Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Κυριακή 14 Απριλίου 2013

notationes////ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2013///ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ :ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ






Αγαπητοί φίλοι, το varelaki ανοίγει μια νέα σελίδα ,η οποία θα αφορά μια ανθολογία σε εξέλιξη με θέμα <ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ>.Συλλέγουμε ποιήματα που έχουν ως θεματική τους το θέατρο,τη μάσκα,το δράμα,τη δραματουργία ή αναφέρονται σε θεατρικά έργα και δημιουργούς,καθώς και  άλλα  που σχετίζονται  γενικά με τη θεατρική διαδικασία και  το γίγνεσθαι της τέχνης του θεάτρου.Ακόμα θα συμπεριληφθούν  ποιήματα που ΔΕΝ έχουν μετωπική αναφορά στο θέατρο και σε όσα προαναφέρθηκαν ,αλλά διαθέτουν μια θεατρικότητα στη γραφή τους!Θα υπάρχουν πιθανότατα και σχετικά συνοδευτικά κείμενα.Εχει  συγκεντρωθεί ήδη κάποιο υλικό ,αλλά η αναζήτηση συνεχίζεται  με σθένος.Οπότε η σελίδα θα εμπλουτίζεται  με νέο υλικό σε βάθος χρόνου.Θα περιλαμβάνει ποιήματα  ελλήνων και ξένων δημιουργών,παλαιότερων,κλασικών,συγχρόνων .Επειδή αγαπάμε και τις δύο τέχνες,διερευνούμε  τον έντεχνο συσχετισμό τους,το <πάντρεμά> τους ,μέσα  στα πλαίσια της ποιητικής διαδικασίας.Η συλλογή του υλικού  δεν είναι πάντα εύκολη διαδικασία.Αντίθετα ,είναι σκληρή και χρονοβόρα,αλλά πιστεύουμε ότι αξίζει τον κόπο. 
Αυτή τη φορά παραθέτουμε μόνα τους τέσσερα 
ποιήματα ,τα οποία πρόσφατα προσθέσαμε στο ήδη υπάρχον υλικό... Για περισσότερα ποιήματα...δείτε εδώ...
  http://varelaki.blogspot.gr/2013/02/s-2013.html

 http://varelaki.blogspot.gr/2013/03/notationesma-2013.html





Επιμέλεια :Aσημίνα Ξηρογιάννη
                  Θεατρολόγος -Συγγραφέας 



ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ

ΟΥΙΛΙΑΜ ΣΑΙΞΠΗΡ: ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΣΤΟΝ ΑΜΛΕΤ.

Ιδού, λοιπόν, τα πολυπόθητα πτώματα.
Τώρα μπορείτε να επιστρέψετε στα σπίτια σας
και να σκεφτείτε ποια είναι η διαφορά
ανάμεσα σ’ έναν τρελό και σ’ έναν δολοφόνο.
Φυσικά,
με τα χρήματα που δώσατε,
θα έπρεπε να έχετε ήδη την απάντηση.
Προσωπικά
δεν νομίζω πως θα σας ικανοποιούσε.
Πιστέψτε με, αυτές οι έννοιες
είναι πράγματα εξόχως προσωπικά.
Ας πούμε αυτός ο κύριος, εκεί, στη δεύτερη σειρά.
Δεν είναι αρκετά τρελός, για να δεχθεί
την απιστία της συζύγου του, αλλά
μπορεί να γίνει μια χαρά δολοφόνος,
αν είναι να ξαποστείλει, μια και καλή, τον τρελό
που αμφισβήτησε την οικογενειακή του λογική.
Ενώ η κυρία του δεν τρελάθηκε ακόμα,
για να παραδοθεί αμαχητί
στην τρέλα της οικογένειας.
Το λογικό θα ήταν να τον δολοφονήσει.
Ως εκ τούτων -και άλλων πολλών-
το έργο τώρα αρχίζει. Θα το εκτιμούσα
αν δεν εμπλέκατε στην τρέλα σας
τα παιδιά σας. Αν όχι, σκεφτείτε
ποιος θα πρέπει να παίξει τον ρόλο του φαντάσματος.



ΓΙΩΡΓΟΣ  ΓΩΤΗΣ 


 TO  ΌΝΕΙΡΟ ΤΗΣ ΚΛΥΤΑΙΜΗΣΤΡΑΣ

Ξύπνησε τρομαγμένη
όλη νύχτα άκουγε ποδοβολητό
γύρω άπ'το παλάτι.

Ξαφνικά ένα άσπρο άλογο
ξέκοψε από τα άλλα
και πήδησε στην κάμαρά της.
Της φάνηκε γνωστό μα δεν 
το αναγνώρισε αμέσως.
Το κρεβάτι της λίμνης
με στεκούμενα νερά
νεκρός βουτούσε ο σύζυγός της .

Παγώνια,περιστέρια,γεράκια
τρελλός χορός,τριγύρω
χαμένοι πολεμιστές σηκώνονταν
και μαστίγωναν τη μαύρη γης.

'Ακουγε τη  φωνή
της κόρης να στριγγλίζει
''στους ενόχους νόμος είναι
η δυναμή τους.
Νικητής όποιος ξεριζώσει
από τη μνήμη τον άλλον''.

Η γνώση του φόβου φέρνει ευτυχία
σκέφτηκε,η αγάπη είναι απαλλαγή
-λευκό διάφανο την τύλιξε πανί.
Κόκκινα χελιδόνια όρμησαν
φέρνοντας την αυγή.


 

 Βασιλης Λαλιώτης

ΜΙΧΟΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ


Άσε με να το παίξω αυτό
το κύριε Μίχο σου μικρή Αντιγόνη
σαν το πουκάμισό σου
κόκκινο απ' τα μάτια του Οιδίποδα
τυφλός ως τα έσχατα της όρασης
κι όμως ειμ' ακόμα εδώ
σέρνοντας δις προς θάνατον
και το άλλο, του πατρός μου, όνομα.
Ο τόπος χάλκινος με πικροδάφνες
κάποια βρύση και πένθος αηδονιών
κι αυτό το καλοκαίρι
γέμισαν τα κλαριά παιδιά με κιθάρες
κρουστά και φωνές
από καταγωγής μητέρας έως οργής ενώ
ληγμένα σ' αγαπώ κρατάω στο χέρι
μια φωνή κι εγώ κουρέλι
και πίσω ωραία σκαλιά κερκίδας
για να επαληθεύεται
το πνεύμα του θεάτρου
από τη μεγάλη του άγνοια κι οι φίλοι
ένα κουτάκι μπύρας από στόμα σε στόμα
με κάτι από θεού
αρχαίου στη γεύση μνήμης
των κοινών κι ένα φεγγάρι
θολό από υπόσχεση βροχής νερά
των σπλάχνων σε πανσέληνο
κι ακόμα και το ποίημα
που συντάσεεται γύρω μου τώρα.

Άσε με να το παίξω αυτό
το κύριε Μίχο σου μικρή Αντιγόνη
στον τόπο όπου καταλήγουν
όλοι οι Οιδίποδες να βρούν
εν είδει Μινωτή και Μπόρχες
κάτι όπως στον ώμο σου το χέρι,
ένα κορίτσι δεκαοχτώ χρονών
τις ερινύες στρέφοντας σε ευμενίδες
για να τους δώσει ευτοπία μυστική,
καλό γι αυτούς
που μέλλεται να τους δεχτούν
κακό για κείνους που όχι
λόγια και μετρημένα του ανθρώπου
που έχει φύγει από μέσα του ο τύραννος:
είχα πει θα φύγω, είχα πει θα φύγω, είχα πει
κι όμως είμ' ακόμα εδώ
κι αυτό το καλοκαίρι
ληγμένα σ' αγαπώ κρατάω στο χέρι.

Γιώργος Χ. Θεοχάρης


ΤΟ ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΟ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ

Μυρμίριζε στο κρεβάτι ανάσκελα, ασάλευτη με το βλέμμα αφημένο στο τίποτα. Στα ρουθούνια φουρφούριζε μέσ’ απ’ τα σωληνάκια το οξυγόνο. Έσκυβα πότε-πότε να δω αν με αναγνωρίζει. «Ποιος είμ’ εγώ;», τη ρωτούσα. Άλλοτε έλεγε «ο πατέας μου» κι άλλοτε «ο άντας μου». Ρωτούσα το όνομά της. «Πώς σε λένε;» Σπάνια το πετύχαινε. Έλεγε όλα τα ονόματα των συμμαθητριών της στο χωριό, των φιλενάδων της στα παιχνίδια. Όταν το έβρισκε, λέγοντας «Πααγούλα», χειροκροτούσαμε έντονα, φωνάζαμε «μπράβο!», επιβραβεύαμε τη σπουδαία της επίδοση. Καμιά φορά κέντριζα τον ματωμένο της εγκέφαλο με μνήμες παλιές, της παιδικής της ηλικίας. Τα κατάφερνε καλύτερα. «Φεγγαράκι μου λαμπρό», ξεκινούσα, «φέγγε μου να πεπατώ», συμπλήρωνε, «να πηγαίνω στο σχολειό», συνέχιζα, «να μααίνω άμματα», συμπλήρωνε. Της τραγουδούσα. «Νεραντζούλα φού…ουούντωμένη, νεραντζούλα φού…ουούντωμένη», έπιανα το ρυθμό, «πού…ουού ‘ναι τ’ άντη…η σου νεαντζούλα», ακολουθούσε, «πού ‘ν η πρώτη έ…έμορφιά σου», συνέχιζα, «πού…ουού ‘ν’ τα κάη σου», αντιφωνούσε. Περνούσαν έτσι τα δύσκολα μεσημέρια στο δωμάτιο του νοσοκομείου. Μεσημέρια λες στον προθάλαμο της ανυπαρξίας. Δίναμε την καθημερινή μας παράσταση στους άλλους ασθενείς του θαλάμου, στους συγγενείς, στους επισκέπτες. Ώσπου ένα πικρό δειλινό βάρυναν τα ματάκια της, ατόνησε η ανάσα της, και έτσι δίχως υποκλίσεις, δίχως μπιζάρισμα, δίχως encore, τράβηξαν οι νοσοκόμες υπηρεσίας το σάβανο της αυλαίας στο τελευταίο μονόπρακτο της μάνας μου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου