Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ //// ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΜΑΝΑΤΙΔΗΣ //// μ_otherpoem: μόνο λόγος [ΝΕΦΕΛΗ 2014]






                                               



BΑΣΙΛΗΣ ΑΜΑΝΑΤΙΔΗΣ 
 


Για το «μ_otherpoem: μόνο λόγος»: 

7 «ορισμοί» και 5 «εξόριστα» 




* Η δομή των βιβλίων ποίησης, που ώς τώρα έχω γράψει, είναι άλλοτε υβριδική και ασυνεχής, και άλλοτε πιο κλασική και ισόρροπη. Γιατί; Ίσως επειδή το Χάος, η Μορφή και η μεταξύ τους ταλάντευση είναι οι μόνοι τρόποι και τελικά το μόνο θέμα της τέχνης. 


* Κάθε βιβλίο μου είναι μια διάνοιξη –θα έλεγα, μάλιστα, σφαιρικού– Χώρου. Μου αρέσει να σκέφτομαι μισοειρωνικά πως είναι Πλανήτες περιφερόμενοι γύρω από το Ηλιακό μου Σώμα, ναι, το δικό μου, του ποιητή τους. Η εξωφρενική αυτή σκέψη κάπως με βολεύει, γιατί τούτο σημαίνει πως όλα μου τα βιβλία (τα παρελθοντικά, μα και τα ενδεχόμενα μελλοντικά μου) υπάρχουν κάπου ήδη ταυτόχρονα, σε διάφορες τροχιές και αποστάσεις από το “σώμα” μου. Σε ένα τέτοιο αυτιστικό ηλιακό σύστημα, το “7: ποίηση για video games” μου είναι, ας πούμε, ο παγωμένος και μακρινός Πλούτωνας (που επιπλέον τελευταίως δεν θεωρείται πια πλανήτης, όπως και το βιβλίο εκείνο δεν το αποκαλείς κι εύκολα βιβλίο ποίησης), ενώ το «μ_otherpoem: μόνο λόγος» είναι, ας πούμε, η Γη. Αλλά μία Γη υπερθερμασμένη (σχεδόν Ερμής), που αρχίζει σιγά σιγά να επιστρέφει σε θερμοκρασίες ευνοϊκές για την ανεμπόδιστη ανάπτυξη ζωής. Τώρα, ότι εγώ είμαι ο Ήλιος των πλανητών και πλανημένων βιβλίων μου είναι ασφαλώς είδος πραγματικότητας (αφού χωρίς εμένα δεν υπάρχουν), αλλά και μέγιστης ανοησίας (αφού δεν είναι παρά μία μεταφορά τραβηγμένη απ’ τα μαλλιά ή –γιατί όχι;– από πύρινες χαίτες). 


* Το «μ_otherpoem: μόνο λόγος» χτίζεται κυρίως γύρω από τα ακόλουθα δράματα: Στην Ελλάδα μένουμε με τους γονείς μας συχνά μέχρι να γεράσουμε.Στις μεσογειακές χώρες η Πατριαρχία είναι συνηθέστερα μια καλυμμένη Μητριαρχία. Τούτα δημιουργούν στίφη προβλημάτων ως προς τις ταυτίσεις που κάνουμε, τις ταυτότητες που φέρουμε, τις ελευθερίες και τις εξαρτήσεις μας, κοντολογίς δημιουργεί πρόβλημα παντού. 


* Στο «μ_otherpoem: μόνο λόγος», η ατομική περίπτωση γίνεται σχήμα ευρύχωρο, σχεδόν ένα αρχέτυπο. Και, τελικά, ποιος μιλά εδώ; Ένα κακομαθημένο παιδί προς μια ιδιότυπα διπολική μητέρα; Ένα κακοποιημένο θύμα προς την πρόγονο που άθελά της το κακοποίησε; Ένας θύτης που διαστρεβλώνει τα επιχειρήματά του προς όφελός του; Ο ποιητής; Κομμάτια του; Όλοι; Ένα έθνος σύσσωμο προς μια μητέρα-χώρα που το «εγκατέλειψε» υπερπροστατεύοντας και ευνουχίζοντάς το; Ωστόσο, το ποιος έχει δίκιο και άδικο εδώ δεν έχει σημασία. Η κίνηση προς την ομολογία μόνο. Η μετατόπιση προς μια ρήξη που μπορεί και να συνιστά βήμα αποδοχής και συμφιλίωσης. 


* Γνωρίζω πως το βιβλίο μου αυτό μερικοί αναγνώστες το φαντάστηκαν, κατά περίπτωση, ως παράσταση θεατρική, ως δυνάμει χορευτικό έργο, ως ταινία, ως video art, ακόμη και ως ποίημα-μυθιστόρημα. Αυτό με ικανοποιεί. Σημαίνει πως ο αναγνώστης οικειοποιείται το βιβλίο, προβάλλοντας πάνω του αυτά που εκείνος αγαπά. Κι ίσως και να σημαίνει πως το βιβλίο μου παραμένει δημιουργικά ανοιχτό, δηλαδή λείπει από μέσα του το στοιχείο εκείνο που θα του προσφέρει ο κάθε δημιουργικός αναγνώστης του, ώστε να ολοκληρωθεί. Τα έργα ολοκληρώνονται όταν διαθέτουν ρωγμές που θα τις σοβατίσει ο αναγνώστης. (Αποκαλώ τις ρωγμές ελευθερία, και το σοβάτισμα συμμετοχή και ενσυναίσθηση.) 


* Και μία παράκαμψη: Ξαναδιαβάζοντας πρόσφατα το «Η ζωή είναι αλλού», που είχα πρωτοδιαβάσει στα δεκατέσσερα, ξαναθαύμασα το ύφος του Μίλαν Κούντερα, τη σάρκα του σαρκασμού του, μα και την απόλυτα κυνική τρυφερότητα με την οποία αντιμετωπίζει τον κακομοίρη Γιάρομιλ, αυτόν τον μοναδικά σχεδιασμένο ήρωά του:
τον απόλυτα απλοϊκό νεαρό ποιητή, πιασμένο στο δόκανο μεταξύ μητρικού θαυμασμού, σεξουαλικών ορμεμφύτων και της αδιανόητης μεταπολεμικής ευρωπαϊκής ιστορίας. Το βιβλίο περιέχει δε μερικές από τις πιο καίριες παρατηρήσεις για τον μητρικό ρόλο στον αρσενικό καλλιτεχνικό ψυχισμό. Κι είναι κι εδώ -όπως και αλλού- που ο Κούντερα θα είχε τόσα και τόσα να πει με τον αγαπημένο του (και μου) Βίτολντ Γκομπρόβιτς. Δείγμα: "[...] η μαμά συνάμα έπιανε τον Γιάρομιλ απ΄ τον ώμο με επιείκεια, αποκαλώντας τον μικρό της ανικανοποίητο – έτσι τον έθαβε πάλι μέσα στην παρθενιά του, στην παιδική του ηλικία, στα σπάργανά του. (Αχ, τι όμορφα που είναι να βλέπεις αυτούς τους δυο να στέκονται αντικριστά και να σπρώχνει ο ένας τον άλλο: αυτή τον σπρώχνει προς τα σπάργανά του κι αυτός τη σπρώχνει προς τον τάφο της, αχ, τι όμορφα που είναι να βλέπεις αυτούς τους δυο...)". 


* Υπό πολλές έννοιες, λοιπόν, το «μ_otherpoem: μόνο λόγος» θέλησε να έχει γραφτεί και από τον Γιάρομιλ του Κούντερα, όπως και από το παιδί το οποίο ποτέ δεν θα κάνω. Επιθύμησε δηλαδή να μιλήσει για κάτι μεγαλύτερο: για μια δομή και για έναν προαιώνιο τρόπο συσχέτισης. Να ψαύσει το περίπλοκο πλέγμα των μηχανισμών ανάπτυξης της αγάπης, της εξουσίας, της ιδιοκτησίας, της ελευθερίας και της ταυτότητας. Για να το προσπασθήσει αυτό, το βιβλίο χρησιμοποίησε τον πρότυπο δοκιμαστικό σωλήνα της οικογένειας. 






Ακολουθούν πέντε πολύ μικρά ποιήματα, από τα πολλά που εν τέλει δεν βρήκαν τη θέση τους μέσα στη σύνθεση του «μ_otherpoem: μόνο λόγος», μα κάθε τόσο τα ανασύρω απ’ τα ψηφιακά μου συρτάρια, ξανακοιτώντας τα, έστω σαν λείψανα ενός καθαγιασμένου πλέον αγώνα (αγάπης): 




01. [ υποθετικός μονόλογος της μητέρας ] 


«Οι άνθρωποι είναι νησιά.
Εγώ είμαι περισσότερο. Είμαι πολύ νησί.
Κι όλα τα πλοία γύρω να έχουν απεργία.
Το λένε Εαυτόνησο.
Αυτό είναι το όνομά μου.
Κι εμείς οι δυο μοιάζουμε πολύ –
να το θυμάσαι». 





02. [ αστερητικό ] 


Ώστε να μη νιώσουμε το στερητικό του άγονου,
οι απόγονοι γινόμαστε πρόγονοι
προτού καν
γίνουμε
γόνοι.

Ναι. Μα ας πάμε
τώρα παρακάτω. Αν
και πού;

Παρακάτω πού; 





03. [ υπόθεση συνομιλίας 01 ] 


“Μου χρηματοδοτήσατε
την επανάστασή μου.
Σας είμαι
αιώνια υπόχρεος”.
“Παρακαλώ παιδί μου. Ήταν
καθήκον μου

– μας – μου...”

“Ναι,
μαμά,
ήταν”. 





04. [ υπόθεση συνομιλίας 02 ] 


“Πότε θα μεγαλώσεις;”
“Πότε θα μου το επιτρέψεις;” 





05. [ η μητέρα ομολογεί κάτι ] 


«Η μητέρα μου με αρνήθηκε,
αρνήθηκα τη μητέρα μου.
Έγινα όλη άρνηση,
αρνήθηκα και την άρνηση.
Ενδύθηκα την κατάφαση,
πίστεψα την ένδυση.
Τώρα καταφάσκω ισχυρά,
μόνο, ακατάδεκτα.
Είμαι η κατάφαση
του αρνητή».