Εψαχνα να βρω στα κομμάτια μου,
μα εκείνα ταξίδευαν στα χρώματα του Κόσμου.
Σελίδες
▼
Σελίδες
▼
Σελίδες
▼
Σελίδες
▼
Σελίδες
▼
Σάββατο 20 Μαρτίου 2010
ΕΚΤΩΡ ΠΑΝΤΑΖΗΣ////ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ
Ποιός ξέρει ;
Ποιος ξέρει που είναι
του έρωτα η αγκαλιά
να στείλω εκεί να πιουν
τα διψασμένα μου πουλιά
και που να βρω τόσα φιλιά
να ντύσω το κορμί του φωλιά
νερό να τον ξεδιψάσω
δίψα μου πιες
νερό των άστρων
μέθη από μέλι χρυσό
τριανταφυλλένιων κάστρων
όλο το πράσινο των δασών να αθροίσω
και στα πόδια του μπροστά να ρίξω
δεν φτάνει
αστέρια όσα αν κεντήσω
στο φωτεινό χιτώνα του
ότι εφευρίσκω το δικό του ρίσκο
πάλι δε φτάνει
απ όλης της αυγής τους κρόκους
γύρη αν τρυγήσω
και πάλι δεν αρκεί
να τον μεθύσω
Κι απʼόλης της άνοιξης τους κόρφους
λουλούδια και δροσιές
τι να λένε στις μεθυστικές του αμβροσίες
Αχ βασανάκια στην καρδιά
αν πληθαίνουν τα μεράκια
γίνονται εμένα δάκρυα νεράκια
έρωτα πού κάνεις πασχαλιά
να πάω να στρώνω τα χαλιά
κι ας με πατείς
δυναστεία να σʼέχω
Θέτιδα κι εσύ ο Δίας,
στα γόνατά σου να προστρέχω
έρωτα κι από ποιά χαραμάδα
μπήκες στη καρδιά μουσαφίρης
με όψη αρειμάνια
όταν ο νους μου εμένα αρμένιζε
σʼ άλλα λιμάνια
μέλισσα μου χρυσή
σοφή σε μέλι σε κεντρί
πες, πως να κάνω κι εγώ κεντρί
να τον πικράνω
με κεντρί στο βέλος του το άλλο
κι εγώ να βάλλω;
ΠΑΥΛΙΝΑ ΠΑΜΠΟΥΔΗ////ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ
ΠΟΙΗΜΑ
Σύλληψη του ασύλληπτου, η μάταιη
Με άγριο
Το κάλεσμα του άλλου κυνηγού στα σωθικά,
Δόλωμα, πείνα, θήραμα
Δόκανο εγώ
Τι αντικρίζω τώρα, τι με κοίταξε,
Τι με κατέχει, τι παλεύω;
Σύλληψη του ασύλληπτου, η μάταιη:
Ποίημα
Σύλληψη του ασύλληπτου, η μάταιη
Με άγριο
Το κάλεσμα του άλλου κυνηγού στα σωθικά,
Δόλωμα, πείνα, θήραμα
Δόκανο εγώ
Τι αντικρίζω τώρα, τι με κοίταξε,
Τι με κατέχει, τι παλεύω;
Σύλληψη του ασύλληπτου, η μάταιη:
Ποίημα
ΝΙΚΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΣΑΛΩΜΗ
Bλεμματα θολα κι επιθυμιες λιγωμενες.
Kαπνοι κι ανασες πηχτα σαν ελος.
Σαββατο βραδυ,μουσικες υγρες,χιλιοπαιγμενες.
Kι εσυ,το σκοτεινο αντικειμενο του ποθου,
ο στοχος εισαι στο καθε βελος.
Oι εραστες κοιταζονται και σε κοιταζουν.
Mατιες που εκδικηση κι ερωτα σταζουν.
Oι εραστες ζηλευουν,αρα υπαρχουν.
Kι εσυ,ισορροπεις σε ξεφρενους ρυθμους
και σε καημους τσιγαρων και χεριων που πασχουν.
Nυχτα που κανεις δεν ξερει τι θα φερει.
Iσως το θανατο σαν στο ''Xαρεμι'' του Φερρερι.
Nυχτα που ολα πνιγονται μες του γλεντιου το πελος.
Nυχτα που γι'αλλους ειν'αρχη και γι'αλλους τελος.
Bλεμματα θολα κι επιθυμιες λιγωμενες.
Kαπνοι κι ανασες πηχτα σαν ελος.
Σαββατο βραδυ,μουσικες υγρες,χιλιοπαιγμενες.
Kι εσυ,το σκοτεινο αντικειμενο του ποθου,
ο στοχος εισαι στο καθε βελος.
Oι εραστες κοιταζονται και σε κοιταζουν.
Mατιες που εκδικηση κι ερωτα σταζουν.
Oι εραστες ζηλευουν,αρα υπαρχουν.
Kι εσυ,ισορροπεις σε ξεφρενους ρυθμους
και σε καημους τσιγαρων και χεριων που πασχουν.
Nυχτα που κανεις δεν ξερει τι θα φερει.
Iσως το θανατο σαν στο ''Xαρεμι'' του Φερρερι.
Nυχτα που ολα πνιγονται μες του γλεντιου το πελος.
Nυχτα που γι'αλλους ειν'αρχη και γι'αλλους τελος.
ΜΙΛΤΟΣ ΓΗΤΑΣ
ΑΝΤΙΛΑΛΟΣ
Ήχοι από βήματα
μιας ζωής που φεύγει
και μια αντηλιά έντονη
που θαμπώνει τα θλιμμένα σου μάτια.
Άφθαρτος ο χρόνος στις φωτογραφίες
κι ο έρωτας αδοκίμαστος.
Απέριττα τα όσα θέλησες,
μα η ομίχλη τους τρόμαξε όλους.
Ανεπούλωτες οι ανοιχτές πληγές της σκέψης σου
κι ο αντίλαλος των αναμνήσεων σκληρός.
Πούλησε ο παλιατζής
τα πιο ανεκτίμητα κομμάτια·
έμεινε το σπίτι άδειο
κι η καρδιά σου γεμάτη.
Ανθογυάλι που έσπασε ο πόθος,
και τα χίλια κομμάτια εσύ.
Γεμάτα ιδέες τα όνειρά σου
κι ο αντίλογος απειροστός.
Ανεπούλωτες οι ανοιχτές πληγές της σκέψης σου
κι ο αντίλαλος του θανάτου διαπεραστικός.
Ήχοι από βήματα
μιας ζωής που φεύγει
και μια αντηλιά έντονη
που θαμπώνει τα θλιμμένα σου μάτια.
Άφθαρτος ο χρόνος στις φωτογραφίες
κι ο έρωτας αδοκίμαστος.
Απέριττα τα όσα θέλησες,
μα η ομίχλη τους τρόμαξε όλους.
Ανεπούλωτες οι ανοιχτές πληγές της σκέψης σου
κι ο αντίλαλος των αναμνήσεων σκληρός.
Πούλησε ο παλιατζής
τα πιο ανεκτίμητα κομμάτια·
έμεινε το σπίτι άδειο
κι η καρδιά σου γεμάτη.
Ανθογυάλι που έσπασε ο πόθος,
και τα χίλια κομμάτια εσύ.
Γεμάτα ιδέες τα όνειρά σου
κι ο αντίλογος απειροστός.
Ανεπούλωτες οι ανοιχτές πληγές της σκέψης σου
κι ο αντίλαλος του θανάτου διαπεραστικός.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΕΤΑΣ///ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ
Θάλασσα
Δεν ξέρω, πού είσαι θάλασσα, να στρέψω το καράβι,
- να ξεπηδήσω απ’ τα νωθρά νερά του ποταμού,
να φύγω, από το μόλο αυτό, που με κρατούν οι κάβοι
και να βρεθώ σε χάλασμα θαλασσινού καιρού.
- Με το καράβι, εξώθησε και φτάσε απ’ τη μεριά μου,
και στα δαρμένα κύματα, θε να σ’ αναζητώ!
Κι όταν σε ντύσω θάλασσα μετά, με τα σκουτιά μου,
ως θα’σαι κι αξελόγιαστος, θα σ’ αρραβωνιστώ.
- Αν είναι αλήθεια, θάλασσα, να στρέψω το καράβι,
φτερά να βάλω πάνω του, κοντά σου να βρεθώ!
Μα ξέρεις… κάπου, κάποτε, στου ποταμού τη χάρη,
κάποια καλόμορφη γοργό μ’ έσυρε στο βυθό.
- Θα νοσταλγώ στα κύματα, εγώ, το ακροθαλάσσι,
κι όταν θα ’ρθείς την άμπωτη, κρώξε φωνή του γλάρου.
- Στις Ατλαντίδες μήνυσα, έχει ο καιρός χαλάσει,
και με γραφίδα σου ιστορώ: Είναι θαμπό του φάρου.
- Στέκουν δυο κόσμοι ανάμεσα, κοχύλια και κοράλλια.
Θα περιμένω πάντοτε, παιδί, του ποταμού.
- Καταμεσής σου, θάλασσα, κοιτώντας με τα κιάλια,
θα λογαριάζω εσένανε στ’ αστέρια τ’ ουρανού.
- Το γλυκερό μου, πάνωθε στα χείλη σου και πάλι!
Αρχέγονη γεύση γλυκιά, κι αν θέλεις τη παντρεύω.
- Κάτω απ’ το φως του φεγγαριού μοιάζεις θάλασσα, ζάλη,
άγνωρος τόπος μακρινός που μέσα ταξιδεύω.
Δεν ξέρω, πού είσαι θάλασσα, να στρέψω το καράβι,
- να ξεπηδήσω απ’ τα νωθρά νερά του ποταμού,
να φύγω, από το μόλο αυτό, που με κρατούν οι κάβοι
και να βρεθώ σε χάλασμα θαλασσινού καιρού.
- Με το καράβι, εξώθησε και φτάσε απ’ τη μεριά μου,
και στα δαρμένα κύματα, θε να σ’ αναζητώ!
Κι όταν σε ντύσω θάλασσα μετά, με τα σκουτιά μου,
ως θα’σαι κι αξελόγιαστος, θα σ’ αρραβωνιστώ.
- Αν είναι αλήθεια, θάλασσα, να στρέψω το καράβι,
φτερά να βάλω πάνω του, κοντά σου να βρεθώ!
Μα ξέρεις… κάπου, κάποτε, στου ποταμού τη χάρη,
κάποια καλόμορφη γοργό μ’ έσυρε στο βυθό.
- Θα νοσταλγώ στα κύματα, εγώ, το ακροθαλάσσι,
κι όταν θα ’ρθείς την άμπωτη, κρώξε φωνή του γλάρου.
- Στις Ατλαντίδες μήνυσα, έχει ο καιρός χαλάσει,
και με γραφίδα σου ιστορώ: Είναι θαμπό του φάρου.
- Στέκουν δυο κόσμοι ανάμεσα, κοχύλια και κοράλλια.
Θα περιμένω πάντοτε, παιδί, του ποταμού.
- Καταμεσής σου, θάλασσα, κοιτώντας με τα κιάλια,
θα λογαριάζω εσένανε στ’ αστέρια τ’ ουρανού.
- Το γλυκερό μου, πάνωθε στα χείλη σου και πάλι!
Αρχέγονη γεύση γλυκιά, κι αν θέλεις τη παντρεύω.
- Κάτω απ’ το φως του φεγγαριού μοιάζεις θάλασσα, ζάλη,
άγνωρος τόπος μακρινός που μέσα ταξιδεύω.
ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ///ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ,ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΛΛΟΓΗ Η ΣΚΕΨΗ ΜΟΥ ΒΥΘΙΣΤΗΚΕ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΟΥ
[Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ,ΔΩΔΩΝΗ]
ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ
Το αναλωμένο σε ηδονικούς έρωτες σώμα,
το δοσμένο παντού.
Και στις αγκαλιές χλωμών κοριτσιών-
χωρίς πνευματικότητα-
Το αναλωμένο σε ηδονικούς έρωτες σώμα,
το δοσμένο παντού.
Και στις αγκαλιές χλωμών κοριτσιών-
χωρίς πνευματικότητα-
Αυτό,
να αιχμαλωτίσει θέλει
η πρώτη μου ρυτίδα,
το πνευματικό μου βλέμμα-χλωμό και ώριμο
Μαζί.Με γνώση.
Οχι σκιές ερώτων...
να του δείξει
πόσο απόλυτη ευθύνη είν΄η αγάπη.
ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ
Το αναλωμένο σε ηδονικούς έρωτες σώμα,
το δοσμένο παντού.
Και στις αγκαλιές χλωμών κοριτσιών-
χωρίς πνευματικότητα-
Το αναλωμένο σε ηδονικούς έρωτες σώμα,
το δοσμένο παντού.
Και στις αγκαλιές χλωμών κοριτσιών-
χωρίς πνευματικότητα-
Αυτό,
να αιχμαλωτίσει θέλει
η πρώτη μου ρυτίδα,
το πνευματικό μου βλέμμα-χλωμό και ώριμο
Μαζί.Με γνώση.
Οχι σκιές ερώτων...
να του δείξει
πόσο απόλυτη ευθύνη είν΄η αγάπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ
Γιάννης Καλπούζος απόσπασμα από το «Έρωτας νυν και αεί» εκδόσεις Ίκαρος.
Έρωτας οι πλανήτες των ματιών, όπως γυρνούν και θέλουν να γίνουν άστρα. Να βγουν ξανά στην πρώτη έκρηξη και να ενωθούν, να γίνουν ένα με το ποίημα που κόπηκε στη μέση.
Ποιήματα θωρούν τα μάτια
υνιά τo Βόσπορο να οργώνουν
καράβια μες τους κάμπους
Κορίτσια και αγόρια να υφαίνουν οι ιτιές στων ποταμών τις όχθες, κι όπως τα θέλουν, καλούπια των ονείρων τους να γίνονται και να ‘ρχονται στην πόρτα τους.
Γιατί τα μάτια είναι έρωτας μονάχα τους. Λίμνες που μες σε λίμνες βλέπουν. Κι ό,τι τους φέρει η τύχη τους, αητό ή καβαλάρη σε άτι πυρροκέντητο το λένε. Γιατί είναι τα μάτια κολυμπήθρα και το διάβολο βαφτίζουν για Θεό και το Θεό για διάβολο.
Κι ό,τι του βαπτιστή τα μάτια βλέπουν, άλλος δε θα το δει.
Κι είναι τα μάτια σύνορα ανοιχτά, κι οθόνη, όπου όλα κρύβονται και τίποτε κρυφό δε μένει.
Εκεί της λύπης ο συνωστισμός
Εκεί οι ερινύες
Εκεί η αγορά των πειρατών, εκεί κι οι ψάλτες της ζωής
Του γλυκασμού το ρίγος και της χαράς η δόνηση.
Του ερωτευμένου η δύναμη και του χαμού του το στασίδι
Εκεί η δοκιμή, η παραπλάνηση και το ξελόγιασμα. Εκεί η ευλογία των δαιμόνων, εκεί και ο εξορκισμός τους.
Στα βλέφαρα ο ίμερος κοιμάται και θάλλει ζόφος μες την ίριδα
Στη μια γωνιά το ξάφνιασμα κι η τέρψη, στην άλλη ο παιδεμός και το παράπονο
Μες τη σχεδία του σαλπάρει ο οίστρος, και τρεμοπαίζει στα ρηχά το δάκρυ
Εδώ η έκσταση κι αλλού παραμυθία
Το θάμβος και η σκότιση
Της υποψίας η βροχή και κάθε βροχής το ράντισμα.
Κι αν δείχνονται αμάθητα, και πρόσκοποι, ή γυμναστές τα μάτια, βεγγαλικό παραμονεύει ο κίνδυνος.
Κι η άλωση σηκώνει άγκυρα, προτού καταλαγιάσει ο κρότος.
Κι αν θα΄ ναι τούτη η άλωση της χαρμονής, της χαρμολύπης, ή της θλίψης, κι αν θα σαλπίσει υποχώρηση ο νικητής, δεν έχει νόμο να το γράφει.
Αφού από ‘ξαρχής, καθένας τυφλωμένος, συνένοχος, κι ανύποπτος αυτόχειρας, στο γλυκοθώρημά τους σκύβει.
Έρωτας οι πλανήτες των ματιών, όπως γυρνούν και θέλουν να γίνουν άστρα. Να βγουν ξανά στην πρώτη έκρηξη και να ενωθούν, να γίνουν ένα με το ποίημα που κόπηκε στη μέση.
Ποιήματα θωρούν τα μάτια
υνιά τo Βόσπορο να οργώνουν
καράβια μες τους κάμπους
Κορίτσια και αγόρια να υφαίνουν οι ιτιές στων ποταμών τις όχθες, κι όπως τα θέλουν, καλούπια των ονείρων τους να γίνονται και να ‘ρχονται στην πόρτα τους.
Γιατί τα μάτια είναι έρωτας μονάχα τους. Λίμνες που μες σε λίμνες βλέπουν. Κι ό,τι τους φέρει η τύχη τους, αητό ή καβαλάρη σε άτι πυρροκέντητο το λένε. Γιατί είναι τα μάτια κολυμπήθρα και το διάβολο βαφτίζουν για Θεό και το Θεό για διάβολο.
Κι ό,τι του βαπτιστή τα μάτια βλέπουν, άλλος δε θα το δει.
Κι είναι τα μάτια σύνορα ανοιχτά, κι οθόνη, όπου όλα κρύβονται και τίποτε κρυφό δε μένει.
Εκεί της λύπης ο συνωστισμός
Εκεί οι ερινύες
Εκεί η αγορά των πειρατών, εκεί κι οι ψάλτες της ζωής
Του γλυκασμού το ρίγος και της χαράς η δόνηση.
Του ερωτευμένου η δύναμη και του χαμού του το στασίδι
Εκεί η δοκιμή, η παραπλάνηση και το ξελόγιασμα. Εκεί η ευλογία των δαιμόνων, εκεί και ο εξορκισμός τους.
Στα βλέφαρα ο ίμερος κοιμάται και θάλλει ζόφος μες την ίριδα
Στη μια γωνιά το ξάφνιασμα κι η τέρψη, στην άλλη ο παιδεμός και το παράπονο
Μες τη σχεδία του σαλπάρει ο οίστρος, και τρεμοπαίζει στα ρηχά το δάκρυ
Εδώ η έκσταση κι αλλού παραμυθία
Το θάμβος και η σκότιση
Της υποψίας η βροχή και κάθε βροχής το ράντισμα.
Κι αν δείχνονται αμάθητα, και πρόσκοποι, ή γυμναστές τα μάτια, βεγγαλικό παραμονεύει ο κίνδυνος.
Κι η άλωση σηκώνει άγκυρα, προτού καταλαγιάσει ο κρότος.
Κι αν θα΄ ναι τούτη η άλωση της χαρμονής, της χαρμολύπης, ή της θλίψης, κι αν θα σαλπίσει υποχώρηση ο νικητής, δεν έχει νόμο να το γράφει.
Αφού από ‘ξαρχής, καθένας τυφλωμένος, συνένοχος, κι ανύποπτος αυτόχειρας, στο γλυκοθώρημά τους σκύβει.
ΕΙΡΗΝΗ ΒΟΓΙΑΤΖΗ
Μονταζ
Νύχτα τρυπώνεις
μέσα σ' ένα αμοντάριστο πλάνο
που προβάλλει αδίστακτα
την μεθυσμένη σκηνή
που καλωδιώνεται από την υποδοχή
του νευρικού μου ιστού κι αρχίζει το ταξίδι.
Προσκολλημένη στο πρώτο αυτό
τετράλεπτο που γράφτηκε την ώρα
της αντίστασης στο σπέρμα σου
που απαιτεί διόρθωση και με τρομάζει.
Με ακινητοποιεί παραδίνοντάς με
στην εσφαλμένη εντύπωση
που γυρίζει σαν τροχός
και διακτινίζομαι.
Το φιλμάκι τέλειωσε κι απόψε
κι εγώ δεν ολοκλήρωσα ακόμη
το μοντάζ των οφθαλμών μου
που πάλι πέταξαν και ταξιδεύουν.
Περιμένω με λαχτάρα την επόμενη νύχτα
να ξαναζήσω την σκηνή
με την ελπίδα ότι αλλοιώθηκε η εικόνα
και το μακιγιάζ του ρόλου που
στάθηκε σκληρός κριτής στην οθόνη του αύριο.
Με τον θεατή να με κοιτάζει
βουβός απ'το παράθυρο.
Το παράθυρο της αιώνιας λήψης
-γιατί όχι και σύλληψης-
Ποιός το ορίζει άραγε αυτό;
Σβήνω τα φώτα,
κλείνω τον ήχο
και κρατώ στην μνήμη
την μυρωδιά του κοψίματος
που πάγωσε την αίσθηση.
Είμαι σαν από πάντα έτοιμη
να φέρω το πλάνο
και να το παρατηρήσω αντίστροφα,
βουτώντας στο πραγματικό ημισφαίριο.
Κάπου εκεί αρχίζει ο χρόνος
που ο ηθοποιός υποκλίνεται ,
φοράει τα ρούχα του
και δραπετεύει ασφαλής στον ρόλο του.
Νύχτα τρυπώνεις
μέσα σ' ένα αμοντάριστο πλάνο
που προβάλλει αδίστακτα
την μεθυσμένη σκηνή
που καλωδιώνεται από την υποδοχή
του νευρικού μου ιστού κι αρχίζει το ταξίδι.
Προσκολλημένη στο πρώτο αυτό
τετράλεπτο που γράφτηκε την ώρα
της αντίστασης στο σπέρμα σου
που απαιτεί διόρθωση και με τρομάζει.
Με ακινητοποιεί παραδίνοντάς με
στην εσφαλμένη εντύπωση
που γυρίζει σαν τροχός
και διακτινίζομαι.
Το φιλμάκι τέλειωσε κι απόψε
κι εγώ δεν ολοκλήρωσα ακόμη
το μοντάζ των οφθαλμών μου
που πάλι πέταξαν και ταξιδεύουν.
Περιμένω με λαχτάρα την επόμενη νύχτα
να ξαναζήσω την σκηνή
με την ελπίδα ότι αλλοιώθηκε η εικόνα
και το μακιγιάζ του ρόλου που
στάθηκε σκληρός κριτής στην οθόνη του αύριο.
Με τον θεατή να με κοιτάζει
βουβός απ'το παράθυρο.
Το παράθυρο της αιώνιας λήψης
-γιατί όχι και σύλληψης-
Ποιός το ορίζει άραγε αυτό;
Σβήνω τα φώτα,
κλείνω τον ήχο
και κρατώ στην μνήμη
την μυρωδιά του κοψίματος
που πάγωσε την αίσθηση.
Είμαι σαν από πάντα έτοιμη
να φέρω το πλάνο
και να το παρατηρήσω αντίστροφα,
βουτώντας στο πραγματικό ημισφαίριο.
Κάπου εκεί αρχίζει ο χρόνος
που ο ηθοποιός υποκλίνεται ,
φοράει τα ρούχα του
και δραπετεύει ασφαλής στον ρόλο του.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗ
ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ
Ταξίδι,
Προορισμός το άπειρο
Η σκέψη στα δεσμά!..
Ο ήλιος φεύγει
Τον κυνηγώ
Το τρέξιμο κουραστικό!..
Ψάχνω σε χώρες...
Φθάνω στο στερνό πλανήτη!.
Ένας προφήτης, ασκητής στα όρια του κόσμου,
δίνει την απάντηση στην αναζήτηση.
Δεν υπάρχει ήλιος αν δεν υπάρχει πίστη...
Δεν υπάρχει όνειρο αν δεν υπάρχει ελπίδα...
Δεν υπάρχει αγώνας αν δεν υπάρχει τόλμη...
Δεν υπάρχει αλήθεια αν δεν υπάρχει γνώση!..
Τα λόγια τερματίζουν...
Το Σύμπαν περιμένει...
Το ταξίδι συνεχίζεται!..
ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ / Ελευθερία ΚΟΥΝΤΟΥΡΗ / Eleutheria Kountoure 12.2.8
Ταξίδι,
Προορισμός το άπειρο
Η σκέψη στα δεσμά!..
Ο ήλιος φεύγει
Τον κυνηγώ
Το τρέξιμο κουραστικό!..
Ψάχνω σε χώρες...
Φθάνω στο στερνό πλανήτη!.
Ένας προφήτης, ασκητής στα όρια του κόσμου,
δίνει την απάντηση στην αναζήτηση.
Δεν υπάρχει ήλιος αν δεν υπάρχει πίστη...
Δεν υπάρχει όνειρο αν δεν υπάρχει ελπίδα...
Δεν υπάρχει αγώνας αν δεν υπάρχει τόλμη...
Δεν υπάρχει αλήθεια αν δεν υπάρχει γνώση!..
Τα λόγια τερματίζουν...
Το Σύμπαν περιμένει...
Το ταξίδι συνεχίζεται!..
ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ / Ελευθερία ΚΟΥΝΤΟΥΡΗ / Eleutheria Kountoure 12.2.8
ΤΖΟΥΛΙΑ ΠΟΥΛΗΜΕΝΑΚΟΥ
"ΠΟΙΗΜΑΤΑ"
Κι έφυγα σε πόθους μακρινούς..
ποιήματα διαβάζοντας του Ελύτη..
ατενίζοντας τόξα ουράνια "χαρταετούς"..
βήματα άλματα μακριά από τη λύπη..
Κι έπειτα γύρισα ξανά στην αγκαλιά σου..
στο μαξιλάρι δάκρυα στίχοι από Λόρκα..
μ΄ένα "νανούρισμα" βγαλμένο απ΄την καρδιά σου..
όνειρα άνοιξη του ορίζοντα η ματιά σου ..
Κι έμεινα εκεί στο πάθος σαν κόκκινο αίμα..
έρωτας μοναχικός σαν ποίημα του Καρυωτάκη..
"Varium et Mutabile"έλεγε το ιριδωτό εκείνο βλέμμα..
αγάπη ατέλειωτη θάλασσα ή ολέθριο ψέμα;
Κι έφυγα σε πόθους μακρινούς..
ποιήματα διαβάζοντας του Ελύτη..
ατενίζοντας τόξα ουράνια "χαρταετούς"..
βήματα άλματα μακριά από τη λύπη..
Κι έπειτα γύρισα ξανά στην αγκαλιά σου..
στο μαξιλάρι δάκρυα στίχοι από Λόρκα..
μ΄ένα "νανούρισμα" βγαλμένο απ΄την καρδιά σου..
όνειρα άνοιξη του ορίζοντα η ματιά σου ..
Κι έμεινα εκεί στο πάθος σαν κόκκινο αίμα..
έρωτας μοναχικός σαν ποίημα του Καρυωτάκη..
"Varium et Mutabile"έλεγε το ιριδωτό εκείνο βλέμμα..
αγάπη ατέλειωτη θάλασσα ή ολέθριο ψέμα;
ΜΑΡΙΑ ΠΙΣΙΩΤΗ
Dogville[1]
Μεγάλη απόφαση να τινάξεις
απʼ την πλάτη σου την αιματοβαμμένη πόλη
κι η άκρη του βουνού να γίνει καταφυγή σου.
Η ισοπεδωτική απλότητά της ανέδυε
άρωμα γιασεμιού, ενώ οι λόγιες λέξεις
του φεγγαριού ενέπνεαν ασφάλεια.
Μα να που φεγγάρι και βουνό δεν άντεξαν
το φως των ματιών σου και
τʼ αλαβάστρινά σου χέρια.
Ξέβρασαν αλυσίδες και πάθη ανομολόγητα
επάνω στο κορμί σου.
Άχρονη και άφυλη η σαπίλα τους.
Πνιγηρό το άγγιγμά τους.
Μεγάλη απόφαση να αποτινάξεις
την αιματοβαμμένη πόλη.
Μα εκείνη δε σε ξεχνά.
Φορά το σμόκιν της και κορνάρει
στην άκρη του βουνού.
Το γιασεμί ευωδιάζει πάλι και οι αλυσίδες
κρύβονται στα βράχια.
Οι πτυχές του εγκλήματος οφείλουν
να παραμείνουν εσώκλειστες.
Βαρύ το φορτίο της γνώσης και των αντοχών σου.
Άλλωστε, η λεηλασία της ψυχής
εξαργυρώνεται με βία και η σαπίλα με την πυρά.
Εκεί στην άκρη του βουνού, πικρή αποδοχή
της αληθινής σου φύσης.
από την ποιητική συλλογή Ηδύλη-ακά τοπία; Ε.Π.Μ.
Μεγάλη απόφαση να τινάξεις
απʼ την πλάτη σου την αιματοβαμμένη πόλη
κι η άκρη του βουνού να γίνει καταφυγή σου.
Η ισοπεδωτική απλότητά της ανέδυε
άρωμα γιασεμιού, ενώ οι λόγιες λέξεις
του φεγγαριού ενέπνεαν ασφάλεια.
Μα να που φεγγάρι και βουνό δεν άντεξαν
το φως των ματιών σου και
τʼ αλαβάστρινά σου χέρια.
Ξέβρασαν αλυσίδες και πάθη ανομολόγητα
επάνω στο κορμί σου.
Άχρονη και άφυλη η σαπίλα τους.
Πνιγηρό το άγγιγμά τους.
Μεγάλη απόφαση να αποτινάξεις
την αιματοβαμμένη πόλη.
Μα εκείνη δε σε ξεχνά.
Φορά το σμόκιν της και κορνάρει
στην άκρη του βουνού.
Το γιασεμί ευωδιάζει πάλι και οι αλυσίδες
κρύβονται στα βράχια.
Οι πτυχές του εγκλήματος οφείλουν
να παραμείνουν εσώκλειστες.
Βαρύ το φορτίο της γνώσης και των αντοχών σου.
Άλλωστε, η λεηλασία της ψυχής
εξαργυρώνεται με βία και η σαπίλα με την πυρά.
Εκεί στην άκρη του βουνού, πικρή αποδοχή
της αληθινής σου φύσης.
από την ποιητική συλλογή Ηδύλη-ακά τοπία; Ε.Π.Μ.
ΔΑΝΑΗ ΠΑΠΟΥΤΣΗ
ΚΙ ΥΣΤΕΡΑ ΤΙ;
Μια τεράστια πομπή
τα προνοητικά πλάσματα
φορτωμένα λεπτομέρεια
σε ορφανό προορισμό
με χαρτινες βλεφαρίδες.
Κι ύστερα, τι;
H ζωή γέρνει επάνω σου
κατα συρροή.
Κι ύστερα, τι;
Mια τεράστια πομπή.
Μια τεράστια πομπή
τα προνοητικά πλάσματα
φορτωμένα λεπτομέρεια
σε ορφανό προορισμό
με χαρτινες βλεφαρίδες.
Κι ύστερα, τι;
H ζωή γέρνει επάνω σου
κατα συρροή.
Κι ύστερα, τι;
Mια τεράστια πομπή.
ΧΡΥΣΑ ΜΑΣΤΟΡΟΔΗΜΟΥ
Ποίηση
Ποίηση δεν είναι παρά
...λέξεις που πνίγονται
σε κορμιά βασανισμένα
διέξοδο ζητούν μέσα στη νύχτα
λέξεις που δεν έχουν που να πάνε
μα θέλουν να ακουστούν
πνίγονται σε θνητά σώματα
ζητούν αέρα
Ποίηση δεν είναι παρά
Πληγωμένα συναισθήματα
Πόθοι ακαταλάγιαστοι
Ιδανικά που ζητούν πραγμάτωση
Ποίηση δεν είναι παρά
λέξεις που δεν ειπώθηκαν
λέξεις φοβισμένες
περαστικοί που το δρόμο τους ζητούν
πόνος ιερός, πόνος αμαρτωλός
πόνος για των ανθρώπων το ακατόρθωτο
λέξεις μαγικές που όταν δεν αντέχουν άλλο
Γίνονται ποιήματα.
Ποίηση δεν είναι παρά
...λέξεις που πνίγονται
σε κορμιά βασανισμένα
διέξοδο ζητούν μέσα στη νύχτα
λέξεις που δεν έχουν που να πάνε
μα θέλουν να ακουστούν
πνίγονται σε θνητά σώματα
ζητούν αέρα
Ποίηση δεν είναι παρά
Πληγωμένα συναισθήματα
Πόθοι ακαταλάγιαστοι
Ιδανικά που ζητούν πραγμάτωση
Ποίηση δεν είναι παρά
λέξεις που δεν ειπώθηκαν
λέξεις φοβισμένες
περαστικοί που το δρόμο τους ζητούν
πόνος ιερός, πόνος αμαρτωλός
πόνος για των ανθρώπων το ακατόρθωτο
λέξεις μαγικές που όταν δεν αντέχουν άλλο
Γίνονται ποιήματα.
.ΔΙΑΦΑΝΑ ΚΡΙΝΑ
Γέρασα μέσα στην σιωπή σου ξεχασμένος τόσα χρόνια
σ΄αυτόν τον τόπο τον λεπρό
κουφάρι θλιβερό.
Πάνω στο βράχο που με σταύρωσε η αγάπη σου αιώνια
και μου έφαγε τις σάρκες
και με άφησε λειψό.
σ΄αυτόν τον τόπο τον λεπρό
κουφάρι θλιβερό.
Πάνω στο βράχο που με σταύρωσε η αγάπη σου αιώνια
και μου έφαγε τις σάρκες
και με άφησε λειψό.
ΑΝΝ ΣΕΞΤΟΝ-Η ΕΘΙΣΜΕΝΗ-ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Δεν ξέρουν πως ορκίστηκα να πεθάνω
Εξασκούμαι
Απλά κρατιέμαι σε φόρμα
Τα χάπια είναι μια μητέρα,
αλλά καλύτερα,
κάθε χρώματος είναι τόσο
νόστιμα όσο οι καραμέλες.
Είμαι σε δίαιτα από τον θάνατο.
Εξασκούμαι
Απλά κρατιέμαι σε φόρμα
Τα χάπια είναι μια μητέρα,
αλλά καλύτερα,
κάθε χρώματος είναι τόσο
νόστιμα όσο οι καραμέλες.
Είμαι σε δίαιτα από τον θάνατο.