Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

Ο ΑΝΤΡΑΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΣΕ ΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ

Απόσπασμα από το βιβλιο του Kώστα Κατσουλάρη<Ο άντρας που αγαπούσε τη γυναίκα μου>.


Κ ι όμως,δεν τα βρήκα ποτέ αυτά τα χάπια.Κι ένας θεός ξέρει πόσο έψαξα.Και επί πόσο καιρό.Για ένα διάστημα,σχεδόν για ένα χρόνο δηλαδή,μου είχαν γινει έμμονη ιδέα.Δεν ξαναέκανα καμιά νύξη:η αμφισβήτηση της εντιμότητάς της σε ένα τόσο ευαίσθητο θέμα φοβόμουν ότι θα προκαλούσε ανεπανόρθωτο ρήγμα ανάμεσά μας.Εκανα ωστόσο όλα τα υπόλοιπα.Έψαχνα τσάντες,συρτάρια,θήκες αυτοκινήτων,μπάνιο ένα,μπάνιο δύο ,WC,αποθήκη,ακόμη και στο γραφείο της κατάφερα να βρεθώ σε στιγμές που εκείνη έλειπε,και να το κάνω φύλλο φτερό.Πουθενά τα χάπια.Μέσα στην απελεπισία μου,τηλεφώνησα στον γυναικολόγο της,παλιό μου συμφοιτητή και φίλο.Στην αρχή το έπαιξα διακριτικός,προσπάθησα να τον ψαρέψω.Στη συνέχεια,κι όσο εκείνος επέμενε να υπεκφεύγει,δεν κρατήθηκα:

.
<Ελα τώρα βρε Σόλωνα,κι εγώ γιατρός είμαι>,ξέσπασα.
<Είμαι βέβαιος γι΄αυτό-ωστόσο λυπάμαι,δεν μπορώ να σε βοηθήσω>.

Σήμερα πια δεν χρειάζομαι τις πληροφορίες του Καμπουρόπουλου.Καμιά γυναίκα δεν αφήνει να της ψαχουλεύουν τα πράγματα αδιαμαρτύρητα.Εκτός εάν...
Μέχρι και εξετάσεις έκανα,μπας και το πρόβλημα ήμουν εγώ,μην και την έβαζα άδικα στο στόχαστρο.Το σπερμοδιάγραμμα ήταν εξαιρετικό,σύμφωνα με τον συνάδελφο στον οποίο απευθύνθηκα.Ημουν καρπερός σαν εικοσάχρονος.
Επανέφερα το θέμα προς συζήτηση.
Οχι για τα χάπια,βέβαια-αλλά μήπως θα έπρεπε να κάνει κι εκείνη κάποιες εξετάσεις,να το ψάξουμε σε βάθος;΄Ηταν πια τριανταεπτά στα τριανταοκτώ,τα περιθώρια στένευαν.Της ανέφερα το σπερματοδιάγραμμα,για να την στριμώξω.Φάνηκε να ξαφνιάζεται,αλλα δεν έχασε την ψυχραιμία της.Μου απάντησε ότι και κείνη είχε κάνει τον έλεγχό της,είχε θέσει το θέμα στον γυναικολόγο της,και πως η διάγνωσή του ηταν ότι δεν έβλεπε κανένα πρόβλημα.Όλα έδειχναν φυσιολογικά,είπε.
<Να πάμε μαζι>.
<Δεν με πιστεύεις;>
<Σε πιστε'υω,αλλά θέλω να πάμε μαζί.Δεν είναι κακό,τόσα ζευγάρια πάνε και συζητάνε με τον γιατρό τους,κι επιπλέον κατά κάποιο τρόπο ο Καμπουρόπουλος είναι και δικός μου γιατρός,είναι ο άνθρωπος που έφερε στον κόσμο την κόρη μου>.
Περίμενα την άρνησή της έτοιμος για ολοκληρωτική επίθεση.Είχε έρθει η στιγμή να μιλήσουμε για τα χάπια.Την είχα στριμώξει.Ή τώρα ή ποτέ.
<Εντάξει,θα κλείσω ραντεβού μέσα στην εβδομάδα>,ήρθε αποστομωτική η απάντησή της.<Μόνο που δεν πηγαίνω πια στον Καμπουρόπουλο>.
<Θ΄αστειεύεσαι>.
<Καθόλου.Υπήρξε ένα δυσάρεστο επεισόδιο>.
<Τι επεισόδιο;>
<Προτιμούσα να μην χρειαστεί να σου το πω>.
<Τι να μην μου πεις;Πες μου!>.
<Μου την έπεσε>.
<Στην έπεσε;>
Ναι
<Στα ίσια;>
Ναι
<Χοντρά;>
Ναι
<Πότε;>
<Πάει ένας χρόνος>.
<Και μου το λες τώρα;>
<Δεν ηθελα να σε στενοχωρήσω.Είναι φίλος σου>.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ -ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ARS POETICA



Διαβήματα γρύλων,διαλόγους περιστεριών
τα σχόλια της ντάλιας καθώς την προσπερνάς αργά
την ώρα που δύει ο ήλιος μέσα στους ψιθύρους
της άνοιξης,στις ομιλίες ενός θολού θέρους

ασφαλώς τ΄ακούς όλα τώρα πιο καθαρά
ίδια πάντα,η συντεταγμένη στην υπερβολή-
σού μένει μόνο να μάθεις,ει δυνατόν,απόψε
για την δοξα,όχι την εφήμερη ίσκιων και παθών

των ανθρώπων,αλλά για εκείνη της πανσελήνου,
ιδίως του Σεπτέμβρη στα κλαδιά της καμφοράς
μπλεγμένη και απελεύθερη,ακίνητη,άφαντη



ξαφνικά μέσα στην κόμη του χρόνου , ένα παιχνίδι
ομορφιάς, είδωλο κι αλήθεια μαζί,καλειδοσκό
πιο δέους των πρωτόγονων φυλών, ένα βλέμμα μου.


***



H ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ



Αλλά κι αν αύριο ξεραθούν όλα τα τοπία
θ΄ αντέξουν πάλι τα μαλλιά μας, δεν θα γίνουν στάχτη
πάντα πιστό, λεπτό χρυσάφι βαθιά μέσα στις ρίζες
σοφία σκοτεινή στα φύλλα της μουριάς, στου σκίνου

την ταπείνωση, καθώς ανοίγει ένα ένα
τα όνειρα η δροσιά της αυγής, το στόμα ξέρει
γεμίζει κεράσια πως ήμασταν χτες βράδυ μαζί
να διαβάζω, μου λες, τα ποιήματα σαν χρησμούς ή

κτερίσματα φωτός, είναι το κέντρο σου παντού
μα η περιφέρεια πουθενά, εσωτερικό φεγγάρι,
η αλήθεια ένα κομμάτι ουρανός μάρμαρο

μια ζωή για να σκαλίσεις τα σωστά τα ονόματα
απόγονος της κοσμικής στάχτης, χιλιοκρύσταλλος
η σφραγίδα θολή, ακταιωρός στην άβυσσο