είναι η εκδοτική δραστηριότητα του Ποιείν;


Το 2012 προχωρήσαμε στη συνεργασία με τις εκδόσεις-περιοδικό Μετρονόμος λόγω των εχεγγύων που προσέφερε η πολύχρονη και δοκιμασμένη γνωριμία μου με τον εκδότη, Θανάση Συλιβό, δημιουργώντας, έτσι, τη Σειρά Ποιείν. Μέχρι σήμερα έχουμε εκδώσει μόνο 14 βιβλία. Και λέω «μόνο» γιατί οι απορρίψεις των βιβλίων προς έκδοση είναι πολλαπλάσιες. Δεν τρέφω καμία ανάγκη βιβλιοεκδοτικής καριέρας ειδικά στο πλαίσιο του σημερινού εκδοτικού σούπερ-μάρκετ. 



Η Επιθεώρηση Ποιητικής Τέχνης, Ποιείν, εκπέμπει και ραδιοφωνικά.



Μολονότι αγαπώ την τέχνη του γραψίματος και όχι του ραδιοφώνου, εδώ και δυόμισι χρόνια, κάθε Σάββατο, επιμελούμαι τη ραδιοφωνική εκπομπή «Ποιείν Radio», στη συχνότητα της ertopen.com, 106,7 FM. Ο λόγος είναι καθαρά από μια ανάγκη να ακούσω, εγώ πρώτα ως ακροατής, στο ραδιόφωνο, ποιητικά έργα και ζώντες δημιουργούς οι οποίοι δεν βρίσκουν εύκολα χρόνο και θέση στα ραδιοκύματα, αλλά και να ακουστεί η μελοποιημένη ποίηση πέραν του επίσημου corpus της βλ. Θεοδωράκης, Μικρούτσικος κ.τ.λ. Αποτελεί έτσι μια προέκταση του Ποιείν, ειδικά της Σαββατιάτικης στήλης του, «Ραδιόφωνο Ποιείν», όπου δημοσιεύονται κείμενα για δίσκους και βιβλία μελοποιημένης ποίησης.



Ποια είναι τα σχέδιά σας για το Ποιείν;


Ένα είναι το σχέδιο και παραμένει αναλλοίωτο από την αρχή της εμπλοκής μου. Να δημοσιεύονται όσο το δυνατόν καλύτερα κείμενα χρησιμοποιώντας την παρουσία μου προς όφελος του Ποιείν και όχι το αντίστροφο.