Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Τρίτη 2 Ιουλίου 2024

KΡΙΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ//// Ορφέας Απέργης, «Δασκαλόπετρα», εκδ. Νεφέλη


Ορφέας Απέργης, «Δασκαλόπετρα», εκδ. Νεφέλη

ΤΗΣ ΑΣΗΜΙΝΑΣ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ 

Είναι από τα λίγα βιβλία σύγχρονης ελληνικής παραγωγής στα οποία είχα την ανάγκη να επιστρέψω. Η πρώτη επαφή με το βιβλίο έγινε πριν πολύ καιρό, το περσινό καλοκαίρι το είχα πάρει μαζί μου στην Αίγινα, μα κείμενο δεν προέκυψε. Καλοκαίριασε πια και να ‘μαι αγκαλιά με το βιβλίο ξανά. Αυτή τη φορά το κείμενο είναι γραμμένο μέσα μου για τα καλά. Πρόκειται για τη Δασκαλόπετρα του Ορφέα Απέργη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νεφέλη. Είναι μια εκτενής ποιητική σύνθεση στην οποία αισθάνομαι πως ο ποιητής αφηγείται μια ιστορία σε τόνο λυρικό και στοχαστικό συνάμα. Ή αλλιώς, θα έλεγα πως είναι ένα μικρό ποιητικό -ας μου επιτραπεί η λέξη- «μυθιστόρημα» που δημιουργεί αίσθηση.

Γενικά ο Απέργης μάς χαρίζει πολύστιχα ποιήματα αφηγηματικά, αν κρίνω και από προηγούμενες εργασίες του. Εδώ εκτενές ποίημα είναι το «Γι’ αυτόν που δεν αγάπησε ποτέ του καλοκαίρι» (σελ. 8 και 9), καθώς και η Δασκαλόπετρα, το ποίημα που έχει δώσει το όνομά του στο βιβλίο (σελ.73-74)- ή μπορεί να συνέβη και αντίστροφα. Επίσης, ισχυρή εντύπωση προκαλούν  στον αναγνώστη η ενσωματωμένη σύνθεση-ποιητικό κεφάλαιο με τίτλο «Πρόσφυγας» (σελ. 47-52), καθώς και  η σύνθεση «Ο Πρόσφυγας» (σελ. 24-32).

Τα υπόλοιπα ποιήματα που συναντάμε είναι ολιγόστιχα (πολλά από αυτά δίστιχα-τρίστιχα-μονόστιχα) που μπορεί όμως να παραπέμπουν σε μια έντονη εικόνα ή σε μια εύγλωττη μεταφορά. Διαβάζω:

«Έχω ένα μικρό χέρι απλωμένο στη ρίζα του βουνού» (σελ. 7)

«Δεν μπορούσα να τρέξω απ’ τον ήλιο στο φεγγάρι,/παρά σαν δοξαριά τα χώριζα/ψάχνοντας το βοριά.» (σελ. 11)

«Κύμα το κύμα σώπαινα/κύμα το κύμα μίλαγα» (σελ. 13)

«Σωσίβιο πορτοκαλί/στη μέση της θάλασσας/βυθίζονταν ο ήλιος» (σελ.21)

Όλα αυτά τα μικρά, ποιήματα λοιπόν είναι διαμαντάκια που λάμπουν στο καλοκαιρινό τοπίο που δημιουργεί ο Απέργης και έχουν τη δύναμη να πλημμυρίσουν την ψυχή μας με αντιφάσεις, συνθέσεις, λυρισμό, χαρμολύπη, στοχασμό, σοφία.

«Μην πεις φυλάχτηκα/Μην πεις δεν ταξίδεψα/Ξοδέψου» (σελ. 70

«Πλουτίζει καλύτερα/όποιος ξοδεύεται» (σελ. 71)

«Μην πεις δεν είδα./ Δες» (σελ. 54)

Η εναλλαγή πρώτου και δεύτερου ενικού προσώπου, ο συχνά εξομολογητικός τόνος, η αναδυόμενη αλήθεια του ποιητή, καθώς φιλτράρει τα πράγματα με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο, όλα αυτά, μας βάζουν σε ένα κλίμα πολλαπλής υφής που δονεί την ευαισθησία μας.

Γλυκιά απογοήτευση, προσμονή γι’ αυτό που δεν θα ‘ρθει ή γι’ αυτό που χάθηκε, ανησυχία, ανίχνευση αναμνήσεων, περισυλλογή για τον κόσμο, έντονη καλοκαιρινή αύρα,  επιθυμία για φως. Από τη σελίδα 76 μέχρι τη σελίδα 114, συναντάμε συνεχώς, σχεδόν σε κάθε ποίημα, τη λέξη «ήλιος». Είναι ένα τρομερό παίγνιο του ποιητή, το φως σε όλες του τις εκφάνσεις, σε ποικίλα συμφραζόμενα, με διάφορες αντικρουόμενες διαθέσεις  με φόντο το καλοκαίρι. Το φως, το καλοκαίρι, το Αιγαίο παραπέμπουν στον Ελύτη και στην ποιητική του. Βέβαια στο τέλος του βιβλίου ο Απέργης αναφέρει τις επιρροές του σε ό,τι αφορά τα δύο ποιήματα του βιβλίου για τον Πρόσφυγα. Λέει χαρακτηριστικά: «Δύο ποιήματα αυτού του βιβλίου για τον Πρόσφυγα χρωστούν μια φράση τους και μια σκηνοθεσία παραλλαγμένη, σε ποιήματα του Διονύσιου Σολωμού και του Ωκεανού Βουόνγκ» (σελ. 132) Η πρώτη αφήγηση  με τον Πρόσφυγα γεμάτη κίνηση και θεατρικότητα, προφορικότητα και αλήθεια. Στην δεύτερη αφήγηση όλες οι αισθήσεις σε εγρήγορση. Αν με στίχους του ίδιου του ποιητή, χαρακτήριζα όλη αυτήν την ενότητα, θα διάλεγα τους εξής: «Ζήσε μες στην αγρύπνια του μυαλού, της ψυχής σου» (σελ. 49)Που παραπέμπουν στο Σολωμικό «πάντ’ ανοιχτά πάντ’ άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου». Και στη σελίδα 50 ο Απέργης θα παραλλάξει τον Σολωμικό στίχο σε: «Πάντ’ ανοιχτά πάντ’ άγρυπνα τα μάτια του φόβου.» Και κείνη η διαρκής επανάληψη του ρήματος «Άκου» που προτρέπει, που ακούγεται σαν μουσική ή ρεφρέν:

«Άκου το/αυτό που δεν άνθισε», «άκου τα βότσαλα που θα σε πετροβολήσουνε», «άκου το, το  τραγούδι του μυαλού και της ψυχής σου», «άκου τη φύση», «άκου το σώμα σου» Πώς να μην μου έρθει στο μυαλό λοιπόν ο Ελύτης και το Μονόγραμμα και το «μ’ ακούς; σ’ αγαπάω, μ’ ακούς …[….] …άκου …άκου»

 

 

Ορφέας Απέργης


Στο τέλος του βιβλίου συναντάμε τη Δομή και το Χρέος, όπου ο ποιητής γίνεται αυτοαναφορικός, νιώθει την ανάγκη να απευθυνθεί στον αναγνώστη και να του δώσει κλειδιά για την ανάγνωση του βιβλίου του. Μάλιστα τον προτρέπει λέγοντας: «Λύσε λοιπόν, κατά τη βούλησή σου, τα φύλλα του βιβλίου». Για τα σύντομα και επιγραμματικά του ποιήματα γράφει: «Τα ποιητικά κύματα (ανάριθμον γέλασμα),/αυτά τα μικροποιήματα, μπορεί να πλέουν ελεύθερα».

  Τα  εκφραστικά σχέδια της Μαρίας Μπαχά που εμπεριέχονται στο βιβλίο, αλλά και το ίδιο το εξώφυλλο συμπληρώνουν το λόγο και  ενισχύουν την ατμόσφαιρα του βιβλίου.

   Γιατί με αφορά το βιβλίο του Απέργη; Επειδή με κάνει να επιστρέφω μέσω των στίχων του στις θετικές και αρνητικές ποιότητες που συνυπάρχουν στους ανθρώπους και στα πράγματα, όπως κι ίδια η ιστορία επιβεβαιώνει. Καλό και κακό, λύπη και χαρά, ομορφιά και ασχήμια συνυπάρχουν στον κόσμο και αλληλοαναδεικνύονται, και αλληλοτροφοδοτούνται. Είναι πάντα εκεί για να μας θυμίζουν την θνητότητά μας. Είναι όπως συμβαίνει με τη θάλασσα, το Αιγαίο ας πούμε, με την τόση του ομορφιά και μαγεία, που είναι πασπαλισμένο με τόση λύπη, μοναξιά, αβεβαιότητα και αδικία καθώς συνδέεται με ένα μελανό ζήτημα, την προσφυγιά.

ΠΗΓΗ: https://www.fractalart.gr/daskalopetra/

ΕΦΗΒΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ/// ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΣΤΑΜΑΤΕΛΙΑ








The Tree's Unhealed Roots/




A lone withered tree standing there waiting
Waiting for something to occur
However the silence remains
And the forest ceases of light
As it is always night cause the sun is not bright
A glooming ambience over the not so blooming tree
overtaking its source of life
It used to be full of hope even in the rain
Suddenly without a notice,
a vehement fire burnt and wiped away its purpose
And the air reminded it of its haunting scars
Forcing its melancholic memories to be retrieved
And how so hard it had tried to burry them down
its aching heart
Its growing buddies
had vanished from the punishing fire.
What could only be found of them were ashes
Though they weren't so benevolent,
the inclemency of solitude was easy to disregard
All seasons around, the image it had was feigned
Even when it had everything,
self exposure was impossible,
for it hadn't accepted its true identity
It was afraid of the unknown,
what would happen to it
if it were to break the balance of nature?



**






Οι ανεπούλωτες ρίζες του δέντρου



Ένα μοναχικό μαραμένο δέντρο κάθεται και περιμένει,
Περιμένει για κάτι να του συμβεί
Ωστόσο η ησυχία παραμένει
Και το δάσος πια παύει να έχει φως
Καθώς η νύχτα κυριαρχεί και ο ήλιος έχασε την λάμψη του,
Μια ζοφερή ατμόσφαιρα περικυκλώνει το όχι πλέον ανθισμένο δέντρο,
το οποίο έχει χάσει την πηγή της ζωής του
Συνήθιζε να έχει ελπίδα ακόμα
και όταν έβρεχε και στις καταιγίδες
Όμως ξαφνικά μια μέρα,
χωρίς προειδοποίηση,
μια σφοδρή φωτιά εμφανίστηκε και έκαψε το πεπρωμένο του
Και ο αέρας το ανάγκαζε να θυμηθεί τα βασανιστικά του τραύματα
Αυτές τις μελαγχολικές αναμνήσεις
τις οποίες τόσο πολύ είχε προσπαθήσει να τις ξεχάσει
και να τις θάψει στην πονεμένη του καρδιά
Τα φιλαράκια του, με τα οποία μεγάλωσε, είχαν χαθεί από την εκδικητική φλόγα
Το μόνο ίχνος που άφησαν ήταν οι στάχτες τους.
Aν και δεν ήταν και τόσο ευγενικοί και καλοί,
η δυστυχία της μοναξιάς στάθηκε εύκολο να αγνοηθεί.
Σε όλες τις εποχές του χρόνου, η εικόνα του ήταν πλαστή
Παρόλο που είχε τα πάντα,
ήταν αδύνατο να φανερώσει τον αληθινό του χαρακτήρα,
καθώς και το ίδιο δεν είχε αποδεχτεί το ποιο πραγματικά είναι.
Φοβόταν το άγνωστο,
τι θα του συνέβαινε
αν διέλυε την ισορροπία της φύσης;


***


* Η Δέσποινα Σταματελιά είναι μαθήτρια Β' ΛΥΚΕΙΟΥ.

*Οι φωτογραφίες είναι παρμένες από το pixabay.