Υπάρχει πολύ ξενιτιά στην ψυχή μου και καταλαγιάζει επειδή Υπάρχεις
Πορεύομαι νύχτες σκοτεινές στις κυκλοτερές γαίες του μυαλού μου κρατώντας την υπόμνηση : το «να ξέρεις» είναι ανεκτίμητος πλούτος αυτός δεν ξοδεύεται, δεν σπαταλιέται και τοκίζεται για πάντα . Είναι αυτός τελικά που με συμφιλιώνει με το τυφλό έρεβος απαλύνοντας την οδυνηρή επικράτεια του απόλυτου σκότους εκεί που η μέθη του βίου βουλιάζει στη σκόνη της αφάνειας και η νύχτα ψυχορραγεί στη φενάκη πεπλανημένων λέξεων.
Ρέουν ο χρόνος και το εκκρεμές του προς την οριστική εξορία και τα χρώματα καταφεύγουν αλλοιωμένα σε σκιές που ψηλαφιούνται καταδικάζεται ανεπίστροφη η εικασία θεϊκών αναπαύσεων . Φωτίζει αχνά η φλόγα των κεριών το μέλλον και την αμηχανία της νοσταλγίας βυθίζοντας όλα τα διωγμένα στις παρυφές αξημέρωτων πρωινών ή στις αμέτρητες εκδοχές που καταχωνιάζει ο Θεός τα μυστικά του.
Συνδαυλίζω τη φωτιά και συμφιλιώνω τη λήθη με ονόματα παλιών φίλων αλλάζω τη φορά των πραγμάτων και υπάρχω στην ύπαρξη σου Αλκμήνη . Μια νεράιδα χαϊδεύει στον ουρανό την άκρη του ανίκητου Ηλίου . Άνοιξε το παράθυρο ,ξημερώνει, ακούω τα πουλιά να καταργούνε την Νύχτα η τραγική ομίχλη εκτοπίζεται σαν στίχος ποιητικός σε κιτρινισμένες σελίδες. Ανταμώνει η δίψα με την αυγή βαθιά μέσα στο αίμα και πορεύεται βέβαιη . Υπάρχει πολύ ξενιτιά στην ψυχή μου και καταλαγιάζει επειδή Υπάρχεις Αλκμήνη…