Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2023

NIKOΣ -AΛΕΞΗΣ ΑΣΛΑΝΟΓΛΟΥ/// ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ





ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ


Αυτό το βράδυ στάθηκε το πιο γλυφό. Το ήπια
σταλαματιά σταλαματιά καθώς σκεφτόμουνα
πως ό,τι δόθηκε δεν παίζει με τ’ αποσιωπητικά
δε μιλά τη γλώσσα της επιστροφής θα ξανάρθω με τα πρωτοβρόχια


Αυτό το βράδυ έφυγε ακόμα ένας. Χάθηκε
εκεί που σβήνεις ένα ένα τα φώτα σου στον ουρανό
και τίποτα δεν είναι πια να ξαναρχίσει


Κι εγώ να σκέφτομαι το βράδυ αυτό, να μη μπορώ να μιλήσω
τα μάτια υγρά, το στόμα υγρό, τα μαλλιά μουσκεμένα
σαν τα παράθυρα σ’ ένα βαγόνι τρίτης θέσης
και βλέπεις αόριστα πως τίποτε πια δεν ωφελεί
μες στα χαλαρωμένα χέρια και στα πεσμένα μαλλιά σου

ΑΘΗΝΑ


Πολιτεία γυμνή, πρωινό με τις άδειες καρέκλες
δεν είναι δω τόπος να μείνουμε
εδώ δεν έχει δρόμους δεν έχει μάτια
μέσα σ’ ερειπωμένα παράθυρα
μια μυρωδιά γκαζιού και κίτρινης λαδομπογιάς


Δύσκολος Θάνατος (1954)

******************

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ

Νύχτωσε στην Ελ Μίνα και πυκνή
σιωπή ανέβαινε απ’ τη μεριά της θάλασσας
κι αντάμωνε το κάστρο∙ ολημερίς
ξαπλώνονταν αμίλητο και σκυθρωπό
σα μουδιασμένο ζώο

Τότε ξεχώρισα ήχο πνιχτό καθώς το φύλλο
που τσαλακώνεται μέσα σε χέρια ανάρμοστα
γρατσούνισμα σε σώμα ακάθαρτο, αρρωστημένο

Κι είδα έναν Άραβα μικρό, σημαδεμένο
έφεγγαν χέρια, πρόσωπο, μάτια κι ήταν όλος
χιλιάδες που άφηναν τη γη τους κι επιστρέφανε
μέσα στην άμμο, σε σκηνές, στο άσπρο φως.
Κι όταν μιλούσε δάκρυζε η φωνή και όλο ικέτευε
για κάποια θέση στη ζωή ή έστω αντίσταση
στο θάνατο που ερχότανε αργά και τον ρουφούσε

Μα εγώ έπλενα τα χέρια μου. Άγρια μοναξιά
τα χρόνια που έφυγαν με είχανε ποτίσει

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΜΥΡΩΝΑ

Το ξέρω, δεν αξίζει τόση επιμονή
μέσα στην εκμηδένιση. Και όμως, χρόνια
μετά, ο Μύρωνας θα γίνει μουσική και φώτα
αίμα και γέλιο ενός παιδιού, σπαρμένοι
αγροί και θάλασσες, κι όλα τα μάτια των παιδιών
θα τον θυμίζουν γέρνοντας σα στάχυα
από ψιλή βροχή στα πεζοδρόμια. Εκείνος
ανεπανάληπτη φωνή μέσα μου θα σωπαίνει
ανάβοντας την ομορφιά στο σκοτωμένο νόημα
που η ζωή περιέχει. Γιατί τον είδα πόσο
καρτερικά φυτεύτηκε για πάντα ψιθυρίζοντας
ήμουν πολύ νέος για θάνατο, θα επιστρέφω πάντα
τα καλοκαίρια, όσο υπάρχεις, κι ύστερα
θα σταματήσουν όλα
Θεέ μου, ετοιμάζεις
κόσμο απατηλό, ατρικύμιστο για το χαμό μου

ARS POETICA

Το ποίημα θέλω να είναι νύχτα, περιπλάνηση
σε ξεμοναχιασμένους δρόμους και σε αρτηρίες
όπου η ζωή χορεύει. Θέλω να είναι
αγώνας, όχι μια μουσική που λύνεται
μα πάθος για την μέσα έκφραση μιας ασυναρτησίας
μιας αταξίας που θα γίνει παρανάλωμα
αν δεν τα παίξουμε όλα για όλα.

Όταν οι άλλοι, αδιάφοροι, με σιγουριά
ξοδεύονται άσκοπα ή ετοιμάζονται το βράδυ
να πεθάνουν, όλη τη νύχτα ψάχνω για ψηφίδες
αδιάφθορες μες στον μονόλογο τον καθημερινό
κι ας είναι οι πιο φθαρμένες. Να φεγγρίζουν
μες στο πυκνό σκοτάδι τους σαν τ’ αχαμνά ζωύφια
τυχαίες, σκοτωμένες απ’ το νόημα
με αίσθημα ποτισμένες.

Ο θάνατος του Μύρωνα  (1960)

*Η φωτογραφία είναι παρμένη από το pixabay.

Επιμέλεια: Aσημίνα Ξηρογιάννη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου