Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010

AΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ-ΑΘΩΕΣ ΓΡΑΦΕΣ

..βραδύτητα...



Καθυστερούμε την συνάντησή μας.

Στην αρχή την καθυστερούσαμε τυχαία.

Τώρα πια ηθελημένα.

Και διασκεδάζουνε στη σκέψη ότι ηθελημένα καθυστερούμε.

Και ηδονιζόμαστε στη σκέψη ότι-όταν βρεθούμε-

μπορεί και να αρέσουμε ο ένας στον άλλο.

Αρέσουμε ήδη.Ήδη αδημονούμε.

Κι είναι τόσο όμορφα!

Αν είναι αυτό να αλλάξει,

ποτέ να μην βρεθούμε.

Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010

ΠΑΝΟΣ ΝΙΑΒΗΣ:Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ <Προφητείας του Ανέμου>

Είναι η ομιλία του Πάνου Νιαβή στην παρουσίαση του βιβλίου <Η Προφητεία του Ανέμου>.Πρόκειται για έναν από τους τρεις ομιλητές της βραδιάς[οι άλλοι δύο ήταν ο συγγραφέας Δημήτρης Φύσσας και ο Καθηγητής Πανεπιστημίου Γιώργος Τσουρβάκας].Ο Πάνος Νιαβής μιλάει για την ποίηση της Ασημίνας Ξηρογιάννη και για την Ποίηση γενικά,κάνοντας και μια συντομη αναφορά -αναδρομή στην Ιστορία της Ποιήσεως.


Καλή Ανάγνωση








-1-







Όταν η Μίνα Ξηρογιάννη μου ζήτησε να είμαι ένας εκ των παρουσιαστών της παρούσης ποιητικής συλλογής ένοιωσα μια τεραστία έκπληξη . Η αιτία δεν ήταν άλλη από την ιδιότητά μου : Θα σας μιλήσω ως αναγνώστης και ως λάτρης της ποίησης.
Αμέσως το μυαλό μου , μετά την πρώτη ανάγνωση των ποιημάτων της Μίνας ήταν ότι ήταν υποχρέωσή μου να αποδεχτώ αυτή την τιμητική πρόταση. Η πρώτη ανάγνωση μου έδωσε να καταλάβω πως η Μίνα Ξηρογιάννη έχει τη στόφα μιας ποιήτριας ενταγμένης μες στην κοινωνική πραγματικότητα των ημερών μας που σχεδόν όλες οι συλλογικές μας πραγματώσεις έχουν κατασταλεί και η ερημία της ατομοποίησης ως ο πρώτος πλανητικός κοινωνικός σχηματισμός που αποκλήθηκε παγκοσμιοποίηση καταδυναστεύει τις ζωές μας και φυσικά αυτό αντανακλάται και σε κάθε μορφή καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Σχεδόν σε όλο το εύρος του βιβλίου η ηρωίδα θυμάται , αναλογίζεται, αναπολεί ή συνομιλεί με τον ήλιο , το φεγγάρι , το ποθούμενο σώμα που απουσιάζει παρμένο από ποτάμια που μισήθηκαν . Όλα ειδομένα μες σε μαύρους καθρέφτες , με μυρωδιά πεθαμένων λουλουδιών . Κι ο χώρος της ποιήτριας είναι : οι σταθμοί είναι έρημοι , κι άνθρωποι εκτός οπτικού πεδίου, γιατί , … έχασα εσένα μα κέρδισα την ποίηση , μας λέει εισαγωγικά . και η θαλπωρή της βρίσκεται μες στις μνήμες του παρελθόντος της αφοπλισμένη, τελείως , και τέλεια αφοπλιστική , ποιητική της γλώσσα ενδύεται μια απροσδόκητης ωριμότητας αποκαλυπτική γυμνότητα.
Η γραφή της , μοιάζει να έχει επιρροές από τον υπερρεαλισμό και δανείστηκε στοιχεία του, τα οποία έχει ωστόσο εντάξει στο προσωπικό της ποιητικό όραμα , ενός χρόνου που έχει φύγει αλλά που η ποιητική της στόφα της επιτρέπει να τον επαναφέρει σε παρόντα χρόνο αφηγουμένη το τότε στο τώρα μέσω μιας υπερ ρεαλιστικής πραγματικότητας που την διαμορφώνει για λογαριασμό μας με την ελλειπτική γραφή της .
Το επόμενο ερώτημα και συνάμα αγωνία , ήταν πως εγώ ένας μέσος αναγνώστης θα συγκροτήσω ένα λόγο που καλείται να κρίνει , να αισθανθεί , να αφουγκραστεί να ερμηνεύσει και να αποκωδικοποιήσει τις ποιητικές καταβολές της ποιήτριας .
Έθεσα ως πρώτη προτεραιότητα να διερευνήσω για λίγο , εισαγωγικά τον ρόλο μου ως αναγνώστη .



Α) Πρέπει να αναζητήσω μέσα σ αυτά τα ποιήματα αυτό που ήθελε να πει η ποιήτρια ;



2

Β) πρέπει να αναζητήσω στα ποιήματα αυτό που το ίδια τα ποιήματα λένε, ανεξάρτητα από τις προθέσεις της ποιήτριας ;



Εκ των πραγμάτων σας λέγω ότι είμαι υποχρεωμένος να αναζητήσω στην παρούσα ποιητική συλλογή αυτό που τα ίδια τα ποιήματα λένε ως προς την συμφραστική τους συνεκτικότητα μέσω των συστημάτων σημασιοδότητης.
Και στην οποία πρέπει να ανατρέξω αναζητώντας στα ποιήματα αυτό που εγώ ως αποδέκτης- αναγνώστης βρίσκω βασιζόμενος στα δικά μου συστήματα σημασιοδότησης και φυσικά τις επιθυμίες μου τις παρορμήσεις μου και τις προαιρέσεις μου.
Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε για λίγο τί ακριβώς έκανε η ποιήτρια , την υποψιάζομαι να γράφει κάτω από το κράτος της υποκειμενικής της διάθεσης ,με εκείνη την απαραίτητη φόρτιση που έλκει την καταγωγή της από την συμπιεσμένη ενέργεια ενός ζέοντος φορτίου αισθημάτων, επιθυμιών και ενορμήσεων . Μιας διάθεσης απελευθερωτικής και εκείνης και των πιθανών εραστών της ποίησής της με την μετατροπή της σε λιτά λεξιακά μορφώματα.
Αυτή η λιτή και ελλειπτική γραφή με την άνετη φαινομενολογική της αφήγηση αφήνει σχεδιασμένα ( με τον τρόπο που το κάνει και η μεγάλη Κυρία της ποίησης μας - Κική Δημουλά - ) αναπάντητα ερωτήματα : Ποιος είναι ο λόγος και η βαθύτερη αιτία που η ενέργεια αυτή είναι μετατρέψιμη επιλεκτικά σε αυτά τα συγκεκριμένα γλωσσότυπα ;
Κι ακόμη τί είναι αυτό « που χωλαίνει» στο είναι της και καθιστά τη γλωσσική της ύλη ευαίσθητη σε τόσο βαθιές πυκνώσεις με τόσο βαρύ ποιητικό δυναμικό ;
Σαν ένας από εκείνους που αναζητούν το χαμό τους μες στην ανάγνωση και έχοντας το δικαίωμα και την πρόσβαση στις ηδονές της ποίησης , γιατί η ποίηση είναι ένα όχημα εκ βαθέων, που παραβιάζει τα σύνορα του ορθού λόγου και μας αναγγέλλει τον παφλασμό του θαύματος μέσα από δρόμους επικοινωνίας με ιδιωτικές σημασίες. Και Γιατί , « μόνο οι ποιητές μπορούν να προτείνουν και να ιδρύσουν μιαν άλλη πραγματικότητα» , όπως λέγει ο μεγάλος ποιητής μας Έκτωρ Κακναβάτος. Η Μίνα Ξηρογιάννη , με την ποίηση της εκφράζει με επάρκεια την πάλη ανάμεσα στα πάθη της και το Λόγο : τα πάθη της πιέζοντας το λόγο της που βγαίνει παθιασμένος κι ο λόγος πιέζοντας τα πάθη τα αναγκάζει να εκβάλουν άλλοτε σαν λεξιακή λάβα κι άλλοτε ως λεξιακά νεφελώματα.
Αυτή η διαρκής διαλεκτική τριβή στα εντός της ποιήτριας είναι ο σπινθήρας -ποίημα που πυροδοτεί τη φαντασία μας ως αναγνώστες για να πάμε πέρα απ το ανέφικτο.
Γιατί το ανέφικτο είναι αυτό που μας δαιμονίζει ,μας δείχνει πόση στενότητα κρύβουν τα όρια μας . Κι ποίηση και η φαντασία μας δόθηκε για να
αναζητούμε το ανέφικτο …. Γιατί δεν είναι που είναι τα πράγματα έτσι που υπάρχουν αλλά που μπορούν να είναι και αλλιώς χάρη στους ποιητές.
Και η Μίνα με την παρούσα ποιητική της συλλογή προτείνει και ιδρύει μιαν άλλη πραγματικότητα που μας καλεί να την ανακαλύψουμε και να γίνουμε κοινωνοί της .



Θα είχε όμως αξία εδώ να καταπιαστούμε για λίγο παρενθετικά και εν συντομία με τον Ερώτα και τον ερωτισμό και με την ιστορία και την διαδρομή της ερωτικής ποίησης .



Η σχέση μεταξύ Έρωτα και ποίησης είναι μια σχέση για την οποία θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο έρωτας και ο ερωτισμός είναι η ποιητική του σώματος ενώ την ποίηση θα την αποκαλούσαμε δίκαια την ερωτική διάσταση του Λόγου.
Η σχέση της ποίησης με τη γλώσσα είναι εκείνη η σχέση του ερωτισμού με τη σεξουαλικότητα . Όπως στο ποίημα που γλωσσική αποκρυστάλλωση παρεκκλίνει από τον αρχικό της σκοπό και τον προορισμό που είναι η επικοινωνία , έτσι και η σεξουαλική πράξη δηλώνει πάντα το ίδιο : αναπαραγωγή , σε αντίθεση με τον ερωτισμό εκεί όπου η ηδονή εκτρέπεται και γίνεται αυτοσκοπός ή έχει σκοπούς διαφορετικούς από την αναπαραγωγή .
Με τον ίδιο τρόπο η γραμμική διάταξη , ένα βασικό χαρακτηριστικό της γλώσσας , όπου οι λέξεις διαδέχονται ή μία την άλλη σαν τρεχούμενο νερό , στην ποίηση η γραμμικότητα αυτή δεν είναι αυτονόητη , γιατί η γραμμικότητα συστρέφεται , πισωγυρίζει , προχωρά ελικοειδώς. Το αρχέτυπο της ευθείας αναιρείται και την θέση της παίρνει ο κύκλος ή σπείρα. Στο ποίημα πολλές φορές τα σημαινόμενα παγώνουν ή διαλύονται και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αυτοαναιρούνται . Οι λέξεις σε ένα ποίημα δεν λένε τα ίδια πράγματα όπως στον πεζό λόγο. Γιατί , το ποίημα δεν επιδιώκει να λέει ,αλλά να είναι . Η ποίηση βάζει σε δεύτερη μοίρα την επικοινωνία , όπως ο ερωτισμός την αναπαραγωγή.
Η Ποίηση κι ο ερωτισμός μπορεί να γεννιούνται από τις αισθήσεις αλλά δεν σταματούν εκεί , στη πορεία και στη διάβα τους εφευρίσκουν φανταστικά σχήματα : ποιήματα και ιεροτελεστίες .
Αν ο άνθρωπος είναι μια «κυματιστή» ύπαρξη , η θάλασσα πάνω στην οποία ταξιδεύει ταράσσεται από τα κύματα του ερωτισμού . Πρόκειται για μία ακόμη διαφορά της σεξουαλικότητας και του ερωτισμού . Τα ζώα ζευγαρώνουν πάντα με τον ίδιο τρόπο , ενώ οι άνθρωποι , είπε ο μεγάλος ποιητής Οκτάβιο Πάθ , κοιτάζονται στον μεγάλο καθρέφτη της συνουσίας του σύμπαντος . τα ζώα μπορεί να γουργουρίζουν , να είναι τρυφερά ή άγρια ,το αλογάκι της παναγίας να καταβροχθίζει το αρσενικό , όμως η λειτουργία τους είναι σε κάθε είδος σταθερή και μονότονη που ο άνθρωπος την μετέτρεψε σε έναν ξεχωριστό κόσμο με απίστευτη ποικιλία, που αποτελείται από ένα σύνολο πρακτικών , θεσμών , τελετουργικών που συνοπτικά ονοματίσαμε πολιτισμό . Έτσι ο ερωτισμός δάμασε το σέξ και το ενσωμάτωσε στην κοινωνία .
Σε αυτή τη διαδρομή οι θρησκείες έπαιξαν η καθεμία το δικό της ρόλο ανάλογα με την οπτική και τις κοινωνικές ανάγκες . Η δημιουργία της ψυχής στο δυτικό πολιτισμό είναι το στάδιο , χάρη στον έρωτα ( έρως ) που από τη θνητή της υπόσταση περνά στην θεϊκή αθανασία.



4



Μία από τις πρώτες εμφανίσεις του έρωτα , είναι στο μύθο του Έρωτα και της Ψυχής που παραθέτει ο απουλήιος στο ΧΡΥΣΟ ΟΝΟ . Ο Έρως θεότητα άσπλαχνη δεν σέβεται ούτε το Δία , και τα βέλη του τον κάνουν να ερωτευτεί μια κοινή θνητή την ψυχή . η παρουσία της ψυχής σε μια ερωτική ιστορία είναι η αναζήτηση της αθανασίας , την οποία πετυχαίνει μέσω της ένωσης της με μια θεότητα.



Είναι γνωστό πως η φιλοσοφία του Έρωτα εμφανίστηκε αρχικά στην Ελλάδα όπου η φιλοσοφία είχε διαχωριστεί πολύ νωρίς από την θρησκεία

Η Ελληνική σκέψη ξεκίνησε με την κριτική των προσωκρατικών φιλοσόφων έναντι των μύθων . Σε αντίθεση με τους Εβραίους προφήτες που επιχείρησαν την κριτική της κοινωνίας τους με αφετηρία τη θρησκεία . Ενώ οι Έλληνες στοχαστές προχώρησαν στην κριτική των θεών τους με αφετηρία τη Λογική.

Έτσι ξέρουμε ότι ο πρώτος Έλληνας φιλόσοφος του Έρωτα , ο Πλάτωνας , υπήρξε και ποιητής . Η ιστορία της ποίησης είναι άρρηκτα δεμένη με την ιστορία του Έρωτα. Βέβαια πρέπει να ξεκαθαριστεί εδώ πως παρ ότι η έννοια της ψυχής κατέχει κεντρική θέση στην φιλοσοφία του πλατωνικού έρωτα δεν έχει την έννοια που συναντάμε αργότερα στον Δάντη , τον Πετράρχη και στην Προβηγκία. . Η φιλοσοφία του Πλάτωνα είναι μία εξιδανικευμένη μορφή του ερωτισμού.



Διαφωτιστικοί επ’ αυτού είναι 2 διάλογοί του αφιερωμένοι στον Ερώτα , τον Φαίδρο και το Συμπόσιον .

Ειδικά το Συμπόσιον αποτελείται από επτά λόγους ή ύμνους για τον Έρωτα που τους εκφωνούν 7 συνδαιτυμόνες .

Απ αυτούς θα σταθώ σ αυτόν που ξεχωρίζει τον ωραίο λόγο του Αριστοφάνη , για να εξηγήσει το μυστήριο της οικουμενικής έλξης καταφεύγει στο μύθο του αρχέγονου ανδρόγυνου.



Πριν υπήρχαν 3 φύλα : το αρσενικό , το θηλυκό και το ανδρόγυνο , αποτελούμενο από διπλά όντα. Το ανδρόγυνο ήταν δυνατό και έξυπνο και απειλούσε τους θεούς . ο Δίας για να το υποτάξει αποφάσισε να το διαιρέσει. Έκτοτε να χωρισμένα μισά αναζητούμε το συμπληρωματικό μας. Βέβαια μέσα στο μύθο «βλέπει» κανείς πως είμαστε όντα ατελή και ο έρωτας και η ερωτική επιθυμία είναι μια διαρκής δίψα για τελείωση. Χωρίς εκείνη ή εκείνον δεν θα είμαι ο εαυτός μου. Αυτός ο μύθος κ εκείνος της εβραϊκής Εύας που γεννιέται από τα πλευρά του Αδάμ χωρίς να εξηγούν στην ουσία τίποτα , λένε τα πάντα για τον έρωτα.

Αλλά ο λόγος του Σωκράτη αποτελεί τον πυρήνα του Συμποσίου η συζήτηση του με μια σοφή ξένη ιέρεια τη Διοτίμα από τη Μαντινεία



Η Διοτίμα αρχίζει λέγοντας ότι ο Έρως δεν είναι ούτε θεός ούτε άνθρωπος . είναι ένας δαίμονας , που ζει μεταξύ θεών και θνητών . Εν μέσω της μιας και της άλλης πραγματικότητας , αποστολή του είναι να φέρνει σε επικοινωνία και να ενώνει τα έμβια όντα. Γι αυτό τον συγχέουμε με τον άνεμο και τον αναπαριστούμε με φτερά . Είναι γιός του Πόρου και της Πενίας , φέρνει σε επικοινωνία το φως με τη σκιά , τον αισθητό κόσμο με τις ιδέες . Ως γιός της



5

Πενίας αναζητά τον πλούτο . Ως γιός του Πόρου , μοιράζει αγαθά , είναι ο «έρων» που ζητά το « ερώμενον» που δίνει. Ο Έρως δεν είναι ωραίος ποθεί την ομορφιά. Όλοι μας ποθούμε , ο πόθος είναι η αναζήτηση κι η απόκτηση του καλύτερου . Ο στρατηγός ποθεί την νίκη, ο ποιητής συνθέτει ένα ποίημα ανυπέρβλητης ομορφιάς . ο έμπορος συσσωρεύει αγαθά και χρήματα . Τι ποθεί ο εραστής ; Αναζητά την ομορφιά ,το ανθρώπινο κάλλος . Ο Έρωτας γεννιέται στην θέα του ωραίου προσώπου .Παρ ότι ο πόθος είναι καθολικός ο καθένας ποθεί κάτι διαφορετικό . Και συνεχίζει η Διοτίμα , ο έρωτας είναι κάτι περισσότερο από την έλξη για το ανθρώπινο κάλλος , το οποίο υπόκειται στο χρόνο , το θάνατο , τη φθορά . Όλοι οι άνθρωποι , λέει , ποθούν το καλύτερο, ξεκινώντας από αυτό που δεν έχουν . Οι άνθρωποι ποθούν την ευτυχία και την ποθούν για πάντα. Δηλ με παντοτινή κατοχή , απόλαυση και αθανασία .Όλοι ποθούν την διαιώνιση κι ο Πλάτων λέει πως η αναπαραγωγή είναι θείο πράγμα, τόσο στα ζώα όσο και στους ανθρώπους . Όσον αφορά τον άλλο τρόπο αναπαραγωγής είναι ανώτερος , γιατί η ψύχη γεννάει μιαν άλλη ψυχή άφθαρτες ιδέες και αισθήματα.



Αυτοί που «εγκυμονούν εις την ψυχήν » συλλαμβάνουν μέσω της σκέψης, είναι οι Ποιητές !!!

Ο λόγος της Διοτίμας και τα σχόλια του Σωκράτη συνιστούν ένα είδος ανοδικής περιπλάνησης σε κλίμακα , χαμηλά ο έρωτας ενός ωραίου σώματος

, ύστερα ο έρωτας πολλών ωραίων σωμάτων, κατόπιν ο έρωτας της ενάρετης ψυχής και τέλος ό έρωτας της άϋλης ομορφιάς. Και η Διοτίμα καταλήγει « Όστις λοιπόν εις την σπουδήν της τέχνης της ερωτικής οδηγηθή εις τούτο το σημείον… όταν προχωρήσει πλέον προς το τέρμα της ερωτικής μυσταγωγίας , θ αντικρύσει εξαφνικά ένα κάλλος θαυμάσιας φύσεως .. το κάλλος χάριν του οποίου κατεβλήθηκαν και οι προηγούμεναι ταλαιπωρίαι όλαι , το οποίον πρώτον μεν υπάρχει αιώνιον και δεν υπόκειται ούτε εις γένεσιν ούτε εις αφανισμόν , ούτε εις αύξησιν ούτε εις ελάττωσιν…. ‘’.



Είναι λοιπόν αναγκαίο εδώ να σας πω πως ο Πλάτωνας μάλλον θα σκανδαλιζόταν μ αυτό που εμείς ονομάζουμε έρωτα. ,οι ιδανικοί έρωτες του Δάντη για τη Βεατρίκη ή του Πετράρχη για την Λάουρα θα ήταν για τον Πλάτωνα ασθένειες της ψυχής .



Οι πλατωνικοί εραστές όπως τους παρουσιάζει το Συμπόσιον , είναι σπάνιοι , όμως θα συναισθήματα που γεννά η ενατένιση του αγαπημένου προσώπου τα οποία μας περιγράφει μέσα σε λίγες γραμμές η Σαπφώ :



Θεός μου φαίνεται στ αλήθεια έμενα εκείνος ο άντρας που κάθεται αντίκρυ σου κι από κοντά τη γλύκα της φωνής σου απολαμβάνει

Και το γέλιο σου αχ που ξελογιάζει και που λιώνει στο στήθος την καρδιά μου σου τα ορκίζομαι ‘ γιατί μόλις που πάω να σε κοιτάξω νοιώθω ξάφνου μου κόβεται η μιλιά μου

Μες στο στόμα η γλώσσα μου στεγνώνει ‘ πυρετός κρυφός με σιγοκαίει κι ούτε βλέπω τίποτα ούτε ακούω

Μα μου βουίζουν τα αυτιά μου κι ένας κρύος ιδρώτας το κορμί μου περιχάει ‘





6

Τρέμω σύγκορμη αχ και πρασινίζω σαν το χόρτο και λέω πως λίγο ακόμη ‘λίγο ακόμη και πάει να ξεψυχήσω . ( Ανασύνθεση και απόδοση Οδυσσέας Ελύτης 1984 ).

Ποιήματα αυτής της συγκινησιακής φόρτισης δεν συναντώνται στην αρχαία ελληνική γραμματεία . Η πλειονότητα αναφέρονται στον έρωτα παρά στην Αγάπη . Το ίδιο ισχύει και για την Παλατινή ανθολογία . Μερικά από αυτά τα μικρά ποιήματα είναι αξέχαστα , πχ τα ποιήματα του Μελέαγρου , κάποια που αποδίδονται στον Πλάτωνα , ορισμένα του Φιλόδημου . Σε όλα αυτά βλέπουμε - και κυρίως ακούμε- τον εραστή στις διάφορες ψυχικές του καταστάσεις – πόθο , ηδονή , απογοήτευση , ζήλια , εφήμερη ευτυχία - αλλά ποτέ εκείνον ή εκείνη , τα αισθήματα ή τις συγκινήσεις τους . Δεν υπάρχουν στο αρχαίο ελληνικό θέατρο ερωτικοί διάλογοι όπως στον Σαίξπηρ. Τον Αίγισθο και την Κλυταιμνήστρα τους ενώνει το έγκλημα και όχι ό έρωτας . Είναι συνένοχοι και όχι εραστές .

Το μοναχικό πάθος κατασπαράσσει τη Φαίδρα και η ζήλεια κατατρώει τη Μήδεια.



Για να βρούμε προεικονίσεις και προμηνύματα του έρωτα όπως τον εννοούμε σήμερα πρέπει να φτάσουμε στην Αλεξάνδρεια και στη Ρώμη . Ο έρωτας γεννιέται στο άστυ . Το πρώτο μεγάλο ερωτικό ποίημα , φαρμακεύτρια , γράφτηκε από το Θεόκριτο στ ο πρώτο τέταρτο του 3ου αιώνα π.Χ. . Το ποίημα είναι μακρύς κατάλογος της Σιμαίθας , της εγκαταλειμμένης ερωμένης του Δέλφι .

Αρχίζει με μια επίκληση στη Σελήνη υπό την τριπλή της διάσταση: Άρτεμις, Σελήνη , και η Εκάτη η φοβερή. Συνεχίζει την διήγηση της Σιμαίθας που διακόπτεται κάθε τόσο καθώς δίνει εντολές στην υπηρέτριά της για να εκτελέσει διάφορα τελετουργικά μαύρης μαγείας στην οποία επιδίδονται και οι δύο. Καθένα από τα μάγια κλείνει με την επωδό : Ω μαγικό εσύ πουλί , φέρε αυτόν στο σπίτι… Καθώς η υπηρέτρια χύνει στο έδαφος καμένο αλεύρι , η Σιμαίθα λέει , «σκορπώ του Δέλφι κόκαλα» και καίγοντας ένα κλαδί δάφνης που καίγεται τριζοβολόντας χωρίς να αφήνει στάχτη , καταριέται τον άπιστο : « έτσι κι εκείνου η σάρκα να λειώσει μες τη φλόγα» . Προσφέρει 3 φορές σπονδές στην Εκάτη και μετά πετά στην φωτιά ένα κομμάτι από τη χλαίνη που ο Δέλφις ξέχασε σπίτι της και φωνάζει : « Αλίμονο μου Έρωτα που μ’ έφερες τη θλίψη και σαν την βδέλλα ρούφηξες το μαύρο μου το αίμα» Μίσος και Έρωτας είναι ένα. Είναι η πρώτη φορά που εμφανίζεται στη λογοτεχνία - και περιγράφεται με τόση βιαιότητα και δύναμη - ένα από τα μεγαλύτερα ανθρώπινα μυστήρια : το αξεδιάλυτο μίγμα έρωτα και μίσους , πόθου και οργής . η Σιμαίθα είναι στο ποίημα ένα συνηθισμένο άτομο , μια συνηθισμένη νεαρή σαν αυτές που υπάρχουν χιλιάδες σε όλες τις πόλεις του κόσμου.



Βλέπω στα ποιήματα της Μίνας μια σύγχρονη Σιμαίθα που αντί να μας προσκαλεί σε λιτανεία της Αρτέμης , όπως έκανε η Σιμαίθα , μας προσκαλεί στην παρουσίαση των ερωτικών της ποιημάτων .



Και τελειώνει το ποίημα με πόνο γιατί ο Δέλφις ερωτεύτηκε μιαν άλλη ως εξής αποχαιρετώντας την Σελήνη και εμάς : « Απάνω στον ωκεανό τα άλογά σου στρίψε , ω θεϊκή Σελήνη μου, και άφησε εμένα τον πόθο που υπέφερα ακόμη να τον φέρνω . Χαίρε Σελήνη λαμπερή, χαίρετε εσείς αστέρια , σεις σύντροφοι παντοτινοί εις της Νυχτιάς το άρμα» .

Η αλεξανδρινή εποχή έχει αρκετές ομοιότητες με σήμερα οι γυναίκες κάνουν την εμφάνιση τους στο προσκήνιο της κοινωνίας γιατί οι αρχαίες πόλεις γίνανε

7

κοσμοπόλεις , στην Παλατινή ανθολογία μεταξύ των ποιητών της ελληνιστικής περιόδου πολλοί είναι ξένοι όπως ο Μελέαγρος ο Σύριος. Σ αυτή την εποχή το ερωτικό μέχρι τότε αντικείμενο μετατρέπεται σε υποκείμενο . Η προϊστορία του έρωτα στη Δύση ανήκει στην Αλεξάνδρεια και στη Ρώμη . Μητέρες, αδελφές ,σύζυγοι , θυγατέρες ερωμένες , εταίρες έχουν θέση δίπλα στον ρήτορα, τον πολεμιστή ,τον πολιτικό ή τον αυτοκράτορα. Ελεύθερες κυρίως , γιατί πρώτη φορά

έχουν την δυνατότητα να δέχονται ή να απορρίπτουν τους εραστές τους . Είναι κυρίες του κορμιού τους και της ψυχή τους .



Καλό παράδειγμα η ποίηση του αλεξανδρινού Κάτουλλου γραμμένα για την διάσημη για την ομορφιά της την κοινωνική της θέση και τον έκλυτο βίο της , την Κλωδία . Η ποίηση του Κάτουλλου κατέχει μοναδική θέση στην ιστορία του έρωτα για την ακριβή και οξυδερκή οικονομία με την οποία εκφράζει το πλέον πολύπλοκο : την ταυτόχρονη παρουσία στην ίδια συνείδηση του μίσους και του έρωτα , του πόθου και της περιφρόνησης.

Ερχόμενος στα ποιήματα της Μίνας συναντώ στο ίδιο ποίημα , πχ στην ματαιότητα στην σελίδα 19 τους 3 χρόνους (παρελθόν παρόν μέλλον ) να γίνονται χρόνος αδιαίρετος και εντός του να αντιπαλεύουν τα ανθρώπινα πάθη της μέσα σε εικόνες πικρού λυρισμού.



Συνεχίζοντας την αναδρομή και επειδή πρέπει να συντομεύω , κάνοντας ένα μεγάλο άλμα ιστορικό φτάνω στην προβηγκιανή ποίηση .Τότε ακριβώς εμφανίζονται οι απαρχές αυτών που έμελλε να αποτελέσουν τις μεγάλες δημιουργίες του πολιτισμού μας , μεταξύ των οποίων διακρίνονται : η ποίηση και αντίληψη του έρωτα ως μορφή ζωής.

Οι ποιητές εφηύραν τον ιπποτικό έρωτα και λέω τον εφηύραν γατί αποτελούσε μια λανθάνουσα επιθυμία της κοινωνίας εκείνης .

Τα βασικά χαρακτηριστικά της προβηγκιανής ποίησης είναι τρία : έχουν ως θέμα τον έρωτα , β) έρωτα που εκδηλώνεται μεταξύ άντρα και γυναίκας κ γ) είναι γραμμένα στην κοινή γλώσσα. Τα
ποιήματα γραφτήκαν για ακουστούν συνοδεία μουσικής στην αυλή του άρχοντα , και όχι για να διαβαστούν . Η ιστορική συγκυρία , σταυροφορίες , ακμάζουσα γεωργία , εμπορική δραστηριότητα και με την Ανατολή , τους έφεραν σε επαφή μέσω του αραβικού πολιτισμού με τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα. και με νεοπλατωνικά συγγράμματα.

Ως επίσης και με την Κόρδοβα των Ομμεϋάδων με βασικό εκφραστή τον ποιητή και φιλόσοφο Ιμπν Χάζμ , οποίος γράφει ένα μικρό δοκίμιο για τον έρωτα , « το περιδέραιο της περιστέρας» , στο πρώτο κεφάλαιο γράφει : ο έρωτας από την φύση του είναι συμβεβηκός και συνεπώς δεν μπορεί να είναι βάση για άλλα συμβεβηκότα. . Η επιρροή του είναι δεδομένη και στους προβηγκιανούς αλλά και στο Δάντη .

Η κοινωνική πραγματικότητα, πόλεμοι, επαναστάσεις , τεχνολογική εξέλιξη άλλαξαν δραματικά τον κόσμο μας σε σχέση με τον κόσμο των προβηγκιανών , 8 αιώνες πριν , όμως συνεχίζουν να είναι παρόντα 4 χαρακτηριστικά του ιπποτικού έρωτα σε όλο το βάθος της λογοτεχνίας μέχρι σήμερα : Έλξη/ επιλογή , ελευθερία/υποταγή ,πίστη/προδοσία ,ψυχή/σώμα .







8

Σαίξπηρ , Φρόυντ , Νίτσε , Φλωμπέρ, Προύστ, Ντε Σάντ , Μπαλζάκ μέχρι στον Χέγκελ βρίσκουμε διάφορες απόψεις αλλά αν θα μπορούσα να τις συνοψίσω σε μια σύντομη θα διάλεγα την φράση του Χέγκελ « Ο Έρωτας

αποκλείει όλες τις αντιθέσεις γι αυτό ξεφεύγει από το χώρο της λογικής … Καταργεί την αντικειμενικότητα και κατ αυτόν τον τρόπο βρίσκεται επέκεινα της σκέψης… Στον έρωτα , η ζωή αυτοανακαλύπτεται και απαλλάσσεται πλέον από κάθε έλλειψη πληρότητας» .



Με συνδετικό κρίκο την ρήση του Χέγκελ περνώ στον επίλογό μου και στην ποίηση της Μίνας Ξηρογιάννη είναι απόγονος και γνήσιο πνευματικό τέκνο αυτής της μακράς ιστορικής παράδοσης που συνδέει την ιστορία του έρωτα και της ποίησης. .



Είναι μια ποίηση που αποτυπώνονται η ηθελημένη ή αθέλητη στάση δύο βλεμμάτων που διασταυρώθηκαν κάτω από το φώς , κι έρχεται η ποίηση να δώσει ζωή στο παρελθόν σήμερα , για να θυμάται το αύριο χαμόγελα , φωνές χειρονομίες , κινήσεις σωμάτων , πυροδοτήσεις αναμνήσεων . Κι έρχεται το φώς της ψυχής της να φωτίσει την ανάμνηση ενός χαμόγελου , ενός κλάματος , μιας αστραπής, ενός προορισμού που χάθηκε … Κι είναι η ποίησή της ένα ράγισμα φωνής σαν ακούς τα όνομά σου στα χείλη του Άλλου .

Κι όσο διαρκούσε ο έρωτας η φωνή της έρχεται με αμεσότητα με την κατάργηση του χρόνου και της συνάφειας των γεγονότων να δίνει αθανασία στη χάρη της κίνησης , στο ρυθμό του κάλλους , με συνεσταλμένη χορευτική διάθεση μικρών λέξεων , μια άϋλη συγχορδία , μια διαβάθμιση τόνων προσωπικών εκμυστηρεύσεων.

Μέσα σ αυτά τα ποιήματα διαβάζουμε τον έρωτα ή την προδοσία του , στο βλέμμα , στο χαμόγελο , στην πίκρα, στην αγωνία , με μια εσωτερική ενδημική διάθλαση ενός πόθου πολυποίκιλου σε μια διαθλαστική εκτροπή ιδιοτέλειας και συνάμα ανιδιοτέλειας .
Φλερτάροντας , λέει , η Μίνα , ασύστολα με την αιώνια ελευθερία , Την Ηδονή» συναντούμε την εκδοχή μιας οντολογικής προσέγγισης που λέμε για το λόγο ή το ερώτημα για το πραγματικό , το βήμα εξόδου στην διακινδύνευση , εκεί που παλεύεται ο φόβος με τον πόθο και την ηδονή , εκεί που η ηδονή διαστέλλει την επιθυμία και την ταυτίζει με την ελευθερία .


Επειδή ο έρωτας δεν χωράει στη γλώσσα η Μίνα συχνά σιωπά και αποσιωπά αφήνοντας να ψάχνουμε στο αναπόδειχτο . τον εξωραϊσμό του φόβου για την αγλωσσία του θανάτου , «…. από φόβο μήπως γίνω μάσκα θανάτου…».
Κι είναι η εμπειρία του ερώτα και η προδοσία του , πράξης απαραίτητη προκειμένου η έγκλειστη ψυχή σε μια ασυνείδητη παρθενικότητα να μυηθεί στο μυστήριο της ζωής , όπως λέει , και ο Άλντο Καροτενούτο , στο βιβλίο του «Αγάπη και προδοσία»
Επειδή εκεί στο μύχιο του πυρήνα της ύπαρξής μας , ο έρωτας που τον υμνούν οι ποιήτριες ( και οι ποιητές ) από την Σαπφώ έως την νεαρή Μίνα γιατί σ αυτόν τον Δίβουλο θεό , τον έρωτα , εναποθέτουμε , οι άνθρωποι την φενάκη μας πως υπάρχει -τάχα - ελπίδα αθανασίας .

9
Κι έρχονται οι ποιητές και οι ποιήτριες , έκθαμβοι ονειροποιοί , κι από μια τιποτένια για τους άλλους υπόθεση, την μεταμορφώνουν σε κάτι πολύτιμο κι αυτό το πολύτιμο ανήκει σε όλους γιατί μας αφορά όλους ο έρωτας , Μίνα



Νοιώθω λοιπόν την ανάγκη να σε ευχαριστήσω γιατί μας μαθαίνεις εδώ απόψε με την πρώτη σου ποιητική συλλογή « να μετράμε την ουσία της ύπαρξης» .

Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2010

ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

Σε σχέση με τίποτα


Απλά γέλα
Όταν θα κλάψεις θα είναι αργά

Τα τσιγάρα νοστιμίζουν γράφοντας
Μη γράφοντας

Εδώ σε κάποιο χαρτί
Πιο πέρα

Είναι κάποια πράγματα που σημαίνουν
Σε σένα

Αοριστίες που μπάζουν

Λες και το καλό είναι ένα μαλακό ρούχο
Με μπατίκ ινδονησίας

Οι άνθρωποι γονατίζουν σαν άνθρωποι
Και τρέχουν όπως στα όνειρα

Γελάω τραντάζομαι γιατί είμαι μόνος
Σε σχέση με τίποτα.


"Κέφια" (Από ταξιδιωτικό σημειωματάριο)

Ταξιδεύοντας με το Beni Ansar
έχω στο νου μου πράγματα
που ταξιδεύουν
πιο εύκολα από μένα
είμαι κόκαλο και ζωγραφίζω
φράσεις πάνω στο κατάστρωμα
συνεχίζω σκίζω
πάμε λέω
αυτά τα πλοία είναι και κάτι
άλλο σαν
καταφέρνουν να χωρέσουν
μια σκέψη που κάνω
πως κάνω
(την ίδια στιγμή:)
μια μικρούλα σουλουπώνει
το σουτιέν της
από μέσα η σβούρα του στήθους της
και πιο μέσα ένας
καθεδρικός του ονείρου
μας σπρώχνουν
στο Μαρόκο
πορεία με κρανίο ανάποδα
με τραβάει ένας γλάρος
από το μανίκι
αυτό δεν θα γίνει
πιστευτό από κανέναν
όλα από κάπου βγήκαν
του άλλου
του παράλλου
και μόνο που το σκέφτεσαι
το χαλάς
άνθρωπέ μου.



Σ’ ΑΓΑΠΩ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ

Σ’ αγαπώ στις περιφέρειές σου το σκοτάδι
Σ’ αγαπώ μαντρότοιχος του νεκροταφείου του Μονπαρνάς
Σ’ αγαπώ μεγάλη Τετάρτη νηστικός και χαμένος

Θα περπατήσω μέχρι την άλλη άκρη των λέξεων
Σ’ αγαπώ

Στη φοινικιά που φύτρωσε μέσα στο κοχύλι
Σ’ αγαπώ

Είμαι το μαύρο τρένο στο Μπερσύ κάθε ξημέρωμα
Σ’ αγαπώ

Σ’ αγαπώ πλεξούδα της νύχτας της αγκαλιάς
Σ’ αγαπώ

Σ’ αγαπώ σημαίνει ή ακολουθώ ή αφήνω
Σ’ αγαπώ

Σ’ αγαπώ στους λοβούς των αυτιών σου κάτι

Σ’ αγαπώ είσαι Σ’ αγαπώ

Βραδινή φούρια στο Μπελβίλ
Σ’ αγαπώ
Εκεί άρχισα να ζω αυτό το ποίημα του αποχωρισμού

Σ’ αγαπώ είμαι εγώ.



Abattoir

Καμιά φορά αρπάζεις τα μάτια μου

σαν άγρια φρούτα από τα δέντρα

που για μας καρποφόρησαν σε στίβους σκιερούς·

ανάβω ετούτο το τσιγάρο

και φυσάω κάμποσο απ’ τον καπνό της ποίησης.

Δεν με περιμένει κανείς

παρά μόνο το μολύβι.

Η ρουτίνα είναι μια μορφή αγιοσύνης

μα όχι για όλους.




ΕΙΜΑΙ ΠΛΑΙ Σ΄ΑΥΤΟΝ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΙ


Είμαι πλάι σ’ αυτόν που γράφει


Δεν γράφω

Παρουσιάζομαι μέσα από

Παρατάξεις εκφράσεων κινήσεων

Δοκιμών.


Απ’ όπου κι αν περάσει

Θα το πιάσω το ποίημα –


Οι παρατηρήσεις μου

Πάνε κι έρχονται

Δεν χρειάζονται παρατηρήσεις


Το κλίμα ξάφνου

Μας απέρριψε


Ένα minor blues –


Είμαι πλάι σ’ αυτόν που γράφει,

Έχει τα δικά μου χέρια.





ΟΚ

Μέσα μου είναι του ποιητή
Και ξέρεις καλά ότι μισώ το γράψιμο
Αλλά μ’ αρέσει η ποίηση.
Μέσα μου είσαι εσύ
Και κατά πως φαίνεται κι εσύ.
Κάποτε ίσως χρειαστεί να επιλέξω
Το αγαπημένο μου ζώο.
Κι αυτό μέσα μου είναι
Του ποιητή.


Egot
Το δουλεμπόριο των αναγνωστών είναι η απόδειξη
Της ποίησης.




ΠΡΙΝ ΑΠ΄ΤΑ ΓΕΛΙΑ

Ο πόνος εκεί.

Η νύχτα απογίνεται καμιά φορά

Βρωμιά μέσα στα νύχια του εφιάλτη.


Αποτελείσαι από μοναξιά.

Τα παίζεις όλα για όλα.

Είναι ακόμα πιο αργά.


Τέτοια πράγματα έλεγα.


Τώρα πρώτη Μαρτίου γελάω

Με το ποίημα που γράφω.

Και δεν λέω τίποτα.


Σκαλιά πάνω σε πόδια

Ράγες πάνω σε τρένα.

Η ερχόμενη σύναξη των αμφιβολιών

Σ’ εκείνο το καφενείο στο Μονπαρνάς.


Τι θέλω και ταλανίζω.

Ο πόνος είναι το κράτημα

Πριν απ’ τα γέλια.

Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2010

ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ<...Τα ωραιότερα ταξίδια είναι του μυαλού...>

ΠΕΡΑΣΜΑ


Στέκομαι σε απόσταση
Ικανή.
Με βλέπω να περπατώ
Ανάμεσα άπ΄το πλήθος
Να περνώ...

Χωρίς να γυρίσουν να με κοιτάξουν
Τα χαμηλωμένα βλέμματα
Οι πόνοι οι κρυμμένοι πίσω από μαύρα γυαλιά
Όλοι την ίδια ηλικία μοιάζουν να΄χουν
Έτσι περνώντας...

Στέκομαι σε απόσταση
Ικανή.
Να με ψάξω μες τους ανθρώπους
Να με βρω
Να με ρωτήσω
Για τον προορισμό,την ταυτότητα,
Την ποιότητα,την ομοιότητα,
Το λάθος,το άλλοθι...

Μα να μη θυμάμαι ούτε το όνομά μου;


Eπιθυμία

Δεν θα΄θελα να είμαι λέξη.
Να μη συρθώ σαν πόρνη από στόμα σε στόμα.
Να μην με σπαταλήσουν ασυλλόγιστα ασυνείδητοι δημαγωγοί του έρωτα.
Να μην μ΄αλλοιώσουν πένες προδομένων εραστών και μετά γυρνώ στους δρόμους
Ψάχνοντας να δώσω νόημα στην υπόστασή μου
Γυρεύοντας να τρυπώσω παράνομα στα κιτάπια κάποιου διάσημου ποιητή...
Μήπως και σώσω κάτι από την υπόληψή μου.
Δεν θα ήθελα να είμαι λέξη.


Αντίθεση

Είναι φτωχές οιλέξεις μου,
γιατί έτσι είναι τα χρόνια,η περιουσία,τα ταξίδια μου.
Τα πλούσια όνειρα μόνο με κρατούν στη ζωή.


Αυτογνωσία

Λέξεις σε λευκή κόλλα...αυτό είμαι γω.
Τίποτα και όλα.
Ειλικρινά,μόνο αυτό.


Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ

Στην Δέσποινα

<Να περάσεις το ποτάμι.
Να ανακυκλώσεις τη ζωή που σπατάλησες.>

Μα εγώ...καρφωμένη στη μία όχθη,
αρκέστηκα στο να ονειρευτώ την άλλη.



Σ΄όσους με αγαπάνε

Τα ωραιότερα ταξίδια είναι του μυαλού.
Να σε πηγαίνει η σκέψη σε ό,τι αγαπάς κα σου αρέσει.
Και να μην είναι ανάγκη να επιστρέψεις
Αυτά κοντά σου πάντα είναι
Μέσα σου εικόνες αληθινές
Σα να πήγες...
Αναμνήσεις χωρίς χρονικότητα
Σα να πήγες...
Σα να γύρισες...

Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2010

ΦΟΙΒΟΣ ΔΕΛΗΒΟΡΙΑΣ /// ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ




ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ

Δεν υπάρχει πιο βαρετό πράγμα απ’ αυτούς που προσποιούνται τους σοκαρισμένους απ’ την «αιφνίδια» κρίση. Και πιο εκνευριστικοί ανάμεσα σ’αυτούς τους νεόπτωχους φαρισαίους είναι όσοι καλλιτέχνες μας το κάνουν.

Πρώτα απ’όλα ο καλλιτέχνης ζει σε μια διαρκή κρίση, είναι πάντα φτωχός. Και χαρίζει συνεχώς πράγματα που δεν του ζήτησε κανείς.Αυτή είναι η φύση του και κανείς δεν τον υποχρέωσε να την επιλέξει. Όταν, λοιπόν, οι άλλοι -δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα- πελαγώνουν, αυτός ακόμα πιο πολύ πρέπει να μένει σταθερός σ’αυτήν την πλούσια φυλακή της ύπαρξής του.Δεν είναι ούτε δικηγόρος να σκίζει τα ρούχα του μπροστά στο ακροατήριο, ούτε συνδικαλιστής για να παζαρεύει.

Και στην περίπτωση της «κρίσης» μας, ε, εντάξει , πόσο δικαιολογημένοι είναι να πελαγώνουν άνθρωποι που μέχρι πριν δυο χρόνια σιγοσφυρίζανε στο μπάνιο τους τραγούδια από διαφημίσεις για στεγαστικά δάνεια ή για καρτοκινητούς παραδείσους;

Η κρίση, όπως εγώ το αντιλαμβάνομαι άρχισε μάλλον το 1974. Όταν άνθρωποι με ιδρωμένα στο σημείο της μασχάλης πουκάμισα ήταν έτοιμοι να συνδυάσουν την κλάψα της συνεχούς διεκδίκησης του καινούργιου, με την απόλυτη άρνηση να αλλάξουν έστω κι ένα εννιάρι απ’ το ζεϊμπέκικο της κυκλοθυμικής καψούρας τους.

Το να λέει ο αρχηγός τους τη μια στιγμή «έξω οι βάσεις» και την επόμενη στιγμή να υπογράφει για την παραμονή τους, παρουσιάζοντάς την υποχώρηση σαν επανάσταση είναι το απόλυτο ιστορικό παράδειγμα αυτής της μεταπολίτευσης-μαϊμούς.

Ζούσε –και ζει- ο «απροσκήνυτος» λαός μας κάνοντας το τελείως αντίθετο απ’ αυτό που λέει. Ζορμπάς μπροστά στις γκόμενες και Παναγούλης στις διηγήσεις στους νεότερους, Χατζηαβάτης και yesman μπροστά στον μεγαλοεκδότη και στον υπεύθυνο της έγκρισης των δανείων.

Και στο μεταξύ μια νεώτερη γενιά να μεγαλώνει θαυμάζοντας τον «αγωνιστή» μπαμπά της και κακομαθαίνοντας μέσα στην αμόρφωτη χλιδή που δημιούργησαν οι «ηρωϊσμοί» του, για να ανακαλύψει ξαφνικά πως δεν υπάρχει μέλλον, πως δεν υπάρχει μοναδικότητα, πως όλη αυτή η πριγκηποσύνη ήταν δανεική. Και , σαν τα καημένα τα cyborg στο «Βlade Runner» να αρχίζει να σκοτώνει και να καταστρέφει αδιακρίτως τους δημιουργούς της και την «κληρονομιά» τους.

Ποιους αιφνιδιάζει λοιπόν, η κρίση του 2009 και τα παρελκόμενα της, το ΔΝΤ και οι επόπτες των τραπεζών;

Ε, λοιπόν, εγω προτιμώ να σας πω ποιους δεν αιφνιδιάζει. Δεν αιφνιδιάζει καθόλου τους σκηνοθέτες του κινηματογράφου μας, που χρόνια ονειρεύονται και μαζεύουν τις ιδέες τους στο συρτάρι για να δουν τελικά να επιδοτούνται οι ίδιοι και οι ίδιοι. Κι όμως, χωρίς κανείς να το ζητήσει, μας χάρισαν το «Βίος και Πολιτεία» και το «Μ’αγαπάς;», τον «Ερωτα στη Χουρμαδιά», το «Μιρουπάφσιμ», και τη «Δέσποινα», τον «Βασιλιά», τους «Αγροφύλακες» και το «Σπιρτόκουτο»,το «Αυτή η νύχτα μένει» και τον «Δεκαπενταύγουστο»,την «Ακαδημία Πλάτωνος», τον «Κυνόδοντα» και τη «Στρέλλα» και αρκετούς άλλους ανύμνητους θριάμβους μιας τυφλής τρέλας που θα μπορούσε να μας κάνει πραγματικά πλούσιους.

Δεν αιφνιδιάζει τις θεατρικές ομάδες των λίγων παιδιών που σώθηκαν απ’τις αεριτζήδικες δραματικές σχολές μας :τους “Ex animo” και τους “Abovo”, τους Μαυρογεωργίου-Γάκη και τους Νάμα, τους Blitz, τους Grasshopper και τους Pequod μεταξύ άλλων, που χωρίς να λαγοκοιμούνται ανάμεσα στις αιώνιες συμπληγάδες του μπουλβάρ και του κρατικοδίαιτου αβάν-γκάρντ πήραν την γλώσσα και το σώμα και τα χάρισαν σε ένα κοινό που διψούσε γι’αυτά χωρίς να το ξέρει καν.

Δεν αιφνιδιάζει τον Νίκο Χαλβατζή, τους Κορε.Υδρο., τους Sigmatropic και τους Interstellar Overdrive, τη Μόνικα, τον Λόλεκ, τον Boy, τους Musica Ficta, τους Night on Earth, τους Modrek, τον Lumiere Brother, τη Mary και την Tango with the Lions,τον Master Of Disguise, τους Abbie Gale και τους Le Page για να αναφέρω ελάχιστους μόνο απ’αυτούς που προτίμησαν αντί να υπνοβατούν στα σκαλάκια των εταιριών ή να ακούν με συγκρατημένη οργή τους κριτές των τάλεντ σόου να ξεκινήσουν μια επικοινωνία με το κοινό που υπήρχε στο κεφάλι τους και που σύντομα αποδείχτηκε πως δεν υπήρχε μόνο εκεί.

Δεν αιφνιδιάζει τις εξαιρέσεις ανάμεσα σε εικαστικούς, κομίστες και εικονογράφους, εκείνους που, αντιπαρερχόμενοι τη ναϊφ λαϊκότητα και την βλάχικη εκδοχή της κόνσεπτ αρτ, ανεβάζουν συνεχώς τον πήχυ της καθημερινής μας αισθητικής, χωρίς εμείς απαραιτήτως να το καταλαβαίνουμε.

Δεν αιφνιδιάζει τους ελάχιστους επίσης έλληνες που δεν εκδίδουν ό,τι γράφουν, τους ελάχιστους δηλ. πραγματικούς συγγραφείς. Το «Σύσσημον» του Νίκου Παναγιωτόπουλου, ποίημα μείζον για το οποίο η λέξη «κρίση» είναι η ελάχιστη προϋπόθεση, εκδιδόταν μυστικά από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και κατάφερε να παραμείνει μυστικό και μετά από την «επίσημη» έκδοσή του.

Και ως εδώ μιλάω μόνο για όσα εγώ ξέρω. Για όσα είχα την τύχη να περάσουν από δίπλα μου, όσο συνειδητοποιούσα τα όρια της δικής μου φυλακής.

Από δω και πέρα όμως θα μιλήσω για όσα δεν ξέρω. Θα αφήσω τα χέρια μου να γλιστρήσουν πάνω σε δακτυλοθεσίες που δεν είναι για τα δικά μου δάχτυλα. Θα πω τρεις-τέσσερεις λέξεις το πολύ, γιατί είμαι φλύαρος και δεν μπορώ να πω λιγότερες. Θα υποχρεώσω την ομορφιά να ανέβει στο επίπεδο της ασχήμιας και την ασχήμια να παραδεχτεί πως δεν έχει τίποτα το σπουδαίο. Δεν θα κολακέψω ούτε λίγο τα πρεζάκια, τους εναλλακτικούς, τους φαν του “V for Vendetta” και τους τύπους που στέλνουν comments σε τύπους που στέλνουν comments.

Κρίση υπάρχει από τη μέρα που γεννήθηκα.Δεν θα σκίσω τα ρούχα μου, ούτε και τα ρούχα κανενός άλλου για κάτι τόσο συνηθισμένο στους αιώνες.Θα φορέσω κάτι που μου αρέσει και θα έρθω εκεί που είσαι εσύ.


Αναδημοσίευση από  το "Ποντίκι Art" (26-8-2010)

ΤΑΚΗΣ ΧΡΥΣΙΚΑΚΟΣ-ΘΕΑΤΡΟ

Στα πλαίσια της στήλης Τhe artmaniacs,το varelaki έχει την τιμή να φιλοξενεί τον Τάκη Χρυσικάκο!


ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ:Πείτε μου για το <'Ανθος του Γυαλού>!Γιατί επιλέξατε αυτό το συγκεκριμένο έργο του Παπαδιαμάντη;Mε ποιά κριτήρια...;
ΤΑΚΗΣ ΧΡΥΣΙΚΑΚΟΣ: Τα τελευταία χρόνια κάνω μια δουλειά πάνω στα λογοτεχνικά κείμενα, <Το αμάρτημα της μητρός μου> του Βιζυηνού, τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη και τον <Καιρό των Χρυσανθέμων του Μάνου Ελευθερίου. Είναι δουλειά πάνω στον Ποιητικό Λόγο και πώς μπορεί αυτός να αποκτήσει θεατρικότητα.

ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ:Nομίζω ότι το έχετε παρουσιάσει ξανά πέρσυ-ή κάνω λάθος... ΤΑΚΗΣ ΧΡΥΣΙΚΑΚΟΣ: Η πρώτη παράσταση έγινε πριν 5 χρόνια, έχει παιχτεί σχεδόν σε όλη την Ελλάδα και Κωνσταντινούπολη.

ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ:Ποιοί οι συντελεστές της παράστασης και συνεργάτες σας; ΤΑΚΗΣ ΧΡΥΣΙΚΑΚΟΣ: Ο Ερρίκος Μπελιές έκανε την θεατρικη προσαρμογή, η Μάνια Παπαδημητρίου την σκηνοθεσία, ο Νικος Πετρόπουλος την εικαστικη παρέμβαση, ο Λάμπρος Λιάβας την μουσικη επιλογή, ο Δήμος Αβδελιωδης τον φωτισμό και η Νατασσα Ζούκα την κίνηση.


ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ:Πώς βλέπετε τη θεατρική κίνηση του φετινού καλοκαιριού;Έχουν γίνει ενδιαφέροντα πράγματα;
ΤΑΚΗΣ ΧΡΥΣΙΚΑΚΟΣ: Πάντα γίνονται παραστάσεις με ενδιαφερον και χωρίς- αυτό είναι δουλειά των κριτικών.

ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ:Ποιό είδος θεάτρου σας εκφράζει περισσότερο;
ΤΑΚΗΣ ΧΡΥΣΙΚΑΚΟΣ: Το Ποιητικό Θέατρο.

ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ:Σχόλια για την ελληνική θεατρική πραγματικότητα στο σύνολό της,παρακαλώ!
ΤΑΚΗΣ ΧΡΥΣΙΚΑΚΟΣ: Δεν σχολιάζω ποτέ θεατρικη δουλειά ,γιατί γνωρίζω με πόσο κόπο γίνονται, ακόμα κι αυτές που δεν ειναι καλές.

ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ:Πώς νιώθετε για την τηλεόραση και τον κινηματογράφο....
ΤΑΚΗΣ ΧΡΥΣΙΚΑΚΟΣ: Τον κινηματογράφο τον αγαπώ και όταν μού δίνεται η ευκαιρία παίζω, η τηλεόραση τα τελευταία χρόνια δεν είναι στα καλύτερά της.....

ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ:΄Αμεσα καλλιτεχνικά σχέδιά σας....
ΤΑΚΗΣ ΧΡΥΣΙΚΑΚΟΣ:< Οι Νταντάδες του Γ. Σκούρτη στο Θεατρο Ζήνα,σε σκηνοθεσία Γ. Ιορδανίδη, σκηνικά-κοστούμια Γ. Πάτσα, φωτισμοί Λ. Παυλόπουλου, με τον θύμιο Καρακατσάνη ,τον Γιώργο Κωνσταντίνου κι εμένα.

AΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ:Σας ευχαριστώ πολύ!!!

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2010

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΠΕΚΑΣ-ΕΝΑ ΑΦΗΓΗΜΑ

Ο Άλφα, ο Γάμα και η Πράσινη Ανάπτυξη
[του Βαγγέλη Μπέκα]

Για το Acidart.gr, 3/9/2010


Εμπνευσμένο από τα σημερινά γενέθλια του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος.



Μασαχουσέτη 1973

Κι ενώ η Ελλάδα βρισκόταν στο γύψο και οι φοιτητές της πόλης των Αθηνών ετοιμάζονταν για καταλήψεις και πορείες που φιλοδοξούσαν να ρίξουν τη χούντα, κάπου πολύ μακριά, στις ΗΠΑ, δυο έλληνες φοιτητές το είχαν ρίξει στη φούντα. Συγκάτοικοι και φίλοι, ο Άλφα και ο Γάμα είχανε κλειστεί στο δωμάτιο τους στη φοιτητική εστία, είχαν βάλει Jefferson Airplane στη διαπασών και είχαν ανάψει τον ναργιλέ στουμπωμένο με Mexican Haze.

Φύσα ρούφα τράβα τόνε και πάει λέγοντας για ώρες πολλές, μέχρις ότου οι δύο φίλοι τα είδαν κωλυόμενα. Τότε λοιπόν ο ένας από τους δυο, ο Γάμα με τη μαλλούρα και τα μούσια, ο τσίφτης, ο γκομενιάρης και καραμπουζουκλής, πετάχτηκε πάνω και φώναξε:

«Το 'χω φιλάρα, το 'χω...»

«Τι πράγμα έχεις βρε Γάμα και δεν μας δίνεις;»

«Το όραμα για την Ελλάδα».

«Σώπα καλέ; Το πιστεύεις ότι κι εγώ το ψάχνω από προχτές και δεν λέω να το βρω;»

«Σε πρόλαβα, μάγκα, σε πρόλαβα. Μέσα σε μια στιγμή τ’ όραμα καρφώθηκε στη σκέψη μου, απίστευτο, έπαθα ταμπλά!».

«Για πες, για πες...»

«Μια μέρα θα γίνω πρωθυπουργός!»

«Σιγά μην γίνεις και ο Ιησούς Χριστός».

«Βρε άκου που σου λέω, αφού το είδα σε όραμα».

Τα πήρε στην κράνα ο Άλφα γιατί αισθανόταν ότι κατά κάποιον τρόπο του είχε κλέψει το όνειρο ζωής ο Γάμα, δαγκώθηκε όμως και είπε:

«Αλήθεια είδες όραμα για την πονεμένη πατρίδα;»

«Είδα όραμα για την Ελλάδα του μέλλοντός μας. Μου πέρασε σαν κεραυνός απ’ την γκλάβα μου. Πώς πέρασε ο μεγάλος πειρασμός από τη σκέψη του Ιησού στο βιβλίο του Καζαντζάκη. Κάπως έτσι και βάλε».

«Σεμνά...»

«Και ταπεινά. Άσε αυτό το όραμα για κανέναν ξενέρωτο. Άκου το δικό μου, να σου φύγει η γκλάβα. Δώσε λίγο τον ναργιλέ, μονοφαγά. Έτσι μπράβο... Ααααχιο! Άκου τώρα το μεγαλειώδες όραμα, ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΕΣ ΟΡΑΜΑ! Όλη η Ελλάδα είναι καταπράσινη. Ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά παντού, σε σπίτια, πάρκα και πλατείες... Οι αγρότες σπέρνουν ινδική κάνναβη ελεύθερα, ολόκληρη η Ελλάδα όλο φουντιές. Η χώρα χρωστάει σε όλες τις τράπεζες του κόσμου, αλλά το αγιασμένο ελληνικό χώμα κάνει την ανατροπή. Η παραγωγή κάνναβης είναι τόσο πλούσια, τόσο ψυχεδελική, τόσο μεγάλη, ώστε καλύπτει σχεδόν όλη την ζήτηση της Ευρώπης. Το κράτος φορολογεί και διακινεί, οι Ευρωπαίοι μας εκλιπαρούν για πράγμα πρώτης ποιότητος, οι εξαγωγές φουντώνουν, οι πολίτες φουμάρουν, χαμογελούν, το οικονομικό πρόβλημα λύνεται, οι δανειστές μας είναι ευχαριστημένοι, όλοι είναι ευχαριστημένοι. Μια Ελλάδα όλο φουντιές, χαμογελαστούς πολίτες, ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά. Μια Ελλάδα Καταπράσινη... Μια μέρα θα γίνω πρωθυπουργός και θα φέρω την Πράσινη Ανάπτυξη».

Θύμωσε ο Άλφα που τον πρόφτασε ο Γάμα και είδε το όραμα για την πολυαγαπημένη πατρίδα. Προσπάθησε να το δει κι ο ίδιος σε γαλάζια απόχρωση, αλλά όσο κι αν προσπάθησε, ότι κι αν πήρε για να βοηθήσει τη φαντασία του, τζίφος. Η ψυχή του μαύρισε από το πολύ μαύρο και καταράστηκε τον Γάμα με όλη τη δύναμη της σκοτεινής ψυχής του.

Το ίδιο βράδυ κίνησε για την έρημο. Εκεί βρήκε μια γριά ινδιάνα και της ζήτησε χρησμό.

«Θα γίνει πράξη το όραμα του Γάμα;» ρώτησε.

Κι εκείνη, μια ερυθρόδερμη Πυθία στολισμένη με φτερά αετού που καθόταν πάνω σε τρίποδα, του ’πε κάτι μπερδεμένα λόγια:

«Όταν η Πράσινη Ανάπτυξη θα έρθει στην Ελλάδα θα τσούξει το κωλαράκι του τσολιά. Θα γινόταν αλλιώς. Αλλά κάποιος φίλος του Γάμα τον καταράστηκε. Και η κατάρα από φίλο πάντα πιάνει...»




ΥΓ. Εννοείται φυσικά πως κανένα από τα πρόσωπα της ιστορίας δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με την πραγματικότητα. Το υπογραμμίζω. Πλάσματα της φαντασίας που ταλαιπωρούν τους πεζογράφους...