Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ// 'ΑΝΝΑ ΜΑΝΩΛΟΠΟΥΛΟΥ //// ΗΜΕΡΕΣ ΕΠΤΑ Ή ΠΕΙΡΑΣΜΟΥ ΤΟ ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ - Η ΛΙΤΑΝΕΙΑ ΤΩΝ ΣΤΙΧΩΝ







ΗΜΕΡΕΣ ΕΠΤΑ
Ή
ΠΕΙΡΑΣΜΟΥ ΤΟ ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ εκδόσεις το ΡΟΔΑΚΙΟ, Αθήνα 1996
ποιητική σύνθεση της ΑΝΝΑΣ ΜΑΝΩΛΟΠΟΥΛΟΥ – ΣΚΟΥΦΑ
(εξώφυλλο Χρήστος Σαμαράς) 







Η ποίηση άνθος του Στοχασμού
και των ονείρων μίσχος

Στην ποίηση όλα, αρχιτεκτονική, λιτότητα, πυκνός λόγος, αφαίρεση, της μοναξιάς η αγιοσύνη και της θλίψης μας η ευφυΐα, όλα συμπράττουν με το δέος της Σαγήνης.
Η ποίηση για μένα είναι η ένθεος ενσάρκωση της λύπης του Εφήμερου σε λόγο μεστό, αρμονικό και πολύσημο για μια καινούρια γένεση του Ωραίου, που άλλοτε συμπυκνώνει τη μαγεία του Ανεξήγητου σε όραμα, «την Αλήθεια επωάζει ο μύθος / και γεννά το Ανεξήγητο», και άλλοτε το όραμα σε υπέρβαση απ’ το εκμαυλιστικό εδώ στο Άγνωστο επέκεινα. Σε μια αισθητική ενόραση, δηλαδή, και στην προκειμένη περίπτωση σε μια δημιουργία του Κόσμου σε επτά Ημέρες από τον άνθρωπο που έχει εμβαθύνει στη θνητή του Μοίρα αλλά και στα θέλγητρα της ματαιότητάς του. Έτσι αρχίζοντας από την πρώτη Ημέρα έπλασε τη γλώσσα.
«Σφυρηλατώντας τις λέξεις στο αμόνι της ποίησης»
[τη γλώσσα των πουλιών και των δέντρων ………
Συνομιλούν τα δέντρα με τα’ αδύναμα πουλιά
για τα αιώνια έργα του ανθρώπου στις κορφές τους!]

Την δεύτερη τον Έρωτα, ζυμωμένο με χώμα και λίγο ουρανού, σαν χρησμό πάντα έφηβο, αθροίζοντας του πειρασμού τα ελέη σε ανέσπερο φως…
Στο
Άγιο δείπνο
της Χίμαιρας

Την τρίτη ημέρα δημιούργησε την κίνηση στου Κενού την ευφράδεια.
«Εν αρχή ην η κίνησις»! και επειδή «ο πόλεμος τρόπος κανένας να ξορκιστεί» την τέταρτη, έπλασε την πέμπτη ημέρα τη γυναίκα να βαστάζει το βάρος της γης μες τη μήτρα της μπολιάζοντας:
Ενοχή και αθωότητα
Αμαρτία και γνώση
για να μπορούν να παζαρεύουν, οι ΑΡΙΘΜΟΙ και ο ΧΡΟΝΟΣ, την έκτη ημέρα της ζωής το αέναο γίγνεσθαι μπροστά στον καθρέφτη της φιλήδονης Μοίρας μας.

«Ένα ταξίδι στο «εσώτερο είναι» της ποιήτριας, μια επώδυνη αναζήτηση που οδηγεί στην υπέρβαση, εκεί, όπου αναπολώντας τη ζωή που φεύγει, ενοράται και πλάθει το Θεό της κυοφορώντας…
«τις γραφές τις παμπάλαιες»
στου Στοχασμού τ’ άδυτα των αδύτων». Γράφει ο Βασίλης Λιάπης, καθηγητής φιλόλογος και κριτικός.
Και επειδή:
«Ο ουρανός θα κατέβει στα πόδια της ΓΗΣ
………………………………………………..
……………………………………………….
την έβδομη μέρα γης γένεσης

Θα τραβήξω μια πέτρα
απ’ την άβυσσο ν’ αντιγράψω:

Η Ζωή και ο πόλεμος Ένα
Η ηδονή και ο θάνατος Ένα!

Η ποίηση από καταβολής ανθρώπου, άλλωστε, είναι αφαίρεση. και η αφαίρεση είναι των μυστηρίων της, της μέθης απόσταγμα, όχι μόνο γιατί υπαινίσσεται τη σοφία του κόσμου, σαν απειρόγαμη σκέψη όλων των αντιθέσεων με εμβέλεια τα έγκατα του νου και της ψυχής μας, αλλά και γιατί προϋποθέτει ένα στιβαρό υπόβαθρο μιας ασύνορης γνώσης για να υπάρξει. Έτσι θα σταματήσω εδώ την αφηγηματική μου τελετουργία για ν’ αφήσω τον όποιο αναγνώστη θα σκύψει στο απάνθισμα των επτά ημερών της δικής μου δημιουργίας για την δική του «μέθεξη» στην μυσταγωγία της τέχνης, την
πεμπτουσία της ζωής που μένει, σαν μια άλλη Αποκάλυψη, που εγώ την σφραγίζω με τον επίλογο…
Ήταν δικό μου το αίμα
και τα ξόδεψα στις λέξεις,
κρέμασα όμως ένα αντικλείδι
στη λεπτομέρεια της αφύπνισης
πρελούδιο του ήλιου, λίγο πριν από τη δύση του, στη «Λιτανεία των στίχων».

Στη Λιτανεία, μάλλον, της αφύπνισης συνειδήσεων, από τη νάρκη κάποιου βιβλικού Χειμώνα…., όπου ……..
«Ζητούσαν Δίκαιο και νόμους για ένα φιλί
του φεγγαριού στη χώρα της απαντοχής»

Επειδή σε τούτη εδώ την εποχή…
«Γεννιούνται γέροι τα παιδιά
και οι πόθοι τους νεκροί
Και επειδή:
Οι μηχανές τρελάθηκαν και
διαλαλούν αδιάντροπα:
…………………………….
…………………………….
στις φλέβες μας βρυχάται αίμα και τρομάζει
τα άστρα τα θλιμμένα», που …

βλέπουν σκύβοντας στη γη τη λιτανεία των στίχων, σαν ένα κόκκινο τριαντάφυλλο, που άνθισε από το αίμα των λέξεων στην έρημο των ανθρώπων. Σημείον δηλαδή, Αντιλεγόμενον για την επίγνωση της Αστραπής που σκίζει με τη λάμψη της του ουρανού το χάος πριν από την τάξη
γυρεύοντας της ποίησης το άπειρο κάλλος.

Πράγματι, η ομορφιά, οίστρος ψυχής και δόξα των αισθήσεων, είναι «ύψος δυσανάβατον» και η ποίηση κλίμαξ μετέωρη να φτάσουμε πολύ ψηλά, εκεί, που τα γαλάζια πουλιά αγγίζουν το στερέωμα, να βρούμε τον Θεό να πιάσουμε κουβέντα. Γιατί όπου υπάρχει ποίηση εκεί και ο Θεός», λέει ο Ελύτης.
«Η Λιτανεία των στίχων παραπέμπει ευθέως σε μια ιεροπραξία, όπου το αποκαλυπτικό στοιχείο της μυσταγωγίας κυριαρχεί. Είναι προφανές ότι η Λιτανεία, αυτή, αναπαριστά την πανανθρώπινη ιστορική πορεία, έτσι όπως την αποτύπωσε και συνεχίζει να την αποτυπώνει, αιώνες τώρα, η ποίηση», γράφει ο Θωμάς Μπεχλιβάνης, Δρ Νεοελληνική φιλολογίας.
Η δράση, εξάλλου, στην ποιητική αυτή σύνθεση, τοποθετείται στους έσχατους καιρούς, το τέλος της ιστορίας σ’ ένα σκηνικό αυθεντικής εγρήγορσης πέρα από το θάνατο που προκαλεί
της τεχνικής προόδου η θηριωδία
πριν και μετά το γοερό των ημερών μας τέλος

Όμως στο ζύγι ξαφνικά πέφτει ένα αγριοπερίστερο
με του Θεού το μήνυμα στο πόδι του δεμένο

Φαίνεται πως ο Θεός, δεν ξεχνά να ανανεώνει τις ελπίδες μας για τον κόσμο που έπλασε, ως παρατηρητής του αιώνιου συμπαντικού παιχνιδιού της ζωής, υποταγμένος, ίσως, και Αυτός στην αναγκαιότητά του.
Παιχνίδι ο Κόσμος
και ο Θεός παιδί

ποιος όμως εποπτεύει τον κόσμο το παιδί ή το παιχνίδι;

Έτσι η Λιτανεία, μέσα από την αφηγηματική ροή της και το τελετουργικό Σιωπής των στίχων της, ανοίγει διάπλατα τις πύλες στην πολυσημία του Αθέατου της Τέχνης για να μας σώσει:
Η δωρεά της τέχνης μπορεί να γίνει άγραφο δίκαιο
και να μας σώσει ή να τη σώσουμε
Με ενέχυρο την ψυχή του ποιητή
και αποπληρωμή το ποίημα.

Η Λιτανεία των στίχων, λοιπόν, αλληγορίες και σύμβολα, σαν κεριά αναμμένα, καλούν τους ποιητές από όλες τις πατρίδες
ν’ αλλάξουν τη συνείδηση του Κόσμου
……………………………………………

Ήδη χαρτογραφούν ψυχές με νέα σύνορα:

ο πρώτος δρόμος του Θεού η ομορφιά
ο τελευταίος του ποιητή η ομορφιά

της ΓΗΣ
το αιώνια Ένα!






«Η ΛΙΤΑΝΕΙΑ ΤΩΝ ΣΤΙΧΩΝ», εκδόσεις το ΡΟΔΑΚΙΟ, Αθήνα 2007
της ΑΝΝΑΣ ΜΑΝΩΛΟΠΟΥΛΟΥ.