ΠΗΓΗ:http://tovivlio.net/%CF%8C%CF%84%CE%B1%CE%BD-%CF%84%CE%B1-%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CF%80/
Τα
τελευταία χρόνια η προσοχή των ποιητών όλο και περισσότερο στρέφεται
στα κοινωνικά πάθη. Η ιδιαιτερότητα των καιρών που ζούμε τους κάνει να
διατηρούν αποστάσεις από την παλαιότερη ατομοκεντρική υπαρξιακή
ομφαλοσκόπηση. Τούτο το ενδιαφέρον εκφράζεται είτε μέσα από
κοινωνιοϋπαρξιακές αναζητήσεις ή με την υιοθέτηση εκφραστικών μέσων για
καθημερινά συμβάντα ενταγμένα στην κοινωνική ποίηση. Σε ένα τέτοιο
επίπεδο κινείται και η τελευταία ποιητική συλλογή της Ασημίνας
Ξηρογιάννη.
Η πρώτη της εμφάνιση στην ποίηση έγινε το 2009 με την «προφητεία του ανέμου»
(Δωδώνη Εκδοτική). Ήδη από εκείνη τη συλλογή μας έδειξε την ποιητική
της δύναμη. Η αποφθεγματική διατύπωση και το ιδιόμορφο εξομολογητικό της
ύφος, κερδίζουν τον αναγνώστη εκθέτοντας τον σε λυρικές συνθέσεις με
έντονα πεζολογικά χαρακτηριστικά. Επιρροές -άμεσες ή έμμεσες-
εντοπίζονται στη λειβαδίτικη ποίηση, αλλά και στα πεζολογικά και
αφηγηματικά χαρακτηριστικά της γενιάς του ’70.
Στις «Πληγές»
(Γαβριηλίδης, 2011) η ποιήτρια πειραματίστηκε ακόμη βαθύτερα με τη λιτή
έκφραση και την αποφθεγματικότητα. Πρόκειται για μία ποιητική πλούσια
σε υπαρξιακούς χρωματισμούς, δίχως καμία απόχρωση αινιγματικότητας.
Ωστόσο, δεν εκλείπουν οι κοινωνικές αναφορές (όνειρα, αστυνομική βία,
μαθητική καταπίεση).
Η
υπαρξιακή αποφθεγματική διατύπωση δένεται με μία μελαγχολική διάθεση
πλούσια σε λυρισμό. Αν και απουσιάζει παντελώς η εικονοπλασία, ξεχωρίζει
η αφηγηματική προσέγγιση. Η μουσικότητα στο στίχο εξάγεται μέσα από την
αφαιρετικότητα στις διατυπώσεις. Δεν αποζητά να συγκινήσει με εικόνες.
Αντίθετα, στηρίζεται στη λιτότητα των διατυπώσεων ωθώντας όχι μόνο το
συναίσθημα, αλλά τη λανθάνουσα στοχαστική διάθεση.
Στην τελευταία της ποιητική συλλογή, την "εποχή μου είναι η ποίηση" (Γαβριηλίδης,
2013), η αποφθεγματικότητα περιορίζεται σε λίγες ολιγόστιχες συνθέσεις
και το επιμύθιο, ενώ πλέον επεκτείνεται η αφηγηματικότητα. Πιστή στην
πειραματική φύση της τέχνης, η δημιουργός εγκαταλείπει (όχι παντελώς) το
ύφος των μικρής έκτασης ποιημάτων της, δείχνοντας ότι η ποίηση δε
γνωρίζει καλούπια.
Πρόκειται
για μία ιδιάζουσα λογοτεχνική προσέγγιση που κινείται μεταξύ ποίησης
για την ποίηση και κοινωνικής ποιητικής, καθώς σταθερά κέντρο αναφοράς
είναι τα κοινωνικά βιώματα της εποχής μας.
Η
δημιουργός με αφηγηματική λιτότητα, γλώσσα απλή και λυρική μελαγχολία
παρατηρεί και αναρωτιέται απελευθερωμένη από σχήματα λόγου κι
απαλλαγμένη από περιττά στολίδια και βερμπαλισμούς. Συχνά η
αποφθεγματική διατύπωση λειτουργεί ως επίλογος σε ένα αφηγηματικό μοτίβο
που μοιάζει με εξομολογητικό ύφος. Είναι και η στιγμή που αποκαλύπτεται
ότι η ποιητική της δεν είναι προσωπική ούτε εξομολογείται σε κάποιον
ανώνυμο ακροατή, αλλά ένα ποιητικό τέχνασμα.
Και
σε τούτο ακριβώς έγκειται η καινοτομία της Ξηρογιάννη. Το εξομολογητικό
ύφος (με α΄ και β΄ ενικό γραμματικό πρόσωπο) είναι μία φενάκη που
προσδίδει μία θεατρική διάσταση στην ποιητική της. Η αφηγηματική
διατύπωση σε αντίθεση με την επιλογική αποφθεγματική αφαιρετικότητα του
επιμύθιου εντείνει τη δραματικότητα μέσα από ένα σχήμα κορύφωσης.
Κυρίαρχα
είναι το α΄ ενικό και το β΄ ενικό πρόσωπο. Το δεύτερο πρόσωπο σταθερά
αποτελεί το είδωλο του πρωτοπρόσωπου ποιητικού υποκειμένου. Είναι ένας
άλλο τρόπος της εκφραστικής δεινότητας της ποιήτριας να μιλά για τον
εαυτό της στον εαυτό της σα να στέκεται σε έναν καθρέφτη. Δημιουργεί την
αίσθηση ενός άτυπου διαλόγου με ένα βουβό πρόσωπο στην ποιητική σκηνή,
ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν εξωτερικό μονόλογο.
Σε
μία άλλη ερμηνεία όμως το α΄ ενικό πρόσωπο αποτελεί το συλλογικό
υποκείμενο των ποιητών της αγανάκτησης και της κρίσης. Είναι σα να
απευθύνεται στον κάθε ένα ποιητή της εποχής της, δίχως να περιμένει
απαντήσεις, αλλά έργα. Τούτη η θεώρηση επιβεβαιώνεται από το γεγονός πως
άλλοτε το ποιητικό υποκείμενο είναι ένα ποίημα ή ένας ποιητής, και πάλι
όμως ως ένα συλλογικό υποκείμενο.
Χαρακτηριστικό
της ποιητικής είναι ότι αποφεύγει τις επιτηδευμένες εικόνες και
προσπερνά αδιάφορα τις μεταμοντέρνες υπερρεαλιστικές επιρροές. Οι
εικόνες εξάγονται μέσα από την αφήγηση, λιτές, θολές, μερικής οπτικής.
Δεν επιδιώκει να συναρπάσει με την εικονοπλασία της ούτε να γεννήσει
συναισθήματα με τούτες, Αντίθετα, στηρίζεται στην εξομολογητική αφήγηση
που ολοκληρώνεται με το ρητό επιμύθιο.
Με
όχημα ποιήματα για την ποίηση η Ξηρογιάννη πρωτοπορεί θίγοντας τα
κοινωνικά πάθη, Όλες οι συνθέσεις που κριτικά ταξινομούνται "για την
ποίηση" στην ουσία είναι μία εκφραστική οδός με αφετηρία το ερώτημα αν
χρειαζόμαστε την ποίηση σε τούτους τους καιρούς. Η δημιουργός
επιστρατεύεται και απαντά αρνητικά μέσα από την ποίηση (!!!)
Αρνείται
το ρόλο του απομονωμένου ποιητή και στρέφει το βλέμμα της στα σκοτεινά
κελιά των ατομικών δραμάτων, στα στενά σοκάκια της περιθωριοποιημένης
κοινωνίας. Δεν ικανοποιείται με το ρόλο του θεατή σε μία τραγωδία.
Διεκδικεί έναν ενεργό ρόλο για την ποίηση που να συνδέει το αισθητικό
αποτέλεσμα με τον κοινωνικό βίο. Απεμπολεί το εξώκοσμο στοιχείο κι
αναζητά την υπερβατική δύναμη της ποίησης μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο που
τη γεννά, είτε μιλά για τις ασχήμιες και τα βάσανα, είτε για τις χαρές.
Η ποίηση δεν είναι ένα απλό καταφύγιο, αλλά μία μαχητική τέχνη που
βιώνει τα δικά της πάθη μαζί με τους ανθρώπους.
Με ένα ιδιότυπο σχήμα κύκλου αναρωτιέται στην αρχή της συλλογής «μα είναι τούτοι οι καιροί για ποίηση;»
για να απαντήσει τελικά ότι όλα τα κοινωνικά στιγμιότυπα και τα δεινά
τούτης της χαλεπής περιόδου πρέπει να ενταχθούν στις θεματικές της
ποίησης. Στην ποιητική της ο ποιητής ταυτίζεται με τον πρόσφυγα, τον
τοξικομανή, την πόρνη, τον άπορο και τον άστεγο. Ο καλλιτέχνης δεν
επιτρέπεται τέτοια εποχή να κοιτά απλώς έναν καθρέφτη (όπως εκφραστικά
σκηνογραφεί), αλλά τον κόσμο γύρω του.
Με
το φενάκη εξομολογητικό ύφος της και τα συχνά ρητορικά ερωτήματα
καταφέρνει ώστε ο αναγνώστης να εισπράττει αγόγγυστα το συναισθηματικό
φορτίο, χωρίς να μειώνεται η έντασή του αλλά και δίχως να του
επιβάλλεται. Χωρίς να φιλοσοφεί η δημιουργός, μέσα από την έγερση των
συναισθημάτων, μας προσκαλεί να στοχαστούμε για τις καθημερινές μικρές
τραγωδίες που μας περικλείουν. Η ποίηση έτσι επιστρέφει στην τραγική της
παράδοση οδηγώντας τελικά στην κάθαρση, σε μια αντιποιητική εποχή.