Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σάββατο 23 Μαρτίου 2024

Κάθε άνοιξη η ποίηση/// Επιμέλεια: Ασημίνα Ξηρογιάννη




Ποιήματα για την ποίηση από σύγχρονους έλληνες δημιουργούς. Νιώθω την ανάγκη να αφιερώσω αυτήν την ανάρτηση στον πρόσφατα χαμένο  και αγαπημένο φίλο Δημήτρη Φύσσα. Παραθέτω πρώτα ένα δικό του ποίημα ποιητικής που μου αρέσει ιδιαίτερα.

Ευχαριστώ όλους τους αγαπητούς ομότεχνους που ανταποκρίθηκαν σε αυτό το κάλεσμα.


Poétique nouvelle

 
Associe le mot
à l’époque.
Associe le poème
au visage humain.

Crée une poétique nouvelle.


ΝΕΑ ΠΟΙΗΤΙΚΉ

Σύνδεσε τη λέξη
με την εποχή.
Σύνδεσε το ποίημα
με το πρόσωπο του ανθρώπου.

Φτιάξε μία νέα ποιητική.


(Μετάφραση στα Γαλλικά: Mισέλ Βόλκοβιτς)

Ασημίνα Ξηρογιάννη


ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ!!!



******


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΥΣΣΑΣ


ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΕΠΟΥΣΑ ΦΙΔΩ


Με τον τρόπο του Κ.Π. Καβάφη


Μην πιάνεις το μολύβι σου με το παραμικρό

Με το παραμικρό τον υπολογιστή σου μην ανοίγεις.

Απόφευγε, την οποιαδήποτε στιγμούλα της ζωή σου,

Σε στίχο να την κλέινεις. Της Τέχνης σου τα μέσα

Μην καταχράσαι.Πάντοτε με την πρέπουσα φειδώ

Και με το αίσθημα της αρμονίας τον αναγκαίο

Τα θέματά σου διάλεγε.Προπάντων, λίγοι οι στίχοι

'Ωστε ν αναδεικνύεται ως της αρμόζει

Η κάθε μία επιλεγείσα εκ των στιγμών.

Από το βιβλίο  Οι αστικοί χώροι είναι ποίηση σπό μόνοι τους.


*****


ΜΑΡΙΑ ΠΙΣΙΩΤΗ

ΈΞΟΔΟΣ

Όχλος ακυβέρνητος οι λέξεις εντός μου
μάχονται για την έξοδο.
Να τις βάλω σε μια τάξη πρέπει,
να ηχήσουν μελωδικά στο αυτί,
να δώσουν δύναμη στ’ όνειρο να πραγματωθεί.


Μα με ποια λέξη να ξεκινήσω;
Με ποιο χρώμα να βάψω τον στίχο;
Με ποια νότα να τον ντύσω;
Ποιαν ελπίδα να εμφυσήσω;
Ποιαν αλήθεια ν’ αγγίξω;


Κορδέλες πολύχρωμες μοιάζουν οι λέξεις
και με τυλίγουν σαν άλλοτε…
Όνειρα που πραγματώνονται στον στίχο,
ή κρύβονται επιμελώς στο χαρτί…
ενώ ο χρόνος συμβάλλει στην αποτίμησή τους.


29-30/01/2024

****

ΕΥΤΥΧΙΑ - ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΛΟΥΚΙΔΟΥ

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ

I

Και μόλις σκύβοντας
στο ναρκωμένο ράγισμα της πιο τεφρής σιωπής
ένα όνομα αγνώριστο και σιγανό προφέρεται
που μόνο περιφραστικά
ελάχιστοι μπορούν να το αποδώσουν
κάτι σαν: χωρίς ακτή το νόημα
ή όπως: δες την αγράμματη νεροποντή.
Μα, τι ωραίο, λες, τι λυπημένο
κι ενόσω το προφέρεις το ξεχνάς.


II

Βαδίζοντας ψιθυριστά σαν να ’ρχεται από ύπνο
σέρνει ξοπίσω του
̶ όμως χωρίς χαρταετό ̶
μια Καθαρή Δευτέρα.
Μονάχα ουρά χελιδονιού, ζύγια δρεπανηφόρα
και δεν μιλά, μόνο κοιτά
κι αν μίλαγε
δεν συναρμολογήθηκα ποτέ, θα έλεγε
κι είμαι μουτζούρα ακόμα για την ακοή
βουητό ασυλλάβιστο παρεκτός απ’ τους ίσκιους.

III

Ένα σάπιο μήλο δεν αναρωτιέται για τον υγρό βυθό
ούτε αν οικειοθελώς η ανατολή ροδίζει
ωστόσο το ποίημα τρίζει την απουσία του νυχθημερόν
χύνει αλάτι και νερό ̶ αντί μελάνι ̶ στο άσπρο
χλευάζει τους αόμματους και τους σακατεμένους
είναι επαγγελματίες, λέει και τους καταγγέλλει
αρτιμελείς που προσποιούνται
πως επέζησαν από ένα Βατερλό.
Μην τους ακούτε.
Επιμένουν εκείνοι να περιγράφουν πειστικά
το ηφαίστειο, την έκρηξη, τη λάσπη
που έφεραν στον Ναπολέοντα την ήττα.
Κάνουν ότι περιποιούνται τραύματα
και υπογράφουν ποιητές.
Ουρλιάζει αυτό:
Μην τους ακούτε.


****


 ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΟΥΖΑΚΗΣ


ΤΟ ΑΓΚΙΣΤΡΙ


Σήκωσε το βλέμμα του ψηλά 
να πεσει το χιόνι στ πρόσωπό του.
Τα βλέφαρά του έκλεισαν αυθόρμητα
όταν οι πρώτες νιφάδες έσβησαν 
μέσα στα δάκρυά του.
Δέν έβλεπέ μητ΄ένιωθε τίποτα πια
μα μες στο στόμα του 
ένα ολόκληρο τριανταφυλλο
στριφογύριζε σαν να μην το πιάνει ο ύπνος.
Μη αντέχοντας άλλο το βάσανο
έβαλε το χέρι του βαθιά
έσφιξε στη χούφτα του τη γλώσσα
και ξερίζωσε τη ζωή του μια λέξη
Σπαρτάρισε η ποίηση στο χέρι του
το ψάρι έσβησε την πείνα του μ΄ αγκίστρι.


****


'ΕΛΣΑ ΚΟΡΝΕΤΗ


ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
po


Ταΐζει τη γλώσσα
Λιπαρές τροφές
Τοξίνες κι όξινες λέξεις


Η γλώσσα ολοένα παχαίνει
Η άλλοτε πάλλουσα γλώσσα
Η κελαηδιστή
Κείτεται πλαδαρή
Δυσκίνητη ρυπαρή


Μια χρόνια δυσπεψία τον τυραννά
Μια άχρηστη άρρυθμη μάζα
Αναδεύεται βίαια στο στομάχι του
Τίποτα δεν αφομοιώνει
Αχώνευτα όλα τα ξερνά
Μέσα σε πράσινα χολικά υγρά


Κάποτε
Μέσα σε νέφος ερρυγών
Κατορθώνει το ακατόρθωτο
Μέσα στο πάχος της το πολύ
Οριζοντιώνει τη γλώσσα


Η οριζόντια ακίνητη Γλώσσα
Φωνάζει:


«Αχώνευτη είναι η ποίησή σου τώρα πια»


****

ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ

Ισορροπία ποιητικώ τω τρόπω

Λεπτό το νήμα
Μπορεί και αόρατο
Πάνω από το χάος τον κρατάει
Λίγο αν λαθέψει
Χάσκει ο γκρεμός


Κι όμως θρασεύει
Το σχοινί του ολοένα τεντώνει
Ξεχνιέται και χαζεύει
Αυτό που μοιάζει να του ανήκει


Μόνο που
Λεπτή η ισορροπία
Τον προδίδει


Και τότε
Ή αφανίζεται
Ή κάτι
Ώς τώρα ανύπαρκτο

Ξάφνου γεννιέται




ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΜΠΑΚΟΝΙΚΑ

ΚΡΙΤΙΚΗ 

«Είσαι πολύ φλου», μου είπαν,
«δεν αρέσουν οι στίχοι σου,
αόριστα, πολύ αόριστα πράγματα».
Με τρόπο άλλαξα συζήτηση,
είμασταν μια μεγάλη παρέα κι απέφυγα να δώσω εξηγήσεις.


Όσο κι αν μ’ επηρέαζε η έντονη κριτική
κι ήταν αγκάθι τα λόγια τους,
εκείνο το διάστημα κρατιόμουν καλά
κι ερωτικά μ’ υπολόγιζαν,
αναζητούσαν τη συντροφιά μου-
εκείνο το διάστημα έγραφα συνέχεια
για τη ζωή που έσφυζε τριγύρω μου


****


ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ

Σωστές συλλαβές
οι ασβοί ιχνηλατούν
ars poetica

****



ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΣΤΑΚΑΣ

ΠΟΙΗΤΩΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ


Μια φορά οι ποιητές ήταν σπάνιοι
και γελοίοι. Ζούσαν στον Όλυμπο
σε παράγκες μέσα στις ρεματιές,
σπηλιές κι υπόγειες στοές


Έπρεπε να τους ψάξεις, να διασχίσεις
πεζός χιλιάδες χιλιόμετρα και πάλι
δεν ήσουν σίγουρος πως θα σου ανήγαν
τη πόρτα. Τώρα ένας στους δύο


δηλώνει ποιητής, έχουν πλούσια
βιογραφικά, είναι σοβαροί αλλά
δεν τους παίρνει στα σοβαρά κανείς


Βγαίνουν στη πιάτσα με τα βιβλία
ανά χείρας ενώ το μόνο που χρειάζονται
θα ήταν ίσως, μια φιλική χειραψία.


****


ΓΙΩΡΓΟΣ Χ. ΘΕΟΧΑΡΗΣ

ΤΑΥΤΟΦΩΝΙΑ

Ένας καημός ρινόκερος είναι το ποίημα.
Ολοζωής την ψυχή του ποιητή
πασχίζει να ξεριζώσει.


Γνωρίζει πάντα ο ποιητής
ότι υπάρχει ένα ενδεχόμενο θανάτου
για το ποίημα.


Άλλωστε
ο ίδιος το οδηγεί, πολλές φορές,
σε εσκεμμένη αποτυχία
με την ελπίδα να το τιθασεύσει.


Αλλά το ποίημα
ποτέ δεν τιθασεύεται.


Κι αν για να γεννηθεί
την ψυχή του ποιητή
πρέπει να σχίσει
θα το κάνει.


Κι ο ποιητής αντίρρηση δεν θα ‘χει




****


MAΡΙΑ ΠΑΤΑΚΙΑ


Η γλώσσα με διασχίζει

(παρακάμπτοντας τις λωρίδες ευκολίας)


Η γλώσσα με διασχίζει
(παρακάμπτοντας τις λωρίδες ευκολίας)
Στην ποίηση όλα είναι πιθανά, μου είπες.
Κι αυτά που φαίνονταν απίθανα
αθάνατα κι απείθαρχα.
Κι αυτά που φαίνονται προφανή
υπερηφάνως φέροντα
την αφόρητη βεβαιότητά τους

Όλα εξαρτώνται από το σημείο θέασης
του κόσμου, σου είπα.
Ή από την προσδοκώμενη ίαση
του σε κώμα παρακείμενου κείμενου
μέχρι να κινητοποιηθεί το σκοτάδι

στην ανάβαση (Ανάσταση;) από Άδη.


......
;;;;;;
!!!!!!
Μόνο στίξη
Καμιά λέξη

****

MAΡΙΚΑ ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ

Δύο καναπέδες , ένα τραπέζι και την πιο ωραία θέα
Για αντάλλαγμα
Τόσα χρόνια
Το ξέρεις , και
Ένα δισάκι όλα αυτά που αγαπάς και προστατεύεις
όσο περνούν τα χρόνια μιλάς λιγότερο ,
γράφεις λιγότερο ,
φυλάς λιγότερο ,
ερωτεύεσαι λιγότερο ,
εκτιμάς λιγότερο
αγαπάς περισσότερο!

****


MAΡΙΑ ΣΚΟΥΡΛΑ


ΑΠΟΠΕΙΡΕΣ 

Άσημες ναυμαχίες οι λέξεις
στο αχαρτογράφητο λευκό,
όμοια με κουφάρια ρημαγμένων πλοίων
με λαμπερές εκρήξεις
μιας σπουδαίας στιγμής ·

μια πλησμονή φωνηέντων
στα χέρια των επίδοξων ποιητών ·

και τα σημεία στίξης
σκαλίσματα που πονούν ·

άσημες ναυμαχίες οι λέξεις
πλέουν αβάπτιστες
σε βουβό ωκεανό.

****


ΑΛΕΞΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΌΥ

ΠΟΙΗΤΙΚΗ



Με βλέφαρα κλειστά
ή και ανοιχτά
βλέπω το φως
να ρίχνεται στ’ άσπρο χαρτί
σαν σπόρος.
Σκάβω, πότε στο μαλακό χώμα της μνήμης
πότε σε έδαφος πέτρινο.
Ανεβαίνω ορόφους ως τα σύννεφα
χωρίς τη χρεία σκάλας.
Και τότε, γεννιέται ένα ποίημα

****


ΦΡΟΣΟΥΛΑ ΚΟΛΟΣΙΑΤΟΥ

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ



Έτσι έρχεσαι ποίηση


Ντυμένη με λέξεις μες τη νύχτα
Υπάρχει ένα κενό ανάμεσα


Εκεί κάθομαι και γράφω
Το λόγο  μου τον τρυπάει ο πόνος


Ο στίχος μου μοιάζει λογοκριμένος
Είσαι κάτοπτρο του κόσμου γύρω μου


Εγκλωβισμένο


Το ποίημα καθυστερεί
Δεν είναι εύκολο


Μοιάζει να γράφω γράμματα στον εαυτό μου
Λυπημένα


****


ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΡΟΥΜΠΑΣ


Ο ΤΑΠΕΙΝΩΝ ΕΑΥΤΟΝ ΥΨΩΘΗΣΕΤΑΙ

Γονάτισε στην Ωραία Πύλη εμπρός.

Κύριε και Σωτήρα μας, είπε,
θερμά Σε ικετεύω
Δίνε μου έμπνευση
να τους δίνω έμπνευση
Κράτα τους μακριά
από διδακτισμούς κι απολυτότητες
Κι όταν ζητούν απ’ την πλοκή ν’ απέχουν
κάνε πως τάχα μου τους κατανοείς
Κι αν νιώθουν κάποια απώθηση
για τον ελεύθερο τον στίχο ή για τη φόρμα
πάλι Εσύ γνέψ’ τους καταφατικά.
Θα εξοβελίσουνε κι ερωτισμούς ασύμβατους
Και θα λυσσάνε στην πυρά να ρίξουν τα ευπώλητα.
Και πάλι Εσύ χτύπα τους στην πλάτη με συμπάθεια.
Κι όταν προκρίνουν μοναχά εξομολογήσεις
κι αιτούνται αποκλειστικώς
ρεαλισμούς ή φαντασίες
γλώσσες λιτές ή λυρικές
ας έχουνε το βλέμμα της συμπόνιας Σου.
Κι αντάμα τους κι εμένα
συμπόνα με και βόηθα να κρατιέμαι
κι ανύψωνέ με την ταπεινωμένη
για να μπορώ να λέω πως είμαι
η Ποίηση με κεφαλαίο το Πι.


Μέσα της ευχαρίστησε τον Κύριο
γέρνοντας το κεφάλι στο κενό
με μια πικρή μελαγχολία για την κάθε ανημπόρια.
Με δυσκολία ανύψωσε το σκεβρωμένο σώμα
κι όπως στα πόδια στάθηκε ξανά
στράφηκε να βγει έξω απ’ τον ναό
βαστώντας στα τρεμάμενά της χέρια το κορμί
αυτοϋποστηριζόμενη

η Ποίηση με γηραλέο το πι.



****


ΣΟΦΙΑ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΦΙΛΟΥ


ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ


Κάποιες λέξεις χαραγμένες στην άμμο

πριν τις σβήσει το αμείλικτο κύμα

ένα μήνυμα στη μποτίλια στην ακτή ξεβρασμένο

σταγόνες βροχής στο έρημο τζάμι

πέντε στίχοι σε χαρτί στο συρτάρι θαμμένο

άλλοι τρεις χαραγμένοι σε κουτί για τα σπίρτα

στο πίσω μέρος ενός μεγαλόπρεπου κάδρου

κραυγή αγωνίας στον τοίχο κάποιου κελιού.

Στίχοι, λέξεις και φράσεις

στου μυαλού τα στενά στριμωγμένες

πασχίζουν στο φως να ανατείλουν

ξεστρατίζουν, κρύβονται φοβισμένες

μα ο πόθος της λύτρωσης θεριεύει

και γεννιούνται προτάσεις, στροφές

ένα ποίημα.


****



ΑΡΙΑΔΝΗ ΚΑΛΟΚΥΡΗ


ΚΑΛΥΜΜΕΝΟΣ ΜΕ ΚΙΣΣΟ



Με στεφάνι κισσού

σε χρίζω ποιητή.


Το παράθυρο, τρύπα φωτός σε λευκό τοίχο·

η μορφή σου ορίζεται

από το ορθογώνιο περίγραμμά του.


Ένας κισσός αναρριχάται στην εικόνα μου.

Δεν επιλέγει τη διαδρομή του τοίχου

αντίθετα στηρίζεται

στο κενό άνοιγμα.


Ξεδιπλώνονται οι ρίζες του μπροστά μου

αγκιστρώνονται στον αέρα

ελικοειδώς σκαρφαλώνουν.


Παραμένεις ακίνητος

στο γραμμικό πλαίσιο του παραθύρου·

στρώσεις κισσού σε καλύπτουν.

Βαθυπράσινα φύλλα, σε σχήμα καρδιάς

έρπουν κατακόρυφα

στην πρόσοψή σου.


Δεν έφτασε ακόμα η ώρα να τα ξηλώσουν

με το πρόσχημα

της εστίας τρωκτικών.


Σα να μην αρκεί

η αειθαλής απόσταση που παρεμβάλλεται

ανάμεσά μας·

τα ποδαράκια του κισσού γαντζώνονται

στα δάχτυλά μου, κάθε φορά

που δοκιμάζω να σε πιάσω.


Το απαλό σφίξιμο

κολλάει ενοχλητικά στο δέρμα

σαν ιστός.


Γίνεται όλο και πιο πυκνό το μεταίχμιο·

εγώ σταδιακά ενσωματώνομαι στο φυτό

ενώ εσύ

παραμένεις ελεύθερος να χαθείς

ανά πάσα στιγμή

από το κάδρο μου.


(Κόβω στεφάνι κισσού

για σένα, ποιητή).


****







Οι φωτογραφίες ήταν παρμένες από: https://www.pemptousia.gr/2019/10/i-piisi-os-meso-agogis/ και από: https://www.efsyn.gr/nisides/anohyroti-poli/364972_o-polemos-kai-i-poiisi και από το Pixabay.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου