Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ /// ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ /// 23 ΜΕΡΕΣ [ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ ,2015 ]










  Συνέντευξη στην Χαριτίνη Μαλισσόβα

 






Πριν από δύο περίπου εβδομάδες ήρθε στα χέρια μου το νέο βιβλίο της Ασημίνας Ξηρογιάννη με τίτλο 23 ημέρες,(εκδ.Γαβριηλίδης).
Έχοντας διαβάσει την προηγούμενη δουλειά της,την οποία κι έχουν γνωρίσει από το portal μας σε πρόσφατη συνέντευξή της οι αναγνώστες μας,διαπίστωσα μια πιο ολοκληρωμένη και ώριμη ποιήτρια.
Μέσα από το ημερολόγιο της Σοφί και με αφορμή μια ερωτική ιστορία,η Ασημίνα Ξηρογιάννη διερευνά τη διαδικασία της γραφής των ποιημάτων.
Μέσα σε 40 περίπου σελίδες και 23 φαινομενικά ανεξάρτητα-αλλά τόσο αλληλένδετα-κεφάλαια,ο αναγνώστης ζει μαζί με τη Σοφί την προσμονή,την εσωτερική διαδρομή της συνδυασμένη με μια απόπειρα ποιητικής .
Πόσες ζωές μπορεί να ζει ένας δημιουργός πόσο απολαυστική ή επώδυνη είναι η διαδικασία της γραφής;
Τι είναι αυτό που μας κρατά προσκολλημένους σε οδυνηρή αναμονή και πότε προχωράμε παρακάτω;
Για όλα αυτά συνομιλήσαμε με την Ασημίνα Ξηρογιάννη,επιλέξαμε αγαπημένα μας κομμάτια της συλλογής και σας  τα παραθέτουμε.
Το βιβλίο στο σύνολό  του είναι μια ευχάριστη έκπληξη,αφού η δημιουργός δείχνει να κατέχει τόσο καλά την τέχνη της γραφής,να την χειρίζεται έξυπνα και,κυρίως,να εξελίσσεται σε κάθε της  νέα δουλειά.
                                   Χ.Μ.
                                                          
"Στο ποίημα τίποτα  μπορεί να μην τελειώνει οριστικά,ενδέχεται να μένει '' ανοιχτό'' και όλα μετέωρα.Και τούτο είναι μέρος της μαγείας."
                                     Α.Ξ.
 "23 ημέρες", μια ερωτική ιστορία, μέσω της οποίας διερευνάται η διαδικασία της γραφής των ποιημάτων.
Oτιδήποτε μπορεί να κινήσει το ενδιαφέρον ενός δημιουργού και να αποτελέσει την αρχή της δημιουργίας.
Το θέμα είναι πώς ,από ένα αρχικό ερέθισμα (την ιστορία ενός ερωτικού τριγώνου ,για παράδειγμα)περνάμε στο ποίημα.Πώς ο κάθε δημιουργός φιλτράρει δημιουργικά τα πράγματα που βιώνει ή τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω του και τα μετασχηματίζει σε τέχνη του λόγου παίρνοντας ταυτόχρονα τις ασφαλείς αποστάσεις από αυτά.Συνηθίζω να σημειώνω σε μπλοκάκι  πολλά και ποικίλα.Η επεξεργασία τους είναι μια αργή ,αλλά απολαυστική διαδικασία.



Τα συναισθήματα  που γεννά η  αναμονή;

H ηρωίδα ,η Σοφί,βρίσκεται σε μεγάλη αναμονή.'Ενας μεγάλος έρωτας,που όμως μπορεί να χάσει για πάντα.Η αναμονή δεν της γεννά μόνο συναισθήματα,αλλά και λέξεις.Μερικές  από αυτές τις λέξεις μπορεί να συνδυαστούν με τέτοιο τρόπο και να γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας ,ώστε να καταλήξουν να γίνουν ποιήματα.'Αλλες όμως ,μπορεί  να αποτελέσουν κομμάτια απλών ασκήσεων επί χάρτου ,ή ένα γρατζούνισμα και μόνο πάνω στο  σημειωματάριο.
Ζει δύο ζωές ο δημιουργός;
  Zει πολλές ζωές βασικά.Πιο ειδικά θα λέγαμε όμως ότι από τη μία υπάρχει η ζωή του ως άνθρωπος που μπορεί να τον απασχολούν απλά ,καθημερινά  πράγματα.Ή πράγματα που θα χαρακτήριζε κανείς ''πεζά'' ,χωρίς να έχουν -απαραίτητα -αρνητικό πρόσημο.Να ζει μια ζωή όπως όλοι,μια καθημερινότητα ας πούμε :να πληρώνει λογαριασμούς,να αγωνίζεται για τον επιούσιο,να μεγαλώνει τα παιδιά του,να έχει μια κανονική δουλειά ίσως.Και από την άλλη ,υπάρχει η ζωή του ως δημιουργού,μια άλλη εσωτερική ζωή ,γεμάτη,ιδιάζουσα,μυστική ,μόνο δική του.Που εκεί,άλλοι είναι οι όροι,άλλες και οι συνθήκες.Οπότε βρίσκεται διχασμένος ανάμεσα στις δυο αυτές ζωές.Πιθανόν αυτό να είναι και το ενδιαφέρον στοίχημα που βάζει όμως.Σημειώνουμε ότι η μία ζωή -και είναι φυσικό-τον τροφοδοτεί με ερεθίσματα και εμπειρίες ,υλικό δηλαδή,για την άλλη.




Το "τρίο" στο ποίημα λειτουργεί ως...

....απλά ένα αρχικό ερέθισμα για τη δημιουργία.
Αν και με εντυπωσίασε στο σύνολό του το βιβλίο,ωστόσο ξεχώρισα το ''ΠΟΙΗΜΑ  ΚΟΛΑΖ ",το οποίο και θα ήθελα να μοιραστούμε με τους αναγνώστες της Θ. Θέλετε να μας πείτε για την επιλογή των προσώπων σ'αυτό το κομμάτι;
 ΠΟΙΗΜΑ ΚΟΛΑΖ
Aν η Ποίηση είχε χρώμα
Οι φιγούρες του Σαγκάλ(που πετάνε)
''Ο καθρέφτης'' του Φοίβου Δεληβοριά
Βότανο Λουίζα(για το αδυνάτισμα)
23 μέρες μόνο(;)
Iδανικοί Αυτόχειρες
Λευτέρης Βογιατζής:Θέατρο σαν ποίηση
Το κολάζ μου''Η Ιστορία της Γυναίκας μέσα στους αιώνες"
Οι ώρες(κινηματογραφική ταινία)
Σύλβια Πλαθ και Μάτση for ever
Aμοργόςτου Γκάτσου
Διακοπές στην Πραγματικότητα του Χάρη Βλαβιανού
Παραμύθια για παιδιά και μεγάλους
Το ποδήλατό μου
Χοσέ(όνομα που μου αρέσει)
Μέριλυν(η γνωστή)
'Ολα τα "αν" και τα''γιατί"
Τα ηδονικά του Καβάφη
''Περιέχουμε τα πρόσωπα που αγαπήσαμε''
(Μάνος Χατζιδάκις)
Το φιλί του Μουνκ"
Αυστηρή επιλογή λέξεων ,στοιχείων και προσώπων στο Ποίημα Κολάζ(The Soul selects her own Society-οπως έγραψε η ΕMILY DICKINSON). Είμαστε τα διαβάσματα και οι εμπειρίες μας.Όλα αυτά μιλάνε μέσα μας .Ταξιδεύουμε μαζί το μεγάλο και γοητευτικό ταξίδι της διακειμενικότητας.Οι ποικίλες επιδράσεις καθορίζουν τον δημιουργό που  συνδιαλέγεται μαζί τους κάθε στιγμή.Διάλογος γόνιμος και ουσιαστικός.Στίγματα.Η Σοφί αναφέρεται κάπου μέσα στο έργο στις ζωές ''των διακειμενικών άλλων'' που μοιραία ''μπλέκονται'' με τη δική της κατά έναν τρόπο.
Μήνυμα αισιοδοξίας ή απλώς εξωτερίκευση του εσωτερικού ταξιδιού;


Το δεύτερο.Δεν υπάρχει κανένα αισιόδοξο μήνυμα,ή μάλλον δεν ήταν η πρόθεσή μου για κάτι τέτοιο.Είναι η εσωτερική διαδρομή της Σοφί συνδυασμένη με μια απόπειρα ποιητικής .Ως ποιήτρια ,και μάλιστα νέα,βασανίζεται από το ποίημα μέχρι αυτό να γεννηθεί.Ξέρει ότι ο αγαπημένος της μπορεί να μην γυρίσει.Οπότε θα βιώσει την απώλεια.Και σε κάθε απώλεια το ποίημα καιροφυλαχτεί .
Οι έμπρακτες αποδείξεις αγάπης ενός άνδρα με λίγα λόγια;

Θα παραθέσω απλώς την άποψη της ηρωίδας μου με αποσπάσματα από το βιβλίο:

(α)

Η Σοφί γράφει:
Η φιγούρα του άντρα που δεσπόζει στον πίνακα του Μουνκ μου θυμίζει εσένα. Μοιάζετε.Οι αφορισμοί του Μποτόν περί έρωτος, ας πούμε (τι φαινομενικά άσχετος συνειρμός! κι όμως...)
Αν τους μετέφραζες για μένα, θα ήταν μια πράξη αγάπης.
Όπως αυτή του άντρα του πίνακα.

(β)

Εγώ πάλι ονειρεύομαι την ανοιχτή θάλασσα μαζί σου.
Κι ας ζω στην άκρη της ζωής σου.
Ένα πεδίο άπειρο, ελεύθερο και φωτεινό,
όπου όλες οι λέξεις θα λέγονται με ειλικρίνεια
και μετά θα αθωώνονται.
Είσαι το ποίημά μου, ξέρεις,
αλλά εγώ δε θέλω να γίνω ποτέ το δικό σου.
Με αντέχεις. Ίσον με αγαπάς. 


Αυτή είναι η ιδανική και επιθυμητή εξίσωση.
 
Προχωράμε παρακάτω όταν..
  ...έχουμε πιστέψει ότι κάτι έχει τελειώσει οριστικά.Στο ποίημα βέβαια τίποτα  μπορεί να μην τελειώνει οριστικά.Το ποίημα ενδέχεται να μένει '' ανοιχτό'' και όλα μετέωρα.Και τούτο είναι μέρος της μαγείας.
Το αγαπημένο σας κομμάτι από το βιβλίο;
  Όλα τα αγαπώ εξίσου. Και να σημειώσω εδώ ότι θεωρώ σημαντικό το βιβλίο να διαβαστεί ως σύνολο.Είναι σαν ένα παζλ που για να υπάρξει απαιτούνται όλα του τα στοιχεία ,όλα του τα κομμάτια.Παραθέτω λοιπόν ένα απόσπασμα που αγαπούν ιδιαίτερα οι αναγνώστες ,άπ' ότι ξέρω από mail που μου έχουν στείλει :

[..]




Σήμερα της έστειλε στο κινητό της ένα μήνυμα...κενό.
Η Σοφί απάντησε αμέσως:''Δεν μπορώ να ερμηνεύσω τη λευκότητα''.

Μπορεί να αποτελέσει η λευκότητα την αρχή της μυθοπλασίας;


 Εν τέλει...23 μέρες σημαίνουν...

23 σελίδες ημερολογίου.(Η ύπαρξη του αριθμού 3 αιτιολογείται από την Σοφί.)23 ημέρες στο εργαστήρι στην ουσία.Σημειώσεις,καταγραφή ερεθισμάτων,ασκήσεις επί χάρτου,επιγράμματα,ποιήματα.
Λογοτεχνία μέσα στη λογοτεχνία.
 ******
Αναδημοσίευση από :

ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ /// ΑΓΥΙΑ




                                                                     




Η ευωδιά του δειλινού
αντικατοπτρίζεται στον αέρα
και ο καλοκαιρινός άνευρος αχός της θάλασσας
στο ρυθμό μιας απόκοσμης μελωδίας του παρελθόντος.
Πιο κάτω απλώνεται το Ηραίον.


Ποιός θα μπορέσει όμως να το εξιχνιάσει...
Χάνεται μέσα στις στολές της νύχτας,
μέσα στους αιώνες 
και στους ήχους των βεγγαλικών
που πυρπολούν τις λέμβους.


Επιβάτες όλοι μιας ιστορίας αντίκρυ της Εφέσου,
κι εμείς ταξιδιώτες ενός ερωτικού παιχνιδιού
με φόντο την αγέρωχη λυγαριά
και  γύρω της τις ιερές κολόνες.  

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ



                                    
Lewis A. Ramsey -father and son



Επιμέλεια:Aσημίνα Ξηρογιάννη




Σέιμους Χήνι

 Ο αγρότης πατέρας μου


“Ο πατέρας μου δούλευε με άλογο τ’ αλέτρι
οι ώμοι του φούσκωναν σαν ανοιχτά πανιά
ανάμεσα στις λάμες και τ’ αργασμένο χώμα.
Τα άλογα τεντώνονταν με της γλώσσας του το πρόσταγμα.

Πεπειραμένος. Έστηνε το φτερό
και ταίριαζε τη λαμπερή ατσάλινη λάμα.
Ο χορτόπλινθος κυλούσε χωρίς ποτέ να σπάει.
Στην ξερολιθιά, μ’ ένα μόνο τράβηγμα

στα χαλινάρια κι η ιδρωμένη παρέα έκανε στροφή
και πίσω πάλι στο χωράφι. Το μάτι του
μισόκλεινε και κάρφωνε τη γη μ’ ακρίβεια
σχεδιάζοντας το όργωμα σαν χάρτη.

Σκόνταφτα στα χνάρια του, σημαδεμένος από σόλες καρφωτές
έπεφτα καμιά φορά πάνω σο γυαλισμένο χορτόπλινθο
κι άλλη φορά με σήκωνε στην πλάτη
όπως βούταγα και σηκωνόμουνα πάνω από το μόχτο του.

Ήθελα να μεγαλώσω να οργώσω
να κλείσω το ένα μάτι, να τεντώνω το μπράτσο.
Το μόνο που έκανα ποτέ ήταν να τον ακολουθώ,
χωμένος στη φαρδιά σκιά του, πάνω κάτω στο κτήμα.

Ήμουνα βάσανο, όπως σκόνταφτα, έπεφτα,
κλαψούριζα συνέχεια. Όμως σήμερα
είναι ο πατέρας μου που στραβοπατάει
είναι πίσω μου και δε λέει να φύγει.”


( «Τα ποιήματα του βάλτου»Εκδ.Καστανιώτη,Ανθολόγηση-Μετάφραση,Κατερίνα Αγγελάκη- Ρουκ 2013)


_________________________


Σύλβια Πλαθ

 
Daddy

Δεν κάνεις πια, δεν κάνεις πια
Παλιό παπούτσι
Που μέσα του σαν πόδι έχω ζήσει
Τριάντα χρόνια τώρα φτωχό και λευκό,
Τολμώντας μόλις να πάρω ανάσα ή να φταρνιστώ.

Έπρεπε να σε σκοτώσω, μπαμπά
Όμως προτού προλάβω είχες πεθάνει–
Μαρμάρινος, ένα τσουβάλι μπουκωμένο με Θεό,
Άγαλμα στοιχειωμένο με ένα γκρίζο δάχτυλο
Μεγάλο σαν φώκια του Φρίσκο

Και το κεφάλι μέσα στο φρικτό Ατλαντικό
Όπου βρέχει πράσινη βροχή στο κυανό
Πέρα από τα νερά του ωραίου Νουαζέτ.
Προσευχόμουν να σε ξαναβρώ.
Ach, du.

Στη γλώσσα τη γερμανική, σε μια πολωνική πολίχνη
Ισοπεδωμένη από τον οδοστρωτήρα
Πολέμων, πολέμων, πολέμων.
Μα το όνομα της πολίχνης είναι κοινό.
Ο Πολωνός μου φίλος

Λέει πως υπάρχουνε ντουζίνες, μία ή δυο.
Κι έτσι ποτέ δεν μπορούσα να πω
Πού πάτησες το πόδι σου, οι ρίζες σου πούθε κρατούν
Δε θα μπορέσω ποτέ να σου μιλήσω.
Η γλώσσα μου κολλάει στον ουρανίσκο.

Μαγκώνει σε μια ακάνθινη συρμάτινη παγίδα.
Ιch, ich, ich, ich,
Ήμουν σχεδόν χωρίς φωνή.
Και νόμιζα πως κάθε Γερμανός ήσουν εσύ.
Και η γλώσσα είναι αισχρή

Μια μηχανή, μια μηχανή
Που με μασούσε σαν Εβραίο.
Έναν Εβραίο στο Νταχάου, στο Άουσβιτς, στο Μπέλσεν.
Άρχισα σαν Εβραίος να μιλώ.
Νομίζω πως μπορεί να είμαι Εβραία.

Τα χιόνια του Τιρόλου, της Βιένης η διάφανη μπίρα
Δεν είναι τόσο αγνά κι αληθινά.
Με την τσιγγάνα προγονό μου και το κακό μου ριζικό
Και τα χαρτιά μου τα ταρό, και τα χαρτιά μου τα ταρό
Ίσως και να 'μαι λιγάκι Εβραία.

Και ξέρεις, πάντα σε φοβόμουν
Με τη Luftwaffe σου και τα παράσημα σου.
Το τακτικό μουστάκι σου
Και τα αριά σου μάτια, γαλάζια φωτεινά.
Panzer-man, panzer-man, Ω εσύ —

Που Θεός δεν είσαι αλλά σβάστικα
Κατάμαυρη, που δεν τη διαπερνάει ο ουρανός.
Κάθε γυναίκα λατρεύει έναν φασίστα,
Την μπότα στα μούτρα, του κτήνους την καρδιά
Του κτήνους, ενός κτήνους σαν εσένα.

Σε ένα μαυροπίνακα στέκεσαι, μπαμπά,
Στη φωτογραφία που κρατώ,
Ένα σημάδι στο σαγόνι αντί στο πόδι,
Αλλά δεν είσαι λιγότερο διάβολος γι' αυτό,
Όχι λιγότερο από το σκοτεινό άντρα

Που την όμορφη πορφυρή καρδιά μου έκοψε στα δυο.
Ήμουν δέκα χρονώ όταν σε βάλανε στον τάφο.
Και στα είκοσι προσπάθησα να σκοτωθώ
Για να σε ξαναβρώ, για να σε ξαναβρώ.
Μπορούσα ακόμα και στα κόκαλα σου να αρκεστώ.

Αλλά με έσυραν έξω από το λάκκο
Και με κόλλα με ένωσαν ξανά.
Τότε όμως τι να κάνω ήξερα πια.
Έφτιαξα λοιπόν ένα μοντέλο από σένα,
Έναν άντρα με μαύρα και ύφος Meinkampf

Κι έναν έρωτα τροχό μαρτυρίων.
Και είπα δέχομαι, δέχομαι.
Κι έτσι ξόφλησα, μπαμπά.
Το μαύρο τηλέφωνο ξεριζωμένο,
Και οι φωνές δε φτάνουν μέχρι εδώ.

Αν σκότωσα ένα αρσενικό, σκότωσα δυο–
Το βρικόλακα που έμοιαζε σε σένα
Και μου 'πινε ολοχρονίς το αίμα,
Εφτά χρονιές, αν θες να ξέρεις.
Ησύχασε τώρα, μπαμπά.

Υπάρχει ένα παλούκι στη μαύρη σου καρδιά,
Και οι χωρικοί δε σε χώνεψαν ποτέ.
Χορεύουν τώρα και σε ποδοπατούν.
Ήξεραν πάντα ότι ήσουν εσύ.
Μπαμπά, μπαμπά, μπάσταρδε, με σένα έχω ξοφλήσει πια.


(Μετάφραση Κατερίνα και Ελένη Ηλιοπούλου)

 ______________________________


 Tσέσλαφ Μίλος


Φόβος
 

''Πατέρα, πού είσαι; To δάσος είναι άγριο,
Υπάρχουν πλάσματα εδώ, οι θάμνοι κουνιούνται.
Οι ορχιδέες εκρήγνυνται με δηλητηριώδη φωτιά,
Ύπουλα χάσματα παραμονεύουν σε κάθε βήμα.

''Πού είσαι, Πατέρα; Eίναι ατελείωτη η νύχτα.
Το σκοτάδι θα είναι αιώνιο.
Οι ταξιδιώτες είναι άστεγοι, θα πεθάνουν από πείνα,
Το ψωμί μας είναι πικρό, και σκληρό σαν πέτρα.

''Η καυτή ανάσα του φρικτού θηρίου
Έρχεται όλο και πιο κοντά, ξερνάει τη μπόχα της.
Πού έχεις πάει, Πατέρα; Γιατί δεν λυπάσαι
Τα παιδιά σου που είναι χαμένα σ' αυτό το ζοφερό δάσος;


 Mετάφραση,Ασημίνα Ξηρογιάννη,
http://www.vakxikon.gr/content/view/2169/11463/  


                                         
giovanni battista moroni - father and son



ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ


74


'Oταν έγραφες ένα χρόνο πριν το σονέτο 47,ζούσε ακόμη.
Χθες πέθανε.Οι γιατροί απλώς αρνήθηκαν να τον επαναφέρουν.
Επί δεκατέσσερις μήνες κοιτούσε τους γυμνούς τοίχους του θαλάμου του
συνομιλώντας μόνο με τον εαυτό του.Κοιτούσε και κοιτούσε.
Το πρωί που ξύπνησες βρήκες ένα  SMS από τον αδελφό σου:
''Call me immediately!Our father...''
[Τα αγγλικά είναι η κοινή σας γλώσσα,κι αυτά σπασμένα ,όπως η σχέση σας.]
'Ωρα Βραζιλίας 14.00.'Εκλεισε τα μάτια του καθώς εσύ άνοιγες τα δικά σου.
Τώρα είσαι πλέον ορφανός.
Φθινόπωρο έφυγαν και οι δύο,με δύο χρόνια διαφορά .   
Οι στάλες της βροχής  στο τζάμι συντονίζονται μ ετη οδύνη σου-
κυλάνε αργά όπως τα δάκρυά σου.
Τον αγαπούσες όσο πίστευες;Σε αγαπούσε όσο ήθελες;
Συνέχισε να ρωτάς.Οι δικοί σου τοίχοι έχουν ακόμα πολλά να πουν.
     

(Σονέτα της Συμφοράς,Πατάκης 2011)

___________________________

Χρίστος Λάσκαρης

 Πάλι ο πατέρας μου


“Απόψε είδα πάλι τον πατέρα μου.
Τριαντατρία χρόνια πεθαμένος
και δεν κουράστηκε να μ’ επισκέπτεται.

Φορούσε το καπέλο του πως θα ταξίδευε.
Η μητέρα μου μπάλωνε στη γωνιά.
«Κάτσε», του λέει, «πού ήσουνα»”.


(Τα ωραιότερα ποιήματα για τον πατέρα, Καστανιώτης)


 __________________

 Θανάσης Κωσταβάρας,

Στο σπίτι του πατέρα 


Είμαι στο σπίτι του Πατέρα.
Κρύος αέρας περνάει μέσα από τις ραγισμένες πόρτες.
Κι έξω στον κήπο, μαύρο ξεσέλωτο άλογο
γδέρνει με την οπλή του το χώμα.
Ανεβαίνει την πέτρινη σκάλα χρεμετίζοντας.

Κι εγώ είμαι μόνος στο σπίτι.
Τόσο μόνος όσο δεν ήμουν ποτέ μου.

Ξάφνου, Άγγελος Κυρίου στέκει αντίκρυ.
Ταξιδεμένος Άγγελος στέκει και με κοιτάζει θλιμμένος.

Κι ανάμεσά μας περνούν άσπρα φύλλα του φθινοπώρου.
Άσπρα φύλλα του φθινοπώρου και του χειμώνα περνούν
τα περασμένα μου χρόνια.
Τα κερδισμένα και τ’ άλλα, τα πριν από σένα, τ’ αόριστα.

Στέκω και τον κοιτάζω. Και μέσα στο πρόσωπό του
απορημένος βλέπω το πρόσωπό σου,
μπορώ πίσω από το φόβο να ξεχωρίσω το ωραίο σου
πρόσωπο.

Δεν λέω τίποτα.
Σε κοιτώ μόνο, σαν να ‘σαι το τελευταίο πρόσωπο
που πρόκειται ν΄αντικρίσω.

Κι όπως πέφτει το βράδυ κι ο ίσκιος σου χάνεται
γέρνω στο φευγαλέο μου όνειρο
κι απελπισμένος κλαίω.



( Από τη συλλογή Στο βάθος του χρώματος, 1993)

 ______________


Τίτος Πατρίκιος,


 «Μνημόσυνο I» 

«Δύσκολα χρόνια φτώχειας και κατατρεγμού
μαζί τα ζούσαμε κυλούσαν σα νερό
έπειτα άνοιξα μια πόρτα στο βοριά
κι όλοι σκορπίσαμε σαν ξεραμένα φύλλα.

Όμως πατέρα τώρα σε γνωρίζω από κοντά
βλέπω όσα δεν άγγιξαν τη ζωή σου
άχρηστα λόγια σαλιάρικη ευτυχία
τώρα που η παρουσία σου όλο λιγότερο με βαραίνει.»


 «Μνημόσυνο II»

«Σαν έφυγες πατέρα άνοιξε ένα φαράγγι
και φάνηκαν όλα τα περασμένα χρόνια
σα στρώματα γεωλογικά γυμνά κι απρόσιτα
στην όψη κάθε αντικριστής πλαγιάς.

Τώρα όμως κλείνει σιγά σιγά το χάσμα
μεγαλώνουμε τις αρετές σου ξεχνάμε τα ελαττώματα
σε αλλάζουμε σε σύμβολο να σκέπει και να θάλπει
όπως οι πρώτοι άνθρωποι φτιάχναν το Θεό.»



(από το «Τίτος Πατρίκιος – ΠΟΙΗΜΑΤΑ, II (1953-1959)», Κέδρος)






Λευτέρης Ξανθόπουλος, «Ο πατέρας παντού» Άνοιξε το ντουλάπι της κουζίνας και βγήκε από μέσα ο πατέρας κρατούσε δίχτυ με ψώνια πατάτες μακαρόνια μοσχαρίσιο κιμά τυριά από τον Ζαφόλια 50 δράμια καφέ˙ σας έφερα να φάτε είπε ακούμπησε το δίχτυ στο τραπέζι και βγήκε. Έπειτα ήρθε η μυρωδιά του καπνού από το μπάνιο από το χολ απ’ το υπνοδωμάτιο από το σαλόνι απ’ το φωταγωγό από τον κήπο.

Πηγή : Andro.gr [ http://www.andro.gr/empneusi/top-5-poiimata-gia-ton-patera/ ]