Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Πέμπτη 30 Ιουλίου 2015

«23 Μέρες» της Ασημίνας Ξηρογιάννη, εκδ. Γαβριηλίδη /// ANAΓΝΩΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΑΡΙΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ




 
thumbnail 


«23 Μέρες» της Ασημίνας Ξηρογιάννη, εκδ. Γαβριηλίδη, σελ 41






Γράφει η Μαρία Ιωαννίδου
 


Γιατί μετράει κανείς τις μέρες; Από ένα γεγονός ή μέχρι κάποιο άλλο; Για να αθροίσει τον καιρό που πέρασε ή για να υπολογίσει πόσο ακόμα θα χρειαστεί να διανύσει περιμένοντας το πλήρωμά του να φέρει κάτι άλλο; Κι αν δαμάζει τελικά ο χρόνος από μόνος του τον πόνο, τι απογίνονται η ελπίδα και η προσδοκία όταν αυτός περνά και φεύγει ;
Η Ασημίνα Ξηρογιάννη δίνει φωνή και βήμα σε μια γυναίκα που δημιουργεί, για να ξαναζήσει μαζί της ένα χρονικό 23 ημερών που αποπνέουν συγχρόνως καλοκαιρία με έναν αποχωρισμό, σφοδρό και βίαιο σαν θάνατο, ωστόσο μη οριστικό ∙ να πλανάται άλλοτε σαν απειλή και σαν τελεσμένο γεγονός που καλείται να πενθήσει, άλλοτε σαν μετακλητή πραγματικότητα που προσπαθεί να αναιρέσει. Οι αριθμοί 2 και 3 αποδεικνύονται σημαδιακοί αφού επανέρχονται στο αφήγημα, ενώ η μία κορυφή του ερωτικού τριγώνου που θα υπαινιχθεί  παραμένει σχεδόν ανυπόστατη. Όλα λειτουργούν σαν φόντο για να αναδειχθεί εντονότερα το συναισθηματικό κλίμα που βιώνει η κεντρική ηρωίδα.
Αυτή είναι η «Σοφί» που δεν επιτρέπει σε κάποιον που φεύγει από τη ζωή της να την κάνει ποίημα. Επιδιώκει να βυθιστεί η ίδια σε μια κατάσταση εκστατική και θερμή ανάλογη σε ένταση, αλλά και στο πάθος που διέτρεχε τη μοιραία σχέση ∙ θέλει να γράψει εκείνη το τέλος αλλά και πάλι… Μπαινοβγαίνει στη «νάρκωση» που της  προσέφερε κατά το παρελθόν το μοναχικό της όραμα για μια από κοινού ποιητική ζωή και αποπειράται να φωτίσει από διαφορετικές γωνίες τα γεγονότα. Το σοκ της απώλειας γίνεται αφορμή για να ξεδιπλώσει μια πρόσφατη, ίσως «παλιά» και επαναλαμβανόμενή της ιστορία.
Η σχέση χωρίς αποκλειστικότητα και η αγωνία της ουσιαστικής συνεύρεσης  πασχίζει να διαιωνιστεί στο λογοτεχνικό παρόν. Το σώμα κι η  ψυχή, ο νους, τελούν υπό καθεστώς «βίας», τρέχουν με την κεκτημένη ορμή. Αναζητούν τη συνέχεια και τον  παρτενέρ για τη συνομιλία  που –ίσως  λόγω ακριβώς της αποσπασματικότητας και της αμφιβολίας- είχε εξιδανικευτεί και υποσχόταν παλιότερα το άπαν της απόλυτης ταύτισης.
Στο σκηνικό που στήνεται, αντί για τα βιβλία του απόντος, σε ένα καφέ κομοδίνο χάσκουν άσπρα ηρεμιστικά χάπια, λευκά μηνύματα συνοδεύουν τις νύχτες της. Η Σοφί αναπολεί, συσχετίζει με ζευγάρια της τέχνης και απαριθμεί –ο τρόπος της να βάλει μία τάξη μες το χάος και να βρει μια έξοδο από τον φαύλο κύκλο-. Θα εκπληρώσει το πέρασμα του χρόνου την υπόσχεση για επιστροφή στη παρελθούσα συνθήκη που θα σημάνει και τη λύτρωσή της;
Η συγκεκριμένη πιθανότητα, δικαίωμα και πόρτα ανοιχτή για μέλλοντα αόριστο για αυτόν που έχει αποχωρήσει, ελπίδα και άρνηση του τέλους για αυτήν που παραμένει, φέρνουν στην επιφάνεια αναπάντητα «αν» και «γιατί» μαζί με το ελπιδοφόρο ‘πότε;’ που η προσδοκία δεν επιτρέπει να γίνει ένα οριστικό ‘ποτέ’. Η σύγχυση κι η παλινδρομική κίνηση ανάμεσα στην απόρριψη, την εξιδανίκευση και την άρνηση επιτείνονται.
Πάνω σ΄αυτό τον καμβά, η Α.Ξ. προτίθεται να αναδείξει τη διαδικασία γύρω από την ποιητική δημιουργία, τη μόνωση και τον πόνο ως προϋποθέσεις της ανάτασης. Αναζητά την αλληλουχία λέξεων που θα εκπορθήσουν τα τείχη της νοικιασμένης –και παράνομης ενδεχομένως- κάμαρας που έχει μετατρέψει σε χώρο προβληματισμού και πένθους ∙ ίσως το ίδιο το σώμα της Σοφί. Προκειμένου να  μεταστοιχειώσει το λυγμό σε λόγο καταφεύγει στην  ανάγνωση, τη καταγραφή του αισθήματος. Οι αισθήσεις όμως βρίσκονται σε συναγερμό : H ελπίδα και  η προσμονή οξύνουν την ακοή, την στρέφουν στον εξωτερικό χώρο απ΄ όπου προσδοκά να αφουγκραστεί τον ήχο της επιστροφής, της ευνοϊκής επιλογής που θα κάνει ο άλλος και το ιδανικό ισοδύναμο της ανακούφισής της.
Τόσο ο ζόφος όσο και ο φαύλος κύκλος επικοινωνούνται από την συγγραφέα, αλλά αφού η ηρωίδα διέρχεται τις φάσεις  κορυφώνει μ’ έναν θυμό –προς εαυτόν-  όπου η λύση, ως απάντηση στα ερωτήματα ωριμάζει με τη «Φθινοπωρινή Ιστορία» και αποδίδει καρπούς στο «ΧΧ» (το επιθυμητό συστατικό του αριθμού 23). Οι λέξεις αποκτούν εκεί  ποιητική πολυσημία, με τα πολλαπλά βάρη που κουβαλάνε η καλοκαιρία και το φθινόπωρο, η έξοδος συντελείται παίρνοντας τη συμβολική μορφή της έκρηξης του σώματος, από το χώρο του βωβού αναβρασμού στο χώρο της λεκτικής έκφρασης.
Για να συμβεί η ποιητική απογείωση θα χρειαστεί να αλλάξουν όλα. Από τη κρεβατοκάμαρα βρισκόμαστε στη τουαλέτα, από τις κλεμμένες Τετάρτες  σε μια ματωμένη Παρασκευή, από τα άσπρα και καφέ χρώματα –με τους ανάλογους συμβολισμούς τους – στο κόκκινο του αίματος.  Να σταματήσει το μυαλό να διανοείται και η ψυχή να παραπλανάται, να αποκαλυφθούν «μυστικά», να μετατοπιστεί η δράση.
Όταν τα φτερά του έρωτά της πριονίζονται, για να πετάξει η ποίηση απαιτεί μια κίνηση οριστική, απότομη και καταλυτική, ένα πλήγμα – μήνυμα ισότιμο με την χαίνουσα πληγή του χωρισμού και της αμφιβολίας. Σε χώρο ζωτικό, σωματικό και κάτω από τη μέση, θα βρει τις λέξεις, θα διατυπώσει το διά ταύτα με έναν τρόπο που κυριολεκτικά αγγίζει∙  χρειάστηκε να τρέξει αίμα…
Το σώμα βγαίνει από τη «νάρκωση» της πλάνης του και η θερμοκρασία του πάθους που επιζητείται –που αναπτυσσόταν ήδη από την εποχή της μη ολοκλήρωσης και των ατελών διαδρομών προς τον άλλον- εξισορροπείται. Με το ζεστό υγρό να ρέει και «τις χορδές σπασμένες»  αναδύονται τα  λόγια και η μελωδία ηχεί. Ρήξη, κατανόηση και ανατροπή: Η αναμονή κι η επιθυμία, ποσά ευθέως ανάλογα, ο θρήνος ατελέσφορος όσο το πέρας αιωρείται, ο χρόνος αποδεικνύεται αδιάφορος καθώς κοιτάει μόνο τη δουλειά του, να φεύγει ανεπιστρεπτί. Η αναμονή ήταν λοιπόν αφροδισιακή;


thumbnail1
 


Πριν και μετά από τις σημαντικές διαπιστώσεις η ιστορία, ωστόσο, απλώνει, συνεχίζεται. Αφού έχουμε να κάνουμε με αφήγημα, με «αρχή, μέση και τέλος» και αφού η Α.Ξ. παραχωρεί δικαίωμα στους αναγνώστες της να καθορίσουν και αυτοί τη μοίρα της Σοφί της, θα επισημάνω ότι  η συμβολική κίνησή της προς τον εξωτερικό χώρο, το «δρόμο» που διασχίζει, η αποχώρηση από το Facebook  και το κάπως επιβεβλημένο happy –(ή ‘ηθικά’ ορθό) end υστερούν σε ένταση, πολυσημία και αυθεντικότητα. Η  Α.Ξ. φέρεται με καλοσύνη στην ηρωίδα της και της  χαρίζει την επιβίωση, της στρέφει το βλέμμα σε ένα μέλλον σχεδιασμένο, αλλά  προφανώς την αποκόβει από το παρελθόν και αναστέλλει –με τρόπο παρόμοιο με τη περιγραφείσα σχέση!- τη κάθαρση που θα ήταν δυνατόν να φέρει μια σύγκρουση της ηρωίδας καθώς απευθύνεται στο άλλο της –και παρελθόν- μισό.
Η Σοφί αφήνει αναπάντητα τα «γιατί» ενώ αναιρεί επιφανειακά τα «αν» και απονευρώνει τις ισχυρές της εξομολογήσεις. Η διαφορετική στροφή που παίρνει είναι βέβαια πολύ πιο ανοιχτή, αλλά περιστρέφεται γύρω από  τον παλιό και σταθερό της άξονα. Επίκεντρό της παραμένει ο ίδιος πάντα, άλλος άνθρωπος, οι σχέσεις του με τους ανυπόστατους τρίτους, ο χρόνος που περνάει μάταια φέρνοντας τις παλιές ιστορίες στο προσκήνιο, ενώ η απόσταση, η αλλαγή τοπίου και η άρνηση της πλήρους αυτοκαταστροφής («χάπια», «γκάζι») είναι σαν και τον χωρισμό που δεν είναι οριστικός: Θέμα χρόνου, στη σχέση δύο οντοτήτων να παρεμβαίνει κάποια άλλη, τρίτη (οντότητα, κατάσταση) που παραμένει τόσο άγνωστη όσο και φαρμακερή μέσα στο ανάγνωσμα.
Η  Ασημίνα Ξηρογιάννη απεικόνισε μία κατάσταση και παράλληλα φώτισε ένα  αφήγημα από  διαφορετικές γωνίες, την ποιητική εξομολογητική, διακειμενική και εικαστική.  Έκανε σαφή στον αναγνώστη το χρονικό, το αδιέξοδο, την οδύνη και τα μέσα που επικαλούμαστε για να παραβλέπουμε τα πιο σημαντικά και τελεσίδικα γεγονότα, τη στέρηση και τη φθορά, τη στέρηση που επιτείνει τη φθορά και αντίστροφα.
Από όποιο πρίσμα ωστόσο κι να το κοίταξα, το κόκκινο, σαν και τα χρώματα σε μια παλέτα, είναι αυτό που ξεχωρίζει, είναι αυτό που με το πέρασμα του χρόνου, ξεθωριάζει τελευταίο.


http://fractalart.gr/23-meres-xirogianni/

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2015

ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ /// ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ /23 ΜΕΡΕΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ 2015 //// ΓΡΑΦΕΙ Η ΤΖΟΥΛΙΑ ΓΚΑΝΑΣΟΥ










Ασημίνα Ξηρογιάννη
«23 ημέρες»
Εκδ. Γαβριηλίδη 2015


 ******


γράφει η Τζούλια Γκανάσου

 


Το πέμπτο βιβλίο της Ασημίνας Ξηρογιάννη «23 ημέρες» συνδυάζει με ενδιαφέρουσα ματιά και ώριμη, ιδιαίτερη γραφή τον πεζό με τον ποιητικό λόγο, τον προβληματισμό με το συναίσθημα, το ρεαλισμό με την ονειροπώληση, την απεικόνιση με την αλληγορία.
Με αφορμή μια ερωτική ιστορία η οποία βρίσκεται σε αδιέξοδο, η ποιήτρια επιτυγχάνει να σκιαγραφήσει την πορεία της καλλιτεχνικής (και όχι μόνο) δημιουργίας. Και λέω «όχι μόνο», μιας και πρόκειται για ένα έργο εξαιρετικά «ανοιχτό» σε ερμηνείες και προεκτάσεις. Η αφορμή, καθώς και ο τρόπος που διαχειρίζεται τις πληροφορίες η Ξηρογιάννη, δίνει ανεξάντλητα εναύσματα για στοχασμό και πολλές φορές αναστοχασμό πάνω σε καίρια ζητήματα υπαρξιακής και φιλοσοφικής φύσης. Η δημιουργία δεν αποτελεί μόνο ανάγκη ή πεδίο αυτοπραγμάτωσης αλλά και γέφυρα προς το «άλλο», το «ξένο», το διαφορετικό αλλά ταυτόχρονα οικείο, γίνεται στόχος συχνά και ποταμός, πολλές φορές βασανιστήριο ή αλλιώς παρηγοριά. Τα όρια, οι δεσμεύσεις, οι ψευδαισθήσεις, η προσωπική διαδρομή μέσα στην αλήθεια ή στην πλάνη, οι δυσκολίες και τελικά το ποιοτικό ή όχι αποτέλεσμα της δημιουργικής διαδικασίας παραλληλίζεται πολύ εύστοχα με την πορεία ενός μοιραίου πάθους, μιας καθηλωτικής συναισθηματικής και σαρκικής σχέσης, η οποία απειλείται από εξωτερικούς και φυσικά από εσωτερικούς παράγοντες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η συνύπαρξη πεζού και ποιητικού λόγου, καθώς και οι συναντήσεις με τους «διακειμενικούς άλλους» οι οποίοι την καθορίζουν. Κατά αυτόν τον τρόπο, μέσα στις «23 ημέρες» παρελαύνουν τουλάχιστον τρεις ζωές: η ζωή που «φαίνεται» με τους ρόλους που διαμορφώνονται στο πλαίσιο μιας ομαλής κοινωνικής συμβίωσης κι εκείνη η «άλλη», η «μυστική» ζωή του καλλιτέχνη. Και ίσως μια ακόμη, που συνορεύει πιο πολύ με την υπέροχη στιγμή της φαντασίωσης, της πνευματικής κατασκευής, του ονείρου. Οι τρεις ζωές συμπλέουν υπέροχα στο εν λόγω έργο, προσεγγίζοντας με μαστοριά και διορατικότητα τα «ευαίσθητα» όρια της δημιουργίας και, βέβαια, της ύπαρξης.

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

10 + 1 προτάσεις βιβλίων από το varelaki /// M' ENA BIBΛΙΟ ΠΑΝΤΑ







                                                         (Source: http://bit.ly/1J5WD28.)





Πες μου τα βιβλία που αγαπάς να σου πω ποιός είσαι.Οι δικές μας προτάσεις για το υπόλοιπο του καλοκαιριού.Καλή ανάγνωση!!!!








-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------








         Η Ελένη Γεωργοστάθη προτείνει:

                                     

 

Ζωή μεθόρια



*********



                                                                 



                Ο  'Αρης Κουμπαρέλης προτείνει:




                               






Ο άντρας που ήξερε ν’ αγαπάει




*********


                                                           

              H  Xριστίνα Λιναρδάκη  προτείνει :



                                             




Ιστορίες απ' το ονειροσφαγείο




*********  


                                       


                 Ο Αντώνιος Ψάλτης προτείνει:


                                      





 “Ο ΜΑΣΚΟΦΟΡΟΣ”


ΘΟΔΩΡΗΣ ΝΤΑΛΟΥΣΗΣ



εκδόσεις “ΦΑΡΦΟΥΛΑΣ”, 2014





*********  

                                   






 

          Η Γλυκερία Μπασδέκη προτείνει:








                                               







          Εις ελευθερίαν


 Ελεωνόρα Σταθοπούλου

      Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2015
                                      136 σελ.




******

 






  


               Ο  Θάνος Γώγος προτείνει:






   
                                             


                               

                                   


       Το πιο παράξενο απόκτημα των εντόμων

                               Μαρία Φίλη

                               Μελάνι,2014

                                    32 σελ.



********









            Η Ασημίνα Ξηρογιάννη προτείνει :







                                                       




Παράπλευρες καθημερινές απώλειες


  Μικρά κείμενα: Αθήνα, Στοκχόλμη, Ακράτα 1995-2012


Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων, 2013
72 σελ.




*********  


                                  




    O Kυριάκος  Συφιλτζόγλου προτείνει :





                                                          





 

Εγκλήματα με ακορντεόν


Μυθιστόρημα


Ε. Άννυ Προυλ


                   

********* 
                              


                                                       

                                                 


                      O Στάθης Ιντζές προτείνει :



                                     
                                                   





Patagonia Express


μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης

Opera, 1998
192 σελ.


********* 

                               


Η  Κατερίνα Τζαβάρα προτείνει:







 


ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ, 152 σελίδες


Α' Έκδοση: 2014
Επιμέλεια: Δημήτρης Νόλλας
Μετάφραση: Κώστας Τσίβος
 



********* 



                  Η Βάγια Κάλφα προτείνει:



                                



μ-otherpoem



Μόνο λόγος



Νεφέλη, 2014
80 σελ.

--------



σημείωση:Oι προτιμήσεις καταχωρήθηκαν  με τη σειρά που εστάλθησαν 

Κυριακή 19 Ιουλίου 2015

ΝΕΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ /// ΜΟΝΟΛΟΓΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ [ ΕΚΔ.ΒΑΚΧΙΚΟΝ 2015 ]






                                                               


Μονόλογοι συγγραφέων



ανθολόγηση: Ασημίνα Ξηρογιάννη


επιμέλεια σειράς: Νέστορας Πουλάκος

Vakxikon.gr, 2015
118 σελ




Μονόλογοι συγγραφέων




 

Αναζητήστε την έντυπη έκδοση εδώ

Για να αγοράσετε και να διαβάσετε την ψηφιακή έκδοση ανατρέξτε στα βιβλιοπωλεία: cosmotebooks.gr, myebooks.gr και readpoint.com


Γιατί γράφουμε; Ποιες επιρροές έχουμε δεχτεί που μάς καθόρισαν ή μάς στιγμάτισαν; Είναι η πορεία μας αυτή που είχαμε ονειρευτεί ή σχεδιάσει, ή για αλλού ξεκινήσαμε και αλλού βρεθήκαμε;
H ζωή και η τέχνη αναπόφευκτα συμπλέουν, μπορεί και να αλληλοσυμπληρώνονται. Ο δημιουργός οφείλει, θαρρώ, να κοιτά κάθε φορά κατάματα και τη ζωή και την τέχνη του και να κάνει τον απολογισμό του. Η αυτοκριτική και η αυτογνωσία είναι πάντα τα ζητούμενα και στον άνθρωπο και στο δημιουργό. Από κει και πέρα η βασική έγνοια είναι πώς θα υπάρχει δημιουργική εξέλιξη.
Αναπόφευκτα μού έρχονται στο μυαλό όσα γράφει ο Ελύτης στα «Ανοιχτά Χαρτιά». Και είναι σαν να μονολογεί: Nα, γιατί γράφω. Γιατί η Ποίηση αρχίζει από κει που την τελευταία λέξη την έχει ο Θάνατος. Είναι η λήξη μιας ζωής και η έναρξη μιας άλλης, που είναι η ίδια με την πρώτη αλλά που πάει πολύ βαθιά, ως το ακρότατο σημείο που μπόρεσε να ανιχνεύσει η ψυχή, στα σύνορα των αντιθέτων, εκεί που ο ήλιος και ο Άδης αγγίζονται.
Δέκα γυναίκες συγγραφείς. Δέκα άντρες συγγραφείς. Άνθρωποι που ζουν και δημιουργούν στο σήμερα. Οι σκέψεις τους, οι καταβολές τους, οι εικόνες τους, είναι πολύτιμα στοιχεία του δημιουργικού ΕΓΩ τους. Αναλογίζονται, στοχάζονται, θυμούνται, απορούν, δείχνουν, καταθέτουν αναμνήσεις, εμπειρίες, συναισθήματα, αποστασιοποιούνται άλλοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο, εξομολογούνται, μονολογούν κρύβοντας ή αποκαλύπτοντας, άλλοτε με τρόπο ρεαλιστικό, άλλοτε επικαλούμενοι τον σουρεαλισμό.
Όμως, αποδεικνύοντας σε κάθε περίπτωση πως η τέχνη είναι υπόθεση αυστηρά προσωπική.


 {εισαγωγή:Aσημίνα Ξηρογιάννη}
                  

Συμμετέχουν με ανέκδοτα κείμενά τους οι συγγραφείς:
Έρικα Αθανασίου, Τζούλια Γκανάσου, Νατάσα Ζαχαροπούλου, Σοφία Κολοτούρου, Ασημίνα Ξηρογιάννη, Δανάη Παπουτσή, Έλενα Πολυγένη, Μαρία Σούμπερτ, Ελένη Τζατζιμάκη, Ελένη Φουρνάρου, Γιώργος Γώτης, Γιώργος Δουατζής, Νίκος Ερηνάκης, Γιώργος Κατσέλης, Γιώργος Λίλλης, Διονύσης Μαρίνος, Γιώργος Μπλάνας, Κωνσταντίνος Μπούρας, Τόλης Νικηφόρου, Γιάννης Παπαγιάννης



Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015

ΣΤΗΛΗ : THE ARTMANIACS /// ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ






Κυριάκος Μαργαρίτης


Συνέντευξη στην Ασημίνα Ξηρογιάννη




 Πώς ξεκίνησαν όλα με τη γραφή; 

Η αλήθεια είναι ότι ξεκίνησαν με τη ζωγραφική. Πιτσιρικάς, ήθελα να γίνω σχεδιαστής κόμικς, που είναι ένας άλλος τρόπος αφήγησης. Η “μετάβαση” στο γράψιμο έγινε στα 12, όταν διάβασα το αυτοβιογραφικό κείμενο του Ξενόπουλου: Η ζωή μου σαν μυθιστόρημα. Τότε, με παιδική επισημότητα, αποφάσισα να γίνω συγγραφέας, και να ζήσω στην Αθήνα. Με έναν περίεργο τρόπο, το γράψιμο, και η Αθήνα είχαν ταυτιστεί στο μυαλό μου – νομίζω, δε, ότι η ταύτιση εξακολουθεί. 


 Λογοτεχνικές σου επιρροές. 

Καίτοι έχω εκδώσει πολλά (ίσως υπερβολικά πολλά) βιβλία, το καθαυτό “σώμα έργου” έχει αρχίσει να συγκροτείται, για εμένα, μόλις προ διετίας, με το εγχείρημα υπό τον τίτλο Κρόνακα. Το σημειώνω καθότι οι συνειδητές μου επιρροές απαντούν σε ορισμένα μόνο από τα εκδομένα κείμενά μου, π.χ. στο Ρέκβιεμ για τους απόντες, και στην τριλογία του Ιγνάτιου Παππά, μια νουάρ παρωδία. Σε επίπεδο ύφους, έχω κατακλέψει τους αγαπημένους μου Αμερικάνους: Τσάντλερ, Μπουκόβσκι, Βόνεγκατ, και Ελλρόυ. Σε επίπεδο οντολογίας, είμαι φανατικός μαθητής του Παπαδιαμάντη, του Ντοστογιέφσκι, του Κάφκα, του Μπατάιγ, του Τσέλαν, του Μπέκετ. Ας μου επιτραπεί να προσθέσω και τους φιλοσόφους που με επηρέασαν και ως προς τις ιδέες, και ως προς τον τρόπο γραφής: Σοπενχάουερ, Κίρκεγκωρ, Νίτσε, Χάιντεγκερ. Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν. Είναι κι άλλα, πάρα πολλά. 


Λογοτεχνία και Κρίση. 

Πιστεύω ότι η λογοτεχνία γράφεται πάντοτε υπό συνθήκες κρίσης – και εννοώ: υπαρξιακής. Η οικονομική / κοινωνική συγκυρία, όσο κι αν δυσκολεύει την καθημερινότητά μας, δεν αλλάζει κάτι, ως προς αυτό. Ίσως προσφέρει επιπλέον υλικό για ένα μυθιστοριογράφο, σε επίπεδο πραγματολογίας. Το επιχείρησα κι εγώ αυτό, στο τελευταίο εκδοθέν κείμενό μου. Δεν νομίζω ότι ήταν καλή ιδέα. Δεν θέλω να έχω και πολλά πάρε-δώσε με την επικαιρότητα. 


 Η σχέση σου με την ποίηση. 

Είναι ισόβια, και ερωτική. Δεν διαχωρίζω τα είδη – δεν πιστεύω καν στα είδη, και δεν το λέω από μεταμοντέρνα σκοπιά. Η ποίηση είναι (ή ελπίζω να είναι) διαρκώς ενεργή στα κείμενά μου. Ο Καρυωτάκης ήταν η πρώτη μου σημαντική ανακάλυψη, κάπου στα 14, και δεν έχει πάψει να με απασχολεί, έκτοτε.
O Σεφέρης, και ο Καρούζος είναι μόνιμα σημεία αναφοράς. Η ουτοπία του Εμπειρίκου. Η χαρτογραφία του Καββαδία. Οι συμπατριώτες μου, Μόντης, και Χαραλαμπίδης. Και τόσοι ξένοι. Ο Μπωντλαίρ, ο Ρεμπώ, ο Ρίλκε, ο Μπάιρον. Άραγε μπορώ να αναφέρω και τον Σαίξπηρ; Ο Τσέλαν: τρομερός καταλύτης. Και ο Μπουκόβσκι, που με σώζει κάθε φορά από τα άσχημα. 


 Ποια άλλη μορφή τέχνης αγαπάς και γιατί. 

Κοίταξε, σε μένα όλα ξεκινούν, και όλα επιστρέφουν στο γράψιμο. Όλα αναφέρονται εκεί. Αγαπώ την μουσική, φυσικά, αν και όχι τη μεγάλη κλασική της παράδοση. Μεγάλωσα με ρεμπέτικα, και λαϊκά, και δεν είχα ποτέ στενή σχέση με την ροκ, ή την τζαζ, ή το πανκ. Μ’ αρέσουν οι πιο χαμηλόφωνες παραδόσεις. Η μπλουζ, ας πούμε. Τα παραδοσιακά του τόπου μου, ή της Κρήτης. Τα φάντος. Οι τροβαδούροι, όπως ο Κοέν, ή ο Κας. Ο Τομ Γουέητς, οπωσδήποτε. Αγαπώ τη ζωγραφική του Σεζάν, και του Βαν Γκονγκ. Και του Ελ Γκρέκο. Δεν έχω πάψει ποτέ να διαβάζω κόμικς, ειδικά τις ιστορίες του Ντον Ρόσα, τον Αστερίξ, τον Λούκυ Λουκ, τον Κόρτο Μαλτέζε. Και τον μέγα Ρόμπερτ Κραμπ. Αγαπώ τον κινηματογράφο, και (πάλι) όχι τόσο τους Ευρωπαίους μαιτρ, όσο το παλιό καλό Χόλυγουντ, τα γουέστερν του Χωκς, του Χιούστον, του Πέκινπα, τις πολεμικές ταινίες, τα νουάρ, τις κλασικές κωμωδίες, και ένα κάρο “αμερικανιές” του συρμού: ταινίες τρόμου, θρίλερ, χοντροκομμένες κωμωδίες. Είναι η καταγωγή, και η παιδική μου ηλικία όλα αυτά. Ένα είδος εαυτού. 


 Πώς βιοπορίζεσαι; 

Πλέον, μετά βίας. Για πολλά χρόνια ήμουν αναγνώστης, και, αργότερα, υπεύθυνος ξένης λογοτεχνίας, στις εκδόσεις Ψυχογιός, αλλά ήταν εξαιρετικά χρονοβόρα συνθήκη, γι’ αυτό παραιτήθηκα, πρόπερσι. Τώρα γράφω για ένα (μη λογοτεχνικό) περιοδικό, ενίοτε κάνω “αναγνωστικές αναφορές” επ’ αμοιβή, και, στα ζόρια, ενεργοποιώ τον κώδικα ΚΠΠ: Κατασπατάληση Πατρικής Περιουσίας. Δεν είναι ευχάριστο, γι’ αυτό ελπίζω, αόριστα, σε κάτι που έρχεται. Αν έχεις καμιά ιδέα… 


 Ακούς μουσική όταν γράφεις; Βάλε μας λίγο στο εργαστήρι σου

Τίποτα δεν ακούω όταν γράφω – στο τσακίρ κέφι, μπορεί ν’ ακούω φωνές, αλλά δεν είμαι και σίγουρος. Δεν υπάρχει κάτι γοητευτικό στο “εργαστήρι” μου. Είναι μια κάμαρα που προοριζόταν για υπνοδωμάτιο. Η γυναίκα μου την βρίσκει αποπνικτική. Οι τοίχοι είναι ντυμένοι με βιβλία, το ίδιο και το πάτωμα, ο πάγκος, και το μεγάλο τραπέζι που χρησιμοποιώ ως γραφείο. Τα ντουλάπια είναι είδος αρχείου, με τετράδια, και στοίβες από περιοδικά, σημειώσεις, πίνακες, χάρτες κ.λπ. Μόνο ευπαρουσίαστο έπιπλο είναι ένα σεκρετέρ, αλλά η ατμόσφαιρα χαλάει με το λάπτοπ. Τα καύσιμά μου είναι τσιγάρα, και καφές – ποτέ αλκοόλ. Το ωράριο ποικίλει. Αν και εγώ αισθάνομαι προφήτης, νομίζω ότι θυμίζω λογιστή. Πρωινό ξύπνημα, και δουλειά 
για 8, 9, ή 10 ώρες, ανάλογα με τις δυνάμεις. Μελέτη, σχεδιαγράμματα, και λεπτομερείς χειρόγραφες περιλήψεις για το εκάστοτε μυθιστόρημα. Όταν έρθει η ώρα για το καθαυτό γράψιμο (στο λάπτοπ) το πράγμα γίνεται σχεδόν μηχανικά. Συμβουλεύομαι τις περιλήψεις, και, συνήθως, τελειώνω το κείμενο πολύ σύντομα – λίγες βδομάδες, σπανίως 1-2 μήνες. Όταν γίνω πλούσιος, θα βρω μια αίθουσα 100 τετραγωνικών, και θα γίνει χαμός. Για την ώρα, όμως, δεν έχω παράπονο. Καλά είναι κι έτσι. 


 Διαβάζεις κριτικές για τα έργα σου; 

Δεν υπάρχουν και πολλά για να διαβάσω – το δικό σου, για τα Κορίτσια μου, ήταν ωραίο δώρο, και ευχαριστώ! Γενικώς, σκέψου ότι το Ρέκβιεμ για τους απόντες θεωρήθηκε ως πρώτο μου μυθιστόρημα, ενώ είχε προηγηθεί το Τσίρκο. Πάντως, ναι, πριν από 4-5 χρόνια με ενδιέφερε το θέμα, ήθελα να δω ότι κάποιος ασχολείται. Μια φορά, σε ένα μπλογκ (στο «Βιβλιοκαφέ») μπήκα στον κόπο να απαντήσω κιόλας, σε μια κριτική. Τις κάνω κάτι τέτοιες ανοησίες. Πλέον, δεν με νοιάζει – αλλά ας μην παρεξηγηθώ: υπάρχουν εκλεκτοί κριτικοί, και τους /σας σέβομαι απεριόριστα, και εύχομαι να διαβάσουν όσα ετοιμάζω. Κατά τα άλλα, όμως, έχω την εντύπωση ότι το άθλημα της κριτικής υπηρετείται όλο και πιο πολύ από έναν αστοιχείωτο κόσμο. Δεν με αφορά αυτός ο κόσμος. 


 Πιστεύεις στα βραβεία; 

Θα είμαι σαφής: όχι. Είχα το προνόμιο να πάρω αρκετά βραβεία, και στον τόπο μου, και εδώ, και σε επίπεδο εκδομένων έργων, και σε διαγωνισμούς για ανέκδοτες δουλειές. Είμαι ευγνώμων για όλα, κυρίως για τους διαγωνισμούς, οι οποίοι με βοήθησαν να βρω εκδότη, κάτι που δεν ήταν ποτέ (ούτε τώρα) εύκολο για μένα. Πρακτικά, λοιπόν, ίσως είναι χρήσιμα. Σε επίπεδο λογοτεχνικής αξίας, όμως, και χωρίς καμιά διάθεση να κάνω τον έξυπνο ή, πολύ λιγότερο, τον αιρετικό, θεωρώ ότι είναι αστείο και να το συζητάμε. Ας ευχηθούμε να δίνονται σε άξιους ανθρώπους, και ας το αφήσουμε εκεί. 


Σύγχρονοι Έλληνες λογοτέχνες που αγαπάς. 

Δυστυχώς, δεν παρακολουθώ τη σημερινή (τρομερά πλούσια) βιβλιοπαραγωγή όσο θα ήθελα. Θα αρκεστώ σε περιπτώσεις καθοριστικές, όπως του Ευγένιου Αρανίτση, και του Κωστή Παπαγιώργη. Υπάρχει πάντα ο Λάγιος, στην ποίηση. Αγαπώ βαθιά το έργο του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη, και του Θάνου Σταθόπουλου. Γιορτάζω την ποίηση της Γλυκερίας Μπασδέκη. Υπογραμμίζω την ειδική περίπτωση του Χρήστου Βακαλόπουλου: Η γραμμή του ορίζοντος υπήρξε, για μένα, έργο σημαδιακό. Τέλος, οφείλω μιαν εμφατική αναφορά σε ένα από τα κορυφαία μυθιστορήματα των τελευταίων 30 ετών (τουλάχιστον), δια χειρός Γαβριήλ Νικολάου 
Πεντζίκη, υπό τον τίτλο Το Βυζάντιο έχει ρεπό. Αυτό το αριστούργημα κυκλοφόρησε πρόπερσι, και, προσώρας, η κριτική που λέγαμε δεν του έχει αφιερώσει ούτε μια αράδα. Το βρίσκω εξωφρενικό, αλλά τι να κάνουμε. 

Ένα σχόλιο για τη σύγχρονη λογοτεχνική πραγματικότητα.
 
Ομερτά – αστειεύομαι: μια χαρά είναι, καίτοι προσωπικά αισθάνομαι λίγο έξω από τα νερά μου. Αλλά αυτό είναι δικό μου πρόβλημα. 


 Πολιτικοί και πολιτική. 

Κοίτα, αυτή την υπόθεση την έλυσε ο Χριστός πριν από δυο χιλιετίες, διαφεύγοντας του πλαστού διλήμματος των Φαρισαίων. Εννοώ: τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, και τα του Θεού τω Θεώ. Εγώ πιστεύω στον Θεό, και πληρώνω φόρους στο κράτος, για να μην με ενοχλεί. Θέλω οι Καίσαρες, κάθε λογής, να με αφήσουν να κάνω τη δουλειά μου. Συνεπώς, με ενδιαφέρει να υπάρχει η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, που είναι η λιγότερο χυδαία συνθήκη – δεν την πιστεύω: την ανέχομαι, και αυτό είναι αρκετό. Στο δικό της πλαίσιο, μπορώ να επιβιώσω βιολογικά (έστω δύσκολα) και να μεγαλουργήσω πνευματικά, αν έχω τα κότσια. Δεν περιμένω από την πολιτική να με σώσει. Δεν πιστεύω στις επαναστάσεις, ούτε στα καθεστώτα. Ο επί γης παράδεισος είναι πάντα ένας ολοκληρωτισμός. Δεν τον θέλω. Απαιτώ από την πολιτική (και τους πολιτικούς) να με αφήσουν να σώσω ό,τι μπορώ, με τον τρόπο μου. 


 Τι ονειρεύεσαι; 

Τον έναν και μοναδικό μου πόθο, που είναι η ανάσταση των νεκρών. 


Γράφεις κάτι τώρα; 

Τα τελευταία δύο χρόνια υπήρξαν εξόχως παραγωγικά. Ολοκληρώθηκε το μυθιστόρημα Κρόνακα, πρώτο μέρος του ομώνυμου εγχειρήματος, καθώς και η άτυπη συνέχειά του, υπό τον τίτλο Μινώταυρος. Στο μεσοδιάστημα, ετοίμασα μια πληθώρα από άλλα κείμενα, με διάφορες αφορμές. Τώρα μελετώ, σημειώνω, και, γενικώς, στήνω το τρίτο μέρος του εγχειρήματός μου, υπό τον τίτλο Εκδικητές. 


 Μια βιβλιοπρόταση για τους αναγνώστες του varelaki. 


Εκατοντάδες προτάσεις, αλλά, μιας και, πρόσφατα, η εκλεκτή Μικέλα Χαρτουλάρη μου ζήτησε ένα σημείωμα για τον Τζέημς Ελλρόυ, παρακαλώ όσους
δεν το έχουν ήδη κάνει,να προμηθευτούν την 

Τριλογία του Αμερικανικού Υπόκοσμου, από τις εκδόσεις Άγρα, σε μετάφραση του χαλκέντερου Ανδρέα Αποστολίδη.


 Σχέδια για το μέλλον. 
 
Εμβάθυνση στο παρόν: γραφή, ανάγνωση, ταινίες, μουσική, ταξίδια, περίπατοι, και κουβέντες. Αν ανοίξει και καμιά επαγγελματική πόρτα με το διδακτορικό, έχουμε κι ένα γάμο στα σκαριά, και, με μεράκι & κέφι, ένα παιδί, ή περισσότερα, για λόγους υστεροφημίας. Κοντολογίς, καληνύχτα, και καλή τύχη. 


http://www.biblionet.gr/author/35281/%CE%9A%CF%85%CF%81%CE%B9%CE%AC%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CE%9C%CE%B1%CF%81%CE%B3%CE%B1%CF%81%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%82

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ/// ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ /// ΤΑ ΤΡΥΠΙΑ ΤΕΙΧΗ [Ψυχογιός, 2011]




                                         




Τα τρύπια τείχη



Κυριάκος Μαργαρίτης

Ψυχογιός, 2011
221 σελ.

****

 Γράφει ο Κυριάκος Μαργαρίτης



Μου ζήτησαν να γράψω δυο λόγια για κάποιο βιβλίο μου, είπα στη γυναίκα μου, και την ρώτησα ποιο θα πρότεινε εκείνη. Το Ρέκβιεμ, ή το Τσίρκο, απάντησε, αλλά το ερώτημα ήτο ρητορικό. 

     Θα γράψω για τα Τρύπια τείχη, της είπα, και απόρησε, γιατί να γράψω για ένα παιδικό βιβλίο. Έτσι, είπα εγώ, και εξηγούμαι αμέσως. 

    Τα Τρύπια τείχη είναι, για εμένα, ένα ιδιαίτερο κείμενο, και δεν εννοώ μόνο σε σχέση με τα παιδικά / εφηβικά που έχω γράψει. Πρόκειται, πιστεύω, για το πιο άρτιο από τα εκδομένα μου κείμενα, και, απ’ όσο ξέρω, για το λιγότερο διαβασμένο. 

     Τα Τρύπια τείχη προέκυψαν με έναν εξωφρενικό ρυθμό, έτσι όπως δεν έχει συμβεί ποτέ στον τρόπο δουλειάς μου – και έτσι όπως δεν πρόκειται να επαναληφθεί. 

    Το έγραψα μέσα σε τέσσερις ημέρες, χωρίς κανένα προσχέδιο, το καλοκαίρι του 2009, με μιαν αίσθηση χαρμολύπης, για ένα επικείμενο κακό. 

    Το κακό ήρθε, πλην: το κείμενο ήταν ήδη έτοιμο, έτσι η χαρμολύπη, η μόνη αρμονία που ξέρω, κατόρθωσε να επιβιώσει. 

   Τα Τρύπια τείχη αφηγούνται την ιστορία ενός αγοριού, του Ραφαήλ, που ζει στη μοιρασμένη Λευκωσία – καίτοι εγώ κατάγομαι από την Πάφο, η Λευκωσία είναι ένα τοπίο που το φορτίζει διαρκώς η γενεαλογία του (υπαρξιακού) διχασμού μας. 

   Η αφήγηση επιχειρεί μιαν ταύτιση ανάμεσα στο κοίταγμα, και στην έγνοια, ή το νοιάξιμο, αυτό που μας καθιστά υπεύθυνους, και μας υπενθυμίζει ότι χρειάζεται να φροντίσουμε για όλα αυτά. 


   Όλα αυτά: ο τόπος, η ιστορία, η μνήμη, η κοινότητα, οι φίλοι, οι συγγενείς, τα κορίτσια. Μ’ ένα λόγο: τα χαμένα αγαπημένα μας πρόσωπα. 

   Ως motto (και είμαι πολύ περήφανος για τα motto στα βιβλία μου) είχα διαλέξει μερικούς στίχους από το Μονόγραμμα του Ελύτη, και την αγέρωχη απελπισία του Μπέκετ, από τον Ακατονόμαστο. 

   Εννοώ: Δεν μπορώ να συνεχίσω, θα συνεχίσω. 

  Νομίζω ότι αυτή η αγωνία για τη συνέχεια συνοψίζει ολόκληρη την ιστορία, που είναι, όπως είπα, γραμμένη με πολύ κέφι, με γοερό γέλιο, και με βαθιά λύπη. 

  Ίσως έτσι μπορούμε να αντισταθούμε ενάντια σε όλους τους καιρούς, και τις εποχές του ολοκληρωτισμού, που έχει, πάντα, πολλά πρόσωπα, και χρώματα. 

  Ο Ραφαήλ, ο Τουρκοκύπριος κολλητός του, και το κορίτσι με το μαγικό όνομα Παντοφίλη (πρόσωπο, και όνομα, όπως όλα, υπαρκτό) κατορθώνουν αυτή την υπέρβαση της μεταφυσικής, και της τελεολογίας, επειδή ορκίζονται στη συνέχεια. 

   Με μια ιστορία κόμικς, και μια γιορτή στη μεσαιωνική τάφρο της Λευκωσίας, τα τείχη (της πόλης, του εαυτού, όλα) διαρρηγνύονται, για να ρίξουμε μια ματιά (να κοιτάξουμε, και να νοιαστούμε) στην άλλη πλευρά.
 
   Ο Ραφαήλ το ονομάζει περίπατο. 

   Μετά από έξι χρόνια, χαίρομαι που συμφωνώ (ακόμα) μαζί του, και, με ευγνωμοσύνη, καμαρώνω σαν κυπριακό σκεπάρνι, που έγραψα τα Τρύπια τείχη, εκείνο το λυπημένο καλοκαίρι του 2009, σε τέσσερις απίθανες μέρες. 

   Ήταν, και το ήξερα από τότε, το τελευταίο παιδικό βιβλίο που θα έγραφα. Φυσικά, συνεχίζω, με άλλους τρόπους, όπως όλος, ή ο περισσότερος κόσμος. 

   Δεν γίνεται αλλιώς. 



                                                         
Κυριάκος  Μαργαρίτης